Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗ επίθεση στη Βομβάη την περασμένη Τετάρτη θα έχει συνέπειες οι οποίες δεν θα περιοριστούν στον χώρο της Ινδίας. Μολονότι ήταν δραματικά σκληρή και τραγική σε αριθμό θυμάτων, μολονότι η έφοδος των καλά εξοπλισμένων τρομοκρατών εντυπωσίασε ακόμη και τους ειδικούς για την ακρίβεια της ενέργειάς τους και την όλη στρατηγική τους, το ενδιαφέρον θα μετατοπιστεί πολύ σύντομα στις διεθνείς επιπτώσεις της επίθεσης. Ολες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι πίσω από τους τρομοκράτες βρίσκονται υπηρεσίες, αλλά και ανεξέλεγκτες ομάδες του Πακιστάν και ο ινδός πρωθυπουργός Μάνμοχαν Σινγκ έκανε σαφή υπαινιγμό
για τη χώρα, τονίζοντας ότι οι ένοχοι « θα πληρώσουν ακριβά». Μολονότι το Πακιστάν αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη, η ένταση που εκδηλώθηκε αστραπιαία στις δύο πρωτεύουσες και οι αλληλοκατηγορίες προμηνύουν βαθιά κρίση. Δεν θα είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που Ισλαμαμπάντ και Δελχί φθάνουν σε ανοικτή σύγκρουση. Ομως σήμερα και οι δύο χώρες είναι πυρηνικές δυνάμεις και τίποτε δεν αποκλείει να προσφύγει το Πακιστάν στο «απόλυτο όπλο» αν η Ινδία προχωρήσει στην τιμωρία που προειδοποίησε ο πρωθυπουργός της. Σημειώνεται ότι η Ουάσιγκτον δεν γνωρίζει ποιος ελέγχει το πυρηνικό οπλοστάσιο του Πακιστάν παρ΄ όλες τις καθησυχαστικές δηλώσεις του πρωθυπουργού του Ασίφ Αλί Ζαρνταρί.
Αλλά γιατί επιτέθηκαν οι μουσουλμάνοι τρομοκράτες; Η Βομβάη είναι, φυσικά, το οικονομικό κέντρο της Ινδίας, είναι το κέντρο από όπου ξεκίνησε και προχωρεί η οικονομική πολιτική της χώρας, η οποία μέσα σε λιγότερο από μια δεκαετία την έφερε στις πρώτες γραμμές των αναπτυσσόμενων χωρών. Δεν φαίνεται όμως να ήταν πρόθεση των τρομοκρατών και εκείνων που τους έστειλαν να πλήξουν το οικονομικό κέντρο της «νέας Ινδίας». Πολύ περισσότερα κίνητρα είχαν, κατά τα φαινόμενα. Ηταν πρώτα απ΄ όλα η τιμωρία-εκδίκηση για την αντιμουσουλμανική πολιτική που κατά σύστημα εφαρμόζει το ινδουιστικό κράτος επί σειρά ετών. Ηταν μια σκληρή διαμαρτυρία για την προσέγγιση που σημειώνεται τα δύο τελευταία χρόνια μεταξύ Ουάσιγκτον και Δελχί, η οποία αφήνει πίσω το Πακιστάν το οποίο ανέκαθεν υποστήριζε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ηταν επίσης μια προσπάθεια να υπονομευθεί ο διάλογος που εγκαινιάστηκε τελευταία μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν τον οποίο υποστηρίζει η πακιστανική κυβέρνηση Ασίφ Ζαρνταρί, όχι όμως η στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Μόλις την περασμένη εβδομάδα χιλιάδες διαδηλωτές κατέκλυσαν το κέντρο του Ισλαμαμπάντ εκφράζοντας « οργή και μίσος» για τη « συνωμοσία» της Ουάσιγκτον με το Δελχί. Πολλοί πακιστανοί στρατιωτικοί, χωρίς στολή, ήταν μεταξύ των διαδηλωτών, έγραψαν αμερικανικές εφημερίδες.
