Ηταν δύο μήνες πριν, όταν πήγα στο σπίτι του φίλου και πάντα γενναιόδωρου Διονύση Φωτόπουλου. Γενναιόδωρου γιατί ποτέ δεν αρνήθηκε να μου προσφέρει τη βοήθειά του για το «άπιαστο» που πάντα κυνηγώ… Σε αυτόν αφιερώνω αυτή τη συνέντευξη, γιατί αυτός σε μεγάλο βαθμό φρόντισε να με «βάλει στο παιχνίδι» να συναντήσω το κορίτσι που ο Τζακ Νίκολσον «γεύτηκε» πάνω στο ξύλινο τραπέζι της κουζίνας του μοτέλ που διηύθυνε στην ταινία «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές». Αυτός φρόντισε να συναντήσω το κορίτσι που πήρε στα χέρια του ο Κινγκ Κονγκ, όπως και τη γυναίκα που μπήκε στην ψυχή και υποδύθηκε τη Φράνσις Φάρμερ, την αστραφτερή στάρλετ της οποίας η ζωή μετατράπηκε σε εφιάλτη από την κακομεταχείριση των ψυχιάτρων και τη ματαιοδοξία της μητέρας της. Στον Διονύση αφιερώνω αυτή τη συνέντευξη που έγινε στο Λονδίνο, στο διάλειμμα μιας πρόβας… Ηταν στο θέατρο Royal Haymertet που συνάντησα την περασμένη εβδομάδα την Τζέσικα Λανγκ και έκανα μια φανταστική κουβέντα μαζί της… ενώ ο φίλος Σερ Πίτερ Χολ έδινε εντολές στους σκηνογράφους και επέπληττε με έγνοια τον Τόμπι Στίβενς που θα υποδυθεί τον Κοβάλσκι στο «Λεωφορείον ο πόθος» του Τενεσί Γουίλιαμς, όπου η 47χρονη Τζέσικα θα υποδυθεί για μία ακόμη φορά την Μπλαντς Ντυμπουά. Δεν μιλήσαμε πολύ, γύρω στα 25 λεπτά, μαζί με τις διακοπές οι οποίες ήταν συχνές επειδή τα παιδιά της όλο και κάτι ήθελαν από τη μητέρα τους! Μαζί με τα παιδιά της η Τζέσικα Λανγκ ζει την αγωνία μιας ακόμη θεατρικής πρεμιέρας στη ζωή της. «Τα Οσκαρ και οι προηγούμενες επιτυχίες δεν βοηθούν δυστυχώς να έχεις λιγότερο άγχος», λέει και δεν κρύβει ότι το να με δεχθεί είναι κάτι που της δημιουργεί μεγαλύτερο άγχος και την κάνει να παρεκκλίνει από την άποψη που έχει για τους δημοσιογράφους και τα ΜΜΕ. Η Τζέσικα Λανγκ θα μπορούσε να μιλάει ώρες, αλλά αποφεύγει να πει ό,τι θα θέλαμε να ακούσουμε… Η Τζέσικα Λανγκ ήταν για μένα μια έκπληξη, αλλά ευχάριστη. Η Τζέσικα Λανγκ από τις 18 Δεκεμβρίου θα αποδεικνύει το ταλέντο της κάθε βράδυ στο θεατρόφιλο κοινό του Λονδίνου, ενώ εμείς θα χαζεύουμε στην τηλεόραση άλλο ένα επεισόδιο μιας τηλεοπτικής σαπουνόπερας ή ενός ριάλιτι σόου από τα συνηθισμένα. Αν δεν μπορείτε να πεταχτείτε ώς το Λονδίνο για να τη δείτε, απολαύστε την καθισμένοι στην πολυθρόνα σας σήμερα, μέσα από τις σελίδες του «Βήματος».
Τι είναι ο πόθος για τον άνθρωπο;
«Ενας προορισμός, η άλλη άκρη του καθημερινού άνευ σημασίας βίου μας! Ετσι μάλλον θα απαντούσε ο Τενεσί Γουίλιαμς, ε;» (γέλια).
