Το πολύ… πετρέλαιο έπνιξε τη Βενεζουέλα

Η εξειδίκευση είναι μια αρετή της σύγχρονης εποχής, που επιτρέπει την καλλιέργεια των ειδικών δυνατοτήτων και την εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων

Το πολύ… πετρέλαιο έπνιξε τη Βενεζουέλα
Η εξειδίκευση είναι μια αρετή της σύγχρονης εποχής, που επιτρέπει την καλλιέργεια των ειδικών δυνατοτήτων και την εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, όχι μόνο των προσώπων, αλλά και των εθνικών οικονομιών. Αλλο η εξειδίκευση όμως και άλλο ο εστιασμός σε μία και μόνο δραστηριότητα. Διότι όταν βάζει κανείς όλα τα αβγά σε ένα καλάθι κινδυνεύει να μείνει με την όρεξη.
Η Βενεζουέλα εδώ και δύο δεκαετίες έχει εστιάσει όλες τις οικονομικές προσπάθειές της στην ανάπτυξη του πετρελαϊκού τομέα.
Δεν είναι η μοναδική χώρα που υποκύπτει στην ευκολία αυτής της ιδιότυπης οικονομικής «μονοκαλλιέργειας». Και οι χώρες του Περσικού Κόλπου έχουν επαναπαυθεί στα πλούσια πετρελαϊκά κοιτάσματά τους με αποτέλεσμα τα δημόσια οικονομικά τους να εξαρτώνται κατά μεγάλο βαθμό από τα σκαμπανεβάσματα των πετρελαϊκών αγορών.
Ακόμη και η Φινλανδία έπεσε στην παγίδα να συνδέσει την οικονομία της όχι με έναν επιχειρηματικό ή βιομηχανικό κλάδο αλλά με μία μόνο εταιρεία, τη Nokia. Πώς να αντισταθεί η φτωχή Βενεζουέλα, που ακόμη και το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα εξακολούθησε να παλεύει με εσωτερικούς δικτάτορες και εξωτερικούς «προστάτες» για την ανεξαρτησία της; Πρόκειται άλλωστε για τη χώρα με τα μεγαλύτερα βεβαιωμένα κοιτάσματα πετρελαίου στον κόσμο!
Δώρα στις ΗΠΑ…


Η κατάρρευση των διεθνών τιμών του πετρελαίου που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2014 –και ξεπερνά σε ποσοστό το 50%, παρά τη μικρή ανάκαμψη των τιμών τις τελευταίες εβδομάδες –έχει φέρει σε δύσκολη θέση όλες τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, πολλές εκ των οποίων ωστόσο, ειρήσθω εν παρόδω, φροντίζουν να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους και να αναπτύξουν και άλλους τομείς (δεν είναι τυχαίο ότι η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, η Σαουδική Αραβία, προανήγγειλε πέρυσι την οικονομική απεξάρτησή της από το πετρέλαιο ως το 2050).
Στη Βενεζουέλα η κατάσταση που έχει δημιουργήσει η πτώση των τιμών του αργού είναι τραγική. Δεν είναι η πρώτη φορά που η οικονομία της χώρας ακολουθεί κατά πόδας την τιμή του «μαύρου χρυσού». Η κατάρρευση της πετρελαϊκής αγοράς τη δεκαετία του 1990 έφερε, άλλωστε, τον Ούγκο Τσάβες στην εξουσία –με δημοκρατικό τρόπο το 1999, διότι το 1992 είχε διοργανώσει δύο αποτυχημένα πραξικοπήματα. Και η ανάκαμψη των τιμών στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν εκείνη που έδωσε τη δυνατότητα στον εκλιπόντα το 2013 πρώην πρόεδρο της χώρας να στήνει… φάρσες στις ΗΠΑ δωρίζοντάς τους πετρέλαιο τον χειμώνα του 2009 για «να ζεσταθούν τα φτωχά αμερικανικά νοικοκυριά» που είχαν πληγεί από το σκάσιμο της φούσκας των subprimes και την κρίση που ακολούθησε.
Η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου στα ύψη μετά τον Β’ Πόλεμο κατά του Ιράκ που ξεκίνησε το 2003 ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος επέτρεψε στον διαφιλονικούμενο (αλλά και αποδεδειγμένα υπονομευμένο πολιτικά και οικονομικά από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες) ηγέτη της Βενεζουέλας να καταπολεμήσει με μεγάλη επιτυχία επί μία δεκαετία τη φτώχεια και την πείνα. Τώρα ο διάδοχος του Τσάβες, Νικολάς Μαδούρο, καλείται να αντιμετωπίσει μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση! Διότι η κάθετη κάμψη των δημοσίων εσόδων από τις πωλήσεις πετρελαίου σε συνδυασμό με την απουσία εγχώριας παραγωγής γεωργικών και βιομηχανικών προϊόντων έχει προκαλέσει πρωτοφανή έλλειψη αγαθών πρώτης ανάγκης και τεράστιες ρωγμές στο σύστημα υγείας στη χώρα.
Το AIDS θερίζει


