«Ελλάδα, 1953-2024: Χρόνος και Πολιτική Οικονομία», το νέο βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση

Με αφετηρία το παρελθόν και προορισμό το μέλλον, ο Τάσος Γιαννίτσης με το νέο του βιβλίο μάς προσκαλεί να ακολουθήσουμε αυτές τις διαδρομές σε ένα όμορφο και δημιουργικό ταξίδι αναμέτρησης με τη μνήμη και τον χρόνο.

«Ελλάδα, 1953-2024: Χρόνος και Πολιτική Οικονομία», το νέο βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση

Στον μακράς διάρκειας ιστορικό χρόνο, η Ελλάδα, γεωγραφικά τοποθετημένη στο σταυροδρόμι μεταξύ Δύσης και Ανατολής, προσπαθεί να βρει τη θέση της: μια χώρα με πλούσια ιστορία, που συχνά ανατρέχει στο ένδοξο αρχαίο παρελθόν της για την αναζήτηση ταυτότητας, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ πορεύεται στη Δύση με ισχυρές ανατολικές καταβολές και συχνά βαθιές διαιρετικές τομές.

Δυσκολεύεται να συγκροτήσει ένα κράτος ορθολογικών επιλογών, δημόσιας διοικητικής συνέχειας και μακροπρόθεσμων πολιτικών πέρα από τον εκλογικό κύκλο, με ευάλωτη οικονομία και θεσμούς που συχνά δείχνουν την αδυναμία τους να ακολουθήσουν τις προκλήσεις της εποχής και να προσαρμοστούν για το μέλλον.

Ταυτόχρονα, «το γεγονός ότι μέσα σε τριάντα χρόνια η Ελλάδα έζησε δυόμισι κρίσεις (1985, 1988/9, 1993) και μια κατάρρευση (2009) εκφράζει μια αδυναμία της κοινωνίας (πολιτικό σύστημα, κοινωνικά οργανωμένες συλλογικότητες κ.ά.) να λειτουργήσει έγκαιρα και αποτελεσματικά». Το ερώτημα που αναδύεται είναι αν μπορούμε να διδαχθούμε από τις διαδρομές του παρελθόντος για να σταθούμε πιο στέρεα στο παρόν και να σχεδιάσουμε το μέλλον με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.

Με αφετηρία λοιπόν το παρελθόν και προορισμό το μέλλον, ο Τάσος Γιαννίτσης με το νέο του βιβλίο μάς προσκαλεί να ακολουθήσουμε αυτές τις διαδρομές σε ένα όμορφο και δημιουργικό ταξίδι αναμέτρησης με τη μνήμη και τον χρόνο. Το «Ελλάδα, 1953-2024: Χρόνος και Πολιτική Οικονομία», που κυκλοφόρησε με τη μεθοδική και υπεύθυνη φροντίδα των εκδόσεων Πατάκη, καλύπτει μια περίοδο 70 ετών: από τις απαρχές της μεταπολεμικής Ελλάδας, το 1953 έως τη σύγχρονη εκδοχή της το 2024, σε μια προσπάθεια σύνδεσης του παρελθόντος με τις προκλήσεις του παρόντος και τις υποσχέσεις του μέλλοντος.

Δεν περιορίζεται στην καταγραφή των γεγονότων και την παράθεση στοιχείων, αλλά προχωρά στην ερμηνεία τους, αναζητά τις σχέσεις μεταξύ πολιτικής, οικονομίας και κοινωνίας, αναλύει το πώς αυτές διαπλέκονται μεταξύ τους καθορίζοντας την πορεία της χώρας και δεν παραλείπει να φωτίσει τον τρόπο με τον οποίο το εσωτερικό σκηνικό αλληλεπιδρά με το διεθνές περιβάλλον.

Με πυκνό λόγο ουσίας και διεπιστημονική προσέγγιση, με τρόπο που ξεφεύγει από τη στεγνή τεχνοκρατική ανάλυση, εκκινεί το ταξίδι από τη χρονιά ορόσημο για τη χώρα μας, το 1953. Είναι η χρονιά που ο Σπύρος Μαρκεζίνης εφαρμόζει τη μεγάλη υποτίμηση της δραχμής, 50%. «Μας έκοψαν τα λεφτά στη μέση», έλεγαν με πίκρα οι παλιοί που δεν καταλάβαιναν παρά μόνο το άμεσο πλήγμα στη μικρή τους αποταμίευση ή στο καθημερινό τους μεροκάματο, χωρίς να μπορούν να δουν τη μεγάλη εικόνα της σταθεροποίησης και της ομαλότητας στη λειτουργία της οικονομίας τα επόμενα χρόνια.

