Παρ’ όλο που η Ουκρανία κυριαρχεί τελευταία στη γερμανική δημοσιότητα, η Ελλάδα δεν έχει περάσει στα ψιλά. Την τελευταία εβδομάδα αυτό οφειλόταν στην επίσκεψη του προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ στην Αθήνα και στο μεγάλο «συγγνώμη» που ζήτησε στους Λιγκιάδες «στο όνομα της Γερμανίας» από τα θύματα των ναζιστών. Σε ορισμένες εφημερίδες, όπως η «Welt – online», ήταν πρώτη είδηση.
Ανεξάρτητα από αυτό όμως η κρίση στην Ελλάδα παρέμεινε αυθύπαρκτο θέμα. Μόνο που ξαφνικά, οι αναγνώστες και θεατές είχαν μπροστά τους την εικόνα μια «νέας ελληνικής αυτοπεποίθησης», όπως αυτή εκπεμπόταν από την (υποτιθέμενη ή πραγματική) αντίσταση της δικομματικής κυβέρνησης στις εντολές της τρόικας.
Τα μέσα ενημέρωσης έδιναν ταυτόχρονα έμφαση στα νέα, κατά τη γνώμη τους, χαρακτηριστικά της πολιτικής της Αθήνας: Στην απόφασή της, πρώτον, να αποκρούσει περαιτέρω άμεση «βοήθεια» από τους εταίρους και να βγει στις αγορές από το δεύτερο εξάμηνο του 2014 –στη βάση βέβαια μιας έμμεσης υποστήριξης από το ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας ESM, όπως η παροχή πιστωτικών εγγυήσεων. Και, δεύτερον, να ανανεώσει το παλαιότερο αίτημά της για την επιμήκυνση του χρέους και την επιπλέον συμπίεση των επιτοκίων.
Οι ειδικοί ήταν βέβαια λιγότερο εντυπωσιασμένοι. «Διαπραγματευτικό θέατρο» αποφάνθηκε, για παράδειγμα, ο οικονομολόγος Φέρντιναντ Φίχτνερ. «Εν όψει της λήξης του Μνημονίου είναι επόμενο η ελληνική πλευρά να επιζητεί ευνοϊκότερο διακανονισμό της σχέσης της προς τους δανειστές της».
Οι αξιωματούχοι στο Βερολίνο αποφεύγουν πάντως τελευταία να υπεισέλθουν επίσημα στο θέμα. Και οι απαντήσεις τους, όποτε υποβάλλονται ερωτήσεις, θυμίζουν λιγάκι το μαντείο των Δελφών: «Με το θέμα της Ελλάδας θα ασχοληθεί τη Δευτέρα το Eurogroup στις Βρυξέλλες» έλεγε την Παρασκευή στο «Βήμα» εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών.
Ανεπίσημα βέβαια, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν είναι καθόλου λακωνικοί. Ορισμένοι από αυτούς δεν κρύβουν μάλιστα τους φόβους τους για το μέλλον της Ελλάδας. Η περίπτωση να νικήσει στις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ (κάτι που, ως αφήνεται ενίοτε να εννοηθεί, θα έβαζε τέλος στις καλές σχέσεις με την Ελλάδα) ανατρέπει τα σχέδιά τους για μια βαθμιαία επιστροφή στην πολιτική ομαλότητα στην ευρωζώνη ως επακόλουθο της έστω και μικρής βελτίωσης κάποιων οικονομικών συντελεστών που καταγράφηκε τελευταία, ιδιαίτερα στις υπερχρεωμένες χώρες.
Λιγότερο «φοβικοί» προβληματισμοί αναπτύσσονται στο υπουργείο Οικονομικών, που την περασμένη εβδομάδα άφησε να διαρρεύσει έγγραφο, στο οποίο αναπτύσσεται η δυνατότητα μιας πλήρους αλλαγής του τρόπου βοήθειας: Σε περίπτωση νέου (τρίτου) προγράμματος, αναφέρεται σε αυτό, οι στόχοι θα περιοριστούν σε περίπου 20 (στα προηγούμενα δύο προγράμματα ήταν εκατοντάδες) και η υλοποίησή τους θα ανατεθεί όχι πλέον στην τρόικα, αλλά στην ελληνική κυβέρνηση. Εκπρόσωπος του υπουργείου έσπευσε βέβαια λίγο μετά να διαψεύσει τη γνησιότητα του ντοκουμέντου, όμως ποιος τον πιστεύει -η συζήτηση για αυτό δεν εννοεί από τότε να σταματήσει. Σε αυτό ακριβώς απέβλεπε εξάλλου και η διαρροή του.
Τι λέει στέλεχος του Γερμανικού υπουργείου Οικονομικών
«Θα δούμε για περαιτέρω βοήθεια»
«Θα δούμε για περαιτέρω βοήθεια»
Η Ελλάδα επιδιώκει την έξοδο στις αγορές το δεύτερο εξάμηνο του 2014. Συμφωνεί με αυτό το Βερολίνο;
«Το τωρινό πρόγραμμα ισχύει ως το τέλος του 2014. Και η Ελλάδα πρέπει μέχρι τότε να έχει εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της».
Πότε θα γίνει η καταβολή της επόμενης δανειακής δόσης;
«Μόλις τελειώσει η τρόικα την τρέχουσα εξέτασή της στην Ελλάδα. Αυτό αποτελεί πρωτεύον εγχείρημα».
