Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη μετρά έξι, σχεδόν, δεκαετίες στο θέατρο, στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ηθοποιός λεπτών αποχρώσεων και βαθιάς αίσθησης της τέχνης της, συνεχίζει, ακολουθώντας, όπως λέει, ρόλους για την ηλικία της. Στην Αθήνα θα βρεθεί για δύο βραδιές (Εθνικό Θέατρο – κτίριο Τσίλλερ, 10 και 11 Σεπτεμβρίου, στις 21.00) με το έργο «Εκ κοιλίας μητρός μου» του Κώστα Μαννούρη, σε σκηνοθεσία Βαρνάβα Κυριαζή, με τον οποίο μοιράζεται και τη σκηνή.
Η παράσταση εντάσσεται στην εβδομάδα Κυπριακού Θεάτρου στο Εθνικό. Περιλαμβάνονται επίσης τα έργα «Σκακιστική νουβέλα» του Στέφαν Τσβάιχ και «Το αμάρτημα της μητρός μου» του Γεωργίου Βιζυηνού.
Τι πραγματεύεται το έργο;
«Το “Εκ κοιλίας μητρός μου” αφορά την ιστορία διδύμων και ετερόφυλων αδελφών, πάνω από ογδόντα χρόνων, που ζουν μαζί από τη στιγμή που γεννήθηκαν. Οκτώ δεκαετίες ο ένας δίπλα στον άλλον, κολλητοί. Πρόκειται για μια σχέση που ξεκινά ανώδυνα, σχεδόν χιουμοριστικά. Οι θεατές βλέπουν δύο γερόντια, ιδιότροπα, να τσακώνονται, να γκρινιάζουν, να διαφωνούν μέσα σε μια αρχικά, ελαφριά, χαριτωμένη ατμόσφαιρα.
Μετά, σιγά-σιγά, βγαίνουν από τον βυθό της μνήμης και της ψυχής τους τρομερά πράγματα που έχουν συμβεί, μυστικά ανομολόγητα, πράξεις κρυφές. Το έργο κορυφώνεται σε ένα τέλος που είναι ίσως το τέλος μιας ζωής που λυτρώνει δύο ανθρώπους που δεν χάρηκαν ποτέ τίποτα. Γιατί ο ένας αφιερώνει τη ζωή του στον άλλον, θυσιάζοντας έρωτες, νιάτα, καριέρα και όλα όσα συνιστούν τον βίο ενός ατόμου. Ενας ομφάλιος λώρος που δεν κόπηκε ποτέ».
Τι σας ωθεί τόσα χρόνια στη σκηνή;
«Μα είναι το επάγγελμά μου. Το διάλεξα γιατί από πολύ μικρή το λάτρεψα. Οι γονείς μου ήταν θεατρόφιλοι και με έπαιρναν απ’ το χέρι από οκτώ χρόνων. Εβλεπα μαζί τους όλες τις παραστάσεις.
Εχω δει τους πάντες, μέχρι και τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Από Εθνικό μέχρι Μπουρνέλη, Περοκέ, επιθεώρηση, όλα τα ιερά τέρατα, αυτούς τους τρομερούς κωμικούς, άνδρες και γυναίκες, Λογοθετίδη, Αυλωνίτη, Σταυρίδη, Κωνσταντάρα. Θυμάμαι πολύ καλά ότι είδα στο Βέμπο το ντεμπούτο του Κώστα Βουτσά, στο πρώτο του σόλο νούμερο.
Του το είχα πει μια φορά όταν συναντηθήκαμε στην Κύπρο – συγκινήθηκε. Εγινα ηθοποιός με τις ευλογίες των γονέων μου για να παίζω μπροστά στο ελληνικό κοινό, την ελληνική μου γλώσσα. Και πορεύτηκα όπως ονειρεύτηκα».
Σας τράβηξε όμως περισσότερο το κλασικό ρεπερτόριο, οι μεγάλοι ρόλοι…
«Οπως είδα παραστάσεις του λεγόμενου ελαφρού θεάτρου έτσι είδα και στο Εθνικό με εκείνα τα ιστορικά πρόσωπα. Είδα τους “Βρικόλακες” με την Παξινού και τον Μινωτή και ομολογώ ότι εκείνη η παράσταση με ώθησε να πω, μέσα μου, ότι “ναι, θέλω κι εγώ να γίνω σαν εκείνη την κυρία”… Και ευλογήθηκα να γίνω κι εγώ μια ηθοποιός που υπηρέτησε μεγάλα έργα, κλασικά, αρχαιοελληνικό δράμα, παγκόσμιο θέατρο, τραγωδία, δράμα, κωμωδία, όλα».
Και όλη αυτή την εμπειρία τη μεταφέρατε στην Κύπρο;
«Αυτό ήταν μία φυσιολογική τροπή στην ζωή μου, από τη στιγμή που μπήκε στη μέση ο έρωτας. Ηρθαμε στην Κύπρο (σ.σ.: με τον σύζυγό της ηθοποιό Στέλιο Καυκαρίδη, από το 1966), αφού έκανα θέατρο στην Αθήνα για περίπου πέντε χρόνια. Εδώ που ήρθαμε ήταν ήδη οργανωμένα τα πράγματα, από το Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου, το οποίο δημιούργησε ένα θεατράκι απ’ όπου ξεκινήσαμε. Δεν ήρθαμε ψάχνοντας την τύχη μας. Μετά ήρθε ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου και τα ελεύθερα θέατρα. Τώρα εγώ είμαι στο Σατιρικό Θέατρο, ένα θέατρο δικό μας. Δεν υπήρξε κανένας δισταγμός να αφήσω την πατρίδα μου. Τώρα έχω μία δεύτερη πατρίδα, άλλωστε τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα ζω στην Κύπρο. Εφυγα νεαρά από την Ελλάδα και τώρα είμαι γιαγιά».
