Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου επιστρέφει στις ρίζες του, στην εικαστική σκηνή, εκεί από όπου ξεκίνησε τη δημιουργική πορεία του. Κατά κάποιον τρόπο: Διότι στη 2η Μπιενάλε της Αθήνας με τίτλο Ηeaven συμμετέχει, σε συνεργασία με τον καταξιωμένο εικαστικό Ζάφο Ξαγοράρη, στην ομάδα των επτά ελλήνων και ξένων επιμελητών που καλούνται να πραγματευθούν το θέμα της διοργάνωσης, τον Παράδεισο. Αντί δηλαδή να συμμετέχουν ως καλλιτέχνες, οι δύο δημιουργοί καλούνται να μεταμορφωθούν σε curators και να χορογραφήσουν οράματα άλλων. Να λειτουργήσουν ως υπερενορχηστρωτές των εικαστικών δράσεων που θα δημιουργήσουν οι καλλιτεχνικές ομάδες τις οποίες προσκάλεσαν στη Ηeaven Live, όπως τιτλοφόρησαν την ειδική έκθεση που επιμελούνται.
Το «πείραμα» των ΧΥΖ (όπως αποκαλούνται οι Ξένια Καλπατσόγλου, Ρoka Υo και Αυγουστίνος Ζενάκος, καλλιτεχνικοί διευθυντές της 2ης Μπιενάλε της Αθήνας), η ιδέα να προσκαλέσουν το ιδιαίτερο αυτό ντουέτο να συμμετάσχει στη Μπιενάλε δηλαδή, δεν προέκυψε τυχαία. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου και ο Ζάφος Ξαγοράρης γνωρίστηκαν ως φοιτητές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, παρέμειναν φίλοι και τώρα πλέον συναντιούνται «επισήμως». Σε αυτή τη συνεργασία ο Ξαγοράρης συχνά πλάθει το πιο άυλο από τα δυνητικά στοιχεία ενός έργου τέχνης, όπως είναι ο ήχος. Η συνεργασία τους στη Ηeavenέδωσε ώθηση σε μία ακόμη δράση: το έργο «Πουθενά» του Δημήτρη Παπαϊωάννου θα παρουσιαστεί στο Εθνικό Θέατρο τον προσεχή Οκτώβριο. Ο εύπλαστος ήχος του Ξαγοράρη θα διατηρεί ρόλο-κλειδί.
– Γιατί αποφασίσατε να συνεργαστείτε μαζί στη 2η Μπιενάλε της Αθήνας;
Δ.Π.:Οι ΧΥΖ μού έκαναν έντονο φλερτ να κάνω τον βασικό curator στην Μπιενάλε. Και η άμεση αντίδρασή μου ήταν «ευχαριστώ, αλλά όχι», διότι δεν ξέρω καθόλου τη δουλειά. Στη δεύτερη και τρίτη κρούση ζήτησα την άδεια να δουλέψω μαζί με κάποιον γιατί μόνος μου δεν θα μπορούσα, χρειαζόμουν έναν άνθρωπο που να ξέρει, να εμπιστεύομαι ότι θα πάμε σε μια ενδιαφέρουσα περιπέτεια μαζί. Η κατεύθυνση που ονειρευόταν ο Ζάφος ήταν η μόνη που μπορούσε να με πείσει ότι θα άξιζε τον κόπο να μπω σε αυτό το ταξίδι και να μάθω μερικά πράγματα. Ο Ζάφος έχει τη γνώση και φέρνει την κατεύθυνση. Κάνουμε τις επιλογές και αυτό το υλικό θα χρησιμοποιήσει τη δική μου ιδιότητα για μια υπερσκηνοθεσία.
– Γιατί Live; Ζ.Ξ.:Είναι ένας τίτλος μπανάλ που χρησιμοποιείται σε αναμεταδόσεις, μουσικά events κτλ. Αλλά στα εικαστικά είναι αρκετά περίεργος. Με την εμπειρία του Δημήτρη στο να στήνει ζωντανά γεγονότα, να υπερσκηνοθετεί, όπως λέει, αποφασίσαμε να καλέσουμε διάφορες καλλιτεχνικές ομάδες να δημιουργήσουν μια ανοιχτή έκθεση. Live είναι ούτως ή άλλως η ατμόσφαιρα στην παραλία στον Φλοίσβο. Σε αυτήν εμείς θα προσθέσουμε μια σειρά ζωντανών δράσεων.
Δ.Π.:Ηταν ο τίτλος εργασίας που έδωσε στην αρχή ο Ζάφος γιατί τον ενδιέφερε η φευγαλέα φύση των ζωντανών έργων που θα αφήσουν ανεπαίσθητα ίχνη στο τοπίο.
