Το ότι οι πολίτες δεν εμπιστεύονται σε υψηλά ποσοστά τη Δικαιοσύνη αποτελεί κοινό τόπο των δημοσκοπικών ερευνών τα τελευταία χρόνια, με την κατάσταση να επιδεινώνεται, δημιουργώντας έντονους προβληματισμούς, καθώς το δικαστικό σύστημα, στην ουσία, και όχι στα λόγια, ανήκει στις βασικές σταθερές της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες που εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη κυμαίνονται σε ποσοστά γενικά από 20% έως 30%, ενώ σε επιμέρους θέματα, όπως η διερεύνηση της τραγωδίας στα Τέμπη, τα ποσοστά αυτά ανεβαίνουν, όπως και η αντίληψη των πολιτών ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη ή ότι δέχεται πολιτικές επιρροές, ή επιρροές από οικονομικά κέντρα και οικονομικά συμφέροντα.
Η χαμηλή αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος, που κατατάσσεται σε ό,τι αφορά την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτό σε ποσοστό 20% σε τελευταία έρευνα της Μetron Analysis, αποδίδεται σε πολλούς λόγους και πολλαπλές αιτίες τόσο από πολιτικούς αναλυτές όσο και από έμπειρους δημοσκόπους.
Οι αιτίες
Ανάμεσα στους βασικούς λόγους που εξηγούν κατά πολλούς, και μέσα στη Δικαιοσύνη, την κατακρήμνιση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το δικαστικό σύστημα, ξεχωρίζουν οι παρακάτω.
l Η διαχείριση από τη Δικαιοσύνη σημαντικών υποθέσεων με πολιτικό πρόσημο, που έχουν για διάφορους λόγους συγκλονίσει την κοινή γνώμη.
l Το παράδειγμα της τραγωδίας των Τεμπών αναφέρεται πολύ ψηλά σε αυτή τη λίστα, καθώς η Δικαιοσύνη βρέθηκε και συνεχίζει να βρίσκεται στη δίνη αμφισβητήσεων και πολιτικής διαχείρισης των ενεργειών της, που πλήττουν την αξιοπιστία της.
l Οι χρόνιες παθογένειες του δικαστικού συστήματος, και κυρίως η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, που δοκιμάζει τις αντοχές των πολιτών και τις προσδοκίες τους για ένα κράτος δικαίου, που μπορεί να τους εγγυάται τη γρήγορη και σωστή απόδοση δικαίου για τις υποθέσεις τους.
l Η τοξικότητα που παράγει η πολιτική αντιπαράθεση με έμφαση στους θεσμούς, που διέρχονται κρίση εμπιστοσύνης, μεταξύ των οποίων η Δικαιοσύνη, η οποία λόγω του ρόλου της διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο.
l Η διεθνής τάση αμφισβήτησης των θεσμών, που δεν αφήνει αλώβητη και τη χώρα μας, ως ένα στοιχείο βαθιάς κρίσης της λειτουργίας της φιλελεύθερης δημοκρατίας, σε καιρούς όπου οι εξελίξεις τρέχουν και οι πολίτες αισθάνονται χαμένοι σε ένα ρευστό και διαρκώς κινούμενο περιβάλλον.
Οσοι παρακολουθούν στενά τις πολιτικοδικαστικές εξελίξεις των τελευταίων ετών δηλώνουν πως μπορεί τα Τέμπη και η δικαστική διαχείριση της τραγωδίας να κλόνισε έτι περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το δικαστικό σύστημα, ωστόσο θεωρούν ότι αυτό αποτελεί «ηχηρή αμφισβήτηση», που όμως προστέθηκε σε μια διαχρονική δυσαρέσκεια των πολιτών που προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη και αντιλαμβάνονται ότι το δικαστικό μας σύστημα είναι τόσο αργό που τελικά καθίσταται αναποτελεσματικό.
Δεν είναι τυχαίο πως ο μέσος χρόνος απονομής της δικαιοσύνης στη χώρα μας είναι εξαιρετικά μεγάλος σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, ακόμα και πέντε φορές πάνω, παρά τις σημαντικές αλλαγές που επιχειρήθηκαν τα τελευταία χρόνια σε μια προσπάθεια να ξεκολλήσει η βελόνα από την 146η θέση που κατείχε η χώρα μας στην παγκόσμια κατάταξη.
Οι συνέπειες
Πάντως, πέραν των αιτιών που αφορούν την ίδια τη Δικαιοσύνη και τη λειτουργία της, γενικά αλλά και σε συγκεκριμένες υποθέσεις, η γενικότερη αμφισβήτηση των θεσμών, η λειτουργία του πολιτικού συστήματος με όρους αντισυστημικότητας και τοξικότητας εκτιμώνται από δικαστικούς παράγοντες ως αιτίες που πλήττουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη. Κοντά σε όλα αυτά προσθέτουν τον τρόπο που η Βουλή νομοθετεί, στέλνοντας στη Δικαιοσύνη νόμους προβληματικούς. Σε κάθε περίπτωση, η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τον δικαστικό θεσμό, αποτελεί βαρύ θεσμικό πρόβλημα, πολυπαραγοντικό, που έχει τις συνέπειές του στη λειτουργία της δημοκρατίας μας και στην καθημερινότητα των πολιτών.
