«Με αίμα και σίδερο…»
Ο Οθων φον Βίσμαρκ, ο πρώσος πολιτικός που έμελλε να γίνει ο δημιουργός και πρώτος καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, γεννήθηκε στο Σενχάουζεν του Βραδεμβούργου την 1η Απριλίου 1815. * Ο πατέρας του Φέρντιναντ ανήκε στην αριστοκρατική τάξη των junker (γιούνκερ = ευπατρίδης γαιοκτήμονας στην Πρωσία), η μητέρα του Βιλχελμίνε Μένκεν ήταν θυγατέρα ενός μη τιτλούχου γραφειοκράτη, ο οποίος ανήλθε σε υψηλό αξίωμα κατά τη βασιλεία του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου της Πρωσίας. * Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Γοτίγγης και ύστερα στο Βερολίνο. * Υστερα από μια σύντομη θητεία ως δικαστικός υπάλληλος στο Ααχεν, επέστρεψε για οκτώ ολόκληρα χρόνια στα κτήματα της οικογένειας. * Δεν άργησε να αποκτήσει τη φήμη του καρδιοκατακτητή, του γερού πότη και του δεινού ιππέα. * Το 1847 παντρεύτηκε τη Γιοχάνα φον Πούτκαμερ και εξελέγη μέλος της πρωσικής Βουλής. * Στις 22 Σεπτεμβρίου 1862 διορίστηκε πρωθυπουργός της Πρωσίας. * Το 1870 κηρύχθηκε ο γαλλοπρωσικός πόλεμος. Ενα χρόνο αργότερα, στις 18 Ιανουαρίου, μετά την ήττα του Ναπολέοντος Γ’, ο Γουλιέλμος Α’ ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας της νέας Γερμανικής Αυτοκρατορίας και η Πρωσία εδραίωσε τη θέση της ως ηγέτιδος δυνάμεως του αυτοκρατορικού Ράιχ. Ο Βίσμαρκ θεωρούσε την ενωμένη Γερμανία αποκλειστικά δικό του επίτευγμα και αντιμετώπιζε κάθε αντίπαλό του ως εχθρό της Αυτοκρατορίας (Reichsfeind). * Στις 21 Μαρτίου 1871 τιμήθηκε με τον τίτλο του πρίγκιπα και διορίστηκε πρώτος καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. * Στις 18 Μαρτίου 1890 παραιτήθηκε από την καγκελαρία μαζί με τον γιο του Χέρμπερτ, υπουργό των Εξωτερικών, εξαιτίας των διαφορών του με τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β’. * Αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη σύνταξη των «Σκέψεων και Αναμνήσεών» του («Gedanken und Erinnerungen»), έργου αδιαμφισβήτητης λογοτεχνικής αξίας αλλά μάλλον αμφισβητήσιμου ως ιστορικής πηγής. * Ο Βίσμαρκ πέθανε στο Friedrichsruh (Φρίντριχσροου) στις 30 Ιουλίου 1898. Η διαμάχη του με τον Γουλιέλμο Β’ συνεχίστηκε και μετά θάνατον αφού η επιγραφή που είχε συντάξει για την επιτύμβια πλάκα του έχει ως εξής: «Αληθινός Γερμανός θεράπων του αυτοκράτορα Γουλιέλμου Α’».
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΘΕΝΙΚΟ ΛΟΓΟ ΠΟΥ ΕΚΦΩΝΗΣΕ στο κοινοβούλιο ως πρωθυπουργός της Πρωσίας διαφάνηκαν οι πρώτες ύλες της πολιτικής του σκέψης: «αίμα και σίδερο». Ο Σιδηρούς Καγκελάριος (στη φωτογραφία, σε ηλικία 60 ετών, το 1875), ο οποίος κατόρθωσε όχι μόνο να ενώσει την κατακερματισμένη Γερμανία αλλά και να επαναδιατάξει τα κομμάτια στη σκακιέρα της Ευρώπης, κατηγορήθηκε μεταξύ άλλων ότι «έκανε τη Γερμανία μεγάλη και τους Γερμανούς μικρούς» και ότι προλείανε το έδαφος για τον ναζισμό
Αφού πέρασα έναν ευρύχωρο προθάλαμο με δρύινες βιβλιοθήκες εισήλθα σε ένα μακρόστενο σαλόνι, στο κέντρο του οποίου στεκόταν η Υψηλότητά του κουβεντιάζοντας με την πριγκίπισσα και μιαν άλλη κυρία, ενώ τη συντροφιά απάρτιζαν ακόμη δύο καθαρόαιμα δανέζικα κυνηγόσκυλα, το ένα εκ των οποίων ήταν ένας πανέμορφος μαύρος σκύλος ονόματι Τάιρας. Ο Τάιρας Α’ ήταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία όταν άφησε την τελευταία του πνοή περίπου πριν από τρία χρόνια· ξεψύχησε ήσυχα στην κρεβατοκάμαρα του κυρίου του, έχοντας πλήρη επίγνωση ότι εκείνος βρισκόταν στο πλευρό του ως το τέλος. Οπως είπε ο ίδιος ο πρίγκιπας, «λίγα λεπτά προτού ξεψυχήσει το πιστό, γηραιό σκυλί, του μίλησα. Δεν είχε ούτε τη δύναμη να κουνήσει την ουρά του, αλλά άνοιξε τα μάτια του και καθώς με κοίταζε το πρόσωπό του φώτισε μια έκφραση που έμοιαζε να έλεγε τόσο καθαρά σαν να μου είχε πράγματι μιλήσει ότι ήξερε ποιος είμαι και ότι μου ευχόταν κάθε καλό». Ο Τάιρας Β’ ήταν δώρο του σημερινού αυτοκράτορα και είναι «πιο ήμερος αλλά χωρίς να διαθέτει την ξεχωριστή προσωπικότητα του προγόνου του». Οσο για το άλλο μεγαλοπρεπές κυνηγόσκυλο, ένα εξαιρετικής δύναμης και ομορφιάς θηλυκό με στιλπνό, γκριζόμαυρο τρίχωμα, είναι εγγονή του περίφημου «Βασιλικού Σκύλου», στον οποίο μοιάζει πολύ.
Αμέσως μόλις με είδαν τα δύο σκυλιά έτρεξαν με φόρα προς το μέρος μου προκειμένου να πραγματοποιήσουν την καθιερωμένη επιθεώρησή τους, μια επιθεώρηση που είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι έληξε εκατέρωθεν λίαν ικανοποιητικά. Ο ίδιος ο πρίγκιπας πλησίασε να με υποδεχθεί, μου έσφιξε θερμά το χέρι και με καλωσόρισε στο Friedrichsruh λέγοντας: «Χαίρομαι πολύ που σας βλέπω ξανά. Εχουμε, νομίζω, να ιδωθούμε από το 1872». Εσπευσα να τον συγχαρώ για την άριστη κατάσταση της υγείας του, για την οποία η εξαιρετικά καλή όψη του δεν άφηνε απολύτως καμία αμφιβολία.
