Τα τελευταία χρόνια είχε επανειλημμένως προαναγγείλει ότι το 2015 θα ξεπερνούσε τον μεξικανό «βαρόνο των τηλεπικοινωνιών» Κάρλος Σλιμ και θα γινόταν ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Η χρονιά που μνημόνευε μπήκε και αντί για τις υπερφίαλες πρωτιές των ονείρων του τού επιφύλαξε ταπεινώσεις που δεν χωρούσαν ούτε στους χειρότερους εφιάλτες του: την κατάσχεση έξι πολυτελών αυτοκινήτων (μεταξύ των οποίων και μιας Lamborghini), 16 ρολογιών, ενός αβγού Fabergé και περίπου 45.000 δολαρίων που βρήκαν οι Αρχές στο σπίτι του στο Ρίο.
«Το Καρναβάλι για τον Εϊκε Μπατίστα τελείωσε» έγραφαν την περασμένη Κυριακή οι «Sunday Times». Οντως, η πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου για τον βραζιλιάνο μεγιστάνα, η αυτοκρατορία του οποίου ξεκινούσε από τα πετρέλαια και τη ναυτιλία και εκτεινόταν ως τα Μεταλλεία Χρυσού της Χαλκιδικής, ήταν πολύ ταπεινωτική. Διότι ένας βραζιλιάνος δικαστής διέταξε την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων αξίας 542 εκατ. δολαρίων που ανήκουν στον ίδιο τον Μπατίστα, στην πρώην σύζυγό του (και κάποτε μοντέλο του «Playboy») Λούμα ντε Ολιβέιρα, ακόμη και στη σημερινή σύντροφό του Φλάβια Σαμπάιο.
Με αρετές
Γεννημένος πριν από 58 χρόνια στην Μπραζίλ, ο Εϊκε Φίρκεν Μπατίστα ντα Σίλβα, όπως είναι το πλήρες όνομά του, ήταν ένα από τα επτά παιδιά του Ελιέζερ Μπατίστα ντα Σίλβα, πρώην υπουργού Ορυχείων και Ενέργειας των κυβερνήσεων του Ζοάο Γκουλάρ και του Φερνάντο Κολόρ ντε Μέλο, και της Γερμανίδας Γιούτα Φίρκεν. Οπως ο ίδιος ο Μπατίστα είχε αποκαλύψει σε συνέντευξη που είχε δώσει όταν ήταν ακόμη κραταιά η επιχειρηματική αυτοκρατορία του, από τη μητέρα του έμαθε την αυτοεκτίμηση και την έννοια του καθήκοντος, αρετές που θεωρεί ότι τον χαρακτήρισαν ως επιχειρηματία.
Αφού έζησε την παιδική του ηλικία στη Βραζιλία, ο Μπατίστα και η οικογένειά του μετοίκησαν στην Ευρώπη λόγω των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του πατέρα του. Ως έφηβος έζησε στη Γενεύη, στο Ντίσελντορφ και στις Βρυξέλλες. Το 1974 ξεκίνησε σπουδές μεταλλειολόγου μηχανικού στη Γερμανία, στο Πανεπιστήμιο του Ααχεν. Οι γονείς του επέστρεψαν στη Βραζιλία, αλλά ο ίδιος έμεινε στο Ααχεν για να τελειώσει τις σπουδές του. Παράλληλα, για να βιοπορίζεται, έγινε πλασιέ ασφαλιστικών συμβολαίων, τα οποία πουλούσε πόρτα-πόρτα (αυτός, ο γιος του υπουργού…). Συχνά μνημόνευε σε συνεντεύξεις του τα φοιτητικά του χρόνια στην Ευρώπη ως κομβική εμπειρία στη ζωή του.
Ασφάλειες και διαμάντια
Επιστρέφοντας στην πατρίδα του στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μεταπήδησε από τα ασφαλιστικά συμβόλαια στον… χρυσό και στα διαμάντια. Ξεκίνησε την επαγγελματική καριέρα του ως πωλητής πολύτιμων λίθων και χρυσού που αγόραζε από παραγωγούς στην περιοχή του Αμαζονίου και προωθούσε στην εγχώρια αγορά και στις αγορές της Ευρώπης. Σύντομα ίδρυσε τη δική του εταιρεία διαπραγμάτευσης χρυσού, την Autram Aurem, η οποία ενάμιση χρόνο αργότερα –προτού ακόμη ο Μπατίστα συμπληρώσει τα 25 χρόνια του –είχε πετύχει κέρδη 6 εκατ. δολαρίων!
Επένδυσε τα χρήματα αυτά για να αγοράσει το πρώτο χρυσωρυχείο του στον Αμαζόνιο και να ιδρύσει τον όμιλο ΕΒΧ Group. Παράλληλα το 1995 (στα 29 χρόνια του) εκλέχθηκε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου και διευθύνων σύμβουλος της καναδέζικης εταιρείας χρυσού TVX Gold, η οποία λίγα χρόνια αργότερα επένδυσε και στα Μεταλλεία Χαλκιδικής. Τάχιστα επέκτεινε τις δραστηριότητές του και σε άλλους τομείς (ναυτιλία, πετρελαϊκές εταιρείες). Μέσα σε μία 20ετία, συγκεκριμένα από το 1980 ως το 2000, δημιούργησε μια προσωπική περιουσία 20 δισ. δολαρίων –ειδικότερα από το 1991 ως το 1996, χάρη στην εντυπωσιακά προσοδοφόρα (τότε…) εμπλοκή του με τα χρηματιστήρια κεφαλαίων και εμπορευμάτων, τριπλασίασε την προσωπική περιουσία του.
