Ο τούρκος «κατάσκοπος» του Παναθηναϊκού
Τέτοιες ημέρες ήταν πριν από έξι χρόνια (30 Οκτωβρίου 1996, για την ακρίβεια) όταν σε ηλικία μόλις 21 ετών πατούσε το χορτάρι τού Ολντ Τράφορντ και μαζί με τους συμπαίκτες του ο Τούρκος Ερόλ Μπουλούτ έγραφε ίσως την πιο λαμπρή σελίδα στην ευρωπαϊκή ιστορία της ομάδας από την οποία αναδείχθηκε! Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ – Φενέρμπαχτσε 0-1 έγραψε εκείνη τη βραδιά o φωτεινός πίνακας και ο νυν παίκτης του Πανιωνίου έβλεπε να ξετυλίγεται μπροστά του μια καριέρα με εξαιρετικές προοπτικές. Η μετανάστευση στη Γερμανία, όμως, ύστερα από τέσσερα συνεχή χρόνια στην τουρκική ομάδα, δεν στάθηκε εφαλτήριο για την ανέλιξή της και από την Αϊντραχτ Φραγκφούρτης βρέθηκε τον Δεκέμβριο του 2001 στη Νέα Σμύρνη. Στα 27 του πλέον νιώθει ευτυχισμένος στην Ελλάδα, έχει ζευγαρώσει με την 21χρονη (Ελληνίδα βεβαίως βεβαίως…) Μαρία, έχει δημιουργήσει ουκ ολίγες φιλίες εντός και εκτός… πλατείας, αλλά το όνειρο της επιστροφής στη Φενέρμπαχτσε και στην Εθνική Τουρκίας – ή της μεταγραφής σε μια μεγαλύτερη ελληνική ομάδα και της συμμετοχής στο Τσάμπιονς Λιγκ – δεν έχει σβήσει από το μυαλό του. Ο τούρκος αριστερός χαφ μιλάει στο «Βήμα» όχι μόνο για τις αναμετρήσεις της πρώην ομάδας του εναντίον του Παναθηναϊκού για το Κύπελλο UEFA αλλά και για τη ζωή του στη χώρα μας, για την υποψηφιότητα της συνδιοργάνωσης του Euro 2008, για τις διαφορές και τις ομοιότητες του τουρκικού με το ελληνικό ποδόσφαιρο. Οι (διόλου ευνοϊκές για την… αφεντιά μας) συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες μετά τη ραγδαία ανάπτυξη του αθλήματος στη γειτονική χώρα, τις επιτυχίες της Εθνικής Τουρκίας σε σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια, τις διακρίσεις της (μισητής συμπολίτισσας της Φενέρμπαχτσε) Γαλατασαράι στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις…
– Ποια είναι η εκτίμησή σου για τα παιχνίδια του Παναθηναϊκού με τη Φενέρμπαχτσε;
«Το μεγάλο φαβορί είναι η Φενέρμπαχτσε. Για εμένα οι πιθανότητες είναι 60-40 υπέρ της τουρκικής ομάδας! Δεν θα είναι έκπληξη η ισοπαλία στο πρώτο παιχνίδι, αλλά νομίζω ότι η Φενέρ θα νικήσει».
– Γιατί το λες αυτό;
«Γιατί ξέρω πολύ καλά την ατμόσφαιρα στην έδρα τους! Θα το δεις όταν θα πας στο γήπεδο. Θα είναι 50.000 μέσα, στην εξέδρα, και άλλοι 50.000 απ’ έξω. Υποστηρίζουν από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό τη Φενέρμπαχτσε, φωνάζουν, τραγουδούν, δεν σταματούν ποτέ, ακόμη και αν η ομάδα χάνει! Επηρεάζονται πολύ και οι παίκτες της Φενέρμπαχτσε και οι αντίπαλοι!».
– Ναι, αλλά η Φενέρμπαχτσε πρόπερσι ηττήθηκε και στα έξι παιχνίδια του ομίλου στο Τσάμπιονς Λιγκ, τα τρία εκ των οποίων ήταν εντός έδρας…
«Ετσι συνέβη τότε, αλλά νομίζω ότι ο Παναθηναϊκός, στην κατάσταση που βρίσκεται αυτή την περίοδο, δεν μπορεί να νικήσει μέσα στο Σουκρού Σαράτσογλου. Πρέπει να παίξει πολύ καλή άμυνα, να σκοράρει στην αντεπίθεση και να έχει την τύχη σύμμαχό του».