– Πώς θα εμπλακεί το κοινό στις δράσεις αυτές; Θα μπορώ εγώ ως λουόμενος να γίνω μέρος μιας ομάδας;
Δ.Π.:Σίγουρα, αν κάνεις τη βόλτα σου. Θα βλέπεις ένα γκρουπ ανθρώπων σε πλωτό μέρος να κουβεντιάζει σε στρογγυλό τραπέζι. Αυτό από μόνο του είναι σαν μία περφόρμανς.
– Σαν έργο του Φελίνι ακούγεται. Δ.Π.:Μακάρι, μια τέτοια ατμόσφαιρα… Ετσι κι αλλιώς είναι μια χημεία. Θα ρίξουμε αυτήν την παστίλια μέσα εκεί και θα δούμε τι αναβρασμούς θα κάνει.
– Ενας χορογράφος και ένας εικαστικός καλλιτέχνης που δρουν ως υπερενορχηστρωτές; Πώς νιώθετε με αυτή τη μεταφορά θέσης;
Δ.Π.:Εμένα με κάνει να νιώθω πολύ άβολα. Αποτελεί άσκηση ενάντια στον εαυτό μου που θέλει να ελέγχει τα πάντα γιατί είναι η φύση μου τέτοια. Είναι πολύ συνειδητή η επιλογή μου: βρίσκομαι τα τελευταία χρόνια σε μια διαδικασία που δεν μου αρέσω και θέλω να διευρύνω κάπως τον εαυτό μου με πράγματα που μου αρέσουν. Το ενδιαφέρον λοιπόν είναι αυτή η άσκηση εγωισμού μέσα στη συνεργασία μας και στο ότι προετοιμάζουμε ένα γεγονός που τελικά θα το κάνουν οι καλλιτέχνες. Δεν θα ήθελα να το κάνω στη ζωή μου. Και οι δυο μας επιθυμούμε να εμπλουτίσουμε την εμπειρία μας με ένα τέτοιο εγχείρημα. Και να επιστρέψουμε στις εργασίες μας πιο ζωντανοί.
Ζ.Ξ.:Η μόνη μου εμπειρία ως curator ήταν στην Μπιενάλε της Βενετίας, την Αρχιτεκτονική, όπου το 2004 είχα συνεπιμεληθεί μια έκθεση. Βοηθάει η ιδιότητά μου ως δασκάλου στην ΑΣΚΤ. Αλλά δεν έχω εποπτεία όλων των καλλιτεχνικών πραγμάτων παγκοσμίως. Βρίσκω ενδιαφέρον σε αυτό το εγχείρημα ότι σε έναν βαθμό- όπως συμβαίνει και στη σύγχρονη τέχνηο καλλιτέχνης επιχειρεί να δουλέψει σε πεδίο που έχει να κάνει με την αλλαγή του πλαισίου. Ορίζεις ένα πεδίο μέσα στο οποίο μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Το αποτέλεσμα είναι απρόβλεπτο. – Πώς ήταν το εικαστικό περιβάλλον όταν ξεκινούσατε μαζί στην ΑΣΚΤ; Νιώθατε ότι θα βρείτε δρόμους ανοιχτούς,ότι υπήρχαν ερεθίσματα;
Ζ.Ξ.:Μπορώ να σου πω αυτό που διέκρινα στους γονείς μου, που ήταν καλλιτέχνες: την τεράστια προσδοκία ότι τα πράγματα θα αλλάξουν άρδην μετά τη χούντα. Τα πράγματα άλλαξαν, αλλά κάπως πιο μαλακά. Και νομίζω ότι συνεχίζουν να μεταβάλλονται προς το καλύτερο.
Δ.Π.:Εγώ ήμουν κανονικό βλαχάκι. Δεν είχα ούτε γονείς καλλιτέχνες και δεν ήμουν καθόλου συντονισμένος με το τι μπορεί να είναι σύγχρονη τέχνη. Μάλιστα υπήρχε τότε και το εργαστήριο του Κεσσανλή που ήταν και στα high του. Δεν καταλάβαινα τίποτα, Χριστό. Το μόνο που καταλάβαινα ήταν να ζωγραφίζω στο τελάρο. Στην αρχή αρχή. Μόλις ξεκίνησα τον σύγχρονο χορό, άρχισε να ανοίγει το μάτι μου για οτιδήποτε μπορούσε να είναι σύγχρονο. Συνέβη από τελείως διαφορετικό δρόμο.