Εν τω μεταξύ το 1991 είχε νυμφευθεί το φωτομοντέλο Λούμα ντε Ολιβέιρα, με το οποίο απέκτησε δύο αγόρια. Το 2004 ο Μπατίστα χώρισε τη Λούμα και τα επόμενα χρόνια συνδέθηκε με την κατά 25 χρόνια νεότερή του Φλάβια Σαμπάιο, με την οποία το 2013 απέκτησε έναν ακόμη γιο. Είχε ήδη αρχίσει όμως η δραματική αποσάθρωση της επιχειρηματικής αυτοκρατορίας του Βραζιλιάνου. Μια παρακμή πρωτοφανούς ταχύτητας, αφού μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια έκαναν φτερά γύρω στα… 32 δισ. δολάρια!
Η κατάρρευση
Τον «έφαγε» το χρηματιστήριο
Τριάντα δισ. δολάρια ήταν, σύμφωνα με το «Forbes», η προσωπική περιουσία του Εϊκε Μπατίστα το 2012. Και τον Ιανουάριο του 2014 το Bloomberg υπολόγιζε ότι ο βραζιλιάνος πρώην κροίσος ήταν ήδη πανί με πανί. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς το αμερικανικό πρακτορείο υπολόγιζε ότι το ταμείο του ήταν μείον 1 δισ. δολάρια. Και την περασμένη εβδομάδα οι «Sunday Times» υπολόγιζαν ότι τα χρωστούμενα είχαν φθάσει τα 1,2 δισ. δολάρια.
Τον «έφαγε» το χρηματιστήριο
Τριάντα δισ. δολάρια ήταν, σύμφωνα με το «Forbes», η προσωπική περιουσία του Εϊκε Μπατίστα το 2012. Και τον Ιανουάριο του 2014 το Bloomberg υπολόγιζε ότι ο βραζιλιάνος πρώην κροίσος ήταν ήδη πανί με πανί. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς το αμερικανικό πρακτορείο υπολόγιζε ότι το ταμείο του ήταν μείον 1 δισ. δολάρια. Και την περασμένη εβδομάδα οι «Sunday Times» υπολόγιζαν ότι τα χρωστούμενα είχαν φθάσει τα 1,2 δισ. δολάρια.
Η ταχύτητα απώλειας μιας τόσο μεγάλης περιουσίας αποτελεί ίσως ρεκόρ στα παγκόσμια επιχειρηματικά χρονικά. Και η αιτία για την οποία έκανε φτερά μια τόσο μεγάλη περιουσία είναι… το χρηματιστήριο! Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται ο ίδιος ο Μπατίστα. Οσο εύκολα είχε τριπλασιάσει την περιουσία του την πενταετία 1991-1996, τόσο εύκολα την έχασε τη διετία 2012-2014. «Easy come, easy go» θα έλεγαν οι Εγγλέζοι.
Το μεγάλο λάθος
Ο Μπατίστα ωστόσο είναι επιχειρηματίας. Και κάνοντας, ας πούμε, την αυτοκριτική του παραδέχεται ότι το μεγαλύτερο λάθος του ήταν που την περίοδο 2004-2012 έβαλε στο χρηματιστήριο έξι εταιρείες του: τις OGX, MPX, LLX, MMX, OSX και CCX.
Στις 26 Ιουλίου 2013 το Bloomberg είχε χαρακτηρίσει «ιστορικές» τις απώλειες του Μπατίστα στις αγορές. Ζημιές που οφείλονται κυρίως στη μεγάλη κάμψη του κλάδου των ορυχείων πολύτιμων μετάλλων και στη χρηματιστηριακή κατάρρευση της πετρελαϊκής εταιρείας του Μπατίστα OGX μετά την αποκάλυψη ότι δεν αντλούσε 750.000 βαρέλια αργού ημερησίως, όπως η ίδια ισχυριζόταν, αλλά μόνο… 15.000!
Αρθρογραφώντας στις βραζιλιανικές εφημερίδες ο Μπατίστα δηλώνει ότι το μεγάλο λάθος του ήταν που έβαλε τις εταιρείες του στις κεφαλαιαγορές. Υποστηρίζει ότι αν ακολουθούσε το μοντέλο της ιδιωτικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεών του όλα θα ήταν διαφορετικά. Παρά την καταστροφή ωστόσο, διατυμπανίζει ότι δεν θα αφήσει ούτε έναν πιστωτή του απλήρωτο. Και διαβεβαιώνει ότι θα εκπληρώσει όλες τις δανειακές υποχρεώσεις του. Προφανώς θέλει να αποδείξει ότι οι «Sunday Times» σφάλλουν. Και ότι δεν έζησε τη ζωή του σαν Βασιλιάς Καρνάβαλος, παρότι στο τέλος… κάηκε από το χρηματιστήριο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