Με άλλα λόγια, πόθος είναι αυτό που θέλουμε πολύ, αλλά συχνά πνιγόμαστε μέσα στο «τίποτα» της καθημερινότητας και το χάνουμε;
«Δεν είμαι καλή να μιλώ γι’ αυτά. Πάντα αισθανόμουν τα πράγματα με το σώμα μου. Ενιωθα οι ερμηνείες των πραγμάτων να μπαίνουν από τους πόρους του δέρματός μου μέσα μου. Ποτέ δεν κατάλαβα κάτι σαφώς μέσα από εγκεφαλικές διεργασίες. Οταν αισθάνομαι, το μυαλό μου απεργεί, διαμαρτύρεται. Το μυαλό δεν θέλει να αισθανόμαστε» (χαμογελάει μόνη της κοιτώντας αλλού).
Γιατί το μυαλό δεν θέλει να αισθανόμαστε;
«Γιατί τα αισθήματα δεν οδηγούν στην κορυφή, που είναι η δικαίωση του νου. Τα αισθήματα σε κάνουν να σέρνεσαι, να κυλιέσαι για να ζήσεις, να απολαύσεις, να έχεις επαφή με το όνειρό σου. Τα όνειρά μας δεν έχουν ποτέ πόρτες στο ύψος του σώματός μας. Πάντα για να μπεις στο όνειρό σου πρέπει να συρθείς, να γίνεις ελάχιστος, αν θες να μπεις στον χώρο της λαμπρότητάς σου. Αυτή είναι η μεγάλη μας δοκιμασία. Συχνά έχω παρατηρήσει ότι για να γίνει ένα όνειρό σου πραγματικότητα πρέπει να ταπεινωθείς, και αυτό θέλω να πιστεύω ότι είναι ένα είδος δοκιμασίας» (γέλια).
Γιατί γελάτε;
«Βλέπω τα μάτια σας… Φαίνεται σαν να απορούν με αυτά που ακούν τα αφτιά σας» (γέλια).
Δεν σας κρύβω ότι κάπως πιο ομαλά πίστευα ότι θα μου συστήνατε την ψυχή σας.
«Η ψυχή είναι ένα βρεγμένο πανί, λευκό πανί, που προτού το βρέξεις είναι πανάλαφρο. Το νερό το βαραίνει αφόρητα. Προτού βραχεί το πανί ήταν χάδι, αν στο πετούσε κάποιος κατάμουτρα θα ήταν ένα τρυφερό αστείο. Με το νερό το πανί παίρνει ένα βάρος που το κάνει φονικό όπλο, αν σου έρθει κατάμουτρα. Αυτές είναι οι ιδιότητες της ψυχής. Οσο την ψυχή την κρατάμε στην ελαφρότητά της είναι χάδι, αστείο, τρυφερό μενού για να συνοδέψει τον χρόνο μας. Οταν η ψυχή βαρύνει γίνεται φονικό όπλο… Σκοτώνει ό,τι έχει απέναντί της».
Δεν σας προλαβαίνω. (γέλια) Σιγά σιγά. Κάθε απάντησή σας με κάνει να θέλω να ρωτήσω άλλα χίλια. (γέλια) Τι να πρωτορωτήσω…
«Επίτηδες το κάνω. Για να νιώσετε απόγνωση και να με αφήσετε ήσυχη» (χαμογελάει).
Δεν σας αρέσει να μιλάτε;
«Οχι. Μου αρέσει μόνο να κάνω. Οσο περισσότερα κάνω τόσο καλύτερα πράγματα κάνω».
Η ποσότητα δηλαδή μας οδηγεί στην ποιότητα, ε;
«Αναμφισβήτητα. Εγώ ποτέ δεν πίστεψα τους σοφούς της τέχνης μου, που λένε “όσο λιγότερα κάνεις τόσο καλύτερα”. Ανοησίες… Κάνοντας μαθαίνεις να κάνεις καλύτερα αυτά που κάνεις. Οσο περισσότερο περπατάς στους δρόμους του Λονδίνου τόσο πιο καλά μαθαίνεις αυτή τη μαγική πόλη».
Ο Πάουντ, ο ποιητής, έλεγε: «Μπορείς να μάθεις καλύτερα μια πόλη μένοντας κλεισμένος μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου» (γέλια).
