Δεν θα είναι εύκολο να διαλυθεί η Ζώνη Σένγκεν, διότι πολλά και ισχυρά οικονομικά συμφέροντα στηρίζονται σε αυτήν, εκτιμά μεταξύ άλλων ο Ρόντρικ Παρκς, αναλυτής για θέματα μετανάστευσης, ασύλου και εσωτερικών υποθέσεων στο Ινστιτούτο Μελετών Ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (European Union Institute for Security Studies – EUISS). Οπως σημειώνει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα», η διάσταση της εξωτερικής πολιτικής λείπει από τη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, ενώ η πρόταση της Κομισιόν για μια ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή/ακτοφυλακή θα αντιμετωπιστεί με κάποια δυσπιστία από τα κράτη-μέλη, διότι το ζήτημα της διαχείρισης των συνόρων είναι πολύ ευαίσθητο. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης η άποψή του για τη διαχρονική μεταβολή στον ορισμό του πρόσφυγα και το ερώτημα που θέτει σχετικά με το αν τα κράτη που βρίσκονται εγγύτερα στις εστίες κρίσης ευθύνονται περισσότερο για τις βαθύτερες αιτίες αυτών και όχι η Ευρώπη.
Πώς εκτιμάτε τον τρόπο με τον οποίο έχουν αντιμετωπίσει την προσφυγική κρίση η ΕΕ ως σύνολο αλλά και τα κράτη-μέλη ξεχωριστά; Πρωτοβουλίες όπως αυτή της Επιτροπής για τη μετεγκατάσταση δεν δείχνουν να αποδίδουν, ενώ ορισμένες χώρες έχουν επιλέξει να εγείρουν φράχτες. Τι λείπει κατά την άποψή σας;
«Λείπει η διάσταση της εξωτερικής πολιτικής. Αν οι κυβερνήσεις της ΕΕ βρίσκουν τόσο δύσκολο να συνυπογράψουν ένα σχήμα μετεγκατάστασης –ακόμη και ένα που έχει πλαφόν σε ό,τι αφορά τους αριθμούς -, αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν γνωρίζουν πόσοι άνθρωποι πρόκειται να έρθουν στην Ευρώπη, ούτε όμως και το αν μπορούν να επηρεάσουν τις αιτίες του φαινομένου. Η συνυπογραφή ενός τέτοιου προγράμματος υπό αυτές τις συνθήκες μοιάζει λίγο σαν να δίνουν λευκή επιταγή. Πραγματοποιήθηκαν οι Σύνοδοι της Βαλέτας και των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά νομίζω ότι είναι μόνο η αρχή. Πρέπει να ενσωματωθούν εργαλεία εξωτερικής πολιτικής σε ζητήματα συνοριακής και αντιτρομοκρατικής πολιτικής, να οικοδομηθούν ετοιμότητα και ικανότητα πρόβλεψης. Πρέπει να εξετάσουμε καλύτερα τρόπους να χρησιμοποιήσουμε τις δαπάνες για το εμπόριο και την αναπτυξιακή βοήθεια ως μοχλούς πίεσης σε “επικίνδυνες” τρίτες χώρες. Και απαιτείται να αναζητήσουμε περισσότερους εταίρους σε παγκόσμιο επίπεδο, είτε συνεργαζόμενοι με χώρες της Βόρειας Αφρικής για να ανοίξουμε τις αγορές εργασίας του Κόλπου είτε εργαζόμενοι μαζί με την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την αντιμετώπιση του εξτρεμισμού στο Κέρας της Αφρικής, ακόμη και να συνεργαστούμε με την Κίνα για τη διακυβέρνηση στο Νότιο Σουδάν…».
Πόσο κινδυνεύει η Ζώνη Σένγκεν; Τι πρέπει να γίνει ώστε να διατηρηθεί και ποια είναι η άποψή σας για ιδέες όπως η δημιουργία μιας «μίνι Σένγκεν;».
«Τείνουμε να λησμονούμε πολλές φορές ότι η Ζώνη Σένγκεν είναι ουσιαστικά μια εμπορική κοινοπραξία. Υπήρξε το αποτέλεσμα μιας εμπορικής διαφωνίας Γαλλίας και Γερμανίας τη δεκαετία του 1980, η οποία οφειλόταν σε αυστηρούς συνοριακούς ελέγχους σε φορτία που διέρχονταν από τα σύνορα και είχαν ως αποτέλεσμα σοβαρές καθυστερήσεις για τους μεταφορείς. Οι πολιτικοί ίσως να βιάστηκαν να παρουσιάσουν τη Ζώνη Σένγκεν ως ένα σχέδιο για τους λαούς. Βοηθάει λοιπόν να θυμόμαστε ότι ισχυρά οικονομικά συμφέροντα κρύβονται πίσω από αυτό. Μάλιστα, τα συμφέροντα αυτά έχουν ενισχυθεί: αν δεν μπορούν οι άνθρωποι και τα εμπορεύματα να διέρχονται τα σύνορα, πώς μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα έχουμε μια ολοκληρωμένη ψηφιακή οικονομία; Και πώς μπορούμε να ελπίζουμε ότι οι καλές πρακτικές που ακολουθούμε στα δικά μας σύνορα θα μπορέσουν να… διαχυθούν στα γειτονικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης ή και στην Αφρική; Πιστεύω ότι εξαιτίας αυτών των συμφερόντων δεν θα είναι εύκολη υπόθεση να διαλυθεί η Ζώνη Σένγκεν ή να δημιουργηθεί μια μικρότερη εκδοχή αυτής».