Στα 75 του χρόνια ο πρίγκιπας Βίσμαρκ παραμένει ευθυτενής σαν βέλος, γεροδεμένος σαν 35χρονος. Δεν είναι πια χλωμός όπως όταν τον πρωτοσυνάντησα, η επιδερμίδα του έχει αποκτήσει καθαρότητα και ένα ζωηρό κόκκινο χρώμα· τα μάτια του ακτινοβολούν με εκείνη την παλιά, γνώριμη φλόγα και ζωντάνια· η φωνή του είναι γλυκιά και δυνατή· στο παχύ μουστάκι και τα πυκνά φρύδια του δεν διακρίνεται η παραμικρή υποψία γκρίζου. Δείχνει πολύ νεότερος από την ηλικία του, τουλάχιστον δέκα χρόνια. Καθώς διέσχιζα στο πλάι του την ατελείωτη σειρά από δωμάτια του κάστρου Friedrichruh, στο πρώτο από τα οποία με είχε υποδεχθεί, δεν μπόρεσα να μην του αναφέρω πόσο πολύ τον είχε ωφελήσει η πρόσφατη απομάκρυνσή του από την ενεργό πολιτική ζωή. «Ξεκούραση!» αναφώνησε· «Πράγματι, αληθινή ξεκούραση. Η πολιτική ζωή, όσον αφορά τουλάχιστον εμένα, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τώρα πια διαθέτω ελεύθερο χρόνο για όλες εκείνες τις μορφές ψυχαγωγίας που απολάμβανα πριν από 30 χρόνια. Είναι ωραία η ανάπαυση· ακόμη πιο ωραία είναι η βεβαιότητα ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ πια να αλλάξω σπίτι. Εσείς οι Εγγλέζοι έχετε μια παροιμία που λέει “τρεις μετακομίσεις είναι όπως μια φωτιά”, και είναι πέρα για πέρα αληθινή».
ΛΙΓΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ από την καγκελαρία στις 18 Μαρτίου 1890 (εξαιτίας των αγεφύρωτων διαφορών του με τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β’), ο Βίσμαρκ αποσύρθηκε στο ησυχαστήριό του, το κάστρο Friedrichsruh. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του παραπονιόταν για δώδεκα περίπου ιατρικές παθήσεις από ποδάγρα μέχρι κιρσώδη φλεβίτιδα αλλά ουδέποτε σταμάτησε να επιδίδεται στις αγαπημένες του καταχρήσεις: το φαγητό, το κρασί και το τσιγάρο. Στη φωτογραφία, ο αποδυναμωμένος αλλά πάντα θαλερός γερμανός πρίγκιπας σε μια επιβλητική, στιβαρή πόζα, δίπλα στα δύο δανέζικα κυνηγόσκυλά του. Οπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Γουλιέλμος Α’: «Δεν είναι εύκολο να είσαι αυτοκράτορας με έναν τέτοιο καγκελάριο»
Ενας παλιός φίλος του στο Αμβούργο, τον οποίο ο πρίγκιπας επισκέφθηκε πρόσφατα, με είχε πληροφορήσει ότι ο Βίσμαρκ είχε ανακοινώσει την πρόθεσή του να δεχθεί εις το εξής προσκλήσεις σε δείπνα και να παρακολουθήσει θεατρικές παραστάσεις που θα ελάμβαναν χώρα τον επόμενο χειμώνα στην πόλη του Αμβούργου. Εχοντας υπόψη πόσο αποτραβηγμένη ήταν η ζωή που διήγε όσο βρισκόταν στο ζενίθ της πολιτικής δύναμής του, τον ρώτησα αν όντως το εννοούσε ή αστειευόταν. «Το έλεγα απολύτως σοβαρά» ήταν η απάντησή του. «Δεν νομίζετε ότι ήλθε πλέον ο καιρός να διασκεδάσω κι εγώ λίγο, να διεκδικήσω το δικό μου μερίδιο σε κοινωνικές απολαύσεις;».
Είχαμε φθάσει μπροστά στο ρολόι της τραπεζαρίας δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω ότι ο καιρός δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος και εκείνος μόλις είδε ότι η ώρα πλησίαζε ένδεκα κοντοστάθηκε και μου είπε: «Θα θέλατε να περπατήσετε μαζί μου; Λέω να πάρω τον καθιερωμένο καθημερινό περίπατό μου στο δάσος δίπλα από το σπίτι». Ενα λεπτό αργότερα είχαμε ήδη εγκαταλείψει το schloss (= κάστρο) και περπατούσαμε ζωηρά σε μια μικρή κατηφόρα που οδηγούσε σε ένα καταπράσινο κομμάτι γης μισό γρασίδι, μισό λιβάδι· στη δεξιά πλευρά του υπήρχε μια κοιλότητα με ελαφρώς κινούμενο νερό που δεν ήταν ούτε λίμνη ούτε ποτάμι, μέσα στο οποίο μπορούσε κανείς να διακρίνει κοπάδια κυπρίνων.
Επιτρέψτε μου να σας περιγράψω τον επιφανή οικοδεσπότη μου καθώς βάδιζε μπροστά με ζωηρές δρασκελιές. Φορούσε ένα μαλακό, πλατύγυρο καπέλο, είχε δεμένο κόμπο στον λαιμό του ένα χοντρό, λευκό μαντίλι, ενώ φορούσε ακόμη ένα μακρύ, σκούρο, φαρδύ παλτό, κουμπωμένο ως ψηλά στον λαιμό, ένα γκρίζο παντελόνι και σκληρές μπότες με διπλή σόλα. Στο δεξί χέρι του, που δεν φορούσε γάντι, κρατούσε ένα μαύρο μπαστούνι με ελαφρώς κυρτωμένη λαβή, στο οποίο κάθε τόσο έγερνε ενώ περπατούσε. Το μουστάκι του δεν καλύπτει πλέον ολόκληρο το στόμα του αλλά είναι κοντοκουρεμένο ώστε να διαφαίνεται το κάτω χείλος. Διατηρεί το επιβλητικό ανάστημα του στρατιωτικού, με το κεφάλι όρθιο και τους ώμους γερμένους προς τα πίσω· η ευσαρκία που τον χαρακτήριζε παλαιότερα απουσιάζει πλέον εντελώς.
Ενώ περπατούσαμε κατά μήκος ενός φαρδιού μονοπατιού που διέσχιζε το κάτω μέρος του τεράστιου πάρκου συναντήσαμε μια παρέα ανθρώπων που είχαν προφανώς βγει για την καθημερινή τους βόλτα και που μόλις μας είδαν στάθηκαν παράμερα, βγάζοντας με σεβασμό το καπέλο τους στην Υψηλότητά του, που δεν παρέλειψε να ανταλλάξει μερικές ευγενικές κουβέντες μαζί τους. Στην τρίτη τέτοια παρέα που συναντήσαμε, τον ρώτησα αν επιτρεπόταν η είσοδος του κοινού στα δάση του. «Οχι» μου απάντησε. «Για να σας πω την αλήθεια, αναγκάζομαι πολλές φορές να τοποθετώ απαγορευτικές πινακίδες. Πολύ σπάνια όμως πραγματοποιώ όλες αυτές τις απειλές και τις τιμωρίες μου άλλωστε όλος αυτός ο καλός κόσμος δεν δείχνει να τους δίνει και πολλή σημασία. Οι φύλακές μου δεν εγκρίνουν καθόλου την παρουσία αυτών των παραθεριστών-καταπατητών διότι, όπως λένε, ενοχλούν τα ελάφια. Φασιανούς; Οχι, δεν έχω φασιανούς παραείναι μεγάλα τα δάση μου. Ο φασιανός είναι ένα ιδιαζόντως ανόητο πουλί, ικανό να χαθεί σε μια μεγάλη έκταση. Βλέπετε, εδώ πρόκειται για 20.000 αγγλικά εκτάρια, από τα οποία μόνο 4.000 είναι κατάλληλα για την εκτροφή ζώων, τα υπόλοιπα είναι δάσος. Τα έξοδα αυτού του κτήματος υπερβαίνουν κατά πολύ εκείνα που τελικώς αποφέρει· παρ’ όλα αυτά, του έχω ιδιαίτερη αδυναμία. Δεν έχω καθόλου κήπους εδώ, ούτε καν γύρω από το σπίτι μόνο ξύλο και νερό. Οι κήποι μου βρίσκονται στο Βαρτζίν (σ.τ.μ.: της Πομερανίας), εκεί όπου η σύζυγός μου καλλιεργεί τις τριανταφυλλιές της. Αυτό εδώ το σπίτι είναι τελείως απλό και πρωτόγονο· κάποτε ήταν πανδοχείο (σ.τ.μ.: Friedrichsruh= το Ησυχαστήριο του Φρίντριχ) και έτσι χρειάστηκε πολλές μετατροπές. Δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη, διότι το γραφείο μου είναι πολύ μικρό και ως εκ τούτου σκοπεύω να ρίξω έναν από τους τοίχους του και να το επεκτείνω. Θα σας δείξω αργότερα τι εννοώ».