«Ο Πάουντ δεν ήταν κοινός άνθρωπος, όπως εμείς. Ο Πάουντ ήταν ποιητής, άρα ένας κόσμος ολόκληρος που κουβαλούσε τη δική του γνώση. Και προορισμός του ήταν ότι να αποκτήσει γνώση, αλλά να μεταδώσει γνώση. Αυτό είναι το λάθος που κάνουν πολλοί. Συγκρίνουν τους εαυτούς τους με πολύ ανόμοια πράγματα. Οι ποιητές είναι ένα βήμα πιο μπροστά, αλλά και πιο πίσω από μας. Ποτέ δεν πάμε παρέα βόλτα. Ή τους βλέπουμε από πίσω, να περπατούν μπροστά μας ή μας βλέπουν από πίσω, να περπατάμε μπροστά τους. (γέλια) Το βέβαιο είναι ότι ποτέ δεν περπατάμε στον δρόμο πλάι πλάι με τους ποιητές· δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε».
Νομίζω.
«Αν νομίζετε απλώς, δεν με καταλαβαίνετε» (γέλια).
Γιατί;
«Η κατανόηση περιέχει την προς στιγμήν βεβαιότητα!».
Εσείς υπάρχουν πράγματα που έχετε κατανοήσει στη ζωή αυτή που ζείτε; Που μπορεί, δηλαδή, να μιλήσετε γι’ αυτά με βεβαιότητα;
«Ναι… Κάτι που λέει η Μπλαντς στο “Λεωφορείον ο πόθος”».
Για πείτε μου.
«Σε μια στιγμή ο Τενεσί Γουίλιαμς βάζει στο στόμα της Μπλαντς μια δική μου βεβαιότητα. “Οταν η στιγμή δεν είναι ένα κοινό κομμάτι χρόνου αλλά ένα μικρό κλάσμα αιωνιότητας, που πέφτει ξαφνικά στα χέρια σου, δεν ξέρεις τι να το κάνεις…”. Συχνά, είμαι βέβαιη γι’ αυτό, ο χρόνος, η στιγμή μας, περιέχει την αιωνιότητά μας, αλλά εμείς, επειδή δεν έχουμε προετοιμαστεί γι’ αυτό, χάνουμε την αιωνιότητα. Επειδή ο άνθρωπος είναι απροετοίμαστος, πεθαίνει μαζί με τον βιολογικό του θάνατο, δυστυχώς».
Και όμως, ας μην είμαστε άδικοι. Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις σε αυτόν τον κόσμο. Υπάρχουν άνθρωποι που κατέκτησαν ένα είδος αιωνιότητας.
«Αυτοί που αποκαλούμε “μεγάλοι!” Για μένα αυτή είναι η μόνη διαφορά μεταξύ κοινών ανθρώπων και των άλλων που όλοι τους θεωρούμε “μεγάλους”. Ενας “μεγάλος” άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος που κατάφερε να ζήσει, να προετοιμαστεί, για να κρατήσει σφιχτά στα χέρια του, όταν πέσει, ένα κομμάτι αιωνιότητας! “Μεγάλος” είναι ο άνθρωπος που καταφέρνει ενώ ο χρόνος είναι όπως το νερό, γλιστράει μέσα από τα χέρια και φεύγει να κρατήσει για πάντα μερικές σταγόνες του χρόνου, που θα τον δροσίζουν και θα μας δροσίζουν αιωνίως! Τι λέω, Θεέ μου; (γέλια) Μερικές φορές ακούω τον εαυτό μου να μιλάει και νιώθω γριά. Σαν μητέρα μπροστά στο τζάκι, με γυαλιά πρεσβυωπίας, να διηγούμαι και να δασκαλεύω τα παιδιά μου (γέλια). Και άλλες φορές νιώθω ότι αυτά που λέω δεν το ξέρω ότι τα ξέρω. Και απορώ με τον εαυτό μου. Να, γι’ αυτό σας λέω ότι ποτέ δεν λειτούργησα με τον νου σε αυτά τα πράγματα. Από κάπου αλλού, από μυστικές διόδους μπαίνουν όλα αυτά μέσα μου».
Πείτε μου μια στιγμή που σας έχει με αυτόν τον τρόπο αιφνιδιάσει ο εαυτός σας;
«Τι εννοείτε;».
Που κάτι είπατε και απορήσατε που το είπατε… (γέλια)
(σκέφτεται) «Εχετε διαβάσει Μποντλέρ;».
Ευτυχώς, ναι. (γέλια)
«Λέει κάπου ότι “η ευαισθησία είναι η ιδιοφυΐα του καθενός μας”. Δεν το θυμάμαι πώς το λέει ακριβώς, αλλά πάντως αυτό είναι το νόημα του στίχου. Λοιπόν, συμφωνώ. Δεν μπορώ να σας πω πόσο συμφωνώ… Και επειδή συμφωνώ, γι’ αυτό και δεν απορώ τελικά με τον εαυτό μου όταν λέω κάτι που δεν το έχω συνειδητοποιήσει και το συνειδητοποιώ όταν το εκστομίζω!».
