Τον αριθμό των χιλίων (1.000) υπολογίζεται ότι μπορεί να αγγίξουν οι θεατρικές παραστάσεις στην Αθήνα την τρέχουσα χειμερινή περίοδο που μετρά ήδη δύο μήνες, επιβεβαιώνοντας έτσι ένα φαινόμενο που ισχύει τα τελευταία χρόνια: τη σταθερή αύξηση παραγωγών και τον πολλαπλασιασμό σκηνών και χώρων, παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση της χώρας. Η κρίση όχι μόνο δεν στάθηκε εμπόδιο αλλά λειτούργησε και ως εφαλτήριο. Με το σκεπτικό ότι «στην κρίση δεν μαζεύεσαι αλλά ξανοίγεσαι» και με τη μόνιμη επωδό ότι «αφού στο θέατρο λεφτά δεν θα βγάλουμε, ας κάνουμε τουλάχιστον το κέφι μας», βρισκόμαστε σήμερα ενώπιον εκατοντάδων παραστάσεων που ζητούν θεατές. Το κοινό καλείται να καλύψει από τριάντα (30) ως χίλιες εξακόσιες πενήντα (1.650) θέσεις, να μπει σε χώρους που ως πρόσφατα λειτουργούσαν ως νυχτερινά μαγαζιά αλλά και ως αποθήκες και να καθήσει σε βελούδινες θέσεις ή και σε πάγκους…
Το θέατρο είναι παντού. Ο παλμός χτυπάει κυρίως στο κέντρο, ένα κέντρο που ξεκινάει από το Σύνταγμα και κατεβαίνει προς την Ομόνοια, την Πειραιώς, τον Βοτανικό και το Μεταξουργείο.
Στην Αθήνα του 2014 πλάι στους ήδη υπάρχοντες πολυχώρους πολιτισμού η δημιουργία πολυθεάτρων αποτελεί βασικό παράγοντα σε αυτή τη γιγάντωση: ξεπερνούν τις τρεις δεκάδες και οι παραστάσεις τους τις τρεις εκατοντάδες, καλύπτοντας έτσι το ένα τρίτο σχεδόν της ετήσιας παραγωγής. Οι υπόλοιπες σκηνές προτείνουν κατά μέσον όρο τρεις (3) παραστάσεις τη σεζόν: τη βασική από Τετάρτη ως Κυριακή, την παιδική τα πρωινά του Σαββατοκύριακου και μία ακόμη τα Δευτερότριτα, συνήθως σε μορφή μονολόγου.
Το θέατρο ως σουπερμάρκετ
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και πάντα με εξαίρεση τις κρατικές σκηνές και το Θέατρο Τέχνης, το ελεύθερο θέατρο δεν είχε υιοθετήσει το πολλαπλό ή εναλλασσόμενο ρεπερτόριο. Το Θέατρο του Νότου – Αμόρε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άνοιξε έναν δρόμο που αποτέλεσε μοντέλο μίμησης για μια σειρά θεάτρων της τότε λεγόμενης αθηναϊκής περιφέρειας. Λόγω των επιχορηγήσεων του υπουργείου Πολιτισμού οι σκηνές αυτές άνθησαν προσφέροντας υψηλού επιπέδου θέατρο (Εμπρός, Απλό, Ανοιχτό, Κυκλάδων, Στοά, Αμφι-Θέατρο κ.ά.), αλλά η πλειονότητά τους δεν κατάφερε να αντέξει στον χρόνο. Στην κορυφή της πυραμίδας αυτού του σχήματος ήταν ο σκηνοθέτης – καλλιτεχνικός διευθυντής.