Στο σημείο αυτό στρίψαμε από την όχθη του ποταμού σε ένα στενό μονοπάτι που ανέβαινε ελικοειδώς με διαδοχικά ζιγκ ζαγκ, διακοσμημένα με ρουστίκ πάγκους που έμοιαζαν να παρέχουν προσωρινή ανακούφιση από αυτή την «αναρριχώμενη μελαγχολία» ψηλά στην κορυφή ενός δασώδους λοφίσκου. Φθάνοντας στην κορυφή καθήσαμε για λίγο σε ένα από τα κατάλληλα για την περίσταση καθίσματα και στη διάρκεια αυτής της ανάπαυλας αρχίσαμε να συζητούμε για τον μηδενισμό και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε οιαδήποτε ρωσική κυβέρνηση.
ΣΕ ΜΙΑ ΛΑΜΠΡΗ ΤΕΛΕΤΗ ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΩΝ ΚΑΤΟΠΤΡΩΝ των Βερσαλλιών ανακηρύχθηκε, στις 18 Ιανουαρίου 1871, η νέα Γερμανική Αυτοκρατορία (έργο του Α. φον Βέρνερ). Διακρίνεται ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Α’ και ο ενορχηστρωτής της ενοποίησης της Γερμανίας Οτο φον Βίσμαρκ, ο οποίος λίγους μήνες αργότερα τιμήθηκε με τον τίτλο του πρίγκιπα και του καγκελαρίου του Β’ Ράιχ. Ο ίδιος θεωρούσε την Αυτοκρατορία δημιούργημά του, αντιμετωπίζοντας ως άσπονδο εχθρό της (Reichfeind) κάθε προσωπικό του αντίπαλο
Ρώτησα τον πρίγκιπα αν ήταν κατά τη γνώμη του δυνατόν να παταχθεί ο μηδενισμός με έγκαιρες και γενναιόδωρες παραχωρήσεις. «Οχι» απάντησε κάπως αυστηρά· «Δεν επιτρέπεται να γίνει καμία παραχώρηση στους μηδενιστές, σε αυτούς τους υποψήφιους δολοφόνους δολοφόνους που συμμετέχουν στην προμελέτη του εγκλήματος, αν όχι στη διάπραξή του. Ο μοναδικός τρόπος να τους αντιμετωπίσεις είναι να ενισχύσεις και να σκληρύνεις τον νόμο έτσι ώστε να τους επιβάλλονται αυστηρότερες τιμωρίες. Επ’ ουδενί λόγω δεν πρέπει να υποκύψουμε σε αυτούς τους αχρείους· ουδεμία πρόταση ομόνοιας και συμφιλίωσης δεν πρέπει να γίνει σε τέτοιους ανθρώπους, οι οποίοι όχι μόνο δεν γνωρίζουν καν τι θέλουν, αλλά και είναι πανέτοιμοι ανά πάσα στιγμή να διαπράξουν μια πληθώρα ειδεχθών εγκλημάτων. Δίχως αμφιβολία υπάρχουν πολλοί συμπαθείς, λογικοί και έξυπνοι Ρώσοι που επιζητούν μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις αλλά που δεν κατορθώνουν ούτε να εισακουσθούν τα αιτήματά τους ούτε να ασκήσουν επιρροή στις δυνάμεις της εξουσίας. Δεν επηρεάζουν καν τις μάζες».
«Η υπερβολική συσσώρευση πτυχίων στη Γερμανία οδηγεί στην πικρία και την απογοήτευση· στη Ρωσία οδηγεί στην πολιτική δυσαρέσκεια και τη συνωμοσία. Στη Ρωσία υπάρχουν δέκα φορές περισσότεροι νέοι άνθρωποι που εκπαιδεύονται για υψηλότερες θέσεις από τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας ή από τις ευκαιρίες που τους προσφέρονται να κερδίσουν τα προς το ζην μέσα από ελεύθερα επαγγέλματα, πόσο μάλλον να κερδίσουν πλούτο και δόξα. Βεβαίως, ίσως ευθύνεται και το είδος της εκπαίδευσης. Παρέχονται δωρεάν υπερβολικά πολλές υποτροφίες με αποτέλεσμα τα παιδιά των φτωχών οικογενειών να αισθάνονται δυστυχισμένα και άχρηστα. Επί παραδείγματι, τα παιδιά των κληρικών λαμβάνουν δωρεάν σχολική και πανεπιστημιακή παιδεία. Πείτε μου, τι καλό αποκομίζουν από αυτό; Εννέα στα δέκα μόλις ολοκληρώσουν την εκπαίδευσή τους δεν έχουν απολύτως τίποτε να κάνουν και η μόρφωσή τους είναι κάτι χειρότερο από περιττή γιατί δεν τα απογοητεύει απλώς, τα κάνει δυστυχισμένα. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, στην πλειονότητά τους προετοιμάζονται μετά πολλών κόπων και μόχθων για πολύ υψηλότερα αγαθά από αυτά που έχει τη δυνατότητα να τους παράσχει τελικώς η ζωή. Δεν είναι λίγες οι φορές που συνάντησα στους δρόμους της Ρωσίας βαρκάρηδες με πανεπιστημιακό πτυχίο. Υπάρχει άραγε τίποτε πιο σκληρό, τίποτε πιο παράλογο; Αυτοί οι άνθρωποι διακατέχονται από φθόνο και μίσος για τους πλούσιους και τους κατέχοντες θέσεις, με αποτέλεσμα να οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στη συνωμοσία και το έγκλημα».
«Δεν έχουν τα απαραίτητα προσόντα για να κτίσουν, γνωρίζουν όμως αρκετά για να καταστρέψουν. Είναι πολύ πιο εύκολο να φθείρεις από το να σώσεις· ως εκ τούτου διαπράττουν το κακό και το αποκαλούν σωτηρία. Η εκπαίδευσή τους γίνεται με σχολαστική εμμονή στους τύπους· δεν είναι πολιτική, ούτε καν πρακτική. Γι’ αυτό και δεν τους παραχωρούν λόγο στη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων. Η συνταγματική μοναρχία είναι ένα πολίτευμα ανωτάτου βαθμού που απαιτεί εξειδικευμένες και ευρείες γνώσεις και μια σειρά συνετούς συμβιβασμούς αυτό που εσείς οι Εγγλέζοι αποκαλείτε “give and take” (= δούναι και λαβείν). Το να την εμπιστευθείς σε ανθρώπους αδαείς, θεωρητικούς, οραματιστές, φανατισμένους, εντελώς αμύητους στην πολιτική ιστορία και τα σύγχρονα δεδομένα είναι καθαρή ανοησία ή μάλλον μια επικίνδυνη τρέλα».