Οταν λέτε «ιδιοφυΐα» τι εννοείτε;
«Ο καθένας έχει μια δική του μοναδική οπτική να βλέπει τα πράγματα. Τα ίδια πράγματα που βλέπουν όλοι. Αν καταφέρει και προβάλει αυτή την οπτική, αυτομάτως προσθέτει στον διάκοσμο του κόσμου μας το δικό του μπουκέτο με λουλούδια, που επειδή είναι δικό του, δηλαδή το σύνολο των διαφορών του, έχει σίγουρα ενδιαφέρον».
Αφού είναι έτσι τα πράγματα, γιατί ο κόσμος μας είναι τόσο άσχημος;
«Ολοι λίγο – πολύ αναρωτιούνται αυτό που ρωτάτε και εσείς τώρα. Δεν ξέρω τι να πω. Ξέρω όμως ότι η απάντηση έχει να κάνει με αυτό που σας είπα πριν».
Δηλαδή;
«Ξέρετε, υπάρχει ένας φόβος για τις διαφορές μας. Δηλαδή ζούμε, ή μάθαμε να ζούμε, αναζητώντας τις ομοιότητές μας και όχι τις διαφορές μας. Φοβόμαστε τη διαφορετικότητά μας».
Γιατί;
«Δεν ξέρω τι να σας πω. Με αντιμετωπίζετε σαν να με απασχολούν όλα αυτά καθημερινά. Τα παιδιά μου δεν μου αφήνουν ελεύθερο… τον ελεύθερο χρόνο μου, δυστυχώς. Αν δεν είχα κάνει παιδιά ίσως να είχα ιδέες πιο καλές, που θα με βοηθούσαν να απαντήσω πιο εύστοχα σε αυτές τις ερωτήσεις σας. Αλλά, αν δεν είχα κάνει παιδιά, ίσως να μην ήμουν αυτή η ηθοποιός που είμαι σήμερα, ίσως εσείς να μην κάνατε ό,τι κάνατε για να μιλήσετε μαζί μου!».
Τα παιδιά σάς βοήθησαν να γίνετε καλύτερη στη δουλειά σας;
«Αν η “αλήθεια” είναι το ζητούμενο σε αυτή τη δουλειά, ναι… (γέλια) Είναι αυτό το ζητούμενο;».
Τι να σας πω; Εσείς ξέρετε και μερικοί μαζί με σας.
«Ναι, η αλήθεια είναι το ζητούμενο, αλλά όχι γενικώς η αλήθεια. Ακούω να μιλάνε όλοι για την αλήθεια σαν να πρόκειται για την “Ακρόπολη” στον χώρο των ιδεών και των εννοιών (γέλια). Λένε, για παράδειγμα, “η αλήθεια είναι αιώνια!” ή “οι μεγάλες αλήθειες ζουν και βασιλεύουν!».
Για σας τι είναι η αλήθεια; Δεν είναι όλα αυτά;
«Σας είπα, για μένα η αλήθεια έχει να κάνει με την προβολή της διαφορετικής οπτικής του καθενός. Αν δεν υιοθετούμε την οπτική άλλου για να δούμε, τότε λέμε την αλήθεια· άρα προσθέτουμε μία ακόμη οπτική για τον κόσμο μας, αλλά πλουτίζουμε και εμείς και οι άλλοι που μας ακούν. Η αλήθεια είναι ό,τι δηλώνει χωρίς φόρο τη διαφορά μας. Αλλά είπαμε, ο κόσμος μας, η κοινωνία μας έχει νομοθετήσει το ψέμα!».
Γιατί;
«Γιατί η εξουσία…» (γέλια).
Δεν σας καταλαβαίνω τώρα, γιατί γελάτε πάλι άσχετα;
«Μα τρελαίνομαι όταν μιλάω για όλα αυτά τώρα, άσχετα, σε έναν άνθρωπο που δεν θα ξαναδώ, στο διάλειμμα μιας πρόβας (γέλια). Δεν είναι για γέλια; Εγώ που σπάνια μιλάω, τι με έπιασε τώρα και μιλάω γι’ αυτά;».
Τι σας έπιασε;
«Ισως ο Τενεσί Γουίλιαμς βλάπτει σοβαρά την υγεία! (γέλια) Ή ο Χολ…».
