Μεσοβδόμαδα έγινε γνωστό πως οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι Μάντσεστερ Σίτι και Παρί Σεν Ζερμέν θα τιμωρηθούν από την Ευρωπαϊκή Ποδοσφαιρική Συνομοσπονδία (UEFA) για παραβίαση των κανόνων του οικονομικού «ευ αγωνίζεσθαι» (Financial Fair Play – FFP). Η UEFA αναγκάστηκε να τιμωρήσει τις δύο ομάδες καθώς διαπιστώθηκε ότι ξοδεύουν πολύ περισσότερα χρήματα από αυτά που εισπράττουν, κάτι που οι κανόνες του Financial Fair Play απαγορεύουν.
Βασικός στόχος του οικονομικού «ευ αγωνίζεσθαι» που έχει επιβάλει την τελευταία τριετία η UEFA είναι να αποκλειστούν από το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο οι «κερδοσκόποι» επενδυτές ή οι λεγόμενοι επενδυτές μίας χρήσης, που επενδύουν σε ποδοσφαιρικούς συλλόγους είτε για να νομιμοποιήσουν μαύρο χρήμα είτε για να κομίσουν οφέλη που δεν σχετίζονται με αμιγώς ποδοσφαιρικούς σκοπούς.
Ακόμη, το FFP στοχεύει στο να περιορίσει το «κεφαλαιακό» πλεονέκτημα των εύρωστων συλλόγων έναντι των φτωχότερων, θέτοντας συγκεκριμένους «κανόνες συμπεριφοράς», αλλά και σαφείς περιορισμούς που κάνουν πιο δύσκολο (τουλάχιστον στα χαρτιά) σε Αραβες, Ρώσους ή άλλης προέλευσης «κροίσους», ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών ομάδων, να δημιουργούν υπερομάδες που μονοπωλούν τα εθνικά πρωταθλήματα.
Ο σημαντικότερος από αυτούς τους περιορισμούς αναφέρει ότι κανένας ποδοσφαιρικός σύλλογος δεν μπορεί να ξοδεύει για μισθούς και συμβόλαια περισσότερο από το 50% των εσόδων του, καθώς η πρακτική αυτή νομοτελειακά δεν διασφαλίζει την οικονομική του ισορροπία και ευρωστία.
Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πως το Financial Fair Play εξάλειψε τα διοικητικά προβλήματα ή τα κακώς κείμενα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ελάχιστοι, μάλιστα, είναι ευχαριστημένοι με τον τρόπο που εφαρμόζονται οι κανόνες και οι κυρώσεις, καθώς έχει διαπιστωθεί μεγάλη «ευελιξία» και στους δύο τομείς. Ωστόσο, το βασικό θέμα είναι πως ένας χώρος που για δεκαετίες παρέμεινε αρρύθμιστος και απροσπέλαστος στο έλεος ανεύθυνων, επιτήδειων, αλλά και επενδυτών «όρνεων», που φόρτωναν με ζημιές και χρέη ιστορικούς και μη συλλόγους, πλέον έχει αποκτήσει κάποιες ελάχιστες αρχές λειτουργίας ως προς την οικονομική του συμπεριφορά.
Αυτή τη συγκεκριμένη φιλοσοφία του Financial Fair Play υιοθετεί και ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (Financial Transaction Tax – FTT) που προωθεί την τελευταία τριετία η Ευρωπαϊκή Ενωση. Στόχος του φόρου που μάλλον θα εφαρμοσθεί από το 2016 σε 10 κράτη-μέλη της ΕΕ (Βέλγιο, Γερμανία, Εσθονία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, Πορτογαλία και Σλοβακία) είναι να στηρίξει ρυθμιστικά μέτρα για την ενθάρρυνση του χρηματοπιστωτικού τομέα να κινείται πιο υπεύθυνα. Πώς; Μέσα από τη δημιουργία των κατάλληλων αντικινήτρων για χρηματοοικονομικές συναλλαγές οι οποίες δεν συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή στην πραγματική οικονομία. Πάντως, καταθέσεις, συναλλαγές τοις μετρητοίς, συναλλαγές μέσω πιστωτικών καρτών, υπηρεσίες πληρωμών, ασφαλιστήρια συμβόλαια, ενυπόθηκα δάνεια, δάνεια σε επιχειρήσεις, αλλά και η συγκέντρωση κεφαλαίων μέσω έκδοσης μετοχών και ομολογιών δεν υπάγονται στο πεδίο του φόρου, καθώς δεν υπάρχει λόγος να θεσπισθούν αντικίνητρα για τις συναλλαγές αυτές.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Σήμερα δραστηριοποιούνται παγκοσμίως 9.000 hedge funds (επενδυτικά κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου) που έχουν υπό διαχείριση 2,2 τρισ. δολάρια. Τα επενδυτικά αυτά κεφάλαια είναι σε θέση να συναλλάσσονται διεθνώς και να μετακινούν κεφάλαια και ρευστότητα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ διαφορετικών αγορών, κάτι που έχει διαπιστωθεί πως δημιουργεί ανισορροπίες. Η εισαγωγή του Financial Transaction Tax θα περιορίσει τις κερδοσκοπικές κινήσεις, καθώς ο διαχειριστής του hedge fund θα σκεφτεί καλύτερα το αν θα τοποθετήσει 100 εκατ. ευρώ σε μετοχές ή ομόλογα όταν θα γνωρίζει πως θα φορολογηθεί αυτομάτως κατά την αγοραπωλησία με 100.000 ευρώ. Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται πως θα περιοριστούν φαινόμενα ακάλυπτων ανοικτών πωλήσεων (naked short selling) σαν αυτά που δυστυχώς είχαμε τις τελευταίες ημέρες και στο ελληνικό χρηματιστήριο, όπου ξένοι επενδυτές ουσιαστικά πουλούσαν μετοχές που δεν είχαν στην κατοχή τους.
Οταν οι αγορές είναι πλημμυρισμένες με ρευστότητα, οι κερδοσκοπικές συμπεριφορές καθίστανται πιο επιθετικές. Δυστυχώς ο κανόνας αυτός επιβεβαιώνεται και στον τρόπο με τον οποίο κάποιοι επενδύουν (και αποεπενδύουν) στην Ελλάδα. Για τις παρασιτικές αυτές περιπτώσεις που δεν υπάρχει το Financial Fair Play, ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα υπενθυμίζει την κεϊνσιανή θεώρηση των χρηματοπιστωτικών αγορών ως καζίνο. Και όποιος παίζει στο «καζίνο» πρέπει να ξέρει πως το χόμπι είναι ακριβό…
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 11 Μαΐου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