Οι τιμές αγαθών πρώτης ανάγκης έχουν γίνει απαγορευτικές στη Βενεζουέλα. Για να αποκτήσει κανείς ένα κοτόπουλο, λίγη ζάχαρη, χαρτί τουαλέτας και βεβαίως φάρμακα στη χώρα των 29 εκατ. κατοίκων πρέπει να στηθεί με τις ώρες σε ατέλειωτες ουρές και να πληρώσει πανάκριβα –εφόσον βεβαίως πληρώνει με το εθνικό νόμισμα, το μπολιβάρ. Διότι αν διαθέτει δολάρια τα πράγματα είναι διαφορετικά. Σύμφωνα με καταχώριση της αργεντίνικης χρηματιστηριακής εταιρείας Mercado Libre, ένα κουτί προφυλακτικά των 36 τεμαχίων κοστίζει στη Βενεζουέλα 4.760 μπολιβάρ, δηλαδή… 661 ευρώ! Αν διαθέτει δολάρια, μπορεί να πληρώσει μόνο 25.
Κλειστή οικονομία


Η είδηση για την τιμή των προφυλακτικών σχολιάστηκε από κάποιους με σκωπτική διάθεση. Οπως όμως διαβεβαίωσε στο πρακτορείο Bloomberg ο Τζόναθαν Ροντρίγκες, υπεύθυνος Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης για την καταπολέμηση του AIDS, τα κρούσματα στη Βενεζουέλα αυξάνονται με υψηλό ρυθμό και η χώρα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της Λατινικής Αμερικής με τα υψηλότερα ποσοστά φορέων του ιού.

«Πρόκειται για μία κλειστή οικονομία. Εδώ και μια εικοσαετία η Βενεζουέλα επενδύει στο πετρέλαιο αδιαφορώντας για τους άλλους τομείς της παραγωγής της. Από την άλλη πλευρά, η χώρα δεν έχει τη δυνατότητα να δανειστεί από τις αγορές»
σημείωσε στον «Figaro» ο Φρανσουά Φορ της Γαλλικής Εταιρείας Ασφαλίσεων Εξωτερικού Εμπορίου (Coface). Διότι τα επιτόκια δανεισμού της Βενεζουέλας είναι μεγαλύτερα και από αυτά της Ελλάδας. Η κυβέρνηση Μαδούρο έχει υπογράψει με την Κίνα ένα πρόγραμμα ανταλλαγής πετρελαίου με βιομηχανικά αγαθά. «Εσχάτως, πάντως, το Πεκίνο εμφανίζεται πιο επιφυλακτικό σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της οικονομίας του Καράκας» γράφει η Ματίλντ Γκολά στη γαλλική εφημερίδα.

Επιχειρήσεις

Οικονομική ασφυξία
Είναι τόσο απελπιστική η διάρθρωση της οικονομίας και της παραγωγής της Βενεζουέλας που είναι αδύνατον να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό της με τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου σε επίπεδα κάτω από τα… 120 δολάρια το βαρέλι! Από την άλλη πλευρά η χώρα, η οποία σημειωτέον συμμετέχει στον Οργανισμό Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών (OPEC), δεν είχε φροντίσει την εποχή των παχέων αγελάδων να δημιουργήσει ένα πετρελαϊκό ταμείο (κατά τα πρότυπα της Νορβηγίας) ή έστω να βάλει στην άκρη συνάλλαγμα (κατά τα πρότυπα της Σαουδικής Αραβίας).
Εν προκειμένω η κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα αναζωογόνησης των τοπικών επιχειρήσεων. Οχι επειδή δεν τις χρηματοδοτεί, αλλά επειδή με το μπολιβάρ οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να εισαγάγουν τον απαραίτητο εξοπλισμό και τις πρώτες ύλες από το εξωτερικό προκειμένου να λειτουργήσουν.

«Λειτουργεί βεβαίως στη χώρα μια παράλληλη αγορά δολαρίου, από την οποία μπορούν να δανειστούν οι επιχειρήσεις, αλλά με επιτόκια δεκαπλάσια των επισήμων. Οι τιμές λιανικής δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής και το κράτος δυσκολεύεται να επιδοτήσει τις ζημιές»
σημειώνει στον «Figaro» ο Φρανσουά Φορ της Coface.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version