Ο ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΒΙΣΜΑΡΚ έβαλε τα θεμέλια της σύγχρονης Γερμανίας. Στη φωτογραφία, καταδρομικό που σχεδίασε πάνω σε ένα έντυπο τηλεγραφήματος ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Γουλιέλμος Β’ (1894). Παρ’ ότι τα σχέδιά του κρίθηκαν ανεφάρμοστα από τους επαγγελματίες ναυπηγούς, σίγουρα δεν εμπόδισαν το γερμανικό ναυτικό να διεκδικήσει (με κύριο αντίπαλο τη Βρετανία) την κυριαρχία των θαλασσών
«Το μόνο που αρμόζει σε τέτοιους ανθρώπους είναι μια ισχυρή εξουσία, δίκαιη, υψηλόφρων και, ει δυνατόν, φιλεύσπλαχνη. Από την άλλη πλευρά, η απεριόριστη εξουσία και η χωρίς φραγμούς άσκησή της καθιστά ανάλγητους τους πολιτικούς, οι οποίοι στο κάτω κάτω δεν είναι παρά απλοί άνθρωποι. Η υπερβολική γραφειοκρατία βλάπτει· αλλά δεν είναι και φρόνιμο να βάζεις πολύ στενά όρια στη δύναμη και την αξιοπρέπεια του κράτους. Σε εσάς (σ.τ.μ.: τους Εγγλέζους) έχω τη γνώμη ότι το κοινοβούλιο έχει υπερβολική εξουσία παρέμβασης στην κρατική αρχή και οχλεί την κυβέρνηση. Η Ρωσία βρίσκεται στο αντίθετο άκρο. Εσείς είστε μια χώρα με μακρά κοινοβουλευτική παράδοση, εξοικειωμένοι με την ύπαρξη πολιτικών κομμάτων και την αναγκαιότητα των αμοιβαίων υποχωρήσεων όταν η στιγμή το απαιτεί. Οι Ρώσοι, όπως ανέφερα και νωρίτερα, δεν γνωρίζουν τι θέλουν, δεν γνωρίζουν πότε να διεκδικήσουν και πότε να υποχωρήσουν. Ερμαια δογμάτων ή ιδεών, υιοθετούν ακραίες θέσεις σε μια πολιτική που δεν κατανοούν. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει άλλη λύση από το να τους κυβερνήσεις με σιδερένια πυγμή».
Καθώς πλησιάζαμε πίσω στο κάστρο ο πρίγκιπας Βίσμαρκ έπλεξε το εγκώμιο του διαδόχου του στην καγκελαρία Λέο φον Καπρίβι, περιγράφοντάς τον ως «έναν εκλεκτό στρατιώτη, έναν άνδρα εξέχουσας ευφυΐας και μόρφωσης» πάνω απ’ όλα έναν τέλειο τζέντλεμαν. «Είμαι βέβαιος» συνέχισε η Υψηλότητά του «ότι ο διορισμός του στην καγκελαρία αποτέλεσε τεράστια έκπληξη για τον ίδιο και ότι τον αποδέχθηκε από μια υψηλή και πιστή αίσθηση καθήκοντος, απαλλαγμένη από κάθε είδους υπέρμετρη προσωπική φιλοδοξία. Διαθέτει καθαρό μυαλό, καλή καρδιά, γενναιόδωρη φύση και εξαιρετικές ηγετικές ικανότητες. Από κάθε άποψη ένας πρώτης τάξεως άνδρας».
Ηταν ήδη μία η ώρα όταν ολοκληρώσαμε τον περίπατό μας στο πάρκο του Schloss Friedrichsruh και ο πρώην καγκελάριος με οδήγησε πάνω σε μερικά απότομα, πέτρινα σκαλοπάτια, τα οποία ανεβήκαμε με φόντο τις ρομαντικές νότες μιας ρομβίας. Περνώντας μια φαρδιά, λιθοστρωμένη βεράντα η οποία επικοινωνούσε κατά μήκος με την τραπεζαρία, ανοίξαμε μια βαριά, γυάλινη πόρτα και περάσαμε μέσα στο δωμάτιο όπου είχε ήδη σερβιριστεί το γεύμα. Η πριγκίπισσα και τρεις ακόμη φίλοι μάς περίμεναν στο διπλανό σαλόνι. Χωρίς άλλη αργοπορία καθήσαμε στο τραπέζι, όπου λίγο αργότερα μας συντρόφεψε ηλιοκαμένος και σφύζοντας από υγεία, δύναμη και καλή διάθεση ο κόμης Χέρμπερτ (γιος του Βίσμαρκ και υπουργός των Εξωτερικών, ο οποίος υπέβαλε την παραίτησή του μαζί με τον πατέρα του). Στον δεξιό τοίχο της «Speisesaal» (τραπεζαρίας), ακριβώς πίσω από το κάθισμα του «Schlossherrin» (πυργοδεσπότης), κρεμόταν ένα φυσικού μεγέθους πορτρέτο του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’, αντίγραφο της πρωτότυπης ελαιογραφίας που είχε φιλοτεχνήσει ο καθηγητής Αγκελί, στον οποίο ο αυτοκράτορας απεικονιζόταν ένστολος σε νεαρή ηλικία με το δεξί του χέρι του να ακουμπά σε ένα τραπέζι, πάνω στο οποίο διακρινόταν ακόμη το κράνος του και το αυτοκρατορικό διάδημα.
Είναι ένας πίνακας τεραστίων διαστάσεων και κατά έναν παράδοξο τρόπο επισκιάζει όλα τα άλλα έργα τέχνης μέσα στην επιβλητική σάλα. Στη διάρκεια του γεύματος το οποίο τα δύο αριστοκρατικά κυνηγόσκυλα παρακολουθούσαν με ζωηρότατο αν και επιμελώς συγκαλυμμένο ενδιαφέρον η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από μια πληθώρα θεμάτων δίνοντας στον πρίγκιπα την ευκαιρία να επιδείξει το ανεξάντλητο πνεύμα και τις απαράμιλλες ικανότητές του στα ανέκδοτα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος παρατήρησα ότι δεν έπινε τίποτε με το φαγητό του και τον ρώτησα αν αυτή η «στεγνή δίαιτα» ήταν δική του επιλογή ή αποτελούσε τμήμα του διατροφικού κώδικα που είχε εκπονήσει για λογαριασμό του ο περίφημος «Leibarzt» (προσωπικός ιατρός) του, δρ Σβένινγκερ. «Το δεύτερο» απάντησε. «Μου επιτρέπεται να πίνω τρεις φορές την ημέρα, ένα τέταρτο έπειτα από κάθε γεύμα, όχι παραπάνω από μισό μπουκάλι κόκκινο, αφρώδες κρασί του Μοζέλα, εξαιρετικά ελαφρύ και ξηρό. Το κρασί Βουργουνδίας και η μπίρα, για τα οποία τρέφω μια ιδιαίτερη συμπάθεια, είναι απαγορευμένοι καρποί για μένα, όπως άλλωστε και όλα τα κρασιά του Ρήνου και τα ισπανικά κρασιά, συμπεριλαμβανομένου και του Μπορντό. Εδώ και πολλά χρόνια απέχω από όλα αυτά τα γενναιόδωρα ποτά για χάρη της υγείας μου και της “φυσικής κατάστασής μου”. Παλαιότερα το βάρος μου έφτανε τα δεκαεπτά στόουν (107 κιλά). Ακολουθώντας την εν λόγω δίαιτα κατόρθωσα να ρίξω το βάρος μου σε λιγότερο από δεκατέσσερα στόουν (88 κιλά), και μάλιστα χωρίς καμία απώλεια δυνάμεων, τουναντίον. Το σταθερό μου βάρος δεν ξεπερνά πλέον τις 185 λίβρες (84 κιλά). Κατ’ εντολή του ιατρού μου ζυγίζομαι μία φορά την ημέρα και, στην περίπτωση που έχω ξεπεράσει το βάρος αυτό, υποβάλλομαι σε άσκηση και ειδική δίαιτα».
«ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΚΗΡΥΞΗ ΠΟΛΕΜΟΥ!» είχε παρατηρήσει ένας γάλλος στρατηγός σχολιάζοντας την πομπώδη αυτή πόζα του αυτοκράτορα. Το έργο με τη μορφή του Γουλιέλμου Β’ είχε φιλοτεχνηθεί το 1890, έτος κατά το οποίο ο βασιλιάς-πολεμιστής είχε υποχρεώσει τον καγκελάριο Βίσμαρκ σε παραίτηση
«Κάνω αρκετή ιππασία όπως και περιπάτους. Εχω εγκαταλείψει μια για πάντα το κάπνισμα του πούρου, κατόπιν ιατρικής συμβουλής βέβαια. Είναι ανθυγιεινό και βλαβερό για τα νεύρα. Ενας μανιώδης καπνιστής, όπως υπήρξα κάποτε εγώ, πιθανότατα καπνίζει στη διάρκεια της ζωής του κατά μέσον όρο εκατό χιλιάδες πούρα, εφόσον βέβαια φτάσει μια μέση ηλικία. Τώρα πια περιορίζομαι σε μια μακριά πίπα, ευτυχώς με βαθιά υποδοχή, μία μετά από κάθε γεύμα, και δεν καπνίζω τίποτε άλλο εκτός από ολλανδικό καπνό Knaster, ο οποίος είναι ελαφρύς, ήπιος και καταπραϋντικός. Θα το δείτε εντός ολίγου· θα μου φέρουν την πίπα μου μαζί με ένα μεγάλο ποτήρι κόκκινο κρασί του Μοζέλα. Σήμερα δικαιούμαι ένα ολόκληρο μπουκάλι και γι’ αυτό οφείλετε να βοηθήσετε και εσείς στην κατανάλωσή του. Το νερό πρέπει να το αποφεύγω γιατί με παχαίνει. Οπως και αν έχει, οι εν λόγω διακανονισμοί με ικανοποιούν απόλυτα».
Μόλις έφθασε η ώρα του καπνίσματος οι δύο κυρίες εγκατέλειψαν τη συντροφιά μας και εγώ προτίμησα ένα κάθισμα κοντά στην κεφαλή του τραπεζιού, δίπλα στην εξοχότητά του.
Μετά από μια σύντομη κουβέντα περί ανέμων και υδάτων, στη διάρκεια της οποίας συζητήσαμε για παλαιότερες εποχές και για κοινές γνωριμίες του παρελθόντος και με την ευκαιρία της οποίας εκείνος σχολίασε: «Εχω πολύ γερή μνήμη· τυγχάνει όμως να έχω γνωρίσει τουλάχιστον τριάντα χιλιάδες ανθρώπους, τα ονόματα των οποίων μου διαφεύγουν, παρ’ ότι πρόκειται στην πλειονότητά τους για διακεκριμένες προσωπικότητες» , κάνω μεταξύ τυρού και αχλαδίου την παρατήρηση ότι η παραίτησή του από την καγκελαρία κατέλαβε εξαπίνης τους αγγλικούς πολιτικούς κύκλους, προκαλώντας κατάπληξη στην κοινή γνώμη της Βρετανίας.
Εκείνος απάντησε: «Τολμώ να πω ότι ήταν πράγματι μια έκπληξη για σας. Ακόμη και οι καλοί μου φίλοι εδώ στη Γερμανία ελάχιστα το περίμεναν όλοι αυτοί οι εκλεκτοί φίλοι μου που άρχισαν να επιχαίρουν με την παραίτησή μου από τα καθήκοντά μου, που εποφθαλμιούσαν γεμάτοι απληστία τη θέση μου και που τώρα επιθυμούν διακαώς να γίνω ένας ζωντανός νεκρός, αποτραβηγμένος στο ησυχαστήριό μου, αποσβολωμένος, σιωπηλός και ακίνητος. Θα είναι κάπως δύσκολο για μένα, δεν νομίζετε, έπειτα από σαράντα ολόκληρα χρόνια αδιάκοπης δράσης και ενασχόλησης με την πολιτική μετά από μια εξαιρετικά μακρά περίοδο έντονης δραστηριότητας και ευθυνών , να αρχίσω να επιδίδομαι στη σιωπή και στην αδράνεια; Αυτό είναι που θέλουν να κάνω όλοι αυτοί οι καλοί μου φίλοι που επιμελώς αποφεύγουν να αναφερθούν στις υπηρεσίες που προσέφερα κατά το παρελθόν στη Γερμανία και να κάνουν λόγο για όλα αυτά που έχω προσφέρει στον κόσμο, από φόβο μήπως ανακόψουν τις δικές τους προσωπικές βλέψεις για αναγνώριση, διάκριση και ανέλιξη. Δεν είναι όμως και τόσο εύκολο να με κάνουν να σωπάσω και να παραλύσω. Είμαι σε θέση ακόμη και μακριά από την ενεργό δράση να υπηρετώ την πατρίδα μου και διατίθεμαι να το κάνω ως το τέλος. Υπό μία έννοια τώρα έχω μεγαλύτερη ελευθερία από τότε που ήμουν στην εξουσία. Στο εξωτερικό για παράδειγμα στη Γαλλία και στη Ρωσία, τις μοναδικές χώρες που θα μπορούσαν να τρέφουν μνησικακία εναντίον μας έχω πλέον τη δυνατότητα, τώρα που είμαι απαλλαγμένος από τα επίσημα καθήκοντά μου, να προωθήσω με πολλούς διαφορετικούς τρόπους την προπαγάνδα της ειρήνης, βασική μου επιδίωξη και βασικός μου στόχος εδώ και είκοσι χρόνια.
«Ποιες είναι, αλήθεια, οι πραγματικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Γαλλία;» τον ρώτησα. «Πραγματικά εξαιρετικές, δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερες. Η στάση της γαλλικής κυβέρνησης είναι παραδειγματική· ο γαλλικός λαός είναι ειλικρινά ειρηνικός, έχει τις ίδιες απόψεις, τις ίδιες ελπίδες με την κυβέρνησή του. Είναι περιττό να σας πω πόσο ειρηνικά διατεθειμένοι είναι οι Γερμανοί· κανείς δεν έχει θέσει ως βασική του προτεραιότητα την ειρήνη περισσότερο από την Αυτού Μεγαλειότητα τον Αυτοκράτορα, ο οποίος έχει επικεντρώσει την προσοχή του τόσο στις εξωτερικές υποθέσεις και τη διεθνή σταθεροποίηση όσο και στις βελτιώσεις στο εσωτερικό της χώρας και στην εδραίωση μιας ειλικρινούς κατανόησης μεταξύ των τάξεων. Εμείς οι Γερμανοί δεν θέλουμε τίποτε άλλο από τους γείτονές μας εκτός από εντιμότητα και πολιτισμένη μεταχείριση. Χρειάστηκε να κάνουμε δύο φοβερούς πολέμους για να επιτύχουμε την ενότητά μας· τώρα που την έχουμε θα κάνουμε τα πάντα για να την διασφαλίσουμε· δεν επιζητούμε τίποτε άλλο. Ολόκληρος ο στρατιωτικός μας εξοπλισμός εξυπηρετεί αποκλειστικά αμυντικούς και προληπτικούς σκοπούς. Κανείς ευφυής Γερμανός δεν μπορεί να διακατέχεται από την επιθυμία για περαιτέρω επέκταση των συνόρων».