Η Κομισιόν παρουσίασε τις ιδέες της για τη μετατροπή του Frontex σε ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή/ακτοφυλακή με ενισχυμένες αρμοδιότητες. Μία από τις ιδέες αφορά το δικαίωμα επέμβασης σε μια έκτακτη κατάσταση στα εξωτερικά σύνορα ακόμη και παρά τη διαφωνία ενός κράτους-μέλους. Είναι αυτό ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση;
«Πρόκειται για μια αμφιλεγόμενη πρόταση. Φυσικά υπάρχουν πολύ προωθημένες υπερεθνικές διευθετήσεις στην ΕΕ για πολλά ευαίσθητα ζητήματα στον τομέα των εσωτερικών υποθέσεων. Ωστόσο αυτές ασκούνται με διακυβερνητικό τρόπο και κανένα κράτος-μέλος δεν θα ονειρευόταν να αγνοήσει ένα άλλο. Αυτός είναι π.χ. ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η Europol. Διαθέτει πολλούς επίσημους κανόνες συνεργασίας, αλλά στην πραγματικότητα τα περισσότερα κράτη-μέλη τη χρησιμοποιούν ως κεντρικό σημείο για να γίνονται πράγματα ατύπως. Ως πρόσφατα επομένως οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών ίσως να συμφωνούσαν σε έναν ισχυρότερο Frontex, πιστεύοντας ότι δεν θα ενεργοποιούνταν ποτέ. Από τότε που ξεκίνησε όμως η συζήτηση για τις ποσοστώσεις στη μετεγκατάσταση, υπάρχει η αίσθηση ότι ορισμένες κυβερνήσεις είναι πλέον έτοιμες να προχωρήσουν ανεξάρτητα από κάποιες άλλες. Θα υπάρξει επομένως κάποια δυσπιστία επί της νέας πρότασης. Πιστεύω ότι πρέπει να εξετάσουμε τους λόγους για τους οποίους τα κράτη έχουν αντισταθεί στο παρελθόν σε “ευρωπαϊκή” επέμβαση στα σύνορά τους. Κατ’ αρχήν, την πολιτική διάσταση: είναι άβολο για ένα κράτος να χρειάζεται να καλέσει βοήθεια για να διαχειριστεί τα σύνορά του, ακόμη ή ιδιαίτερα αν οι μετανάστες πηγαίνουν σε άλλο κράτος. Επίσης, τη δημοκρατική διάσταση: η διαχείριση των συνόρων είναι δύσκολη δουλειά και ζωές μπορούν να χαθούν. Σε αυτή την περίπτωση, ποιος έχει την ευθύνη σε μια υπερεθνική αποστολή, ειδικά αν αυτή δεν απολαμβάνει την τοπική υποστήριξη; Υπάρχει επίσης το ζήτημα της αλληλεγγύης. Δεν θα έπρεπε τα βορειοευρωπαϊκά κράτη να κάνουν περισσότερα, ώστε να βοηθήσουν τα ασθενέστερα νότια ή ανατολικά ευρωπαϊκά κράτη να οικοδομήσουν υψηλότερα στάνταρντ στην προστασία των συνόρων; Αν μπορεί να διασφαλιστεί ότι ορισμένα από αυτά τα δύσκολα σημεία θα επιλυθούν με τη νέα πρόταση, τότε θα προχωρήσει. Δεν θα πρέπει όμως η συγκεντροποίηση να χρησιμοποιηθεί ως πολιτική παράκαμψης».
Τι πιστεύετε για τη διάκριση μεταξύ προσφύγων και οικονομικών μεταναστών; Είναι ορθή ή απλώς ένα επιχείρημα για να ελαχιστοποιηθεί το πρόβλημα;
«Κάθε φορά που αλλάζει ο κόσμος, μεταβάλλεται και ο ορισμός του πρόσφυγα. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αναφερόταν σε ανθρώπους που διώκονταν πολιτικά. Στη μεταψυχροπολεμική περίοδο, που υπήρξε μεταϊδεολογική, ο όρος πρόσφυγες αναφερόταν περισσότερο στα θύματα της παγκοσμιοποίησης –ανθρώπους από αποτυχημένα κράτη και θύματα γενικευμένης βίας. Αυτό σαφώς θόλωσε τη γραμμή με τους οικονομικούς μετανάστες. Σήμερα ο κόσμος αλλάζει πάλι και αυτός ο ευρύς ορισμός προκαλεί προβλήματα. Στη γειτονιά μας αντιμετωπίζουμε τόσο τεράστια οικονομικά προβλήματα όσο και μια επιστροφή της ιδεολογίας, ειδικά στη θρησκευτική της μορφή. Επιπλέον, άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εστίες τους για περιβαλλοντικούς λόγους. Ολα αυτά καθιστούν πολλούς ανθρώπους επιλέξιμους για άσυλο. Πιστεύω λοιπόν ότι χρειάζεται να ξανασκεφθούμε. Τι σημαίνει θυματοποίηση στις ημέρες μας; Μήπως η ευθύνη για τις βαθύτερες αιτίες βρίσκεται εγγύτερα στις εστίες των ανθρώπων αυτών παρά στην Ευρώπη;».
Πώς εξηγείτε την άνοδο αντιευρωπαϊκών και ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων εξαιτίας της προσφυγικής κρίσης; Πιστεύετε ότι αυτές οι δυνάμεις θα ενισχυθούν και πώς θα μπορούσαν να ανασχεθούν;
«Η άποψή μου είναι ότι η ΕΕ πρέπει να δείξει πως μπορεί να διαχειριστεί και να ανασχέσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Αν οι ψηφοφόροι πιστεύουν ότι απλώς προστατεύει να ξεπερασμένο status quo –τις παλαιές αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης -, τότε θα αποξενώσει τους λαούς ακόμη περισσότερο. Δεν υπάρχει λόγος να μην είναι δυνατόν να κάνει κάτι τέτοιο, αλλά είναι ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία μας, όλοι μας».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