Στα ελληνικά χολ ξέρετε τι λέμε; Τον χώρο όπου μπαίνουμε μόλις ανοίγουμε την πόρτα του σπιτιού. Συνήθως στο χολ κάθονται οι ασθενείς περιμένοντας τον γιατρό (γέλια).
«Για μένα, τώρα που το λέτε, ο φίλος μου, ο σερ Πίτερ Χολ, είναι ένα δωμάτιο που οδηγεί σε έναν άλλο Τενεσί Γουίλιαμς. Εχω μερικές ακόμη φορές πάρει το ίδιο “Λεωφορείο”. Αλλά αυτή τη φορά το “Λεωφορείο ο πόθος” με πάει κάπου όπου η Μπλανς ποτέ δεν είχε ξαναπάει».
Πού;
«Να… με κάνει να λέω σε σας όλα αυτά. Με κάνει να ξανασκεφτώ ότι ένα κορίτσι από τον Νότο βλέπει την εξουσία και φαντάζεται ότι το μόνο που θέλει από αυτήν είναι να σταθεί μακριά της, να ασχοληθεί με τους άλλους. Οχι με αυτό. Οποιος ασχολείται, μπερδεύεται με την εξουσία, χάνει την αλήθεια. Η εξουσία, όπως σας έλεγα προηγουμένως, για να ανθήσει πρέπει να νομοθετήσει το ψέμα. Δηλαδή να καταργήσει στο μέτρο του δυνατού τις διαφορές μας. Να μας κάνει όλους ίδιους, με ίδιες επιθυμίες, με ίδια “εγώ” μεγάλα και τρανά, ικανά να κινήσουν γη και ουρανό, για να γίνουν “αστέρια” στον ουρανό. Αυτή είναι η εξουσία. Οποιος τη διεκδικεί είναι εθελοντής ψεύτης που πιστεύει ότι η αλήθεια είναι μία. Υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από αυτό; Η αλήθεια είναι όσοι είμαστε, και εμείς όλοι επί γης και όλοι αυτοί που θα έρθουν και όλοι αυτοί που έφυγαν από αυτόν τον κόσμο. Η αλήθεια είναι η θάλασσα, ο ωκεανός των διαφορών μας. Γι’ αυτό και μας ξεπλένει, γι’ αυτό και μας δροσίζει. Ωραίο αυτό που είπα, ε;» (γέλια).
Εσείς αρνείστε την εξουσία. Αλλά δεν ζείτε έτσι. Μέσα στο σύστημα είστε, νομίμως συμπεριφέρεστε.
«Δεν με ξέρετε καλά. Απλώς βλέπετε έναν άνθρωπο που νομίζετε ότι τον γνωρίζετε. Αλλά ό,τι ξέρετε για μένα μέσα από τα περιοδικά και τις τηλεοράσεις είναι πολύ περισσότερο ψέμα και ελάχιστο από την αλήθεια μου. Ως συνήθως, η αλήθεια μου κανένα δεν ενδιαφέρει, κανένας δεν τη φιλοξενεί στις σελίδες του. Ξέρετε γιατί μας πλησιάζουν τα ΜΜΕ; Ξέρετε;».
Γιατί;
«Για να γίνουμε οι αποδείξεις αυτών που θέλουν να πουν. Εχουν προαποφασίσει για το τι θέλουν να πουν και μας πλησιάζουν για να το πούμε εμείς, για να γίνει πιστευτό, για να είναι πιο ισχυρό το στοιχείο που αποδεικνύει του λόγου τους το αληθές! Καταλάβατε;».
Υπερβάλλετε, νομίζω. (γέλια)
«Καθόλου. Κυριολεκτώ».
Συμπεριφέρεστε ως αναρχική. Καταρρακώνετε την εξουσία και γενικότερα τα βάζετε με αυτούς που σας έκαναν ό,τι γίνατε.
«Ξέρετε, δεν διαφωνώ ότι συμμετέχω μέσα σε ένα σύστημα ούτε θέλω να το ανατρέψω. Απλώς θέλω να διατηρήσω το δικαίωμά μου να στέκομαι κριτικά απέναντι στο σύστημα αυτό και να το εκμεταλλεύομαι όσο μπορώ για να καταθέσω τη δική μου αλήθεια».
Πώς το καταφέρνετε αυτό;
«Εχω ζήσει χρόνια εκτός νόμου, αυτό με βοηθάει».