Υπάρχει όμως και άλλο κίνητρο, το οποίο προϋποθέτει επιτελική πολιτική σκέψη και πολύ ευρύτερους στρατηγικούς σχεδιασμούς. Η επίθεση των μουσουλμάνων τρομοκρατών της περασμένης Τετάρτης ήταν ένα τεστ του Μπαράκ Ομπάμα και μια προσπάθεια υπονόμευσης του κύρους του στον μουσουλμανικό κόσμο. Φαίνεται κάπως απίθανο, αλλά στην Ουάσιγκτον δεν το αποκλείουν. Αλλωστε, αποτελεί παράδοση στην Αμερική να περνά μια τέτοια δοκιμασία κάθε νέος αμερικανός πρόεδρος. Ο επικεφαλής της υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφαλείας Μάικλ Τσέρτοφ είχε προειδοποιήσει τον Ομπάμα πριν από τις εκλογές για το «σοβαρό ενδεχόμενο να αντιμετωπίσει σκόπιμη κρίση», ακόμη και πριν από την ορκωμοσία του. Ο Μπιλ Κλίντον «δοκιμάστηκε» μόλις ανέλαβε πρόεδρος με τις συγκρούσεις στη Σομαλία και σκιάστηκε το άστρο του όταν έστειλε στρατό αλλά αναγκάστηκε να τον αποσύρει. Ο Τζορτζ Μπους δεν πρόλαβε καλά καλά να εγκατασταθεί στον Λευκό Οίκο και χτύπησε η Αλ Κάιντα. Το γεγονός ότι ο Ομπάμα δεν έχει ορκιστεί και δεν είναι ακόμη πρόεδρος δεν έχει σημασία. Αλλωστε, ως οιονεί πρόεδρος κατευθύνει από την περασμένη εβδομάδα την οικονομική πολιτική.
Αν ο μέλλων πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εφαρμόσει όσα υποσχέθηκε προεκλογικά για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και για το Αφγανιστάν, ασφαλώς η Αλ Κάιντα και άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις που δρουν στην Κεντρική και στη Νότια Ασία θα αισθανθούν μεγάλη πίεση. Εξάλλου, ο αραβικός κόσμος και γενικότερα οι μουσουλμάνοι πολλά ελπίζουν από έναν πρόεδρο το δεύτερο όνομα του οποίου είναι Ισμαήλ. Εχει δημιουργηθεί στους μουσουλμάνους πράγματι ένα κλίμα συμπάθειας προς τον Ομπάμα και αυτό οπωσδήποτε δημιουργεί προβλήματα στους τρομοκράτες. Αν λοιπόν δημιουργήσουν μια κατάσταση την οποία πρέπει να αντιμετωπίσει ο Ομπάμα με μέτρα σκληρά, όπως υποσχέθηκε προεκλογικά, οι συμπάθειες στον μουσουλμανικό κόσμο σβήνουν. Το κλίμα γίνεται και πάλι εχθρικό για την Αμερική και φιλικότερο για τους «ελευθερωτές των λαών», όπως αυτοδιαφημίζονται οι τρομοκράτες στον μουσουλμανικό κόσμο από το Μαρόκο ως την Ινδονησία και από τη Σομαλία ως την Τσετσενία. Εκφράζοντας τον αποτροπιασμό του προχθές για την επίθεση στη Βομβάη, ο Μπρουκ Αντερσον, ο εκπρόσωπος του Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ «θα πρέπει να συνεχίσουν να ενισχύουν τη συνεργασία με την Ινδία και τα άλλα κράτη για να ξεριζώσουν και να καταστρέψουν τα τρομοκρατικά δίκτυα».
