Τα ερωτήματα για τους Εθνικούς Λογαριασμούς και την πραγματική πορεία της οικονομίας, που έθεσε ο Τάσος Γιαννίτσης στα «Νέα» του Σαββάτου (13-14/09/2025), αναμένω κι εγώ να τα απαντήσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Τα ερωτήματα όμως και τις απόψεις του, που είχε θέσει το 2001 στην περιβόητη Πρότασή του για το Ασφαλιστικό απαντήθηκαν, όχι δυστυχώς από την τότε κυβέρνηση αλλά από τα διαδοχικά Μνημόνια και την μεταμνημονιακή περίοδο που ακολούθησε.
Το πρώτο ερώτημα, που θέτει ο Τάσος Γιαννίτσης, είναι: γιατί η Ελλάδα εμφανίζει σταθερά τόσο μεγάλες τιμές ΑΕΠ που οφείλονται σε «αποθέματα» ενώ στις χώρες της Ευρωζώνης είναι σχεδόν μηδενικά;
Με ένα δεύτερο ερώτημα, ο Γιαννίτσης απορεί με την εκτίναξη των «αποθεμάτων»: πώς, κατά την περίοδο 2024-25, τα «αποθέματα» -δηλαδή τα προϊόντα που παράγονται αλλά δεν έχουν διοχετευθεί ακόμα στην αγορά- εκτινάσσονται κυριολεκτικά για 2-3 τρίμηνα;
Σε ένα τρίτο ερώτημα διερωτάται: πώς στον τομέα βιομηχανικής μεταποίησης, που αντιπροσωπεύει το 9% του ΑΕΠ, τα «αποθέματα» έφτασαν να αντιπροσωπεύουν το 4,1% του ΑΕΠ, δηλαδή το 45% της βιομηχανικής παραγωγής; Εδώ ο Γιαννίτσης δεν κρατιέται χαρακτηρίζοντας ως «εξωπραγματικά αφύσικη» μια τέτοια άνοδο.
Και ως προς τον αγροτικό τομέα, αναγνωρίζει τη δημιουργία κάποιων «αποθεμάτων». Στον τομέα όμως εξόρυξης (ορυχεία-μεταλλεία) οριακού βάρους για την οικονομία, πώς εξηγείται η αύξησή τους: «τρελάθηκαν οι επιχειρήσεις τους και παράγουν για τις αποθήκες τους;» σημειώνει σκωπτικά.
Το συμπέρασμα (ερώτημα) του Γιαννίτση είναι: «τι ακριβώς συμβαίνει με τις στατιστικές αυτές δεδομένου ότι το μέγεθός τους καθορίζει εάν στην πραγματικότητα η οικονομία εξελίσσεται με τους ρυθμούς που ανακοινώνονται ή με πολύ χαμηλότερους, και αν οι δείκτες της οικονομίας είναι αντιπροσωπευτικοί ή όχι».
Διότι, συμπληρώνει, «αν ένα τόσο σημαντικό τμήμα του ΑΕΠ παρέμενε ως «απόθεμα» έξω από την αγορά, θα εξηγούσε ίσως την γενικότερη εισοδηματική καχεξία που χαρακτηρίζει την οικονομία» και που, όχι μόνο κατά τον ίδιο, αλλά και για όλους , δεν δικαιολογεί τα πανηγύρια στην ΔΕΘ. περί ρυθμών μεγέθυνσης της τάξης του 2,3%!
Ο Γιαννίτσης, φρονίμως ποιών, αναγνωρίζει προσωπική «αδυναμία», που αφορά τη γνώση του για το στατιστικό υπόβαθρο εφόσον δεν υπάρχουν επίσημες εξηγήσεις. Όμως ό,τι και αν συμβαίνει για ένα τόσο κρίσιμο μέγεθος της οικονομίας, η κυβέρνηση «αφήνει σκιές».
Τα ερωτήματα, που προφανώς έχει απαντήσει ένας οικονομολόγος της περιωπής του Τάσου, και αφορούν τη σημασιοδότηση των Greek statistics με τα παράδοξά της που δεν βγάζουν νόημα, προϋποθέτουν ένα μόνο νόημα: τον χρηματοπιστωτικό τομέα που ήδη από τον 19ο αι. αρχίζει να διογκώνεται έναντι της πραγματικής οικονομίας.
Η αλφαβήτα της μαρξιστικής σάγκα, δια στόματος του ίδιου του Μαρξ, υποστηρίζει ότι «το μέρος του κεφαλαίου που δεν είναι προορισμένο να καταναλωθεί σαν εισόδημα μετατρέπεται σε χρηματιστικό κεφάλαιο, μόνο όταν δεν είναι άμεσα χρησιμοποιήσιμο στη διεύρυνση της επιχείρησης στη σφαίρα της παραγωγής στην οποία πραγματοποιήθηκε». (Καρλ Μαρξ, «Οικονομικά Χειρόγραφα», 1863-1867).
Είμαι της γνώμης ότι εκτός από την πολιτική σημασία του άρθρου του Γιαννίτση ως υποψηφίου Προέδρου της Δημοκρατίας, προκύπτει εδώ και η αγεφύρωτη διαφορά του με τον νεοφιλελευθερισμό παρά τις αντιρρήσεις των πάλαι ποτέ μαρξιστών συντρόφων του, ότι η υλοποίηση της πρότασής του για το ασφαλιστικό, ήταν εμπνευσμένη από τη Σχολή του Σικάγο και προτείνονταν από την Παγκόσμια Τράπεζα ως το μοντέλο των «τριών πυλώνων», που οδηγεί σε μερική ή και ολική ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών ασφαλιστικών συστημάτων. Είναι ευφυής ο Γιαννίτσης ώστε στο πλατωνικό «ερωτάν-αποκρίνεσθαι», την οφειλόμενη απάντηση στα ερωτήματά του, να την αφήσει στη δικαιοδοσία της κυβέρνησης.
Οπότε, σημειολογικά μιλώντας, οι απαντήσεις έχουν δοθεί με ένα λαϊκότατο «μας δουλεύετε». Άλλωστε, και ο Χατζιδάκις και ο Γιαννίτσης γνωρίζουν ότι, όταν χρησιμοποιούν μια λέξη, σημαίνει αυτό που λέει η λέξη και τίποτα περισσότερο. Τώρα, το εάν ο Γιαννίτσης με την κομψή ερωτηματοθεσία του έκανε τις λέξεις να σημαίνουν πολλά διαφορετικά πράγματα, τούτο δεν τον εμποδίζει να μην σκοντάψει στην απάντηση του Χάμπτι Ντάμπτι προς την Αλίκη: «Το ερώτημα είναι ποιος είναι ο αφέντης -αυτό είναι όλο».
Είναι και κάτι περισσότερο. Ότι ο άνευρος θεσμικός λόγος είναι καλός για τις προεδρίες πολυεθνικών εταιριών και τις Ακαδημίες, αλλά όχι για τη ζωή.
