Μια βδομάδα πριν από τις μοιραίες εκλογές, γυρεύοντας επειγόντως παρέα. Λοξή έστω και νυκτόβια, βιβλιοφιλική. Υποθετικά αισιόδοξη, επιφανειακά διασκεδαστική. Οσο και όπως το επόμενο, «μεταθανάτιο» ποίημα του Καρυωτάκη, γραμμένο ένα χρόνο πριν από τη γέννησή μου. Επιγράφεται ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ. Το αντιγράφω:
«Ας υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει / στο μαύρο αδιέξοδο, στην άβυσσο του νου. / Ας υποθέσουμε πως ήρθανε τα δάση / μ’ αυτοκρατορικήν εξάρτυση πρωινού / θριάμβου, με πουλιά, με το φως τ’ ουρανού / και με τον ήλιο όπου θα τα διαπεράσει. //
Ας υποθέσουμε πως είμαστε εκειπέρα, / σε χώρες άγνωστες της Δύσης, του Βορρά∙ / ενώ πετούμε το παλτό μας στον αέρα, / οι ξένοι βλέπουνε περίεργα, σοβαρά. / Για να μας δεχτεί κάποια λαίδη τρυφερά, / έδιωξε τους υπηρέτες της ολημέρα. //
Ας υποθέσουμε πως του καπέλου ο γύρος / άξαφνα εφάρδυνε, μα εστένεψαν, κολλούν / τα παντελόνια μας, και με του πτερνιστήρος / το πρόσταγμα χιλιάδες άλογα κινούν. / Πηγαίνουμε –σημαίες στον άνεμο χτυπούν − / ήρωες σταυροφόροι, σωτήρες του Σωτήρος. //
Ας υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει / από εκατό δρόμους στα όρια της σιγής, / ας τραγουδήσουμε, το τραγούδι να μοιάσει / νικητήριο σάλπισμα, ξέσπασμα κραυγής -/ τους πυρρούς δαίμονες στα έγκατα της γης, / και ψηλά τους ανθρώπους να διασκεδάσει».
Ακολουθεί, για παρέα, το γειτονικό (άτιτλο αυτό) ποίημα, της ίδιας εποχής και ανάλογης διάθεσης, με ισάριθμες στροφές, τετράστιχες τώρα:
«Οταν κατέβουμε τη σκάλα, τι θα πούμε / στους ίσκιους που θα μας υποδεχτούνε, / αυστηροί, γνώριμοι, αόριστοι φίλοι, / μ’ ένα χαμόγελο στ’ ανύπαρκτά τους χείλη; //
Τουλάχιστον δωπέρα είμαστε μόνοι, / περνάει η μέρα μας, η άλλη ξημερώνει, / και μες στα μάτια μας / διατηρούμε ακόμα / κάτι που δίνει στα πράγματα χρώμα. //
Αλλά εκεί κάτω τι να πούμε, πού να πάμε; / Αναγκαστικά ένας τον άλλο θα κοιτάμε, με κομμένα τα χέρια στους αγκώνες, / ασάλευτοι σαν πρόσωπα σε εικόνες. //
Αν έρθει κανείς την πλάκα μας να χτυπήσει, / θα φαντάζεται πως έχουμε ζήσει. / Αν πάρει ένα τριαντάφυλλο ή αφήσει χάμου, / το τριαντάφυλλο θα ‘ναι της άμμου. //
Κι αν ποτέ στα νύχια μας ανασηκωθούμε, / τις βίλες του Posilipo θα ιδούμε, / Κύριε, Κύριε, και το τερραίν του Παραδείσου / όπου θα παίζουν cricket οι οπαδοί Σου».
Από τα έμμετρα τώρα στα πεζά του Καρυωτάκη, αντιγράφεται, με δηλωμένες παραλείψεις, η θυμωμένη ΚΑΘΑΡΣΙΣ, «μεταθανάτια» και αυτή, που κάποιοι τη θεωρούν ακροτελεύτια της κατάβασης του ποιητή στον Αδη:
«Βέβαια. Επρεπε να σκύψω μπροστά στον ένα και, χαϊδεύοντας ηδονικά το μαύρο σεβιότ -παφ, παφ, παφ, παφ− “έχετε λίγη σκόνη” να ειπώ “κύριε Αλφα”. Υστερα έπρεπε να περιμένω στη γωνία, κι όταν αντίκριζα την κοιλιά του άλλου […] να σκύψω άλλη μια φορά και να ψιθυρίσω εμπιστευτικά “Αχ αυτός ο Αλφα, κύριε Βήτα”. Επρεπε, πίσω από τα γυαλιά του Γάμμα, να καραδοκώ την ιλαρή ματιά του. Αν μου την εχάριζε, να ξεδιπλώσω το καλύτερο χαμόγελό μου και να τη δεχτώ όπως σε μανδύα ιππότου ένα βασιλικό βρέφος. Αν όμως αργούσε, να σκύψω για τρίτη φορά γεμάτος συντριβή και ν’ αρθρώσω: “Δούλος σας, κύριέ μου”.
Αλλά πρώτα πρώτα έπρεπε να μείνω στη σπείρα του Δέλτα. Εκεί η ληστεία γινόταν υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς και μέσα σε πολυτελή γραφεία. […] Θα εμάθαινα τη συνθηματική τους γλώσσα. Η ψαύσις του αριστερού μέρους της χωρίστρας θα εσήμαινε “πεντακόσιες χιλιάδες” […]. Επρεπε να σκύψω, να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Ετσι κουλουριασμένος να κυλώ και να φτάσω.
Κανάγιες! Το ψωμί της εξορίας με τρέφει. Κουρούνες χτυπούν τα τζάμια της κάμαράς μου. Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει. […]
Επέρασα τρεις πόρτες, τρία πανύψηλα, κιτρινωπά τείχη, με ριγμένες επάλξεις. Οταν βρέθηκα μέσα στον εσωτερικό τρίτο κύκλο, έχασα τα ίχνη σας. Κοιτάζοντας από τις πολεμίστρες χαμηλά, τη θάλασσα, την πεδιάδα, τα βουνά, ένιωθα τον εαυτό μου ασφαλή. […] Επερπάτησα ολόκληρες ώρες, σπάζοντας μεγάλα, ξερά χόρτα. Αγκάθια κι αέρας δυνατός κολλούσαν στα ρούχα μου. Με ήβρε η νύχτα…».
Κι εμένα ξημερώνοντας. Με το βιβλίο στο χέρι: «Κ. Γ. Καρυωτάκης, τόμος Β’, Αθήνα 1966, φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης» − φίλος αλησμόνητος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
