Μείωση της αστάθειας και των αβεβαιοτήτων σε ό,τι αφορά τις τρέχουσες συναλλαγές, αλλά αύξηση των αβεβαιοτήτων σε ό,τι αφορά τις κεφαλαιαγορές διαπιστώνει στην έκθεση για την παγκόσμια οικονομία με θέμα «Κληρονομιές, Σύννεφα, Αβεβαιότητες» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Το ΔΝΤ διαπιστώνει επίσης τη διαμόρφωση νέων ισορροπιών σε ό,τι αφορά την παγκόσμια ζήτηση. Τονίζει άλλωστε ότι το πρόβλημα της ζήτησης παραμένει κορυφαία προτεραιότητα προς ρύθμιση. Διότι το παγκόσμιο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εξισορροπεί βοηθούμενο από τη συμπίεση της ζήτησης στις ελλειμματικές οικονομίες και την υποχώρηση της ανάπτυξης. Κάτι που σημαίνει πως η εξισορρόπηση αυτή συνοδεύεται από υψηλή ανεργία και κενό παραγωγικότητας.
Απαντώντας σε ερώτηση του in.gr για το κατά πόσο η υποτίμηση του ευρώ θα ενισχύσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών υπερχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα, ο αναπληρωτής προϊστάμενος μελετών του ΔΝΤ Μάρκο Τερόνες απάντησε πως η υποτίμηση του ευρώ θα βοηθήσει, ωστόσο είπε πως ειδικά στις χώρες με ελλειμματικό ισοζύγιο συναλλαγών θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην αναπτυξιακή εξισορρόπηση.
Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι εάν σταδιακά υπάρξει αύξηση της ζήτησης στην ευρωζώνη, αυτό θα αυξήσει το έλλειμμα του ισοζύγιο συναλλαγών κάποιων χωρών , αλλά όχι με εκθετικό τρόπο.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Το ΔΝΤ παρουσιάζοντας κεφάλαια της έκθεσης που θα ανακοινώσει την Τετάρτη αναφέρει συγκεκριμένα ότι οι ανισορροπίες στις τρέχουσες συναλλαγές, οι ανισορροπίες δηλαδή που αφορούν τις σχέσεις πιστωτών και οφειλετών, έχουν περιοριστεί σημαντικά συγκριτικά με το έτος 2006 που είχαν φθάσει στο αποκορύφωμά τους.
Η μείωση αυτή συνεπάγεται λιγότερη συγκέντρωση κεφαλαίων, μείωση του μεγέθους συστημικών ελλειμμάτων και πλεονασμάτων και κατά συνέπεια μικρότερους κινδύνους για τις εναπομένουσες ανισορροπίες.
«Οι ανισορροπίες στις κεφαλαιαγορές, ωστόσο, εξακολουθούν να εντείνονται με αποτέλεσμα κάποιες ελλειμματικές οικονομίες να εμφανίζονται ευάλωτες», προσθέτει το Ταμείο.
Ξαναμοιράστηκε η τράπουλα
Σε ό,τι αφορά το διεθνές εμπόριο το ΔΝΤ θεωρεί ότι έχουν αλλάξει οι ισορροπίες με αποτέλεσμα να έχουν προκύψει νέα ελλείμματα και πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.
Συγκεκριμένα, το μεγάλο αμερικανικό έλλειμμα έχει μειωθεί κατά σχεδόν τα δύο τρίτα ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ και κάποιες ευρωπαϊκές οικονομίες που είχαν μεγάλα ελλείμματα βρίσκονται πλέον σε θέση να εμφανίζουν μικρά πλεονάσματα.
Την ίδια ώρα μεγάλες χώρες εξαγωγής εμπορευμάτων και μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες (Βραζιλία, Ινδία, Ινδονησία, Μεξικό και Τουρκία), μερικές εκ των οποίων είχαν πλεονάσματα το 2006, μετατράπηκαν σε κάποιες από τις πλέον ελλειμματικές οικονομίες του πλανήτη το 2013.
