
Ο Αντίνοος Αλμπάνης ξεπληρώνει με παρανοϊκή βία την ωμή βία του Αρη Σερβετάλη («Το κουρδιστό πορτοκάλι»)
Εχοντας δει και ξαναδεί την ομώνυμη ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ με το σουρεαλιστικό, πλην όμως αφόρητα βίαιο σύμπαν στο οποίο πρωτοστατεί και πρωταγωνιστεί ο Μάλκομ Μακ Ντάουελ, στο πρώτο άκουσμα της είδησης ότι ο Γιάννης Κακλέας, σκηνοθέτης που έχει κατά καιρούς γλιστρήσει και σε διάφορες εμπορικές μπανανόφλουδες, θα αναλάμβανε τη θεατρική μεταφορά του, η αισιοδοξία για το εγχείρημα παραήταν συγκρατημένη. Το αποτέλεσμα όμως είναι πολύ ικανοποιητικό. Ισως επειδή ο Αρης Σερβετάλης στον κεντρικό ρόλο του άνδρα που διασκεδάζει σκορπώντας τον τρόμο στην πόλη παρέα με τη συμμορία του είναι εξαιρετικός. Το κοινό που κατακλύζει κάθε βράδυ την παράσταση είναι κατά βάση πολύ νέο (οι εικοσάρηδες σχηματίζουν ουρές), χωρίς όμως να λείπουν και οι μεγαλύτερης ηλικίας θεατές, που ήταν αρχικά επιφυλακτικοί έχοντας από καιρό κατατάξει την πρωτότυπη ταινία σε μία από τις αγαπημένες τους. Ξυλοδαρμοί, σκληρά παιχνίδια του μυαλού, πλύση εγκεφάλου για το τι είναι κοινωνικά αποδεκτό, και το έργο κάνει το φρικτό κλισέ «επίκαιρο όσο ποτέ» να πιάνει τόπο.

Η Ελένη Κουτσιούμπα και ο Θανάσης Ζερίτης εικονογραφούν πώς μπορείς να κόψεις το αφτί του παιδιού σου στο οικογενειακό τραπέζι («Ο Μουνής»)
Τα ευτράπελα που προκαλούνται στο ταμείο του θεάτρου όταν θεατές τηλεφωνούν για να κλείσουν θέση για το συγκεκριμένο έργο και ντρέπονται να ξεστομίσουν τον τίτλο ήταν αναμενόμενα. Βασισμένο σε ένα διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου, σκηνοθετημένο από τον Παντελή Δεντάκη και καλοπαιγμένο από την πενταμελή ομάδα νέων ηθοποιών 4Frontal, το έργο σε βάζει για τα καλά στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα μιας επαρχιακής πόλης, όπου όλοι τα ξέρουν όλα για όλους. Η γλώσσα που κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει αντηχεί στα καφενεία, στις ταβέρνες, στα κομμωτήρια, οδηγώντας άνδρες και γυναίκες στα άκρα. Κακά προξενιά με τις ευλογίες μιας καπάτσας μάνας, παρατσούκλια που σε σημαδεύουν σαν φαλτσέτα και η κλειστή κοινωνία δεν μπορεί και δεν θέλει να πάρει αέρα από πουθενά. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι μεγαλουπόλεις σαν την Αθήνα δεν απέχουν πλέον και πολύ από αυτό το σκηνικό.

Ο καλός μπάτσος (Νίκος Κουρής) και ο κακός μπάτσος (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) βασανίζουν τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη μέχρι να ομολογήσει κάτι που δεν έκανε («Ο πουπουλένιος»)
Το παλαιότερο ανέβασμά του στο θέατρο Αμόρε σε σκηνοθεσία Βίκυς Γεωργιάδη έχει μείνει σε πολλούς αξέχαστο. Ωστόσο και σε αυτή τη νέα του εκδοχή ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό: να ανοίξει ένα έργο που θίγει τόσο άβολα θέματα σε ένα πολύ ευρύ κοινό, χωρίς όμως να κάνει εκπτώσεις από την ουσία και τα σκοτάδια της υπόθεσης. Ο ίδιος, εκτός από τη σκηνοθεσία, κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Κατούριαν, συγγραφέα αλλόκοτων παιδικών ιστοριών που συλλαμβάνεται όταν πληθαίνουν οι δολοφονίες παιδιών με τρόπους βγαλμένους από τις αφηγήσεις του. Ενα κοριτσάκι θα βρεθεί πνιγμένο από ξυραφάκια που κάποιος τής έσπρωξε στον οισοφάγο, ένα αγοράκι πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία όταν κάποιος τού έκοψε το πόδι. Ο καλός (Νίκος Κουρής) και ο κακός μπάτσος (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) αρχίζουν την ανάκριση-πόλεμο νεύρων και ο Μίκαλ (Γιώργος Πυρπασόπουλος), ο αδερφός με νοητική υστέρηση του Κατούριαν, είναι το πρόσωπο-«κλειδί». Στο υπέροχα άγριο έργο του Ιρλανδού Αρθουρ Μακ Ντόνα υπεύθυνοι για όλη αυτή τη φριχτή βία είναι οι γονείς-βασανιστές αυτών των δύο αγοριών. Τα φώτα ανάβουν και μένεις να αναρωτιέσαι πόσους σκελετούς μπορεί να χωρέσει μια εντοιχισμένη ντουλάπα ενός μικροαστικού διαμερίσματος.