Τι επιδιώκουν οι μουτζαχεντίν
Η Ινδία είναι η χώρα όπου η τρομοκρατία αποτελεί κυριολεκτικά μόνιμη κατάσταση. Η ιστοσελίδα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ την καταχωρίζει στην πρώτη πεντάδα των χωρών που δοκιμάζονται από τρομοκράτες. Τεράστια σε έκταση, δεύτερη σε πληθυσμό χώρα του κόσμου, με μουσουλμανικό περίγυρο και 30 εκατ. μουσουλμάνους στο έδαφός της να συμβιούν με το πολυδογματικό ινδουιστικό κράτος, στρατηγική περιοχή όπου άλλοτε συνυπάρχουν και άλλοτε βρίσκονται αντιμέτωπες με «τρίτες χώρες», η Ινδία δοκιμάζεται καθημερινά σχεδόν από βομβιστικές επιθέσεις, ανατινάξεις γεφυρών, διαδηλώσεις ενόπλων και καταλήψεις κρατικών κτιρίων, ακόμη και πόλεων, οι οποίες διαρκούν επί ημέρες. Η Βομβάη- γνωστή μετά το 2004 και ως Μουμπάι- πόλη 20 εκατ. κατοίκων, δέχτηκε τις περισσότερες τρομοκρατικές επιθέσεις. Ποτέ ως σήμερα όμως δεν είχε σημειωθεί τρομοκρατική επιδρομή στην έκταση και στη βιαιότητα της περασμένης Τετάρτης. Μέσα σε 8 λεπτά κατελήφθησαν δύο ξενοδοχεία υψηλού τουρισμού, ο σιδηροδρομικός σταθμός- ένας από τους πιο πολυσύχναστους στον κόσμο-, ένα νοσοκομείο, ένα κτίριο γραφείων και δύο εστιατόρια όπου συχνάζουν οι εύποροι Ινδοί και πολλοί ξένοι. Αμερικανοί αναλυτές χαρακτήρισαν την επίθεση « άψογη από πλευράς τακτικής,συντονισμού και ευρηματικότητας» πίσω από την οποία «ίσως βρίσκονται άνθρωποι με μεγάλη (τρομοκρατική) εμπειρία».
Ενα ανώνυμο e-mail σε ινδικές εφημερίδες ανέφερε ως δράστες τους «Μουτζαχεντίν του Ντακάν», μια εντελώς άγνωστη ως σήμερα οργάνωση. Ινδοί και αμερικανοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι πρόκειται είτε για ευκαιριακό όνομα πίσω από το οποίο κρύβεται κάποια από τις δύο μεγαλύτερες τρομοκρατικές οργανώσεις της Ινδίας είτε, όπως εξηγεί ο αμερικανός αναλυτής Μπρους Χόφμαν, πρόκειται για « ένα νέο στρατιωτικό σχηματισμό,με έντονο εθνικιστικό και θρησκευτικό φανατισμό», ο οποίος ακόμη και αν δεν συνδέεται με την Αλ Κάιντα εμπνέεται από αυτήν και, το κυριότερο, «ακολουθεί τη στρατηγική της με πιο τελειοποιημένο συντονισμό ενεργειών». Δύο είναι οι σημαντικότερες και με συνεχή δραστηριότητα τρομοκρατικές οργανώσεις στην Ινδία- οι «Ινδοί Μουτζαχεντίν» και η «Λασκάρ-ε-Τάιμπα».
Η πρώτη πρωτοεμφανίστηκε πρόπερσι όταν διακήρυξε ότι εξαπολύει «ανοικτό πόλεμο» στην Ινδία σε αντίποινα για τις « θηριωδίες των ινδουιστών εναντίον των αδελφών μουσουλμάνων επί 60 χρόνια» και ως «διαμαρτυρία για την υποστήριξη (της Ινδίας) στις ΗΠΑ». Τον περασμένο Σεπτέμβριο κουκουλοφόροι της οργάνωσης πολυβόλησαν το πλήθος στην κεντρική αγορά του Νέου Δελχί, σκοτώνοντας 24 άτομα και τραυματίζοντας περί τα εκατό. Νωρίτερα είχαν αναλάβει την ευθύνη για τον θάνατο 63 Ινδών στην περιοχή του τουριστικού Τζαϊπούρ.
