Τον δρόμο για τη λειτουργία απολύτως ιδιωτικών τραπεζών ανοίγει η νομενκλατούρα του Πεκίνου στο πλαίσιο της απελευθέρωσης του χρηματοοικονομικού τομέα της Κίνας που επιχειρεί. Η λειτουργία ιδιωτικών τραπεζών περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και φιλελευθεροποίησης του τραπεζικού τομέα της Κίνας, που –αν αποδώσει τα αναμενόμενα… –θα καταστήσει άνευ αντικειμένου τις χιλιάδες παρατράπεζες που λειτουργούν στη χώρα. Διότι η Κίνα είναι μια από τις χώρες όπου ανθεί εδώ και χρόνια η λεγόμενη «σκιώδης τραπεζική».
Πέντε ιδιωτικές τράπεζες πρόκειται να ανοίξουν στη χώρα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του προέδρου της κινεζικής Τραπεζικής Ρυθμιστικής Επιτροπής Σανγκ Φουλίν. Οι τράπεζες θα εδρεύουν στις πόλεις Σανγκάη και Τιανζίν. Οι ειδικοί περί τα κινεζικά αναλυτές θεωρούν ότι η απελευθέρωση του κλάδου αποφασίστηκε και ανακοινώθηκε νωρίτερα από το αναμενόμενο. Επιπλέον, στο πλαίσιο επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων στον χρηματοοικονομικό τομέα της χώρας, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κίνας, Ζου Ξιαοτσουάν προανήγγειλε την άρση, εντός διετίας, της κυβερνητικής ανάμειξης στον καθορισμό των επιτοκίων καταθέσεων στη χώρα.
«Η απελευθέρωση των επιτοκίων καταθέσεων ασφαλώς και βρίσκεται στην ατζέντα μας. Σε δύο χρόνια θα έχει ολοκληρωθεί» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Ζου, σηματοδοτώντας το «τελευταίο στάδιο της απελευθέρωσης των επιτοκίων», όπως εκτιμά ο ανταποκριτής των «Financial Times» στο Πεκίνο. Η απελευθέρωση των επιτοκίων ίσως περιορίσει και το άγος της «σκιώδους τραπεζικής», πρακτική που κυριαρχεί όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια στην κινεζική τραπεζική αγορά. Ισως καταστήσει, δηλαδή, άνευ αντικειμένου τις αμέτρητες παρατράπεζες που προσφέρουν στους καταθέτες επιτόκια αρκετά υψηλότερα του επίσημου 3,3% (για προθεσμιακές καταθέσεις ενός έτους) που έχουν καθορίσει οι κινεζικές Αρχές.
Εμφαση στους μικρομεσαίους
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του κινεζικού Τύπου, οι ιδιωτικές τράπεζες που θα ανοίξουν θα υπόκεινται στους ίδιους κανόνες λειτουργίας με εκείνους που διέπουν τις μεγάλες, κρατικές τράπεζες της χώρας. Θα ενθαρρύνονται, ωστόσο, οι νέες τράπεζες προκειμένου να εστιάζουν τις δραστηριότητές τους στη χρηματοδότηση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Τα κρατικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι δέκα μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα επενδύσουν στις υπό ίδρυση ιδιωτικές τράπεζες, μεταξύ αυτών οι τεχνολογικοί γίγαντες Alibaba και Tencent, η μικρή ιδιωτική αεροπορική εταιρεία JuneYao, η εταιρεία διαχείρισης ακινήτων Fosun και η κατασκευάστρια ηλεκτρικού εξοπλισμού Chint Electrics.