– Πώς και συνέβη μέσω του χορού;
Δ.Π.:Ο σύγχρονος χορός το κάνει αυτό. Είναι απόλυτα συντονισμένος με τη σημερινή έρευνα. Είχα και την τύχη να έχω πρώτη δασκάλα τη Μαίρη Τσούτη, που ήταν τότε σύζυγος του Πλάτωνα Ριβέλλη. Και οι δύο ήταν ενήμεροι, και έτσι βρέθηκα σε έναν πολύ καλό δρόμο για να με πετάξει στη σύγχρονη εποχή. Αλλά η ζωή μου μέσα στην ΑΣΚΤ ήταν σαν ένα όνειρο που γινόταν πραγματικότητα. Δεν είχα ακόμη την κρίση για να καταλάβω αν υπήρχαν ή δεν υπήρχαν δυνατότητες.
– Ηταν το όνειρό σου, αλλά από την άλλη λες ότι δεν είχες παιδεία.
Δ.Π.:Νομίζω ότι είχα το υλικό της καλλιτεχνικής ανησυχίας, αλλά δεν είχα βρεθεί σε περιβάλλον συντονισμένο με την εποχή του. Είναι πολύ μεγάλος δάσκαλός μου ο Τσαρούχης γενικότερα- πριν από την ΑΣΚΤ-, αλλά καταλαβαίνεις ότι βρέθηκα σε περιβάλλον το οποίο έκανε κάτι πολύ συγκεκριμένο, έτσι; Σε μια εποχή που υπήρχε ήδη ο Κεσσανλής. Αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά. Παραμένω ευγνώμων για αυτό που μου συνέβη, το αναφέρω απλώς γιατί ρώτησες.
– Το «Πουθενά» στο Εθνικό Θέατρο, όπου πάλι θα συνεργαστείτε, ακούγεται απαισιόδοξο για τον άνθρωπο,για την ταυτότητά του.
Δ.Π.:Θα σου προτείνω να το δεις με διαφορετικό τρόπο. Θα σου προτείνω να σκεφθείς ότι εμείς παραλαμβάνουμε μια καινούργια σκηνή, η οποία έχει, από την αυλαία και πίσω, γκρεμιστεί και ξαναχτιστεί, μέσα στις μικρές διαστάσεις αυτού του θεάτρου, για να παρέχει τις δυνατότητες μιας μεγάλης όπερας. Οπότε έχουμε μια καινούργια μηχανή, μια σκηνή θεάτρου η οποία είναι ένας τρόπος ή και κανένας, φτιαγμένος ειδικά για να γίνεται οτιδήποτε. Επειδή στη δική μου βασική χορογραφική αντίληψη ένας τόπος ορίζεται από την ανθρώπινη μετακίνηση και την παρουσία, αυτό το ένα στοιχείο, μαζί με τη μηχανή που αλλάζει η ίδια τον εαυτό της όντας τίποτα, είναι ένα παιχνίδι με το «no place». Οτι είσαι πουθενά. Είναι ένα παιχνίδι με την ίδια τη σκηνή του θεάτρου που είναι ανοιχτή σε οποιαδήποτε σήμανση για να γίνει τα πάντα. Ενώ σαν χώρος πρέπει να είναι μηδέν. Κάπως έτσι πρέπει να το σκεφθείς και όχι υπαρξιακά. Το υπαρξιακό του χρόνου θα το συζητήσουμε. Αφού συγκροτηθεί το έργο που γεννιέται αυτή τη στιγμή.
– Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι για πολλά έργα στη σύγχρονη τέχνη γίνεται πολύς ντόρος για το τίποτα.
Δ.Π.:Ο Ζάφος συνηθίζει να λέει ότι ο τομέας των εικαστικών έχει αναλάβει τον ρόλο του πειραματισμού εκεί όπου οι άλλες τέχνες δεν το κάνουν. Είναι επόμενο, και κάθε σοβαρός φιλότεχνος το ξέρει, να έχει πάρα πολύ φύρα αυτή η πλούσια παραγωγή. Που πολλές φορές έναν αμήχανο θεατή τον μπερδεύει η τόσο πολλή μπαρούφα. Πάρε το θέατρο. Αν δεν ήμασταν εξοικειωμένοι κοινωνικά με το θέατρο και έμπαινε κανείς απροετοίμαστος, σκέψου τι θα έπρεπε να φάει στη μάπα ώσπου να πέσει στο καλό. Είναι η φυσική ποσόστωση των πραγμάτων. Πόσο μάλλον σε ένα είδος που δεν το έχει υποδεχθεί η καθημερινότητά μας σαν μία ακόμη πιθανότητα. Υπό αυτήν την έννοια έχει ενδιαφέρον το Ηeaven Live σαν μια σύσταση. Να τη δει κανείς, να μην τη φοβηθεί και να αποφασίσει τι είναι ενδιαφέρον και τι όχι.