Οι υποθέσεις των ειδικών συγκλίνουν στη «Λασκάρ-ε-Τάιμπα» (το όνομα σημαίνει Στρατός των Αγνών) ως υπεύθυνη της επίθεσης στη Βομβάη. Πρόκειται ίσως για την πιο σκληρή οργάνωση τρομοκρατών της Κεντρικής Ασίας, εκτιμά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία ευθύνεται για άνω των 200 επιθέσεων εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων τα τελευταία πέντε χρόνια, για την πολυαίμακτη επίθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό του Μουμπαϊο τον Ιούλιο 2006 όπου σκοτώθηκαν πάνω από 230 άτομα και για την ανατίναξη μιας γέφυρας μήκους 800 μ. στην Κεντρική Ινδία τον περασμένο Μάρτιο προκαλώντας τον θάνατο εκατό και πλέον επιβατών και διακόπτοντας επί εβδομάδες τη σιδηροδρομική επικοινωνία. Η πιο εντυπωσιακή επίθεσή της ήταν στο ινδικό Κοινοβούλιο, τον Δεκέμβριο του 2001, με θύματα 30 και πλέον βουλευτές και κυβερνητικά στελέχη. Αμερικανικές πηγές, διατηρώντας την ανωνυμία για ευνόητους λόγους, έλεγαν ότι η οργάνωση αριθμεί « αρκετές χιλιάδες αφοσιωμένα μέλη » που στρατολογούνται κυρίως μεταξύ των μουσουλμάνων του Κασμίρ- όπου και γυμνάζονται σε μυστικά στρατόπεδα- και ότι « ορισμένοι κύκλοι » στο Πακιστάν διατηρούν στενές σχέσεις. Πιο αποκαλυπτικοί, οι «Νew Υork Τimes» γράφουν ότι η οργάνωση αποτελεί «στρατό ανταρτών οι οποίοι ελέγχονται από τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν και πολεμούν την Ινδία λόγω του διεκδικούμενου εδάφους του Κασμίρ». (27/11)
▅ Εκατοντάδες νεκροί και τραυματίες ο απολογισμός
Τα νεανικά σακίδια έκρυβαν τον θάνατο
Εφθασαν λίγο μετά τις 8.30 μ.μ., την ασέληνη νύχτα της περασμένης Τετάρτης, με ένα φουσκωτό- ίσως και δύο-, στην παραλία της Βομβάης· αποβιβάστηκαν κάπου 800 μέτρα από το αιωνόβιο ξενοδοχείο Ταζ Μαχάλ, όχι παραπάνω από δεκαπέντε, οι περισσότεροι με μπλουτζίν, φανελάκι ή κοντομάνικο πουκάμισο· όλοι φορτωμένοι με έναν εκδρομικό σάκο. Κάποιοι που τους είδαν τους πέρασαν για μαθητές είτε σπουδαστές εκδρομείς, που έρχονταν να περάσουν ένα 24ωρο στην πόλη η οποία εκτός από κέντρο οικονομικής ανάπτυξης θεωρείται και ένα ινδικό Μπρόντγουεϊ. Ηταν θέαμα συνηθισμένο κάτι τέτοιες εκδρομές από γειτονικές πόλεις. Εκείνο που έκανε κάποια εντύπωση στους περαστικούς ήταν ότι όλη αυτή η ομάδα προχωρούσε αμίλητη. Πράγμα σπάνιο για τη νεολαία.
Το «μυστήριο» εξηγήθηκε σύντομα. Στις 9.20 μ.μ. ακούστηκε μια έκρηξη και ταυτόχρονα ριπές πολυβόλου από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις: από το ξενοδοχείο Ομπερόι, στην άλλη πλευρά της παραλίας, από την περιοχή του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού και από το Ταζ Μαχάλ, το οποίο ήταν λουσμένο στα φώτα. Κάποιοι που νόμισαν ότι επρόκειτο για πυροτεχνήματα δεν άργησαν να αντιληφθούν ότι «εδώ σκοτώνονται», όπως φώναξε ένας τροχονόμος που μπορούσε να δει την είσοδο του επιβλητικού ξενοδοχείου. Οι ριπές συνεχίστηκαν, έπεφταν κάθε 8- 10 λεπτά και στο μεταξύ ακούγονταν εκρήξεις.