Τον ρώτησα αν κατά τη γνώμη του υπάρχει καμιά πιθανότητα να εξαλειφθεί οριστικά η πικρία των Γάλλων απέναντι στη Γερμανία με κάποια εθελουσία και αυθόρμητη ενέργεια από την πλευρά της Γερμανίας κάποιας μορφής επανόρθωση με την παραχώρηση στη Γαλλία των γαλλόφωνων λαών που βρίσκονται παρά τη θέλησή τους υπό τη γερμανική κυριαρχία εν ολίγοις, κάποιου είδους διευθέτηση που να ικανοποιεί τη Γαλλία χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της Γερμανίας. «Δεν υπάρχει απολύτως καμία τέτοια πιθανότητα» απάντησε κατηγορηματικά εκείνος. «Μόνο αν πολεμήσουμε και ηττηθούμε θα δεχθούμε να παραχωρήσουμε εδάφη. Οποιαδήποτε παραχώρηση, όσο μικρή και αν είναι, θα μεγαλώσει τη δίψα τους για περισσότερα. Οι ίδιοι έχουν διατηρήσει για αιώνες εδάφη που κατοικούνται από γερμανόφωνους πληθυσμούς επαρχίες που μας έκλεψαν διά της βίας. Είναι τώρα η δική μας σειρά να κρατήσουμε υπό την κυριαρχία μας εδάφη που κατοικούνται από μια γαλλόφωνη φυλή. Η Γερμανία ποτέ δεν επιτέθηκε εσκεμμένα ή χωρίς πρόκληση στη Γαλλία. Αντιθέτως, η Γαλλία έχει πραγματοποιήσει είκοσι ως τριάντα φορές στρατιωτική εισβολή στη Γερμανία».
«Το 1870 οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις βλέψεις τους στην Κολονία και στη Μαγεντία· οι διεκδικήσεις τους όμως για την παραχώρηση εδαφών στην αριστερή όχθη του Ρήνου θα αναζωπυρώνονταν αμέσως αν εμείς επιδεικνύαμε την παραμικρή διάθεση να τους επιστρέψουμε κάποιο τμήμα της Λωρραίνης. Οσον αφορά την εξάλειψη της υποβόσκουσας δυσαρέσκειας απέναντί μας, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αφήσουμε τον χρόνο να κάνει τη δουλειά του, ακριβώς όπως πράξατε εσείς με το Βατερλό. Η πικρία έσβησε πριν από τριάντα χρόνια. Ο Βίκτωρ Ουγκό έκανε ό,τι μπορούσε για να την νεκραναστήσει· όμως το πελιδνό φάντασμα που επανέφερε στη ζωή τράπηκε σε φυγή. Είναι δύσκολο να ικανοποιήσεις τους Γάλλους, διότι έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους».
«Θυμάμαι, όταν ήμουν πρέσβης στο Παρίσι, ένας από τους καλύτερους γάλλους φίλους μου ήταν ο στρατάρχης Βαγιάν. Ηταν ένας γοητευτικός ηλικιωμένος κύριος, ο οποίος έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για μένα. Μια μέρα, το 1867, γύρισε και μου είπε: “Βλέπεις, φίλε μου, πόσο σε συμπαθώ· συμπαθώ τους Γερμανούς, ιδιαίτερα τους Πρώσους· γνωρίζω όμως ότι αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί να διασταυρώσουμε τα ξίφη μας. Εμείς οι Γάλλοι είμαστε όπως ο κόκορας που θέλει να κάνει κουμάντο στο κοτέτσι και δεν αντέχει να βλέπει κανέναν άλλο κόκορα να λαλεί πιο δυνατά από αυτόν στην Ευρώπη”. Χάρη σε εκείνον έμαθα ότι οι στρατιώτες της φρουράς του Παρισιού με παρακολουθούσαν στενά.
Είχα παρευρεθεί σε μια επιθεώρηση στρατευμάτων στο Παρίσι, ύστερα από πρόσκληση του ίδιου του αυτοκράτορα, και παρακολουθούσα προσεκτικά την παρέλαση όχι όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, τόσο στενά όσο παρακολουθούσαν εμένα οι στρατιώτες. Την επόμενη ημέρα ο γερο-Βαγιάν ήρθε να με δει και μου επανέλαβε ενθουσιασμένος ένα από τα σχόλια που είχαν γίνει για μένα και είχαν προκαλέσει την οργή μου. Το ένα εξ αυτών ήταν: “En voilà un qui n’a pas froid aux yeux!” (“Να ένας που δεν φοβάται τίποτα”). “Voyez-vous mon cher” συμπλήρωσε ο στρατάρχης “j’aurais bien volontiers donné mon bâton et ma plaque pour qu’ il eusseunt dit de moi!” (“Βλέπετε, αγαπητέ μου, θα έδινα ευχαρίστως τη ράβδο και τα διάσημά μου για να το πουν αυτό για μένα”). Ηταν πολύ ευγενικό εκ μέρους του και απέδειξε ότι, παρ’ ότι Γάλλος, δεν υπερτιμούσε τη στρατιωτική φήμη του».
«Ποιες είναι οι προοπτικές που υπάρχουν όσον αφορά τη Ρωσία; Αρκετά σταθερές· κτισμένες σε μια βάση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κοινών συμφερόντων. Θέλουμε το καλό της Ρωσίας και είναι βέβαιο ότι δεν θα μας επιτεθεί. Ο ρωσικός λαός επιζητεί την ειρήνη όσο και ο δικός μας λαός. Τα δεινά που τον έπληξαν ως συνέπεια του τελευταίου πολέμου ήταν πολύ πιο σκληρά και φοβερά από αυτά που είχαν ποτέ αντιμετωπίσει εν καιρώ ειρήνης, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνεται από φόβο στην προοπτική οιασδήποτε πολεμικής επιχείρησης στο εξωτερικό· και αυτή η αποστροφή διατηρήθηκε αμείωτη σε δύναμη και ένταση ως σήμερα. Η Ρωσία δεν τρέφει πραγματική μνησικακία εναντίον μας και εμείς δεν σκοπεύουμε να της δώσουμε την παραμικρή αφορμή για σύγκρουση. Ο σημερινός τσάρος με τιμά με τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη του. Οσο ήμουν καγκελάριος επεδείκνυε απόλυτη πίστη στις προσωπικές μου πεποιθήσεις και λέω με μεγάλη μου χαρά ότι οι επίσημες ρωσογερμανικές σχέσεις είναι εξαιρετικά καλές. Ο τσάρος Αλέξανδρος ΓΔ είναι πραγματικά ένας φιλικός, ευγενής και καλών προθέσεων μονάρχης, που αγαπά την πατρίδα του είναι βαθιά αφοσιωμένος στη γυναίκα του και στα παιδιά του· είναι ευνοϊκά διατεθειμένος απέναντι στη Γερμανία και αντιτίθεται ειλικρινώς σε κάθε διεκδίκηση εδαφών. Επιπλέον αποδοκιμάζει οποιαδήποτε άσκηση φυσικής βίας, και αυτό βέβαια έχει εξαιρετική σημασία για την ειρήνη στην Ευρώπη. Οσο για το θέμα της Βουλγαρίας, πραγματικά δεν είμαι σε θέση να εκφέρω γνώμη. Η Βουλγαρία δεν αποτελεί απειλή για μας τους Γερμανούς, και έτσι της δίνουμε ελάχιστη σημασία, με την προϋπόθεση ότι παραμένει σχετικώς ήσυχη. Η Τριπλή Συμμαχία (σ.τ.μ.: συμμαχία που συνήψε το 1882 η Γερμανία με την Αυστρία και την Ιταλία) είναι αρκετά ισχυρή ώστε να μην επιτρέψει να διαταραχθεί η ευρωπαϊκή ειρήνη εξαιτίας της Βουλγαρίας.
Πώς είναι αυτή τη στιγμή η Συμμαχία; Σταθερή όπως πάντα· κτισμένη πάνω σε μια ισχυρή βάση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κοινών συμφερόντων. Εχει πάντα την ίδια συνοχή και είναι αμετακίνητη στην απόφασή της να διατηρήσει την ειρήνη. Η Συμμαχία αυτή θα διατηρηθεί διότι αυτό είναι για το καλό όλων, είναι το αποτέλεσμα της κοινής λογικής. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που η βασική αρχή της είναι “Ενας για όλους και όλοι για έναν”. Μια ισχυρή Αυστρία δεν είναι μόνο σημαντική για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής ισορροπίας δυνάμεων αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντική και για τη Γερμανία. Αν δεν υπήρχε ένα τέτοιο βασίλειο, θα έπρεπε να δημιουργήσουμε ένα για το δικό μας συμφέρον».
