ΤΟ ΒΗΜΑ –PROJECT SYNDICATE
Η Τουρκία θα φιλοξενήσει μέσα στο 2015 την ετήσια σύνοδο κορυφής του G-20. Η χώρα μπαίνει στο παγκόσμιο προσκήνιο σε μια περίεργη εποχή, όντας περικυκλωμένη από ένα διευρυνόμενο τόξο αστάθειας.
Στην άμεση γειτονιά της ανατρέπονται δυο γεωπολιτικές τάξεις: η μεταψυχροπολεμική ισορροπία με τη Ρωσία και τα εθνικά σύνορα στη Μέση Ανατολή που καθορίστηκαν από τη Συμφωνία Σάικς-Πικό (1916) και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919). Ποτέ στο παρελθόν η ΕΕ και η Τουρκία δεν χρειάζονταν τόσο πολύ η μία την άλλη, αλλά και ποτέ δεν ήταν τόσο απομακρυσμένες.
Η Τουρκία δεν είναι πια το ανερχόμενο περιφερειακό αστέρι που ήταν κατά το πρώτο μισό της 12ετούς
διακυβέρνησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σήμερα αντιμετωπίζει μυριάδες προκλήσεις: αυξανόμενο αυταρχισμό, χαμηλή ανάπτυξη, πρόβλημα στην ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, δύο εκατ. σύρους πρόσφυγες που την καθιστούν ευάλωτη σε επιθέσεις από το Ισλαμικό Κράτος, ένταση με το Ιράν και το Ισραήλ, αυξανόμενη ενεργειακή εξάρτηση από μια ρεβανσιστική Ρωσία.
Η Τουρκία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές μόνη της. Το 40% του εμπορίου της είναι με την ΕΕ, όπως και το 70% των άμεσων ξένων επενδύσεων και περισσότερο από το 50% του τουρισμού. Αυτό αντικατοπτρίζεται στην τουρκική κοινή γνώμη, καθώς η υποστήριξη προς την ΕΕ αυξήθηκε από 34% το 2009 στο 53% πέρσι. Για να το πούμε απλά, Τουρκία συνειδητοποιεί την πραγματικότητα: δεν έχει ελκυστική εναλλακτική προς την ΕΕ και την στενή συνεργασία με την ευρωατλαντική κοινότητα. Η «ευρωπαϊκή στρατηγική» της χώρας, την οποία ανακοίνωσε ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Βολκάν Μποζκίρ το φθινόπωρο, μπορεί να θεωρηθεί αναγνώριση του γεγονότος αυτού.
Η Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, δεν είχε ποτέ μεγαλύτερο συμφέρον για μια σταθερή, δημοκρατική και δυτικά προσανατολισμένη Τουρκία προκειμένου να αντιμετωπίσει την απειλή των ξένων μαχητών, να πατάξει το Ισλαμικό Κράτος, να σταθεροποιήσει το Ιράκ και να λύσει το αδιέξοδο στη Συρία. Η ΕΕ χρειάζεται επίσης την Τουρκία για να πετύχει ενεργειακή ασφάλεια μέσω της διαφοροποίησης.
Αντί όμως να πλησιάζουν, η ΕΕ και η Τουρκία απομακρύνονται. Η ελευθερία έκφρασης, ο διαχωρισμός των εξουσιών και η έννομη τάξη διαβρώνονται επί Ερντογάν. Οι σχέσεις έφθασαν σε νέο ναδίρ στο τέλος του 2014, όταν η Τουρκία αύξησε την πίεση στα μέσα ενημέρωσης που πρόσκεινται στον εξόριστο ισλαμιστή ηγέτη Φετχουλάχ Γκιουλέν.
Μερικοί στην Ευρώπη υποστηρίζουν ότι η επιδείνωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών στην Τουρκία είναι τόσο σοβαρή που πρέπει να διακοπεί η ήδη ετοιμοθάνατη ενταξιακή διαδικασία της χώρας. Αλλά μια επίσημη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων θα αφαιρούσε και το τελευταίο κίνητρο για να εκδημοκρατιστεί η Τουρκία και να εναρμονιστεί με την ΕΕ. Αντίθετα, η ΕΕ πρέπει να διπλασιάσει τις προσπάθειες, να ενισχύσει τόσο την κριτική της για το δημοκρατικό έλλειμμα της Τουρκίας όσο και τη νομιμοποίηση της ενταξιακής διαδικασίας.
Μέχρι σήμερα, η Κύπρος αποτελούσε το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ένταξη της Τουρκίας. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ πρέπει να συνεργαστούν πιο ενεργά με την κυπριακή κυβέρνηση προκειμένου να πραγματοποιηθεί η αναγκαία αλλαγή. Αυτό θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανοίξει τα κεφάλαια 23 και 24 των ενταξιακών διαπραγματεύσεων _ που αφορούν τα δικαιώματα, τις βασικές ελευθερίες και το δικαστικό _ όπως ζητούν το Ευρωκοινοβούλιο και η ευρωπαϊκή Επιτροπή. Έτσι η ΕΕ θα μπορεί να ασκεί την κριτική της εντός του κατάλληλου νομικού πλαισίου ενώ οι τούρκοι ηγέτες δεν θα είναι πια σε θέση να αντιπαρέρχονται τις ανησυχίες της ΕΕ.
Η άρση του μπλοκαρίσματος των διαπραγματεύσεων θα ευνοήσει την Κύπρο όσο και την Ευρώπη. Η Κύπρος θα κερδίσει περισσότερο από κάθε άλλη χώρα από μια σταθερή δημοκρατία στην Τουρκία ενώ μια Τουρκία που αποδημοκρατικοποιείται σε μια ασταθή γειτονιά απειλεί σοβαρά τα κυπριακά και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Άλλα σημαντικά μέτρα είναι η εμβάθυνση της συνεργασίας ΕΕ –Τουρκίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στους σύρους πρόσφυγες και στις πάμπολλες κρίσεις από τη Λιβύη ως την Ουκρανία καθώς και ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης και η απελευθέρωση της βίζας.
Τα μέτρα αυτά θα αναζωογονήσουν την ενταξιακή διαδικασία ενώ, εντάσσοντας την Τουρκία εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας, θα αντισταθμίσουν την επικίνδυνη απομάκρυνση από τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες μας.
*O κ. Martti Ahtisaari είναι πρώην πρόεδρος της Φινλανδίας, νομπελίστας Ειρήνης και μέλος της Ανεξάρτητης Επιτροπής για ην Τουρκία. Η κυρία Emma Bonino είναι ιδρυτικό μέλος του European Council on Foreign Relations, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας και ιδρύτρια της διεθνούς ΜΚΟ No Peace Without Justice. Ο κ. Albert Rohan είναι πρώην ΓΓ του υπουργείου Εξωτερικών της Αυστρίας και πρώην αναπληρωτής ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για το τελικό καθεστώς του Κοσόβου. Το άρθρο συνυπογράφουν οι κκ. Wolfgang Ischinger, πρόεδρος της Munich Security Conference, Hans van den Broek, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας, Marcelino Oreja Aguirre, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας, Michel Rocard, πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας και Nathalie Tocci, υποδιευθύντρια του Istituto Affari Internazionali στη Ρώμη.
