Ένα πλαίσιο με αρχές λειτουργίας τις οποίες τα πανεπιστήμια θα πρέπει να συμφωνούν για να έχουν ευνοϊκή πρόσβαση σε ομοσπονδιακά κεφάλαια, φτιάχνει η κυβέρνηση Τραμπ.
Στο εκτενές υπόμνημα 10 σημείων, με την ονομασία «Σύμφωνο για Ακαδημαϊκή Αριστεία στην Ανώτατη Εκπαίδευση», έθεσε μια ευρεία λίστα προϋποθέσεων που, σύμφωνα με την κυβέρνηση, αποσκοπούν στην αναβάθμιση των πανεπιστημιακών προτύπων και της απόδοσης.
Τα πανεπιστήμια που θα το υπογράψουν θα έχουν «πολλαπλά οφέλη», συμπεριλαμβανομένων «σημαντικών και ουσιαστικών ομοσπονδιακών επιχορηγήσεων», σύμφωνα με επιστολή που απευθύνεται στους ηγέτες των πανεπιστημίων.
«Η ελπίδα μας είναι ότι πολλά πανεπιστήμια θα αντιληφθούν ότι αυτό είναι εξαιρετικά λογικό», δήλωσε η Μέι Μέιλμαν, ανώτερη σύμβουλος για ειδικά έργα στον Λευκό Οίκο.
Η κυβέρνηση με το Σύμφωνο θέλει να ελέγξει το πολιτικό κλίμα στα πανεπιστήμια
Το υπόμνημα απαιτεί από τα πανεπιστήμια να απαγορεύσουν τη χρήση φυλής ή φύλου στις προσλήψεις και τις εισαγωγές, να παγώσουν τα δίδακτρα για πέντε χρόνια, να περιορίσουν τις διεθνείς προπτυχιακές εγγραφές στο 15%, να απαιτήσουν από τους υποψηφίους να δώσουν το SAT ή ένα παρόμοιο τεστ και να περιορίσουν την χαριστική βαθμολόγηση.
Μεγάλο μέρος του εγγράφου επικεντρώνεται στο πολιτικό κλίμα των πανεπιστημιουπόλεων.
Το σύμφωνο ζητά από τα πανεπιστήμια να διασφαλίσουν ότι υπάρχει μια «ζωντανή αγορά ιδεών στην πανεπιστημιούπολη» και να απαγορεύσουν στους εργαζόμενους να εκφράζουν πολιτικές απόψεις εκ μέρους του εργοδότη τους, εκτός εάν ένα θέμα επηρεάζει το πανεπιστήμιο. Επιδιώκει να δημιουργήσει ένα πιο φιλόξενο περιβάλλον για τους συντηρητικούς, ζητώντας από τα κολέγια να κάνουν αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνηση τους και να καταργήσουν τμήματα που «τιμωρούν, υποτιμούν ή ακόμη και πυροδοτούν τη βία κατά των συντηρητικών ιδεών».
Στο υπόμνημα τονίζεται ότι «τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ελεύθερα να αναπτύσσουν μοντέλα και αξίες διαφορετικές από αυτές», εάν το εκάστοτε ίδρυμα επιλέξει να παραιτηθεί από τα ομοσπονδιακά οφέλη.
Εκφράζονται ανησυχίες για την ελευθερία του λόγου
Ο Τεντ Μίτσελ, πρόεδρος του Αμερικανικού Συμβουλίου Εκπαίδευσης, το οποίο εκπροσωπεί περισσότερους από 1.500 προέδρους κολεγίων και πανεπιστημίων, δήλωσε ότι βρήκε την ιδέα του συμφώνου ανησυχητική, ιδιαίτερα όσον αφορά στα σημεία του σχετικά με την πολιτική έκφραση και τις απόψεις.
«Ποιος αποφασίζει εάν το πνευματικό περιβάλλον είναι δυναμικό και ανοιχτό; Αυτό δεν είναι κάτι στο οποίο η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει να συμμετέχει και να κρίνει», είπε. «Οι επιπτώσεις για την ελευθερία του λόγου είναι τρομακτικές».
Την Τετάρτη το βράδυ, ο Λευκός Οίκος απέστειλε επιστολές προσκαλώντας αρχικά εννέα πανεπιστήμια να υπογράψουν τη συμφωνία. Η επιστολή εξηγεί ότι η υπογραφή «θα στείλει το μήνυμα στους φοιτητές, τους γονείς και τους συνεισφέροντες ότι η μάθηση και η ισότητα αποτελούν προτεραιότητες των πανεπιστημίων», ενώ παράλληλα η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα «έχει τη διαβεβαίωση» ότι τα σχολεία συμμορφώνονται με το νόμο περί πολιτικών δικαιωμάτων και «στηρίζουν με σθένος τις ομοσπονδιακές προτεραιότητες».