«Οι δύο βασικές εθνότητες στη Δυαδική Μοναρχία οι Γερμανοί και οι Ούγγροι είναι ευνοϊκά διατεθειμένες απέναντί μας· η πρώτη για πολλούς προφανείς λόγους, η δεύτερη γιατί γνωρίζει ότι δεν είναι αρκετά ισχυρή να επιβιώσει μόνη της, έχει την ανάγκη ενός ισχυρού συμμάχου που θα σταθεί δίπλα της και δεν πιστεύει ότι θα μπορούσε αυτός ο ισχυρός φίλος να είναι η Ρωσία αυτή η “αφομοιωτική” Δύναμη την οποία τρέμουν όλοι οι αδύναμοι γείτονές της. Η φιλία που δένει τη Γερμανία με την Ιταλία είναι απόλυτη φυσική, καθ’ ότι δεν είναι όμορα κράτη και κανένα δεν επιθυμεί να στερήσει κάτι από το άλλο. Η ομόνοια ανάμεσα στην Αυστρία και στην Ιταλία είναι εξίσου απαραίτητη και για τις δύο δυνάμεις, δεδομένου ότι συνορεύουν κάτι το οποίο εμπεριέχει πάντα το ενδεχόμενο αμοιβαίων παρενοχλήσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε διαμάχες. Ποτέ δεν έχει συναφθεί ένας πιο συνετός και χρήσιμος συνασπισμός από την Τριπλή Συμμαχία, στυλοβάτης της οποίας είναι η ειλικρινής και πιστή φιλία ανάμεσα στη Γερμανία, στην Αυστρία και την Ιταλία, που τρέφουν τον μεγαλύτερο σεβασμό η μία για την άλλη και είναι και οι τρεις εξαιρετικά αγαπητές στους υπηκόους τους. Σε τέτοιες υψηλού επιπέδου συμφωνίες οι πρωθυπουργοί είναι πολύ λιγότερο σημαντικοί από τους μονάρχες, ακόμη και στις χώρες που έχουν συνταγματική μοναρχία και το προνόμιο να απολαμβάνουν κοινοβουλευτικούς θεσμούς.
Χάρη στην Τριπλή Συμμαχία είμαι σε θέση να πιστεύω και δηλώνω ανοιχτά την πεποίθησή μου αυτή ότι οι εγγυήσεις για την ειρήνη στην Ευρώπη είναι ακλόνητες, εκτός βέβαια αν είναι θέλημα του Μεγαλοδύναμου να γίνει κάποιο από αυτά τα τρομερά ατυχήματα που ανατρέπουν όλα τα λογικά προγνωστικά».
«Οσον αφορά τις σχέσεις Αγγλίας και Γερμανίας αποκλείω το ενδεχόμενο να εμπλακούν αυτές οι δύο χώρες σε πόλεμο, ενώ θεωρώ εξίσου απίθανο να ανακύψει μεταξύ τους κάποια σοβαρή διένεξη. Στην περίπτωση όμως που συμβεί κάτι τέτοιο, είναι πιθανό να οδηγηθούμε σε μια πανευρωπαϊκή σύρραξη, ακόμη και αν η Αγγλία αποφύγει να πραγματοποιήσει επίθεση εναντίον μας, είτε από θαλάσσης είτε από ξηράς. Αυτό το ενδεχόμενο όμως είναι τόσο απίθανο όσο και το ενδεχόμενο να αποφασίσουμε να επιτεθούμε εμείς στην Αγγλία. Οπωσδήποτε διαφορές μπορεί να προκύψουν, όπως συμβαίνει επί παραδείγματι με το ζήτημα της αφρικανικής αποικίας το οποίο δεν έχει ακόμη επιλυθεί. Οποιαδήποτε τέτοια διαφορά ανάμεσα μας όμως είναι ελάσσονος σημασίας σε σχέση με τις συνέπειες που θα είχε η προσφυγή στα όπλα. Ακόμη και αν τρίξουμε τα δόντια ο ένας στον άλλο, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας».
«Αν κοιτάξουμε καλά αυτή την υπόθεση της αφρικανικής αποικίας, ποιο είναι το κόστος; Για τη δική σας Βρετανική Εταιρεία πιστεύω περίπου μισό εκατομμύριο στερλίνες· για τη δική μας Γερμανική Εταιρεία κάτι λιγότερο. Προσθέστε τα δύο αυτά ποσά και το συνολικό ποσό που διακυβεύεται είναι λιγότερο από το κόστος μιας μόνο ημέρας για την προετοιμασία ενός μεγάλου πολέμου. Για κάθε άνδρα που στρατολογείται πρέπει να υπολογίσουμε κατά μέσον όρο δύο σελίνια την ημέρα για τον μισθό του και τρία σελίνια την ημέρα για τη διατροφή, τον ρουχισμό, τα έξοδα και τη μεταφορά του. Ενας γενικευμένος πόλεμος στην Ευρώπη προϋποθέτει την επιστράτευση τουλάχιστον τεσσάρων εκατομμυρίων εφέδρων, οπότε τα έξοδα φθάνουν αμέσως το ένα εκατομμύριο για δύο ή τρεις εβδομάδες, προτού καν ανοίξουν πυρ. Μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, το ημερήσιο κόστος θα διπλασιαστεί. Και όλα αυτά χωρίς να λάβουμε υπόψη το κόστος από το πάγωμα της εμπορικής δραστηριότητας, τον πανικό, την πτώση της αξίας των μετοχών, συνέπειες πιο καταστροφικές από τις πολεμικές δαπάνες».
«Στην περίπτωση της αποικιακής διαμάχης της Αγγλίας και της Γερμανίας, ο στόχος που θέλει να επιτύχει η κάθε πλευρά ή και οι δύο αν μπορούμε να υπολογίσουμε ότι θα επιτύχουν και οι δύο δεν θα μπορούσε, ακόμη και αν υπολογίσουμε ότι θα έφτανε τον μέγιστο βαθμό επιτυχίας, να αντισταθμίσει σε καμία περίπτωση την καταστροφή που θα προέκυπτε από μια σοβαρή αγγλογερμανική σύρραξη με όπλα, αφού πρόκειται για την κατανομή περιοχών που η αξία τους είναι ούτως ή άλλως προβληματική. Ελάχιστοι άξιοι εμπιστοσύνης Ευρωπαίοι γνωρίζουν αυτές τις μυστηριώδεις περιοχές ούτε καν τα ονόματά τους. Γι’ αυτό δεν υπάρχει κανένας φόβος να εμπλακούν η Αγγλία και η Γερμανία σε πόλεμο για τα εν λόγω εδάφη. Εγώ από τη δική μου πλευρά είμαι βέβαιος ότι οι μετριοπαθείς και οξυδερκείς δηλώσεις του λόρδου Σόλσμπερι (σ.τ.μ.: Ρόμπερτ Αρθουρ Τάλμποτ Σόλσμπερι, βρετανός πρωθυπουργός που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της αποικιακής αυτοκρατορίας της Γηραιάς Αλβιώνος) ταιριάζουν πιο πολύ στα αγγλικά γούστα από τις θερμόαιμες προτροπές και τις πικρόχολες καταγγελίες του κυρίου Στάνλεϊ (σ.σ.: σερ Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ, βρετανοαμερικανός εξερευνητής της Κεντρικής Αφρικής). Είναι πάντα εύκολο να επιτευχθεί μια φιλική διευθέτηση μεταξύ Γερμανών και Αγγλων. Και οι δύο λαοί είμαστε υπέρ της εντιμότητας· γνωρίζουμε σε βάθος και σεβόμαστε ο ένας τον άλλο. Εχουν ειπωθεί και έχουν γραφτεί τόσες καθαρές ανοησίες γι’ αυτό το άνευ σημασίας ζήτημα που λίγες απλές κουβέντες, υπαγορευμένες από την κοινή λογική, δεν μπορούν να βλάψουν».