– Οπότε πώς αντιλαμβάνεστε τις έννοιες επιτυχία και αποτυχία; Ζ.Ξ.:Στο ζωντανό θέαμα (κι εγώ δουλεύω ως έναν βαθμό με πράγματα που είναι ζωντανά) έχεις την πολυτέλεια της άμεσης αντίδρασης του κόσμου. Αλλά υπάρχει και το άλλο στάδιο, για μένα το πιο σημαντικό, που έχει να κάνει με το πώς λειτουργεί στη συνέχεια αυτό που έκανες. Δηλαδή έχεις διατυπώσει μια καλλιτεχνική θέση η οποία στη συνέχεια ταξιδεύει και γίνεται αναφορά της από άλλους. Αυτός που έκανε εκείνο… Μνημονεύεσαι.
Δ.Π.:Ακριβώς αυτό συμβαίνει και στο θέατρο. Επιτυχημένη είναι η παράσταση που σου καρφώνει εικόνες στο μυαλό. Γιατί και το θέατρο, παρ΄ ότι παραδοσιακή μορφή, είναι κάτι τελείως εφήμερο. Πρέπει να σε στοιχειώνει το γεγονός ή να ενεργοποιεί διαρκώς μια ενδιαφέρουσα ιδέα.
– Πώς ορίζετε τη γνησιότητα στην τέχνη;
Ζ.Ξ.:Αυτό το οποίο κάνει ο καλλιτέχνης, την ώρα που το κάνει, είναι απλό. Το γεγονός ότι θα αλλάξει τη θέση μιας καρέκλας: αν αυτό είναι τέχνη μπορεί να φάει δύο αιώνες για να εξεταστεί. Αλλά η δημιουργία συμβαίνει για άγνωστους λόγους ή πιο απλούς από αυτούς που φανταζόμαστε. Αν περνούν από το μυαλό του καλλιτέχνη άλλα πράγματα, ας πούμε πώς θα φανεί το έργο, τότε βγαίνει από τη γνησιότητα.
Δ.Π.:Ως φιλότεχνο συνήθως με ενδιαφέρει τη στιγμή που έρχομαι σε επαφή με το έργο τέχνης ή λίγο αργότερα να μου απαντάει με έναν τρόπο, που δεν είναι τα λόγια, σε ένα- δυο από τα βασικά ερωτήματα τού τι διάολο κάνουμε. Αισθάνομαι δηλαδή ότι κάποιος «επικοινωνεί» μαζί μου ένα μέρος αυτής της απάντησης που δεν θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε. Και δεν είναι ακριβώς ότι μου ανοίγει δρόμους, ότι μου ανοίγει το μυαλό. Συναντιέται μια ερώτησή μου και φωτίζεται ένα μέρος της απάντησης με τρόπο που δεν εξηγείται. Διότι αν εξηγείται, νομίζω πως είναι κάτι άλλο από την τέχνη. Η τέχνη πρέπει να καλύψει, πιστεύω, αυτό το πεδίο που δεν μπορούν ακριβώς να καλύψουν οι λειψοί τρόποι επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Παλιότερα νομίζω ότι αυτό το έκανε η θρησκεία.
Η 2η Μπιενάλε της Αθήνας 2009 «Ηeaven» θα διεξαχθεί από τις 15 Ιουνίου ως τις 4 Οκτωβρίου στον Ολυμπιακό Πόλο Φαλήρου (κτίριο πεζογέφυραςΕσπλανάδας και πλατεία Νερού),καθώς και στην παραλιακή ζώνη του Παλαιού Φαλήρου, από τον Φλοίσβο ως τον Μπάτη.Συμμετέχουν περισσότεροι από 130 καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.Επιμελητές της έκθεσης είναι οι Δημήτρης Παπαϊωάννου και Ζάφος Ξαγοράρης,Τσους Μαρτίνεζ, Κέι Σόφι Ραμπίνοβιτς, Νταϊάνα Μπάλντον,Νάντια Αργυροπούλου, Χριστόφορος Μαρίνος. Τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό έχει αναλάβει ο Ανδρέας Αγγελιδάκης.Ωρες λειτουργίας: 12: 00-24.00.Πληροφορίες στο τηλ.210 5232.222 ή στην ηλεκτρονική διεύθυνση www. athensbiennial.org