Διακρίνοντας τέσσερις μεγάλες περιόδους,

  • την απαρχή της εκβιομηχάνισης (1953-1974),
    τον κύκλο της αποβιομηχάνισης (1974-1994),
    τη μακροοικονομική σταθεροποίηση – στροφή προς τις υπηρεσίες παγκοσμιοποίηση-ΟΝΕ (1995-2007), και
    την περίοδο της κρίσης (2009 και μετά),

ο συγγραφέας θέτει το ερώτημα αν οι παλινδρομήσεις που σημειώνονται σε αυτές τις περιόδους «ήταν αναπόφευκτες, αν οφείλονταν σε λάθη πολιτικής, σε αντιλήψεις και συμπεριφορές κράτους, κοινωνίας και αγορών-επιχειρήσεων ή αν εξέφραζαν (και) άλλες διαρθρωτικές αδυναμίες, που θα μπορούσαν ή ήταν ανάγκη να ξεπεραστούν, λαμβάνοντας κάθε φορά υπόψη τις προοπτικές, τις αδυναμίες και τις απειλές που αιωρούνταν για το μέλλον».

Σε αυτό το κυρίαρχο ερώτημα απαντά με ενάργεια το κείμενό του, ερμηνεύοντας τις εξελίξεις, άλλοτε με αισιοδοξία, άλλοτε με απαισιοδοξία, αλλά όπως συχνά επισημαίνει ο Τάσος Γιαννίτσης, σημασία έχει και οι δύο αυτές οπτικές να συνδέονται με πραγματισμό. Και αυτό κάνει.

Σε δυο παραγράφους και μια παρατήρηση ο συγγραφέας δίνει τη μεγάλη εικόνα: Για την περίοδο πριν το 1974, σημειώνει πως στόχος του κράτους ήταν «η συγκρότηση μιας πολιτικά ελεγχόμενης κοινωνίας, με προτεραιότητα να κρατηθεί στο περιθώριο ένα σημαντικό τμήμα της και, ταυτόχρονα, να εδραιωθούν μηχανισμοί που να διασφαλίζουν τη σταθερότητα της σχέσης αυτής. Το πολιτικό ερώτημα ήταν πώς θα συγκρατούνταν κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την τάξη πραγμάτων που είχε διαμορφωθεί μετά το 1949».

Με την πτώση της δικτατορίας, επισημαίνει ο Γιαννίτσης, «κυριάρχησαν μεγάλες προσδοκίες, ισχυρή βούληση για αλλαγές και φιλόδοξοι στόχοι για την κάλυψη των πολύμορφων χασμάτων που είχαν διαμορφωθεί στο εσωτερικό της κοινωνίας και μεταξύ Ελλάδας και δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Ο ρόλος των ΗΠΑ στη στήριξη της δικτατορίας και την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο περιόρισε σημαντικά τις επιφυλάξεις για μια στενότερη σχέση της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση». Και παραφράζοντας τη ρήση του Jean Jaurès, παρατηρεί ότι «αφήσαμε τη φλόγα και προτιμήσαμε τις στάχτες».

Είναι η πορεία που ο Γιαννίτσης στο βιβλίο του Η Ελλάδα στην κρίση, το 2013, περιγράφει με λέξεις διεισδυτικές που τους διαφεύγει ο θυμός και αγγίζουν τις ψυχές όσων θέλησαν να αλλάξουν τον κόσμο αλλά δεν τα κατάφεραν ή είδαν ό,τι πέτυχαν να χάνεται στο «σκηνικό της κατάρρευσης». «Ουτοπία είναι όταν οι συνθήκες σε κάνουν να ελπίζεις ότι θα ζήσεις έναν κόσμο που θα μοιάζει με αυτόν για τον οποίο έχεις δώσει μάχες και έχεις θυσιάσει ένα μέρος της ζωής σου. Ελπίδα είναι όταν αχνοβλέπεις αυτό τον κόσμο σε ένα ορατό βάθος χρόνου. Κατάρρευση είναι όταν η πραγματικότητα σε γυρίζει στο παρελθόν, σου ακυρώνει ελπίδες και ουτοπίες, και σε κάνει να αισθάνεσαι προδομένος και αδύναμος. Για μια ολόκληρη κοινωνία, η ελληνική ουτοπία ξεκίνησε το 1974 και τελείωσε το 2009», γράφει ο Γιαννίτσης.

Στο βιβλίο του η «Ελλάδα, 1953-2024: Χρόνος και Πολιτική Οικονομία», ο Τάσος Γιαννίτσης δεν εκφράζει πια θυμό, αλλά, με επίσης διεισδυτικές λέξεις, θέτει τα ζητήματα των παλινδρομήσεων στην πορεία της χώρας με νηφαλιότητα, σοβαρότητα και ρεαλισμό. Μεταξύ άλλων, προσεγγίζει πρωτότυπα το θέμα της διασύνδεσης της κουλτούρας με την οικονομία για να καταλήξει στο δρόμο της «εύκολης ανάπτυξης» που εντέλει, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, σε επίπεδο κοινωνίας και προσώπων, οδήγησε σταδιακά να κυριαρχήσει η αντίληψη του «εύκολου χρήματος».

Ξεχωρίζω από τις τόσες θεματικές που αναλύονται σε αυτό το βιβλίο, τρεις οπτικές σε καθοριστικά για την πορεία ζητήματα της χώρας.

