Πολ Νιούμαν, ο βασιλιάς της στέκας

Η επανέκδοση, από την περασμένη Πέμπτη, της ταινίας «Ο κόσμος είναι δικός μου» μάς θυμίζει το μεγαλείο της υποκριτικής ενός από τους μεγαλύτερους σταρ που έβγαλε ποτέ το Χόλιγουντ

Πολ Νιούμαν, ο βασιλιάς της στέκας

Διόλου τυχαία ο αμερικανός ηθοποιός Πολ Νιούμαν (1925-2008), πολλά χρόνια στο παρελθόν, θεωρούσε γουρλίδικο το αγγλικό γράμμα «Η». Πείτε το τύχη ή απλή σύμπτωση, πάντως οι τίτλοι των ταινιών του Νιούμαν που ξεκινούσαν από «Η» είχαν επιτυχία.

Στο «Hud» («Αγριος σαν θύελλα») ο Νιούμαν απέδειξε ότι δεν ήταν απαραιτήτως το «καλό Αμερικανάκι» με τα γοητευτικά γαλανά μάτια αλλά ένα κακομαθημένο πλουσιόπαιδο χωρίς ίχνος ηθικής. Στο «Harper» («FBI Φακελος 17, άκρως εμπιστευτικόν»), ο ηθοποιός έπλασε έναν από τους τελευταίους γοητευτικούς ιδιωτικούς αστυνομικούς της μεγάλης οθόνης, επαναφέροντας το επάγγελμα του ντετέκτιβ στην κινηματογραφική μόδα (ας σημειωθεί πως ο ντετέκτιβ του μυθιστορήματος του Ρος Μακ Ντόναλντ «Ο κινούμενος στόχος» στο οποίο η ταινία βασίζεται, λέγεται Αρτσερ – άλλαξε σε Χάρπερ ύστερα από προσωπική παρέμβαση του ηθοποιού, ο οποίος στο θέμα του γράμματος «Η» ήταν τρομερά προληπτικός). Το γούρι έσπασε με το «Hombre» (Ομπρε), ένα απαιτητικό γουέστερν του Μάρτιν Ριτ που δεν κινήθηκε καλά στα ταμεία.

Ολα αυτά όμως είχαν ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και συγκεκριμένα στο 1961. Εκείνη την εποχή, ενώ ο 36χρονος τότε Νιούμαν ήταν ήδη καταξιωμένος σταρ, δεν είχε ακόμα «κατοχυρωθεί» ως πραγματικά μεγάλο όνομα παρουσιάζοντας κάποια σοβαρή επιτυχία. Του χρειαζόταν μια πραγματική ευκαιρία και αυτή την ευκαιρία του την πρόσφερε ο «Γρήγορος» – Fast – Εντι Φέλσον, ο θρασύτατος, θαρραλέος και ταλαντούχος μπιλιαρδόρος τον οποίο υποδύθηκε στην ταινία του Ρόμπερτ Ρόσεν «The hustler» που στη χώρα μας διανεμήθηκε με τον άχαρο και αταίριαστο τίτλο «Ο κόσμος είναι δικός μου» και που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται αποκλειστικά στο θερινό σινεμά Ριβιέρα.

Ο ρόλος ταίριαξε αμέσως στον ηθοποιό της «μεθόδου» και του Actors Studio, ενώ η ταινία του Ρόσεν, που θεωρείται πλέον κλασική, ήταν μια από τις πρώτες που κατόρθωσαν να περιγράψουν με ακρίβεια, συνέπεια και ρεαλισμό, σημεία του αμερικανικού υποκόσμου στα οποία η κινηματογραφική κάμερα δεν ξεναγούσε συχνά τους θεατές. Ο «Γρήγορος» Εντι, ήρωας που «γεννήθηκε» κατ’ αρχάς από την πένα του συγγραφέα Γουόλτερ Τέβις στο ομότιτλο μυθιστόρημα «The hustler» (έχει κυκλοφορήσει παλαιότερα από τις εκδόσεις BELL), θέλει δόξα, χρήμα, επιτυχία και τα θέλει αμέσως. Για να τα αποκτήσει δείχνει έτοιμος να ξεπεράσει κάθε όριο, να πουλήσει την ψυχή του ακόμα και στον διάβολο, κάτι που τελικά κάνει. Ο κοστουμαρισμένος «Μεφιστοφελής» της ταινίας λέγεται Μπερτ Γκόρντον (τον υποδύεται ο Τζορτζ Σ. Σκοτ) και είναι ο «ατζέντης» που θα αναλάβει την προώθηση και κατά συνέπεια την καταστροφή του Εντι.

«Εχεις ταλέντο, αυτό το έχεις» του λέει ο Γκόρντον όταν συναντιέται με τον Εντι για πρώτη φορά. «Εχω ταλέντο;» ρωτά ο Εντι. «Αν το έχω λοιπόν, τι άλλο θέλω; Τι δεν έχω;». Για να λάβει την απάντηση: «Χαρακτήρα».

