«Η ομιλία της Κέμι ήταν καλή. Αλλά ποιος την ακούει;». Με αυτό το ερώτημα σχολίασε το ιστορικό περιοδικό Spectator την ομιλία της επικεφαλής του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος, στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου της παράταξης που έχει ταυτιστεί όσο καμία με τη διακυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το άρθρο της Μάντλιν Γκραντ, κοινοβουλευτικής συντάκτριας με καλή γνώση της ανθρωπογεωγραφίας των Τόρηδων, συνοψίζει ιδανικά την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Κέμι Μπάντενοχ, στην απόπειρά της να διασώσει ότι μπορεί από την εικόνα του πάλαι ποτέ κραταιού κόμματος.
Πατέντες
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της, η Μπάντενοχ επέλεξε να επιτεθεί στον παραδοσιακό αντίπαλο των Τόρηδων, τους Εργατικούς. Αμφισβήτησε την ικανότητά τους να κυβερνήσουν αποτελεσματικά και εστίασε την κριτική της στην χαλαρή (!) μεταναστευτική πολιτική τους και στον φόρο κληρονομιάς που ετοιμάζεται να επιβάλει η κυβέρνηση Στάρμερ στους αγρότες.
Παράλληλα, εν είδει κυβερνητικού προγράμματος υποσχέθηκε πως η επιστροφή των Συντηρητικών στην εξουσία θα συνοδευτεί από την πλήρη κατάργηση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων (stamp duty) και υποσχέθηκε την απέλαση 750.000 μεταναστών μέσα σε πέντε χρόνια.
Πρόκειται για έναν συνδυασμό που αποσκοπεί αφενός στο να διατηρήσει το status του μεγάλου, κυβερνητικού κόμματος, αφετέρου να απαντήσει –σιωπηλά και προγραμματικά- στον βασικό κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι Συντηρητικοί και ακούει στο όνομα Νάιτζελ Φάρατζ.
Επιχειρώντας να μην καταστήσει τον ηγέτη του ακροδεξιού ReformUK προνομιακό συνομιλητή, η Μπάντενοχ αναφέρθηκε σε αυτό ελάχιστα και πλάγια, καταφεύγοντας στη βιτριολική ρήση του μεγάλου συγγραφέα Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω: «Μην παλεύετε με τα γουρούνια, εσείς λερώνεστε και τα ίδια το απολαμβάνουν».
Συμπληρωματικά, ο βασικός εσωκομματικός αντίπαλος της Μπάντενοχ, πρώην υπουργός Μετανάστευσης, Ρόμπερτ Τζένρικ, σχολίασε: «Δεν είμαστε σε πανικό με το Reform».
Την ίδια στιγμή ωστόσο, τα γεγονότα μαρτυρούν τα αντίθετα, αφού σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει τη διαρροή ψηφοφόρων προς το κόμμα του Φάρατζ, η ίδια υιοθέτησε μια σειρά πολιτικών που παραπέμπει στις ΗΠΑ και τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και περιλαμβάνει τη μερική απόσυρση από τις μέχρι τώρα παγκόσμια αποδεκτές θεσμικές νόρμες.
Σε αυτή τη λογική, υποσχέθηκε πως μια κυβέρνηση Τόρηδων θα αποσύρει τη Βρετανία από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις νομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή, εξήγγειλε την ανάκληση του ισχύοντος περιβαλλοντικού νόμου που έχει διακηρυγμένο στόχο τις μηδενικές εκπομπές αερίων και τάχθηκε υπέρ της θέσπισης μιας ομάδας επιφορτισμένης με τις απελάσεις μεταναστών, στα πρότυπα της αμερικανικής Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE), η οποία έχει επικριθεί για τις βίαιες πρακτικές της.
Τόρηδες μετά τη Θάτσερ
Το εύλογο ερώτημα είναι κατά πόσο «πιάνουν» οι πρωτοβουλίες της ηγέτιδας των Τόρηδων στην παρούσα φάση, που το ιστορικό κόμμα της βρετανικής Δεξιάς, έρχεται τρίτο στις δημοσκοπήσεις, υπολειπόμενο δέκα ποσοστιαίες μονάδες του Φάρατζ και νιώθοντας «καυτή την ανάσα» των κεντρώων Φιλελεύθερων Δημοκρατών.
Κρίσιμο τεστ για την παραμονή της Μπάντενοχ στην ηγεσία θεωρούνται οι τοπικές εκλογές που θα διεξαχθούν στις 7 Μαΐου και θα συμπέσουν με κοινοβουλευτικές εκλογές σε Ουαλία και Σκωτία.
Η τακτική πάντως εγείρει αμφιβολίες και μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, με την σκιώδη υπουργό Εξωτερικών Πρίτι Πατέλ να δηλώνει ότι «το αμερικανικό μοντέλο είναι πολύ διαφορετικό» και ότι οι βρετανικοί νόμοι απαιτούν διαφορετική προσέγγιση. Ταυτόχρονα, διατυπώνονται αμφιβολίες και ως προς την πάγια τακτική του κόμματος να απευθύνεται στους ψηφοφόρους του με όρους ενός οικονομικού φιλελευθερισμού που συχνά θεωρείται ξεπερασμένος.
Και τα πράγματα γίνονται χειρότερα, αν αναλογιστεί κανείς πως η επίκληση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε συνδυασμό με μια γενναία πολιτική φοροαπαλλαγών έρχεται από ένα επιτελείο με πολύ πρόσφατο ιστορικό παραγωγής ελλειμάτων (διόλου τυχαία οι Εργατικοί έσπευσαν να υπενθυμίσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα των 25 δισ. Στερλινών που άφησε η κυβέρνηση της Λιζ Τρας το 2022).
Αρνητική άποψη σχετικά με το θατσερικό μοντέλο και τα όριά του φαίνεται να έχουν κι οι πολίτες που προτιμούν το Reform, και οι οποίοι δεν βρίσκουν ελκυστικές τις παραδοσιακές περιοριστικές πολιτικές, προτιμώντας τις διακηρύξεις του Φάρατζ περί κατάργησης των περιορισμών για τα βοηθήματα στα παιδιά και την επαναφορά των επιδομάτων θέρμανσης σε 10 εκατομμύρια συνταξιούχους. Η τοποθέτηση ενός τοπικού συμβούλου που μετείχε στο συνέδριο, εκπροσωπώντας την πόλη του Ίπσουιτς είναι χαρακτηριστική ως προς την αλλαγή του γενικότερου κλίματος.
«Δεν είμαστε στη δεκαετία του ΄80 πια, δεν μπορείς να πάρεις τις πολιτικές μιας εποχής και να τις βάλεις να δουλέψουν στο σήμερα» είπε, μιλώντας στην αμερικανική εφημερίδα New York Times. Δεδομένου ότι στο ίδιο χώρο που λάμβαναν χώρα οι συνεδριακές διαδικασίες, υπήρχε έκθεση που φιλοξενούσε ενδυματολογικά σύνολα της θρυλικής όσο και αμφιλεγόμενης πρωθυπουργού μπορεί να εκληφθεί κι ως κραυγαλέα πολιτική ειρωνεία.