Λίγο αργότερα η συζήτηση ήρθε στον συχωρεμένο πρώην αυτοκράτορα Φρειδερίκο-Γουλιέλμο Δ’ (σ.τ.μ.: πέθανε εν έτει 1861), για τον οποίο ο πρίγκιπας Βίσμαρκ μίλησε με βαθύ σεβασμό και απέραντο θαυμασμό. «Ηταν πραγματικά ένας εξαιρετικά αξιόλογος και σεβάσμιος άνθρωπος, ασύγκριτα αγαπητός, απαράμιλλα ευγενής, χωρίς ταυτόχρονα να παύει να είναι ευφυής, διαυγής, μορφωμένος και αποφασιστικός. Γνώριζε πολύ καλά τι ήθελε και από τη στιγμή που έπαιρνε κάποια απόφαση ήταν ανυποχώρητος. Αν ζούσε ακόμη, ο γερμανός αυτοκράτορας θα είχε καταπλήξει τον κόσμο με τη ζωντάνια και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της διακυβέρνησής του. Είχε οροθετήσει με απόλυτη σαφήνεια τις υποχρεώσεις του απέναντι στους υπηκόους του αλλά και τις υποχρεώσεις των υπηκόων του απέναντι στον μονάρχη τους. Ηταν ένας αληθινός Χοεντσόλερν [σ.τ.μ.: δυναστεία εξέχουσα στην ευρωπαϊκή ιστορία κυρίως ως ο κυβερνών οίκος Βραδεμβούργου – Πρωσίας (1415-1918) και της αυτοκρατορικής Γερμανίας (1871-1918)]. Είχε το κουράγιο ενός αληθινού ήρωα. Η ευγένεια με την οποία αντιμετώπιζε τους υπηρέτες του και το ειλικρινές ενδιαφέρον που τους έδειχνε θύμιζαν πολύ τον ευγενή πατέρα του».
«Θα σας δώσω ένα συγκινητικό παράδειγμα προκειμένου να αντιληφθείτε αυτή την τόσο λεπτή και ευγενική πλευρά του χαρακτήρα του. Τις τελευταίες ημέρες της ασθένειάς του, όταν ήταν ακόμη σε θέση να δέχεται καθισμένος και ντυμένος επισκέψεις μου, ούτε μία φορά δεν παρέλειψε να με συνοδεύσει την ώρα που έφευγα ως την πόρτα του δωματίου του, να την ανοίξει με τα ίδια του τα χέρια και να περιμένει ώσπου να βγω έξω. Μια μέρα, την ώρα που με συνόδευε στην πόρτα, τον είδα να παραπατάει από τον πόνο και την αδυναμία και, ενώ ήμουν έτοιμος να τον συγκρατήσω από φόβο ότι θα έπεφτε κάτω , κατόρθωσε να αρπάξει το πόμολο της πόρτας και, γέρνοντας πάνω του, να διατηρήσει την ισορροπία του. Αφού άνοιξε την πόρτα, έγειρε τόσο πολύ από την οδύνη που το φράκο του κρεμόταν σε απόσταση τουλάχιστον εννιά εκατοστά από το σώμα του· ούτε παραπονέθηκε ούτε αναστέναξε, υπέμεινε σιωπηλά τα δεινά του με τέτοιο θάρρος που ήταν πραγματικά συγκινητικό. Και πράγματι, ως το τέλος επέδειξε ένα ανώτερο αίσθημα αυτοκρατορικής αξιοπρέπειας, ισχύος και ψυχικού σθένους. Τίποτε δεν μπορούσε να διαταράξει τον αυτοέλεγχό του ή να τον κάνει να χάσει την ψυχραιμία του· ήταν ένας Κάιζερ με όλη τη σημασία της λέξης, ως την ώρα του θανάτου του. Σε όλη εκείνη την οδυνηρή περίοδο ήταν από κάθε πλευρά αξιοθαύμαστος δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερη λέξη να τον περιγράψει κανείς. Κατανοούσαμε πλήρως ο ένας τον άλλο και εγώ ήμουν ο αληθινός, αφοσιωμένος υπηρέτης του, όπως ήμουν για πολλά χρόνια και για τον πατέρα του. Με την ευκαιρία, θα ήθελα να προσθέσω ότι μετά το βαρύτατο πένθος της η αυτοκράτειρα Βικτωρία έχει επιδείξει άψογη διαγωγή απέναντι στη Γερμανία υπήρξε η προσωποποίηση του απόλυτα ιδανικού».
Λίγο προτού μου δώσει άδεια να εγκαταλείψω το Friedrichsruh, ο πρίγκιπας Βίσμαρκ με συνόδεψε στα ισόγεια δωμάτια του κάστρου, παρέα με τον κόμη Χέρμπερτ που, όπως και ο διαπρεπής πατέρας του, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να με ξεναγήσει στα αναρίθμητα κειμήλια ιστορικής και οικογενειακής αξίας. Σε έναν διάδρομο που οδηγούσε έξω από το χολ κρεμόταν ένα μεταλλικό αζούρ προπέτασμα στο οποίο μπορούσε κανείς να διακρίνει τα οικόσημα των πέντε κλάδων του οίκου των Βίσμαρκ. Στη σάλα υποδοχής την προσοχή μου τράβηξαν δύο πορτρέτα σε φυσικό μέγεθος της Υψηλότητάς του, φιλοτεχνημένα σχετικώς πρόσφατα από τον καθηγητή Λέμπαχ· δύο αριστοτεχνικές προτομές του πρώτου γερμανού αυτοκράτορα και του κόμη Βίλχελμ φον Βίσμαρκ, δευτερότοκου γιου του πρίγκιπα· ένας επιβλητικός πίνακας που απεικόνιζε την περίφημη έφοδο της Πρώτης Φρουράς των Δραγόνων, «στη διάρκεια της οποίας» παρατήρησε ο πρίγκιπας «ο Χέρμπερτ τραυματίστηκε σοβαρά και το άλογο του Βιλ πυροβολήθηκε ενώ ήταν έφιππος. Μπορείτε να διακρίνετε στον πίνακα τον Χέρμπερτ την ώρα ακριβώς που επιτίθεται πίσω από τον λοχαγό του»· εξαίρετα πορτρέτα του πατρός του πρώην καγκελαρίου, του παππού και του προπάππου του, καθώς και μερικών ακόμη προγόνων του που έζησαν την εποχή της Ισπανικής Αρμάδας και του Τριακονταετούς Πολέμου, καθώς και αντίγραφα πορτρέτων της βασίλισσας, του Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Δ’, του βασιλιά της Σαξονίας, του λόρδου Μπίκονσφιλντ, του καρδινάλιου Χόχενλοε και πολλών ακόμη κορυφαίων προσωπικοτήτων του παρελθόντος και του παρόντος.
Στη συνέχεια, αφού ευχαρίστησα εκ βαθέων τον μεγαλοπρεπή Schlossherr για όλη την ευγένεια και την εκλεκτή φιλοξενία του, του έσφιξα το χέρι, μία, δύο, τρεις φορές, και αποχώρησα από το Friedrichsruh με μια από τις πιο ευχάριστες και ενδιαφέρουσες αναμνήσεις. Πατέρας και γιος με συνόδεψαν ως την κεντρική είσοδο, γνέφοντάς μου ένα τελευταίο αντίο καθώς περνούσα την πύλη του πάρκου έξω στον γκρίζο δρόμο, ο οποίος βρισκόταν στις παρυφές της σιδηροδρομικής γραμμής που οδηγούσε στον σταθμό.
Φωτογραφίες: Hellas press