Ο Στέλιος Μάινας απαντά με βία στον πόλεμο νεύρων της Αννας Μάσχα («Τίρζα»)
«Μέχρι πρόσφατα οι πόλεμοι συνέβαιναν σε έναν τόπο. Είχαν μια αρχή και συχνά τέλειωναν με ένα σαφές αποτέλεσμα. Επειτα εμφανίστηκε ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία και ήταν παντού και πουθενά. Και αν και ο πόλεμος ήταν φανερός σε κάποια μέρη –στο Αφγανιστάν και το Ιράκ για παράδειγμα -, σε άλλα παρέμεινε δυσδιάκριτος. Μετά ήρθε η οικονομική κρίση και κάθε πόλεμος έγινε τόσο αόριστος όσο οι “πραγματικοί πόλεμοι” στις αρχές του 21ου αιώνα. Η κρίση επίσης ήταν παντού και πουθενά, αλλά είχε ένα έθνος στο επίκεντρό της: την Ελλάδα»:
ο ολλανδός συγγραφέας Αρνον Γκρούνμπεργκ παραβρέθηκε την περασμένη Τρίτη στην επίσημη πρεμιέρα του έργου του και είχε περισσότερες απορίες για τους έλληνες δημοσιογράφους απ’ ό,τι εκείνοι γι’ αυτόν. Διότι, όπως λέει, «στην Ελλάδα ξέσπασε πρώτα η πυρκαγιά». Αναρωτήθηκε για το πώς ζούμε, πώς καταφέρνουμε να χαμογελάμε ακόμη, να φοράμε τα καλά μας και να πηγαίνουμε στο θέατρο, όταν όλες οι άλλες χώρες μάς παρουσιάζουν σαν την πηγή του αποστήματος. Κάπως έτσι και το έργο του, που σκηνοθέτησε ο Κώστας Φιλίππογλου, μιλάει για έναν φιλήσυχο άνθρωπο (υπέροχος ο Στέλιος Μάινας) που φθάνει στα άκρα όταν τα χρέη πνίγουν την κοινωνική υπόληψή του και η πρώην γυναίκα του την ανδρική υπόστασή του. Η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι είναι όταν η αγαπημένη του κόρη Τίρζα ερωτεύεται κάποιον που είναι φτυστός ο Μοχάμετ Ατα, ο τρομοκράτης που έριξε τους Δίδυμους Πύργους. Εκεί ανοίγει ο κύκλος της αιματηρής εκδίκησης που μεταξύ άλλων περιέχει και ένα φονικό αλυσοπρίονο.

Η Βίκυ Παπαδοπούλου υποτάσσει τον Γιώργο Παπαγεωργίου σε ένα ανελέητο σαδομαζοχιστικό παιχνίδι («Η Αφροδίτη με τη γούνα»)
Ο συγγραφέας Ντέιβιντ Αϊβς βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Λεοπόλδου φον Ζάχερ-Μαζόχ, του αυστριακού συγγραφέα και δημοσιογράφου από το όνομα του οποίου προέκυψε και ο όρος μαζοχισμός. Ενας συγγραφέας-σκηνοθέτης αναζητεί μια νεαρή ηθοποιό για να υποδυθεί με πάθος και αυταπάρνηση την ηρωίδα του Μαζόχ, Βάντα φον Ντουνάγεφ. Μια βροχερή νύχτα, σε ένα άδειο θέατρο, οι ρόλοι εναλλάσσονται με αστραπιαία ορμή και προτού καλά-καλά το καταλάβουν, έχουν βγει τα μαστίγια, έχουν φορεθεί τα δερμάτινα περιλαίμια και οι ζαρτιέρες τόσο από τη γυναίκα όσο και από τον άνδρα. Ο σκηνοθέτης Γιώργος Οικονόμου αφήνει δικαίως πολύ χώρο στους δύο ωραιότατους ηθοποιούς που επέλεξε γι’ αυτό το σαδομαζοχιστικό έργο. Η Βίκυ Παπαδοπούλου και ο Γιώργος Παπαγεωργίου ταπεινώνουν και ταπεινώνονται, σκύβουν και υποκλίνονται, αποδεικνύοντας ότι σε κάθε εποχή, ακόμη και χωρίς υπηρέτες και κρινολίνα, ο έρωτας είναι ένα ατέλειωτο παιχνίδι εξουσίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