Τι εννοείτε;
«Τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 έζησα για ένα μεγάλο διάστημα εκτός νόμου. Δεν θέλω όμως να πω τίποτα άλλο γι’ αυτό. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ζώντας εκτός νόμου έμαθα πολλά».
Οπως;
«Οτι για να ζήσεις εκτός νόμου, πρέπει να είσαι τίμιος! Αυτό είναι προϋπόθεση· είναι προϋπόθεση που έχει τη δύναμη κανόνος, άτυπου νόμου! (γέλια) Κανείς δεν ξεφεύγει, βλέπετε, από τους νόμους, ούτε οι παράνομοι, αλλά οι παράνομοι τουλάχιστον είναι αληθινοί γιατί κάνουν την αλήθεια τους νόμο και όχι το ψέμα τους, όπως κάποιοι άλλοι!».
Με εκπλήσσετε με όλα αυτά που λέτε. (γέλια)
«Εχουμε πολύ λίγο χρόνο στη διάθεσή μας και πρέπει να κάνω ό,τι μπορώ για να μη με ξεχάσετε».
Η μνήμη είναι επιλεκτική;
«Ναι. Για παράδειγμα, δεν ξεχνάει ποτέ τους φόβους μας». (γέλια)
Εσείς έχετε φόβους που επηρεάζουν την επιλεκτικότητα της μνήμης σας;
«Ε, βέβαια… Να, ο φόβος μου για καθετί που έχει σχέση με την εξουσία. Δεν ξέρω γιατί, ακόμη και τώρα βλέπω αστυφύλακα και νομίζω ότι είναι για μένα, ότι έρχεται να με συλλάβει. Δεν ξέρω γιατί. Ισως επειδή ποτέ δεν κατάλαβα γιατί χρειάζεται ο άνθρωπος φύλακα στην απειλή του. Απειλούμεθα μέσα μας. Ο φύλακας της απειλής ή των απειλών μας δεν φροντίζει να αποβάλουμε την απειλή μας. Το έχετε σκεφθεί αυτό; Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πέσει στην παγίδα και πιστεύουν ότι οι αστυφύλακες φυλάνε εμάς από αυτούς που μας απειλούν. Στην πραγματικότητα, φυλάνε την εξουσία. Η εξουσία δεν φοβάται ούτε απειλείται, όπως εμείς. Δεν νιώθει φόβο. Αλλά δεν θέλει να βρίσκει δυσκολίες από όλους εμάς που είμαστε απρόβλεπτοι μέσα στους φόβους μας… Ολοι εμείς είμαστε για την εξουσία εξημερωμένα θηρία που κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να μας ξανακάνει θηρία!». (γέλια)
Τα λέτε όλα αυτά και όμως βλέπω γύρω σας παιδιά, οικογένεια και όλα τα συμβατικά χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου καθ’ όλα ενταγμένου στην κοινωνία αυτή που κατηγορείτε.
«Μα δεν κατηγορώ κανέναν. Απλώς καταθέτω τους φόβους μου. Για μένα η οικογένεια, ο γάμος, έχει να κάνει με τη δική μου ανάγκη να δεσμευθώ με ένα άλλο άτομο. Είναι μια άρνηση αυτή να δεχθώ τη μοναξιά μου. Δικαίωμά μου να επιλέγω αυτό το είδος αντίδρασης στη μοναξιά μου. Ετσι δεν είναι;».
Με ποια κριτήρια επιλέγετε τον σύντροφο της ζωής σας; Δεν θέλω να είμαι αδιάκριτος, αλλά αυτοί οι σύντροφοι που είναι γνωστοί και σε μας ήταν πολύ αντιφατικοί μεταξύ τους. Τι σχέση έχει ο Μπαρίσνικοφ με τον Σαμ Σέπαρντ;
«Καμία. Αλλά αυτό είναι το ενδιαφέρον. Δεν φεύγουμε από το ένα μέρος για να πάνε σε ένα ίδιο άλλο μέρος! Ετσι δεν είναι; Φεύγουμε γιατί πιστεύουμε ότι εκεί όπου πάμε θα είναι καλύτερα, αλλιώτικα τουλάχιστον! (γέλια) Θα σας πω κάτι που θα σας φανεί παράξενο. Η πιο ενδιαφέρουσα σκέψη που έχω κάνει στη ζωή μου για τους άντρες που έζησα κοντά τους δεν έχει να κάνει με αυτούς τους ίδιους».