Σε συνέντευξή της, η Μέιλμαν είπε ότι ο σκοπός είναι να δοθεί η ώθηση στα πανεπιστήμια να είναι πρωτοπόρα «σε ζητήματα που ενώ δεν είναι δύσκολες αποφάσεις από μόνες της, είναι δύσκολο να τις πάρει κανείς μόνος του», όπως η σταθεροποίηση των αυξήσεων των διδάκτρων. Η Μέιλμαν πρωτοστατεί στις προσπάθειες του Λευκού Οίκου για καταστολή στα πανεπιστήμια λόγω ανησυχιών για αντισημιτισμό και για τις πρωτοβουλίες περί ποικιλομορφίας.
Επιστολές την Τετάρτη στάλθηκαν στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt, στο Κολλέγιο Dartmouth, στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ώστιν, στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, στο Πανεπιστήμιο Brown και στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, σύμφωνα με αξιωματούχο της κυβέρνησης.
Τα πανεπιστήμια είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν είτε δεν απάντησαν σε αίτημα για σχολιασμό.
Οι στόχοι της επιστολής ήταν συγκεκριμένοι
Ο Λευκός Οίκος επέλεξε αυτά τα πανεπιστήμια επειδή θεωρεί ότι είναι ή θα μπορούσαν να είναι «θετικοί παράγοντες», είπε η Μέιλμαν.
«Έχουν είτε έναν πρόεδρο που είναι μεταρρυθμιστής, είτε ένα διοικητικό συμβούλιο που έχει πραγματικά αποδείξει ότι είναι αφοσιωμένο στην παροχή εκπαίδευσης υψηλότερης ποιότητας», είπε.
Η Μέιλμαν είπε ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν σχεδιάζει να δώσει ομοσπονδιακή χρηματοδότηση αποκλειστικά στα πανεπιστήμια που υπογράφουν το σύμφωνο, αλλά ότι θα τους δοθεί προτεραιότητα στις επιχορηγήσεις -όποτε αυτό είναι δυνατόν- καθώς και στις προσκλήσεις για εκδηλώσεις και συζητήσεις του Λευκού Οίκου με αξιωματούχους.
Το σύμφωνο έρχεται καθώς η κυβέρνηση Τραμπ βρίσκεται σε αντιπαράθεση εδώ και μήνες με τα πανεπιστήμια έπειτα από κατηγορίες που διατυπώθηκαν περί αντισημιτισμού και για ανησυχίες σχετικά με τις πρακτικές ποικιλομορφίας. Ορισμένα πανεπιστήμια, συμπεριλαμβανομένου του Πανεπιστημίου Κολούμπια και του Πανεπιστημίου Brown, έχουν υπογράψει συμφωνίες πολλών εκατομμυρίων δολαρίων με την κυβέρνηση, ενώ άλλα, συμπεριλαμβανομένου του Χάρβαρντ, εξακολουθούν να βρίσκονται σε διαμάχη.
Εάν τα πανεπιστήμια υπογράψουν και στη συνέχεια παραβιάσουν τους όρους του συμφώνου, πιθανόν να αναγκαστούν να επιστρέψουν τα όποια χρήματα τους έδωσε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για το έτος, καθώς και ιδιωτικές συνεισφορές.
Στόχος και το κόστος φοίτησης
Πέρα από την αντιμετώπιση της πολιτικής της πανεπιστημιούπολης, το σύμφωνο επιδιώκει να μειώσει το κόστος φοίτησης στα κολέγια.
Ζητά από τα πανεπιστήμια να παγώσουν τα δίδακτρα για πέντε χρόνια και να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τα διοικητικά έξοδα. Τα πανεπιστήμια καλούνται να δημοσιεύουν κέρδη μετά την αποφοίτηση για κάθε ακαδημαϊκό πρόγραμμα και να επιστρέφουν τα δίδακτρα για τους φοιτητές που εγκαταλείπουν το πρόγραμμα κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου. Τα πανεπιστήμια με χρηματοδότηση 2 εκατομμυρίων δολαρίων ανά προπτυχιακό φοιτητή καλούνται να παραιτηθούν από τα δίδακτρα για τους φοιτητές που φοιτούν σε προγράμματα «σκληρής επιστήμης».
Τα πανεπιστήμια που υπογράφουν τη συμφωνία καλούνται να επιβλέπουν τους εαυτούς τους προσλαμβάνοντας έναν ανεξάρτητο ελεγκτή για να διεξάγει ανώνυμες δημοσκοπήσεις μεταξύ καθηγητών, φοιτητών και προσωπικού, ώστε να αξιολογήσει την απόδοση του πανεπιστημίου σε σχέση με τη συμφωνία. Τα αποτελέσματα θα δημοσιοποιηθούν και θα εξεταστούν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