Με το ταλέντο του Εντι και το μυαλό του ατζέντη, το ντουέτο θα γίνει ο φόβος και ο τρόμος των τζογαδόρων και τα χρήματα θα είναι πολλά. Στόχος και των δύο η νίκη και μόνον η νίκη. Ιδανικός αντίπαλος; Ενας παχύσαρκος, θρυλικός και αήττητος άσος του pool (το γνωστό και ως «αμερικάνικο» μπιλιάρδο), o Μινεσότα Φατς. Ενας ήρωας τον οποίο ενσάρκωσε ο εξίσου σπουδαίος ηθοποιός Τζάκι Γκλίζον, που δυστυχώς δεν έγινε ποτέ ιδιαιτέρως γνωστός στη χώρα μας. Η μεγάλη μονομαχία τους θα είναι η δραματική κορύφωση της ταινίας.

Με δάσκαλο τον Μοσκόνι

Για την ακριβή και σωστή χρήση της στέκας, ο Νιούμαν θεώρησε ότι στην προετοιμασία του ρόλου χρειαζόταν έναν επαγγελματία στο πλευρό του. Τον βρήκε στο πρόσωπο ενός θρύλου του pool, του Γουίλι Μοσκόνι, με τον οποίο έγινε «κολλητός». Ο ηθοποιός ακολουθούσε τον δάσκαλό του σε κάθε στέκι μπιλιάρδων. Ο Μοσκόνι δίδαξε στον Νιούμαν την τεχνική του μπιλιαρδόρου αλλά και όλα τα χαριτωμένα κόλπα που τον βλέπουμε να κάνει επάνω από την τσόχα. Αδύνατος και λυγερός, ο Νιούμαν είχε την απαραίτητη ελαστικότητα που απαιτούσε ο ήρωας. Τίποτε στην ταινία δεν δείχνει ψεύτικο ή επιτηδευμένο.

Φυσικά, δεν ήταν μόνον οι ικανότητες του Εντι στο μπιλιάρδο που έδωσαν στον Νιούμαν τη χρυσή ευκαιρία να κυριαρχήσει στην οθόνη. Παραδόξως, όταν ο Εντι δεν παίζει μπιλιάρδο μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τον εσωτερικό κόσμο του. Είναι ένας μοναχικός, βαθιά μελαγχολικός άνθρωπος που ενώ εύκολα κοκορεύεται, δύσκολα μπορεί να κρύψει το πόσο τρωτός και ευάλωτος στην πραγματικότητα είναι.

Χωρίς καν να το επιδιώξει ερωτεύεται μια ανάπηρη γυναίκα (Πάιπερ Λόρι) και μόνον όταν έρχεται αντιμέτωπος με την αληθινή τραγωδία αποκτά τη σκληράδα και την ψυχρότητα (που ποτέ δεν είχε) για να νικήσει τον Φατς. Και το τίμημα αυτής της νίκης θα είναι η μεγάλη στέρηση…

«Χοντρέ, παίζεις φοβερό μπιλιάρδο» λέει ο Εντι στον Φατς στο πανέμορφο φινάλε της ταινίας. «Κι εσύ το ίδιο Φαστ Εντι».

Ο ρόλος του Εντι παραμένει ένας από τους πιο σύνθετους και χυμώδεις που έπαιξε ποτέ ο Νιούμαν. Τον έφερε πολύ κοντά στα Οσκαρ (ήταν το φαβορί τη χρονιά εκείνη) αλλά το έχασε τελικά (αδίκως ίσως) από τον Μαξιμίλιαν Σελ («Η δίκη της Νυρεμβέργης»). Γενικότερα όμως η ταινία, παρότι είχε εννέα υποψηφιότητες στα Οσκαρ εκείνης της χρονιάς, πήρε μόνον δύο, αυτά της Φωτογραφίας και των Σκηνικών σε ασπρόμαυρη ταινία. Ηταν επίσης υποψήφια ως Καλύτερη Ταινία (Ρόμπερτ Ρόσεν – και παραγωγός), η Πάιπερ Λόρι προτάθηκε για το Α’ Γυναικείου Ρόλου, ενώ για το Β’ Ανδρικού Ρόλου υποψήφιοι ήταν οι Τζάκι Γκλίζον και ο Τζορτζ Σ. Σκοτ. Τέλος, ο Ρόσεν μέτρησε δύο ακόμα υποψηφιότητες ως καλύτερος σκηνοθέτης και σεναριογράφος (μαζί με τον Σίντνεϊ Κάρολ).

Ο «μαθητής» Τομ Κρουζ

Ο Εντι Φελσον είναι, επίσης, ένας από τους δύο ήρωες της φιλμογραφίας του Νιούμαν τον οποίο πολλά χρόνια αργότερα θα επαναλάμβανε σε ακόμη μία ταινία (ο άλλος είναι ο Χάρπερ που υποδύθηκε ξανά στην αποτυχημένη ταινία του 1975 «Ο επιθεωρητής Χάρπερ»). Μια εικοσιπενταετία αργότερα, ο «Γρήγορος» Εντι Φέλσον θα ξαναπιάσει τη στέκα και θα μεταφέρει την πείρα του στον Τομ Κρουζ, τον ταλαντούχο «μαθητή» του στην ταινία «Το χρώμα του χρήματος» του Μάρτιν Σκορσέζε.

Κι αν το πολυπόθητο Οσκαρ ο Πολ Νιούμαν το κέρδισε για τη δεύτερη ταινία, στην πραγματικότητα το άξιζε για την πρώτη.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version