Αλλά;
«Εχει να κάνει με μια γενική διαπίστωση, για την οποία τώρα πια είμαι βέβαιη: για να γνωρίσεις καλά έναν άντρα πρέπει να γνωρίσεις τη μητέρα του!». (γέλια)
Οπως και για να γνωρίσεις καλά μια γυναίκα πρέπει να γνωρίσεις καλά τον πατέρα της. (γέλια)
«Δεν ισχύει με τον απόλυτο τρόπο που ισχύει στην περίπτωση των αντρών. Και αυτό το βρίσκω φυσικό. Ο άντρας είναι δημιουργικός, η γυναίκα δημιουργός. Αρα είναι φυσικό ένας δημιουργικός άνθρωπος να εξαρτάται από τον δημιουργό του!».
Εσείς ποιον αγαπούσατε περισσότερο στη ζωή σας, τον πατέρα σας ή τη μητέρα σας;
«Τον πατέρα μου. Ή μάλλον δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα αν τον αγαπούσα περισσότερο. Αλλά ήταν σίγουρα η κινητήριος δύναμή μου ο πατέρας μου. Ηταν πάντα το σημείο εκκίνησης για μένα. Ο,τι έκανα, έπιανα τον εαυτό μου να το κάνει για να ευχαριστήσω τον πατέρα μου. Ηταν όμως ένας εξαιρετικός άνθρωπος. Μια απίστευτη προσωπικότητα».
Πότε μια προσωπικότητα είναι απίστευτη; (γέλια)
«Οταν κάνεις κάθε προσπάθεια να απομακρυνθείς αλλά αυτή σε τραβάει κοντά της. Σε καθηλώνει εκεί όπου είσαι. Σε πολώνει. Γι’ αυτό δεν λέω ότι τον αγαπούσα περισσότερο. Πολλές φορές με πόλωσε τόσο πολύ η προσωπικότητα του πατέρα μου που τον μίσησα. Αλλά ας τα αφήσουμε αυτά. Τέρμα, φτάνει ως εδώ η κουβέντα μας. (γέλια) Δεν είστε ευχαριστημένος. Είναι κακό να θέλετε να πάρετε τα πάντα από έναν άνθρωπο που θέλει να δίνει λίγα προς δημοσιοποίηση!».
Γιατί θέλετε να δίνετε λίγα προς δημοσιοποίηση;
«Γιατί δεν ξέρω να τα πω καλά και δημιουργώ νέες παρανοήσεις για μένα. (γέλια) Δεν μου αρέσει να μιλάω για το παρελθόν. Το παρελθόν είναι ωραίο για να το επισκέφτεσαι όποτε θέλεις μόνος σου, όπως και τα νεκροταφεία. Είναι μακάβριο να λες “πάω μια βόλτα στο νεκροταφείο”, αλλά σε ηρεμεί όταν βρίσκεσαι εκεί. Ετσι δεν είναι; Εγώ κάνοντας βόλτες στο παρελθόν μου ηρεμώ, αν και έχει να κάνει με κάτι που πέθανε, που δεν θα ξαναζήσω».
Κάντε μου μια χάρη για το τέλος της κουβέντας μας.
«Αναλόγως του τι χάρη θέλετε να σας κάνω».
Θα μπούμε στο «Λεωφορείον ο πόθος» και θα με πάτε μια βόλτα στα πάθη σας, στα πάθη του παρελθόντος σας.
(γελάει) «Δεν γίνεται. Είναι μακρό το ταξίδι και δεν χωράει σε ένα διάλειμμα, δυστυχώς».
Αρχίστε τη διαδρομή και σταματήστε την όπου βαρεθείτε.
«Τι να σας πω; Θα σας πω δύο – τρία και θα με αφήσετε, ε; Μου το υπόσχεστε;».
Σας το υπόσχομαι.