Το θέατρο ως σουπερμάρκετ ήταν το προϊόν που ακολούθησε στα χρόνια του μεγάλου πλούτου και της χλιδής: δημιούργησε ένα πλέγμα «συνεργασίας» ανάμεσα σε μια σειρά κεντρικών σκηνών και πρότεινε μεγάλες παραγωγές, κυρίως κωμωδίες, αντλώντας το έμψυχο υλικό του από την τηλεόραση. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος της πρώτης επίσημης θεατρικής εταιρείας όπου συνεργάστηκαν νεότευκτοι επιχειρηματίες και παραγωγοί της μικρής και της μεγάλης οθόνης. Η Γενική Θεαμάτων (ΓΕΘΕΑ), που μετέπειτα βαφτίστηκε Ελληνική Θεαμάτων (ΕΛΛΘΕΑ) και τώρα αντικαταστάθηκε από τα Αθηναϊκά Θέατρα, πήρε σημαντικό κομμάτι της πίτας και δημιούργησε προηγούμενο.
Συμπαραγωγές και «ποσοστά»
Επειδή όμως και η τέχνη αποστρέφεται το κενό, με την αποχώρηση της παλιάς φουρνιάς θεατρικών επιχειρηματιών, η διάδοχος που εμφανίστηκε δυσκολεύτηκε να βρει τη θέση της στα πράγματα. Ελάχιστοι φαίνεται να επιβιώνουν τελικά.
Στο τρέχον θεατρικό τοπίο η μεγάλη μερίδα σκηνών λειτουργεί χωρίς θεατρικό επιχειρηματία και χωρίς επιχορήγηση. Ούτε λόγος για χορηγούς… Τη λύση έδωσαν οι συμπαραγωγές (που είναι το καλό σενάριο) και τα λεγόμενα «ποσοστά» (που είναι το κακό). Και εδώ είναι το πρόβλημα: άλλο πράγμα να είσαι πρωταγωνιστής-φίρμα και να έχεις το ποσοστό σου σε μια παράσταση που βασίζεται εν πολλοίς σε σένα και άλλο να ανήκεις σε μια ομάδα και να δουλεύεις με ποσοστά. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση ο μισθός μοιάζει με άπιαστο όνειρο. Και το «τζάμπα» δύσκολα τροφοδοτεί την τέχνη…
«Εφέτος ξέρουμε ότι μπορεί να μη βγάλουμε τίποτα» έλεγε ηθοποιός που συμμετέχει σε ομαδικού τύπου θεατρική πρωτοβουλία που μπαίνει δυναμικά εφέτος στο παιχνίδι. Ποιος όμως μπορεί να εξασφαλίσει ότι η προσεχής χρονιά θα είναι καλύτερη; Πόσα θέατρα μπορούν να ζήσουν από τα έσοδα των εισιτηρίων και μόνο; Και κυρίως πόσοι ηθοποιοί μπορούν να τα βγάλουν πέρα; Γι’ αυτό και πολλοί δεν αρκούνται σε μία παράσταση: παίζουν αλλού τα Δευτερότριτα ή και τα Σαββατοκύριακα (για τα παιδιά) και όσοι μπορούν σκηνοθετούν.
Στη λίστα που ακολουθεί δεν συμπεριλαμβάνονται ούτε η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση (στη λεωφόρο Συγγρού) ούτε το Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (επί της οδού Πειραιώς). Η μεν Στέγη με το πρόγραμμά της καλύπτει όλες τις τέχνες συμμετέχοντας παράλληλα και σε εκπαιδευτικά προγράμματα, το δε Ιδρυμα έχει έναν πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα. Οι θεατρικές παραστάσεις πάντως που προτείνουν και τα δύο μαζί ξεπερνούν τις 30…
Τέλος, στην Αθήνα λειτουργούν και ορισμένοι πολυχώροι με ένα λιγότερο θεατρικό στίγμα, όπως είναι π.χ. το Βρυσάκι (στην Πλάκα), η Διέλευσις (στην Κυψέλη) αλλά και η Αμαξοστοιχία – Τρένο στο Ρουφ, καθώς το μουσικό κομμάτι παίζει καθοριστικό ρόλο στο πρόγραμμά του.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