– Αν ήσουν προπονητής του Παναθηναϊκού, ποιες θα ήταν οι εντολές σου προς τους παίκτες για το ματς της ερχόμενης Πέμπτης;
«Υπομονή, επιμονή, πάθος και αυτοσυγκέντρωση σε όλο το ματς, σε κάθε στιγμή! Ξέρω πώς σκέφτονται αυτή τη στιγμή οι συμπατριώτες μου. Στόχος τους είναι να «τελειώσουν» την πρόκριση από το πρώτο παιχνίδι. Γνωρίζουν ότι το μεγάλο όπλο τους είναι η έδρα τους, γνωρίζουν ότι στην Ελλάδα τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα αν το σκορ δεν τους έχει εξασφαλίσει από το πρώτο ματς, θα πάνε να πετύχουν ένα… 3-0, 4-0. Αν παίξουν βέβαια με αυτό το σκεπτικό, υπάρχουν και πολλοί κίνδυνοι».
– Δεν έχει μειονεκτήματα αυτή η ομάδα;
«Φυσικά έχει! Η αλήθεια είναι ότι εφέτος διαθέτει πολλούς καλούς παίκτες, εκ των οποίων ορισμένοι, όπως ο Ορτέγκα, ο Ρεβίβο, ο Ράπαιτς και ο Τζόνσον, θα μπορούσαν να αγωνίζονται και σε καλύτερη ευρωπαϊκή ομάδα, αλλά ως τώρα δεν έχουν καταφέρει να φτιάξουν ένα πολύ καλό σύνολο. Δεν είναι «ομάδα», όπως μερικές φορές ο Ολυμπιακός! Δεν δίνουν τόσο μεγάλη προσοχή στην άμυνα, θεωρούν ότι θα νικήσουν σίγουρα. Πρόθεση και στόχος τους είναι συνεχώς να επιτυγχάνουν γκολ και ο Παναθηναϊκός πρέπει να το εκμεταλλευθεί αυτό».
– Με την περυσινή συνταγή του Τσάμπιονς Λιγκ;
«Ναι, έτσι όπως έπαιζε πέρυσι στην Ευρώπη! Με δυνατή, σφιχτή άμυνα, με καλή κυκλοφορία στο κέντρο, κράτημα της μπάλας και αντεπιθέσεις. Και ο Κωνσταντίνου και ο Ολιζαντέμπε μπορούν να κάνουν τη ζημιά. Να ξέρεις όμως: αν προηγηθεί η Φενέρμπαχτσε, ο Παναθηναϊκός μπορεί να φύγει από την Τουρκία και με τρία και με τέσσερα γκολ!».
– Εκτιμάς ότι θα προκύψουν προβλήματα μεταξύ των οπαδών;
«Οχι, δεν νομίζω! Οι φίλαθλοι της Φενέρμπαχτσε είναι πολύ ενθουσιώδεις, οι περισσότεροι στην Τουρκία, περίπου 25 εκατομμύρια, αλλά η προδιάθεσή τους είναι θετική. Εχουν παίξει μεγάλο ρόλο και η κυβέρνηση και το υπουργείο Αθλητισμού. Στην Ισταμπούλ από το καλοκαίρι βλέπεις παντού αφίσες με διαφημίσεις για το Euro 2008. Στην Αθήνα δεν είδα καμία! Δεν μπορώ να γνωρίζω τη συμπεριφορά των φιλάθλων του Παναθηναϊκού, αλλά δεν νομίζω ότι θα δημιουργηθούν επεισόδια».
– Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των οπαδών της Φενέρμπαχτσε;
«Οι περισσότεροι προέρχονται από την «ευρωπαϊκή» Πόλη. Είναι η πλειονότητα στην Τουρκία. Ηταν ενθουσιασμένοι με τις μεταγραφές, αλλά απογοητεύθηκαν πολύ με τον αποκλεισμό από το Τσάμπιονς Λιγκ εφέτος. Οι διοικούντες ίσως πιστεύουν ότι η Φενέρμπαχτσε μπορεί να πάρει το Κύπελλο UEFA. Και είναι πολύ φιλόδοξοι, τα δίνουν όλα για την ομάδα. Ο πρόεδρος είναι πολύ πλούσιος, έδωσε οκτώ εκατομμύρια δολάρια για το καινούργιο γήπεδο, αναλαμβάνει κατασκευές κτιρίων για το ΝΑΤΟ στην Τουρκία!».