«Δεκαετία του ’60. Στο Σόχο. Τότε που όλα ξεκινούσαν να συμβούν. Η μυρωδιά του καλοκαιριού στη Ν. Υόρκη, στους δρόμους, παντού. Εκεί, μέσα σε αυτές τις μυρωδιές, άνθησε η ζωή μου, ζωντάνεψε. Μέσα σε αυτές τις μυρωδιές αισθάνθηκα για πρώτη φορά τις δυνατότητες των πραγμάτων γύρω μου. Μετά, Μάης του ’68 στο Παρίσι. Από παντού εμφανίζονται φοιτητές με υπέροχες ψυχές. Το ομορφότερο πράγμα που είδαν τα μάτια μου σε αυτόν τον κόσμο. Ο άνθρωπος είναι υπέροχος όταν ζει μέσα στην επανάσταση. Είναι άλλος. Είναι μέρος μιας άλλης χαράς, μετά όμως το βάζει στα πόδια, γιατί πολύ γρήγορα η χαρά γίνεται βάσανο! Τέλος πάντων. Τι να λέμε τώρα; Πώς να ξεχάσω την πρώτη φορά όπου άκουσα τον ύμνο της ζωής μου, το Subterranean Homesick Blues; Τον Μπομπ Ντίλαν πώς να τον ξεχάσω; Μετά, εγώ σε ένα φορτηγό να αλωνίζω την Αμερική, τους δρόμους της να τους μετρώ με συναισθήματα. Το Σόχο με τους περφόρμεν να ανασαίνει το «καινούργιο», ό,τι πιο καινούργιο, και εγώ εκεί, με έναν μεγάλο μου έρωτα, ισπανικό, να κατεβάζουμε κρυφά τα σκουπίδια για να μη μας δουν. Σας φαίνονται ασυνάρτητα όλα αυτά. Αλλά αυτή η ασυναρτησία είναι το λαμπρό νεκροταφείο των στιγμών που ζήσαμε ο καθένας μας. Εγώ τότε ζωγράφιζα πάνω σε φορμάικες, μετά άρχισα να χορεύω, μπήκα στην ομάδα της Ελι Κλάιν και ταξίδεψα στον εξωτισμό των κινήσεων και της φαντασίας της Ελι. Χόρεψα και κλακέτες και όλα τα έκανα. Ωσπου υποκλίθηκα στον Ντεκρού».
Τι ήταν ο Ντεκρού για σας;
«Ηταν τα πάντα, ο σεβασμός μου. Υπήρχαν εβδομάδες που δουλεύαμε μερόνυχτα πάνω στις κινητικές και εκφραστικές δυνατότητες των χεριών. Ή στην κίνηση των ματιών. Και όλα αυτά επαναλαμβάνοντάς μας μια φράση: “Δεν είστε γυμναστές, είστε χορευτές”. Είχε την ικανότητα να σε γοητεύει. Διηγιόταν απίθανες ιστορίες. Είχε την ικανότητα να παθιάζει τους ανθρώπους και το πάθος του γινόταν πόθος όλων μας να τον ευχαριστήσουμε. Αυτά. Ο Ντεκρού ήταν από εκείνες τις λιγοστές υπέροχες μορφές που σε έκαναν συνέχεια να βασανίζεσαι ανάμεσα στα δύο ερωτήματα “με αγαπάει;” ή “δεν με αγαπάει;”. Ηθελαν όλοι να τους αγαπάει».
Γιατί;
«Γιατί η αγάπη μεγαλώνει όταν αυτός που αγαπάει ξέρει τι αγαπάει και όταν αυτός που αγαπάει ξέρεις ότι δεν αγαπάει παρά μόνο πολύ. Ενα άλλο τέτοιο άτομο ήταν ο Μπαλανσίν. Με τον Μίσα γνώρισα τον Μπαλανσίν. Και ένιωσα ότι όλοι γύρω του αναπνέουν γι’ αυτόν. Είναι φοβερά αυτά τα άτομα. Δεν μπορείς να περάσεις πλάι τους και να μη σε σημαδέψουν. Τέλος. Δεν θέλω να πω τίποτα άλλο. Ευχαριστώ».
Και εγώ. Οπως λέει σε μια στιγμή η Στέλλα στο «Λεωφορείο ο πόθος», «καλύτερα να σταματήσουμε αυτή τη συζήτηση νομίζω».
«Και η Μπλαντς απαντάει: “Πολύ καλά, όπως νομίζεις”. (γέλια) Τα υπόλοιπα που δεν είπαμε είναι αυτά που αξίζουν περισσότερο, γι’ αυτό και θα μείνουν για πάντα στο σκοτάδι. Το σκοτάδι πάντα είναι πιο φιλόξενο για τα “σημαντικά” του κόσμου τούτου!». (γέλια)
Σας ευχαριστώ, καλή πρόβα.
«Ευχαριστώ! Και μη νομίσετε ότι μιλούσαμε σοβαρά τόσην ώρα!» (γέλια).