Μεγάλες αλλαγές συνέβησαν και σε παραδοσιακά μεγάλες πλεονασματικές οικονομίες. Το πλεόνασμα της Κίνας μειώθηκε σχεδόν κατά το ήμισυ συγκριτικά με το παγκόσμιο ΑΕΠ, ενώ το πλεόνασμα της Ιαπωνίας σχεδόν εξανεμίστηκε.
Πρόβλημα και τα πλεονάσματα
Οι πετρελαιοεξαγωγικές χώρες και οι οικονομίες της Βόρειας Ευρώπης, αντίθετα, απέκτησαν μεγάλα πλεονάσματα.
Το ΔΝΤ προειδοποιεί, ωστόσο, ότι «ενώ τα μεγάλα πλεονάσματα αντιστοιχούν σε λιγότερους συστημικούς κινδύνους συγκριτικά με τα ελλείμματα, μπορούν επίσης να δημιουργήσουν προβλήματα αν συσσωρεύονται σε έναν κόσμο κατά τον οποίο συρρικνώνεται η ζήτηση –και αυτή είναι εν προκειμένω η κατάσταση που επικρατεί από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση».
Ζητείται… ζήτηση!
Η μελέτη του ΔΝΤ σημειώνει ότι οι διορθωτικές παρεμβάσεις των Κεντρικών Τραπεζών έχουν διαδραματίσει έναν αναπάντεχα περιορισμένο ρόλο στη διαμόρφωση της σημερινής κατάστασης (με την εξαίρεση των Τραπεζών της Κίνας και των ΗΠΑ), αποτυγχάνοντας να τονώσουν την καταναλωτική ζήτηση των ιδιωτών και τις δαπάνες των κυβερνήσεων για την αγορά εγχώριων και εισηγμένων αγαθών και υπηρεσιών.
Το Ταμείο διαπιστώνει αλλαγές στη συμπεριφορά των επενδυτών (φυγή κεφαλαίων σε ασφαλή καταφύγια μετά την κρίση) και επίσης το γεγονός ότι η ζώνη του ευρώ περιλαμβάνει οικονομίες οι οποίες εμφανίζουν είτε μεγάλα πλεονάσματα είτε μεγάλα ελλείμματα.
Ευάλωτοι οι υπερχρεωμένοι
Εν κατακλείδι, στην έκθεσή του το ΔΝΤ εκφράζει τη συγκρατημένη αισιοδοξία ότι τα επόμενα χρόνια οι διαφορές μεταξύ των πλεονασματικών και των ελλειμματικών οικονομιών θα αμβλυνθούν. Δεν θα συμβεί το ίδιο, ωστόσο, στις κεφαλαιαγορές, στις οποίες οι επιτελείς του Ταμείου προβλέπουν όξυνση των ανισορροπιών και της αβεβαιότητας.
Κάποιες οικονομίες, πάντως, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων αναδυόμενων αγορών, θα παραμείνουν ευάλωτες εξ αιτίας των μεταπτώσεων της αγοράς και κάποιων ξαφνικών αυξήσεων των επιτοκίων.
«Επιπλέον, οι χώρες που συστηματικά εμφανίζουν μεγάλα ελλείμματα, αρκετές μικρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες και κάποιες περιφερειακές οικονομίες θα παραμείνουν ευάλωτες σε μεσοπρόθεσμη βάση», σημειώνει το ΔΝΤ.
Για να περιορίσουν τα τρωτά τους σημεία οι ελλειμματικές οικονομίες θα πρέπει, επιτέλους, να περιορίσουν τις ανισορροπίες στα ισοζύγιά τους και να ενισχύσουν τις αναπτυξιακές επιδόσεις τους. Η ισχυρότερη εξωτερική ζήτηση και ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών θα βοηθήσουν διπλά.
«Ευεργετική θα είναι όμως και η λήψη μέτρων για την επίτευξη μιας ισχυρότερης και πιο ισορροπημένης ανάπτυξης στις μεγάλες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που εμφανίζουν μεγάλα πλεονάσματα», καταλήγει το Ταμείο.