Δύο 24ωρα κράτησε αυτό και, όταν αργά το πρωΐ του Σαββάτου τελείωσε η τρομοκρατική επίθεση και οι ειδικές στρατιωτικές δυνάμεις έγιναν κύριοι και των εννέα κτιρίων της πόλης όπου είχαν επιτεθεί οι τρομοκράτες, ο απολογισμός ήταν ανατριχιαστικός. Τουλάχιστον 160 πτώματα και πάνω από 300 οι τραυματίες, ανατιναγμένοι όροφοι στα δύο ξενοδοχεία και πυρπολημένο το Ομπερόι, σπασμένα τα τζάμια και κατεστραμμένο το ελεγκτήριο του σταθμού. Πτώματα ακόμη και στο νοσοκομείο της περιοχής, στόχος κι αυτό των τρομοκρατών. Οσο για τους «εκδρομικούς σάκους», δυο τρεις που βρέθηκαν μισανοιγμένοι, περιείχαν σχεδόν μισό κιλό αμυγδαλόψιχα, αποξηραμένα φρούτα, μια μπαταρία με 400 σφαίρες για Καλάσνικοφ, δυο τρεις χειροβομβίδες, ένα μπουκάλι νερό, μερικά δολάρια και ινδικά μικρονομίσματα, καθώς και ένα χάρτη της Βομβάης. «Προφανώς ήταν έτοιμοι για να μείνουν ημέρες σε περίπτωση πολιορκίας τους» εξήγησε ινδός αξιωματικός, προσθέτοντας ότι «τα αμύγδαλα δίνουν δύναμη».
Τα σακίδια δεν δήλωναν όμως την ταυτότητα του κατόχου τους. «Πρόκειται για ανθρώπους γυμνασμένους, 20- 23 χρόνων, φανατικούς σε απίστευτο βαθμό και αδίστακτους να σκοτώνουν εν ψυχρώ» δήλωσε ανώτερος ινδός αξιωματούχος. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι τρομοκράτες γνώριζαν πολύ καλά και τα δύο ξενοδοχεία, ήξεραν ακόμη και το πού βρισκόταν ο κεντρικός διακόπτης ηλεκτρικού και πώς μπορούσαν να ακινητοποιήσουν τα ασανσέρ. Ο ινδός υπουργός Εσωτερικών δήλωσε αργά χθες ότι «θα περάσει αρκετός καιρός ώσπου διαλευκάνουμε την εγκληματική ενέργεια». Ηταν όμως «απολύτως βέβαιος ότι θα αποκαλυφθούν οι δράστες και οι πραγματικοί ένοχοι».
Σε αυτό θα βοηθήσει και η ομάδα του αμερικανικού FΒΙ, η οποία έφθασε χθες το πρωί στη Βομβάη, ύστερα από συνεννόηση με την ινδική κυβέρνηση. Ινδοί αστυνομικοί έχουν ήδη κάνει «προκαταρκτικές επισημάνσεις» οι οποίες επέτρεψαν στον υπουργό Εσωτερικών να δηλώσει ότι «στοιχεία από το Πακιστάν» ευθύνονται για την επίθεση, γεγονός το οποίο κατά κάποιον τρόπο επιβεβαίωσε η Ουάσιγκτον. Ο υπουργός δεν απέκλεισε να έχουν ανάμειξη στην επίθεση και «ανένταχτα αναρχικά πρόσωπα που ζουν στην Ινδία» και ανακοίνωσε ότι οι τρομοκράτες «δεν φαίνεται να ήταν περισσότεροι από 15». Ενας μόνο, βαριά τραυματισμένος, έχει συλληφθεί. Ο υπουργός δεν απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με την πλήρη έλλειψη ανδρών ασφαλείας στον σιδηροδρομικό σταθμό, στο νοσοκομείο και σε άλλους στόχους. Τις εξελίξεις στη Βομβάη και την κρίση στις σχέσεις Ινδίας- Πακιστάν παρακολουθεί ο μέλλων πρόεδρος Ομπάμα, τον οποίο ενημερώνει συνεχώς η υπουργός Κοντολίζα Ράις.
