Κόντρα του Ισραήλ με τις ΗΠΑ λόγω του Ιράν

Η πρόσκληση του Μπενιαμίν Νετανιάχου από την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου να μιλήσει σε κοινή συνεδρίαση των δύο νομοθετικών σωμάτων και η αποδοχή της από τον ισραηλινό πρωθυπουργό

Κόντρα του Ισραήλ με τις ΗΠΑ λόγω του Ιράν
Η πρόσκληση του Μπενιαμίν Νετανιάχου από την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου να μιλήσει σε κοινή συνεδρίαση των δύο νομοθετικών σωμάτων και η αποδοχή της από τον ισραηλινό πρωθυπουργό «έβγαλαν στο προσκήνιο την πολιτική ταύτιση και συμμαχία μιας μεγάλης πολιτικής παράταξης της Αμερικής με τη μερίδα του συντηρητικού κατεστημένου του Ισραήλ, το Λικούντ, το πολιτικό κόμμα του πρωθυπουργού» διαπιστώνει αρθρογράφος του «New Yorker». Εδειξε ακόμη ότι ο κ. Νετανιάχου και το κόμμα του αποτελούν «αδιαίρετο κομμάτι» του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος των ΗΠΑ. Στην ομιλία του κ. Νετανιάχου –ορίστηκε για τις 3 Μαρτίου –δήλωσαν ότι δεν θα παραστούν ο αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο οποίος κατ’ έθιμον προεδρεύει στις κοινές συνεδριάσεις Βουλής των Αντιπροσώπων και Γερουσίας, η επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή Νάνσι Πελόσι και οι περισσότεροι Δημοκρατικοί γερουσιαστές.
Στο Ισραήλ κυβερνητικές και άλλες πηγές παραδέχονται ότι ο κ. Νετανιάχου προτίμησε να αγνοήσει τον Λευκό Οίκο και «συνεργάζεται» με το ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο. Φέρνουν ως μια νέα απόδειξη ότι ακριβώς αυτή τη στιγμή ο πρωθυπουργός έδωσε άδεια για επέκταση του παράνομου εποικισμού στη Δυτική Οχθη με 450 νέες κατοικίες, γνωρίζοντας ότι αυτό δημιουργεί νέα ένταση με την Ουάσιγκτον και τους Παλαιστινίους. Το γεγονός εξόργισε κυριολεκτικά τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διοχετεύει «κάποιες σκέψεις» σύμφωνα με τις οποίες ο υπουργός «δεν αποκλείεται να προωθήσει το σχέδιο ειρήνης Ισραήλ – Παλαιστινίων (σ.σ.: το οποίο απορρίπτει το Ισραήλ) μέσω ΟΗΕ είτε μέσω τρίτων, χωρίς τη συγκατάθεση του κ. Νετανιάχου».

«Εχουμε λοιπόν σύγκρουση μεταξύ των δύο στρατηγικών εταίρων, συμμάχων και φίλων, του Ισραήλ και της Αμερικής;»
αναρωτιέται ρητορικά ο Εντουαρντ Ντζερετζιάν, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Ισραήλ, ο οποίος δηλώνει στους «New York Times» ότι με υπαιτιότητα Νετανιάχου έγινε «βαρύ το κλίμα» και εκτιμά ότι κάθε άλλο παρά εύκολη θα είναι η βελτίωσή του, τουλάχιστον ως το τέλος της θητείας του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, το 2016. Εύκολη ασφαλώς δεν θα είναι. Αλλά η κρίση στις σχέσεις τους, όσο θεαματική, θορυβώδης και έντονη κι αν είναι, δεν είναι στρατηγική σύγκρουση αμερικανικών και ισραηλινών συμφερόντων. Πρόκειται για διαφορά μεταξύ «δογμάτων» για το πώς οι δύο χώρες θα συνεργαστούν(!) ώστε να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους –οι Ηνωμένες Πολιτείες στον παγκόσμιο χώρο και το Ισραήλ στον (σχετικά) μικρό χώρο της Μέσης Ανατολής που το περιβάλλει.
Οι σχέσεις ΗΠΑ – Ισραήλ σπάνια ήταν αρμονικές. Επι προεδρίας Ρόναλντ Ρίγκαν ο τότε υπουργός Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ είχε διακόψει κάθε επικοινωνία με τον τότε ισραηλινό υφυπουργό Εξωτερικών επειδή είχε δηλώσει ότι η αμερικανική πολιτική «στηρίζεται στο ψέμα και στη διαστροφή της αλήθειας». Υφυπουργός ήταν ο κ. Νετανιάχου. Σήμερα, ως πρωθυπουργός, «ψιθυρίζει» ότι στις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν «ο Ομπάμα έδωσε στο Ιράν το 80% των όσων η Τεχεράνη ζητούσε», έγραψαν οι «New York Times». Πρόκειται για «ανακρίβεια μεγάλης ολκής», κατά δήλωση της εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζεν Πσάκι.

Οι κυρώσεις και τα αντιτιθέμενα συμφέροντα
Το πρόβλημα του «πυρηνικού Ιράν» αποτελεί «εργαλείο για την επανεκλογή» του κ. Νετανιάχου, λέει ο πρώην αρχηγός της Μοσάντ Εφρέμ Χάλεβι. Συγκεκριμένα, εξαρτάται από το αν θα παραταθεί ο χρόνος των συνομιλιών Ιράν – Δύσης και μετά το τέλος Μαρτίου, εφόσον δεν έχει κλειστεί ως τότε κάποια συμφωνία. Αντιδρούν όμως ο ισραηλινός πρωθυπουργός και οι Ρεπουμπλικανοί των ΗΠΑ, οι οποίοι ζητούν να επιβληθούν «το ταχύτερο» νέες και πιο σκληρές κυρώσεις και απαγορεύσεις στο Ιράν. Ο κ. Νετανιάχου «δρα ως εάν μόνο η επανεκλογή του να εξασφαλίζει στο Ισραήλ την ειρήνη και την ασφάλεια», όπως τον κατηγορεί ο πρώην αρχηγός της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας Γιάκοβ Πέρι.
Ο πρόεδρος Ομπάμα δείχνει ότι θα εξακολουθήσει να αγνοεί την «κρίση με το Ισραήλ» και δεν φαίνεται διατεθειμένος να υποχωρήσει. Ο Λευκός Οίκος κάνει γνωστό ότι «αν υπάρχουν θετικές προοπτικές» για συμφωνία με το Ιράν θα ήταν «παράλογο, εγκληματικό να τις αγνοήσουμε λόγω ημερολογιακών περιορισμών». Αλλωστε ο πρόεδρος θέλει να κλείσει οπωσδήποτε μια «ικανοποιητική συμφωνία με το πυρηνικό Ιράν» και να αποτελεί αυτό «έμβλημα και ιστορικό στοιχείο» της προεδρίας του. Υπάρχει όμως και πιο συγκεκριμένο ζήτημα. Οι ευρωπαίοι συνομιλητές, ακόμη και η Βρετανία, θέλουν να συνεχιστούν οι συνομιλίες με το Ιράν για μια συμφωνία όσο χρόνο και αν απαιτήσουν. Μάλιστα προσωπικά η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ «υπενθύμισε» στον αμερικανό πρόεδρο ότι η Γερμανία έχει (νεκρές) επενδύσεις 4,5 δισ. δολάρια στο Ιράν και ότι οι γερμανικές βιομηχανίες πιέζουν «να ανοίξουν οι πύλες του Ιράν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version