Οπως διευκρίνισε ο πρόεδρος του εποπτικού τραπεζικού οργάνου Σανγκ Φουλίν, σε κάθε μία από τις πέντε νέες τράπεζες θα επενδύσουν τουλάχιστον δύο ιδιώτες επενδυτές. «Ο κινεζικός χρηματοοικονομικός τομέας απελευθερώνεται ταχύτερα από όσο πολλοί περίμεναν στις αρχές της χρονιάς» δήλωσε ο Κου Χονγκμπίν της HSBC. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της χώρας, το μερίδιο των ιδιωτικών επενδύσεων στην τραπεζική βιομηχανία της Κίνας δεν ξεπερνά το 12%. Το υπολειπόμενο 88% καλύπτεται από κονδύλια που ελέγχει η κεντρική κυβέρνηση. Η μοναδική τράπεζα που θεωρείται ιδιωτική στην Κίνα είναι η Minsheng Bank, η οποία ιδρύθηκε το 1996. Λειτουργεί, ωστόσο, υπό αυστηρή κυβερνητική εποπτεία, ενώ τα ανώτατα διοικητικά στελέχη της είναι διορισμένα από το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Πιστωτική ασφυξία
Πολλές είναι οι παθογένειες του κινεζικού τραπεζικού συστήματος που εκτρέφουν τη «σκιώδη τραπεζική». Μία εξ αυτών είναι η πιστωτική ασφυξία που παγίως παρατηρείται στην κινεζική αγορά στα τέλη κάθε χρονιάς, όταν οι κομματικοί γραφειοκράτες-διοικητές των τραπεζών πασχίζουν να εξωραΐσουν τους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ομίλων που έχουν υπό την ευθύνη τους.
Είναι χαρακτηριστικό το «επεισόδιο» του περασμένου Δεκεμβρίου, όταν η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας αναγκάστηκε να διοχετεύσει κεφάλαια που αντιστοιχούν σε 5,5 δισ. δολάρια στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα για να ηρεμήσει τις αγορές που είχαν στείλει τα επιτόκια της διατραπεζικής στα ύψη (στο 9%) και την αγορά ομολόγων στα… βάθη. Αναλυτές εκτιμούν ότι το πλέον πρόσφατο επεισόδιο με τα επιτόκια της διατραπεζικής αλλά και το προηγούμενο παρόμοιο που είχε παρατηρηθεί τον περασμένο Ιούνιο συνέβαλαν ώστε η νομενκλατούρα να αποφασίσει να επιταχύνει τη διαδικασία απελευθέρωσης της τραπεζικής αγοράς.
Συστημικό το ρίσκο της σκιώδους τραπεζικής
- Ο Μπεν Μπερνάνκι όρισε τη σκιώδη τραπεζική ως «ένα σύστημα μη τραπεζικών χρηματοοικονομικών διαμεσολαβητών, το οποίο προσφέρει υπηρεσίες που ομοιάζουν με εκείνες των παραδοσιακών τραπεζών, αλλά δεν συνδέονται ή συνδέονται έμμεσα και οριακά με τους θεσμικούς παράγοντες του κλάδου». Σημαντικοί συστατικοί παράγοντες της σκιώδους τραπεζικής είναι, κατά τον πρώην πρόεδρο της Fed, «οι διεκπεραιωτές μετοχοποιήσεων, επενδυτικές εταιρείες που στηρίζονται σε εταιρικά ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια στις αγορές συναλλάγματος, οι αγορές δικαιωμάτων επαναγοράς (repos), επενδυτικές τράπεζες και εταιρείες χορήγησης στεγαστικών δανείων».
- Οι σκιώδεις τραπεζικοί θεσμοί δεν διαθέτουν άδειες άσκησης τραπεζικών υπηρεσιών ούτε κλάδο καταθέσεων κεφαλαίων και ως εκ τούτου δεν υπόκεινται σε ελέγχους από τις ρυθμιστικές Αρχές. Το ανεξέλεγκτο που απολαμβάνουν αποτελεί, κατά τους ειδικούς, τη βασική αιτία για την οποία οι εταιρείες αυτές παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών συνιστούν μείζονα απειλή για το διεθνές τραπεζικό σύστημα και για το οικονομικό σύστημα εν γένει. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πρωταγωνιστές της αγοράς ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου (subprime market), από την οποία ξεκίνησε το 2007 η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, κατατάσσονται στην κατηγορία των παρεχόντων υπηρεσίες σκιώδους τραπεζικής.
- Σύμφωνα με την Επιτροπή Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ένα ρυθμιστικό task force του G20), η σκιώδης τραπεζική αντιστοιχεί στο 25%-30% του διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος. Το ενεργητικό της πρακτικής αυτής σε παγκόσμιο επίπεδο εκτιμάται ότι το 2010 είχε φθάσει τα 60 τρισ. δολάρια από 27 τρισ. δολάρια που ήταν το 2002.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