  • Πρώτον, ότι οι ιδεολογικές κατασκευές δεν αρκούν για να αντιμετωπίσουν βασικά κοινωνικά προβλήματα, χωρίς αυτό να σημαίνει αποϊδεολογικοποίηση, αποπολιτικοποίηση ή ιδεολογικούς μονοδρόμους στην πολιτική. Όπως σημειώνει ο Γιαννίτσης για την τετραετία 1996-2000, «η ελληνική κοινωνία το τελευταίο που ήταν δυνατόν να επιθυμεί ήταν μια συνέχιση του μοντέλου ιδεολογικών θεωρήσεων (σοσιαλιστικών και νεοφιλελεύθερων) που οδηγούσαν σε συνεχείς εντάσεις. Αντ’ αυτών, ήθελε πειστικές πρακτικές και αποτελέσματα».
  • Δεύτερον, την επισήμανση για την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ ότι «η πολιτική στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, θεώρησε ότι μπορούσε να έχει το ευρώ, αλλά, παρά τους κανόνες που συνόδευαν το ευρώ, να λειτουργεί όπως σε συνθήκες αυτονομίας και εθνικού νομίσματος», και
  • Τρίτον, την καταστροφική «απογραφή», για την οποία ο Γιαννίτσης σημειώνει ότι η τότε κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή προσέφυγε σε αυτήν εκτιμώντας ότι, μετά το 2004, η μεγέθυνση θα ήταν συγκρατημένη και ότι οι στρατιωτικές παραγγελίες που είχαν προηγηθεί των εκλογών του 2004 και θα παραλαμβάνονταν –και θα αποπληρώνονταν– στα επόμενα χρόνια θα την εμπόδιζαν να αυξήσει τις δημοσιονομικές δαπάνες, προκειμένου να τονώσει τους ρυθμούς μεγέθυνσης. «Ήταν μια κίνηση που πολιτικά, αφενός δημιουργούσε αρνητικό κλίμα για την κυβέρνηση Σημίτη και, αφετέρου, από οικονομική σκοπιά, μετέθετε στατιστικά το βάρος των δαπανών αυτών στα χρόνια πριν από το 2000. Με την ενέργεια αυτή απέβλεπε στη δημιουργία πρόσθετου “δημοσιονομικού χώρου” για περαιτέρω δημοσιονομικές δαπάνες στα χρόνια μετά το 2005».

Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να αναφερθεί σε ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα, πιο επίκαιρο από ποτέ: τη σχέση οικονομικών επιδόσεων και δημοκρατίας. Επισημαίνει, ότι η σχέση ανάπτυξης και δημοκρατίας σε εποχές ανατροπής υποδείγματος βρίσκεται στο επίκεντρο ισχυρών εντάσεων και προβληματισμών σημειώνει ότι «όλο και περισσότερο τίθεται το ερώτημα αν και πώς τα δημοκρατικά πολιτεύματα μπορούν να δώσουν ικανοποιητικές απαντήσεις στις σημερινές πολύπλοκες και δύσκολες προκλήσεις, ώστε να αποτρέψουν αποσταθεροποιήσεις, που θα προκαλούσαν την ανατροπή της δημοκρατίας ή μια μετάλλαξή της σε αυταρχική δημοκρατία».

Κάθε κεφάλαιο αυτού του βιβλίου είναι ένα μάθημα. Ένα μάθημα και πολιτικής και οικονομίας αλλά και ήθους που διακρίνει τον συγγραφέα στην πολυετή παρουσία του στον δημόσιο βίο. Ο Τάσος Γιαννίτσης έχει διαγράψει μια πορεία που την χαρακτηρίζει αίσθηση καθήκοντος, ευγένεια, σεμνότητα και ευπρέπεια. Μια πορεία με καθοριστική πολιτική συμβολή από θέσεις ουσίας, συχνά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.

Όπως ο ίδιος λέει για το βιβλίο του, θέλησε να πάει πίσω από τον καθρέφτη, για να καταλάβει ο αναγνώστης τι και γιατί συνέβη προκειμένου να βαδίσουμε καλύτερα προς το μέλλον. Όμως εν τέλει αυτό που κάνει είναι να δει «μέσα από τον καθρέφτη» κι όπως ο Humpty Dumpty, δίνει το νόημα που θέλει στις λέξεις: κυρίαρχος σε αυτό το καλογραμμένο κείμενο, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη στις 376 σελίδες που συνδέονται «με την ίδια του τη ζωή».

Σήμερα, 29 Σεπτεμβρίου 2025, στις 19:00 η παρουσίαση του βιβλίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Γιάννης Μαρίνος». Θα μιλήσουν οι: Κατερίνα Σακελλαροπούλου, τ. Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, Σταύρος Θωμαδάκης, ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ, πρώην πρόεδρος International Ethics Standards Board for Accountants (NY), Κώστας Κωστής, συντονιστής-ομιλητής, ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ, διευθυντής Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας, Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υφυπουργός και ο συγγραφέας.

* Η Μαρίνα Ρήγου είναι Επ. Καθηγήτρια ΕΜΜΕ, Δημοσιογράφος.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version