Η συνταγή των επιτυχιών του
Πρωτάθλημα με τη Φενέρμπαχτσε το 1996, Κύπελλο την επόμενη χρονιά, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή στο Τσάμπιονς Λιγκ, οι αγώνες εναντίον της Γιουβέντους, της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της Ραπίντ Βιέννης, αυτές είναι οι ομορφότερες στιγμές στην ποδοσφαιρική ζωή του Ερόλ Μπουλούτ. Δεν γυρίζει πίσω όμως… «Εφυγα από την Τουρκία το 1999, έληγε το συμβόλαιό μου και δεν τα βρήκαμε με τη Φενέρ στα χρήματα. Πήγα στην Αϊντραχτ Φραγκφούρτης συμμετείχε τότε στην πρώτη κατηγορία. Τα προβλήματα όμως ήταν πολλά. Κακή πορεία, οικονομικά θέματα, έφευγα στην Τουρκία στο μέσον της σεζόν ως δανεικός και επέστρεφα. Τώρα όμως νιώθω πολύ καλά στον Πανιώνιο και στην Ελλάδα. Εχουμε πολύ καλή ομάδα, μπορούμε να κάνουμε την έκπληξη εφέτος. Βεβαίως και θα με ενδιέφερε κάτι καλύτερο στην Ελλάδα, αλλά το καλοκαίρι είναι μακριά ακόμη…» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο 27χρονος μέσος.
Στόχος του παραμένει η επιστροφή και στην Εθνική Τουρκίας, αλλά… «Μίλησα με τον κύριο Γκιουνές, θα δούμε… Είναι δύσκολα τα πράγματα, υπάρχουν πολλοί καλοί παίκτες πλέον. Εδώ και δέκα χρόνια ξεκίνησε η αναβάθμιση του τουρκικού ποδοσφαίρου και σε αυτό έπαιξαν ρόλο ξένοι τεχνικοί οι οποίοι εργάστηκαν στην πατρίδα μου, όπως ο Γιουπ Ντέρβαλ και ο Σεπ Πιόντεκ. Τώρα πια όλα έχουν μπει σε έναν δρόμο. Με καταπληκτικά γήπεδα, όχι όπως στην Ελλάδα. Με δουλειά συστηματική στα παιδιά και, το κυριότερο, με αρκετά χρήματα και για την υποδομή αλλά και για μεταγραφές, ώστε να γίνει πιο ανταγωνιστικό το πρωτάθλημα. Αυτό δεν το έχουμε καταφέρει ακόμη, αλλά οι δύο μεγαλύτερες ομάδες είναι πλέον πασίγνωστες στην Ευρώπη. Ολοι γνωρίζουν πια το τουρκικό ποδόσφαιρο, κυρίως βέβαια λόγω της εθνικής μας».
Βασικό στέλεχος του Πανιωνίου ο Μπουλούτ προσαρμόστηκε γρήγορα στο ελληνικό ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι («φανατικοί φίλαθλοι όπως στην Τουρκία, αρκετοί καλοί παίκτες, λίγες αξιόλογες ομάδες, όλοι ασχολούνται με το ποδόσφαιρο!») και δεν κρύβει την ικανοποίησή του για τη ζωή στην Ελλάδα. «Με δέχθηκαν όλοι με καλό μάτι από την αρχή και εντός και εκτός ομάδας. Ως συμπαίκτη, χωρίς καχυποψία, χωρίς να σκέφτονται ότι είμαι Τούρκος, χωρίς να τους πειράζει. Και αυτό ισχύει και όταν κυκλοφορώ στον δρόμο, όταν πίνω καφέ, όταν συζητώ. Εχω μάθει ελληνικά, προσπαθώ συνέχεια γιατί μου αρέσει εδώ!».
Εδώ, στην Ελλάδα, όπου ξεχωρίζει «τον Καρεμπέ και τον Γιαννακόπουλο, τον Νικολαΐδη και τον Τσάρτα, τον Χένρικσεν, τον Κωνσταντίνου και τον Μπασινά», εδώ στη Νέα Σμύρνη όπου «προσπαθούμε να πετύχουμε αυτό που χάσαμε πέρυσι», ένας τούρκος διεθνής ποδοσφαιριστής κινείται, αναπνέει, λειτουργεί πλέον ως ένα μικρό μέρος του συνόλου της ποδοσφαιρικής κοινωνίας μας. Πού και πού, τώρα τελευταία, καλεί στο τηλέφωνο και τον (διάσημο) φίλο του, τον Ρουστού Ρετσμπέρ, για να μιλήσουν περί Παναθηναϊκού. Ο γκολκίπερ άλλωστε είναι ο μοναδικός που έχει μείνει στη Φενέρμπαχτσε από την ενδεκάδα εκείνης της μαγικής για τον Ερόλ Μπουλούτ βραδιάς, πριν από έξι χρόνια στο Ολντ Τράφορντ.