Η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών χρειάζονται 6,4 δισ. ευρώ, η τρόικα 8 δισ. και πλέον το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο περισσότερα από 10 δισ. Πώς μπορεί να καλυφθεί το χάσμα μεταξύ τους;
«Η εξακρίβωση του ποσού για την ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα είναι επίσης αντικείμενο της εξέτασης της τρόικας. Γι’ αυτό και πρέπει να περιμένουμε. Το αν θα υπάρξει ένα υπόλοιπο χρηματοδότησης θα το ξέρουμε με σαφήνεια στα μέσα του 2014. Μόνο κατόπιν θα γίνει ξεκάθαρο ποιο μέρος θα χρηματοδοτήσει η ίδια η Ελλάδα και ποιο θα καλυφθεί με τη μορφή περαιτέρω βοηθειών».
Φέρντιναντ Φίχτνερ
Η Γερμανία αποδέχεται τη νέα αυτοπεποίθηση των ελλήνων πολιτικών
Η Γερμανία αποδέχεται τη νέα αυτοπεποίθηση των ελλήνων πολιτικών
Το Βερολίνο αποδέχεται τη νέα αυτοπεποίθηση των ελλήνων πολιτικών, υποστηρίζει ο Φέρντιναντ Φίχτνερ, επικεφαλής του τμήματος «Συγκυρία» στο Ινστιτούτο Οικονομικής Ερευνας του Βερολίνου DIW.
Η ελληνική κυβέρνηση θέλει να βγει το καλοκαίρι στις διεθνείς αγορές. Εχει αυτό οικονομικά νόημα;
«Οχι για μακροπρόθεσμα δάνεια. Οι τόκοι που θα πληρώνει για αυτά θα είναι δυσβάστακτοι. Τα βραχυπρόθεσμα δάνεια είναι άλλο πράγμα. Ομως αυτά δεν ικανοποιούν τις μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης. Εξάλλου, βραχυπρόθεσμα δάνεια παίρνει και σήμερα».
Πέρα από αυτό, η Αθήνα έχει τραβήξει τις τελευταίες ημέρες κόκκινες γραμμές απέναντι στην τρόικα, όπως στο θέμα των μαζικών απολύσεων. Πώς εκλαμβάνεται αυτό στο Βερολίνο, ως νέα αυτοπεποίθηση ή ως νέο θράσος έναντι των εταίρων;
«Ισχύει το πρώτο. Αν συνέβαινε το δεύτερο θα ήταν για όλους καταστροφικό. Θα αύξανε τη δυσπιστία της γερμανικής κοινής γνώμης και θα εμπόδιζε την κυβέρνηση Μέρκελ να συνεχίσει τη βοήθεια. Το Βερολίνο αποδέχεται τη νέα αυτοπεποίθηση των ελλήνων πολιτικών ως έκφραση του γεγονότος ότι έκαναν καλά τη δουλειά τους υλοποιώντας τις εντολές της τρόικας».
Οι ίδιοι πολιτικοί ζητούν τώρα αυτονομία στην εφαρμογή του Μνημονίου…
«Και καλά κάνουν. Αυτό έπρεπε να είχε γίνει από την πρώτη στιγμή που εφαρμόστηκε το Μνημόνιο. Μόνο μια κυβέρνηση που ενεργεί αυτόνομα μπορεί να αποδώσει πλήρως. Από την άλλη βέβαια, θα πρέπει να διασφαλιστεί επαρκώς ο έλεγχος της υλοποίησης των συμφωνιών».
Πόσο πιθανές είναι σήμερα η περαιτέρω επιμήκυνση των χρεών και η μείωση των επιτοκίων;
«Πολύ πιθανή. Νομίζω ότι το Βερολίνο θα πει ναι σε αυτό, αν μάλιστα επιβεβαιωθεί η επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος. Ενα τέτοιο μέτρο είναι ισοδύναμο με το “κούρεμα”, το οποίο όμως δεν θέλει κανένα από τα κράτη δανειστές, επειδή προσκρούει στο “όχι” των φορολογουμένων τους. Το γεγονός ότι η επιμήκυνση δεν γίνεται συνήθως αντιληπτή, την κάνει και πιο εύκολα αποδεκτή».
Δεν θα ήταν σκόπιμο για τους δανειστές να κάνουν ένα προεκλογικό δώρο στα κυβερνητικά κόμματα με τη μορφή, ας πούμε, μιας πρόωρης εξαγγελίας της επιμήκυνσης;
«Το πρόβλημα είναι ότι η ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού δεν παρατηρείται μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γερμανία υπάρχει κίνδυνος να εκλεγεί στην Ευρωβουλή η ευρωσκεπτικιστική Εναλλακτική Λύση για τη Γερμανία, η οποία τάσσεται εναντίον των προγραμμάτων βοήθειας. Θεωρώ ότι η γερμανική κυβέρνηση κάνει καλά που συμπαρίσταται στην Ελλάδα. Αν όμως εκλεγεί σε αυτήν μια κυβέρνηση που είναι λιγότερο συνεργάσιμη από τη σημερινή, θα περιορίσει τη συνεργασία –πιθανόν και να τη διακόψει εντελώς».
Δεν θα θέσει έτσι σε κίνδυνο το ευρώ;
«Οχι. Οι μηχανισμοί που διαθέτει σήμερα το κοινό νόμισμα, όπως το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης, αλλά κυρίως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το κάνουν πρακτικά άτρωτο».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