Υπάρχουν ρόλοι για όλες τις ηλικίες;
«Η γκάμα μου με ευνόησε. Εγώ δεν ξεκίνησα ως ενζενί, όπου, προϊόντος του χρόνου, θα έπρεπε να κάνω επεμβάσεις για να συντηρηθώ. Μεγαλώνοντας άλλαζαν, φυσιολογικά, και οι ρόλοι μου. Ξεκίνησα με ρόλους νέων γυναικών και τώρα, πολύ φυσικά, παίζω της ηλικίας μου. Ευτύχησα να έχω όλα αυτά τα χρόνια και τρομερούς δασκάλους και τρομερούς σκηνοθέτες, ξεκινώντας από τη δραματική σχολή του Πέλου Κατσέλη. Μετά, με οντισιόν, μπήκα στον Κουν. Από εκεί και πέρα, όπου κι αν πήγα, ήμουν πλάι σε πολύ σπουδαίους ηθοποιούς – πρωταγωνιστές, υπό τας οδηγίας πολύ σπουδαίων σκηνοθετών».
Η Κύπρος μπορεί να στέρησε κάτι από την καριέρα σας;
«Τίποτα δεν μου στέρησε. Η Κύπρος έχει πολύ υψηλό επίπεδο θεατρικής δραστηριότητας και δημιουργίας. Δεν θεώρησα ποτέ ότι είναι στενά τα όρια μέσα στα οποία λειτουργώ. Γιατί παράλληλα, απολύτως φυσιολογικά, έγινα και σύζυγος και μητέρα. Δεν θα αρνιόμουν ποτέ τη μητρότητα για να κάνω μόνο θέατρο. Είμαι πολλά χρόνια παντρεμένη με τον Στέλιο Καυκαρίδη, συνάδελφοι, συνοδοιπόροι – έχω δύο παιδιά και δύο εγγονές. Η ζωή μου δηλαδή είναι μεστή σε πολλούς τομείς. Φυσιολογικά θα σταματήσω τώρα το θέατρο, δεν μπορώ άλλο πια. Θα πρέπει να έχω τη στοιχειώδη ευφυΐα να πω εγώ στοπ».
Το έχετε αποφασίσει;
«Απολύτως. Προϊόντος του χρόνου μετράω τις δυνάμεις μου, σωματικές, διανοητικές. Κάποια στιγμή θα σταματήσω. Αλλά η αποχή μου από τη σκηνή δεν θα με εμποδίσει να συνεχίσω να είμαι δασκάλα, κι αυτό για μένα είναι σπουδαίο. Είμαι περήφανη για τα παιδιά που πέρασαν απ’ τα χέρια μου και τώρα τα βλέπω και τα καμαρώνω στη σκηνή, κυπριακή και ελληνική, στην τηλεόραση, στο σινεμά, παντού».
Νιώθετε Ελληνίδα ή Κυπρία;
Ποια είναι η πατρίδα σας;
«Και οι Κύπριοι είναι Ελληνες. Εγώ με απόλυτο σεβασμό δηλώνω ότι έχω δύο πατρίδες. Ουσιαστικά η Κύπρος είναι η πατρίδα μου γιατί εδώ ρίζωσα. Κι έχω να καυχιέμαι ότι οι Κύπριοι με δέχθηκαν, δεν υπήρξα η ξένη. Ειδικά μέσα στον θεατρικό μου χώρο έγινα αμέσως αποδεκτή, με έναν ευρύτατο κύκλο συνεργατών και φίλων. Υπηρετώ το θέατρο σε δύο πατρίδες. Είναι ιερό επάγγελμα, επιλεγμένο με απόλυτο σεβασμό και συναίσθηση του μεγαλείου και των απαιτήσεών του ως τέχνη».
Πώς βλέπετε τη νεότερη γενιά ηθοποιών; Είναι ταγμένοι στο θέατρο με τον τρόπο που ήσασταν εσείς, η γενιά σας;
«Νομίζω όχι. Και δεν φταίνε τα παιδιά. Φταίει αυτή η εξέλιξη που υπάρχει σε επίπεδο μηχανημάτων. Τα παιδιά έχουν σήμερα μπροστά τους μηχανήματα. Εμείς τότε είχαμε μπροστά μας βιβλία, ξεφυλλίζαμε, διαβάζαμε. Τώρα με ένα πάτημα κουμπιού σού έρχεται η πληροφορία. Αλλά αν δεν ξεφυλλίσεις, δεν ψάξεις… Τα βρίσκουν όλα έτοιμα. Και όντας κάτι εύκολο, δεν βάζεις πολύ κόπο. Ο κόπος βγάζει αποτέλεσμα σημαντικό. Το βάσανο, το διανοητικό, είναι εκείνο που σε βοηθάει να βγάλεις αυτό που ονειρεύεσαι σε έναν ρόλο, σε οποιαδήποτε εργασία. Τίποτα δεν γίνεται χωρίς κόπο. Αν γίνει κάτι με ένα χτύπημα ραβδιού, δεν έχει τόση σημασία όσο να πεις “τα κατάφερα, κουράστηκα, αλλά χαλάλι”».
Τι σκέφτεστε για το Κυπριακό;
«Η αντίδρασή μου σε αυτή την ερώτηση είναι ένα γέλιο γεμάτο πίκρα. Φυσικά όλοι το αναμένουν και το ελπίζουν. Είναι μια λαβυρινθώδης κατάσταση, δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Και με όλο το γενικότερο πέριξ της Κύπρου πολεμικό τοπίο, είμαστε στο μάτι του κυκλώνα».