Κασμίρ
Το Δελχί στοχεύει τους μουσουλμάνους
Oργανώσεις «επαναστατών τζιχάντ» του Κασμίρ βρίσκονται πίσω από την αιματηρή επίθεση στη Βομβάη, υποστηρίζουν οι ινδικές υπηρεσίες πληροφοριών, υπογραμμίζοντας ότι η «τρομοκρατική» μουσουλμανική νεολαία του Κασμίρ βρίσκεται στην υπηρεσία της «στρατιωτικής μυστικής αστυνομίας» του Πακιστάν, η οποία «ενέπνευσε,εξόπλισε,παρακίνησε και οργάνωσε» την επίθεση. Αργά χθες ο υπουργός της τοπικής κυβέρνησης Πραν Μουχερζιε δήλωσε ότι «οι προκαταρκτικές έρευνες δείχνουν ότι στην υπόθεση εμπλέκονται ορισμένοι από το Πακιστάν».
Υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτά, αλλά ως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπάρχει τίποτε το εξακριβωμένο. Αλλά ο πρωθυπουργός της Ινδίας Μάνμοχαν Σινγκ έκανε πολύ σαφή υπαινιγμό ότι την ευθύνη της « τρομοκρατικής επίθεσης» έχουν γειτονικές χώρες- δηλαδή το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές και το υπό ινδική «προστασία» μουσουλμανικό κράτος του Κασμίρ- τονίζοντας ότι «θα το πληρώσουν ακριβά»… Το Κασμίρ είναι ένας θύλακας μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν πάνω στα Ιμαλάια όπου ζουν περί τα 4 εκατ. μουσουλμάνοι υπό καθεστώς βίας, αυθαιρεσιών και καθημερινής τρομοκρατίας, στα οποία διαπρέπει ο ινδικός στρατός. Το Πακιστάν επανειλημμένως διαμαρτυρήθηκε στην Ινδία, έχει φέρει το ζήτημα στον ΟΗΕ, οι δύο χώρες έφθασαν τρεις φορές τα τελευταία χρόνια στα όρια της σύγκρουσης και οι σχέσεις Ισλαμαμπάντ- Νέου Δελχί ανέκαθεν επηρεάζονταν αρνητικά από τις εξελίξεις. Σε τέτοιο σημείο που κάποτε ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον χαρακτήρισε το Κασμίρ την «πιο επικίνδυνη περιοχή της Γης »… Ηταν η σχετικώς ήπια στάση που κρατούσε έναντι του Νέου Δελχί η πολιτική κυβέρνηση του Ισλαμαμπάντ στη δεκαετία του 1990, η οποία έδωσε το πρόσχημα στον τότε αρχηγό του στρατού Περβέζ Μουσάραφ να επιβάλει στρατιωτική δικτατορία στη χώρα.
Μεταξύ του 2004 και του περασμένου Ιουλίου σημειώθηκαν στο Κασμίρ 631 συγκρούσεις μεταξύ ινδών στρατιωτών και ένοπλων μουσουλμάνων, με εκατοντάδες θύματα. Μόνο στην επίθεση των ινδικών δυνάμεων εναντίον άοπλων διαδηλωτών στην πρωτεύουσα Σρίναγκαρ, το φθινόπωρο του 2002, σκοτώθηκαν 340 μουσουλμάνοι και συνελήφθησαν 1.800, οι οποίοι κρατούνται ακόμη στη φυλακή. Η τελευταία σύγκρουσημια από τις σκληρότερες και πιο πολυαίμακτες- σημειώθηκε πριν από δύο μήνες. Αφορμή ήταν η προκλητική παραχώρηση σε μια ομάδα θρησκευόμενων ινδουιστών έκτασης περίπου 3.000 στρεμμάτων που ανήκαν σε μουσουλμάνους. Η Ινδία, η οποία διατηρεί στρατό μισού εκατομμυρίου στην περιοχή, απάντησε στα διαβήματα και σε μια ειρηνική διαδήλωση με συλλήψεις και οικονομικό αποκλεισμό του Κασμίρ.
