Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει δυναμικά την εμφάνισή τους στο καθημερινό ντύσιμο τα δερμάτινα ρούχα. Τα χρήματα που χρειάζεται για να αγοράσει κάποιος δερμάτινα ενδύματα είναι πολύ περισσότερα από ό,τι για την αγορά ενδυμάτων κατασκευασμένων από οποιοδήποτε άλλο υλικό. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο καταναλωτής θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός στις επιλογές του.
Είναι πολλοί εκείνοι που θέλοντας να βρουν καλά δερμάτινα στο παρελθόν έψαχναν τις περισσότερες φορές έξω από τα ελληνικά σύνορα. Για να αγοράσετε όμως το δερμάτινο εκείνο που θα εξυπηρετήσει τις ανάγκες σας για τον χειμώνα δεν χρειάζεται να ξοδέψετε μια περιουσία ούτε να ταξιδέψετε χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν καταστήματα, εκθέσεις και αποθήκες όπου μπορείτε να προμηθευτείτε ελληνικής προελεύσεως δερμάτινα ενδύματα, τα οποία δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τα αντίστοιχα εισαγόμενα και πωλούνται και σε αρκετά καλύτερες τιμές.
Για να επιλέξετε όμως ένα δερμάτινο ρούχο το οποίο θα έχει ζωή για αρκετά χρόνια θα πρέπει να γνωρίζετε κάποια μικρά μυστικά. Ο κ. Θ. Μουρατίδης, πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Κατασκευαστών Δερμάτινων Ρούχων, αποκαλύπτει τα μυστικά της επιλογής και επισημαίνει τους κινδύνους. «Αρχικά θα πρέπει να γνωρίζετε», επισημαίνει, «ότι τα καλύτερα δερμάτινα ελληνικής κατασκευής και όχι μόνο προέρχονται από το δέρμα του αρνιού και του μοσχαριού και είναι οι πιο ακριβές ποιότητες. Υπάρχουν βέβαια και πιο φθηνές κατηγορίες, οι οποίες αφορούν δέρμα το οποίο προέρχεται από μεγαλύτερα ζώα, δηλαδή από αγελάδες και πρόβατα. Τα δέρματα από αρνί και μοσχάρι μετά την κατεργασία δίνουν διάφορες κατηγορίες δέρματος, όπως είναι η νάπα, το γνωστό γυαλιστερό δέρμα, το καστόρι και το ναμπούκ, το οποίο πολλοί συνηθίζουν να το λένε δέρμα λαδιού. Αυτές οι τρεις κατηγορίες είναι εκείνες που έχουν και τη μεγαλύτερη ζήτηση στην ελληνική αγορά, με πρώτη στην προτίμηση του καταναλωτικού κοινού τη νάπα».
Ο πρώτος τρόπος για να επιλέξει κανείς ένα δερμάτινο και να ελέγξει την ποιότητά του είναι η αφή. «Η αίσθηση της λείας, μαλακής, απαλής επιφάνειας που αφήνει ένα καλό δερμάτινο», λέει ο κ. Μουρατίδης, «υποδηλώνει την καλή ποιότητα του δέρματος». Ο δεύτερος τρόπος είναι διά της οράσεως. «Ενα καλό δερμάτινο ρούχο», λέει ο ίδιος, «είναι λείο και έχει καλή βαφή, δεν κάνει δηλαδή διχρωμίες. Πρέπει να προσέξετε ιδιαίτερα να μην έχει πόρους το δέρμα· όσο περισσότερους πόρους έχει από τόσο μεγαλύτερο ζώο προέρχεται, με αποτέλεσμα να έχει μικρότερο χρόνο ζωής».
Η μεγαλύτερη όμως ασφαλιστική δικλίδα για την ποιότητα του ρούχου είναι το κατάστημα από το οποίο θα κάνετε την αγορά. Πρώτον, πρέπει να είναι αξιόπιστο, να δίνει δηλαδή εγγύηση ποιότητας, ραφής, αναφέροντας το είδος του δέρματος από το οποίο είναι κατασκευασμένο το ρούχο.
Ακριβώς επειδή ένα κατάστημα μπορεί να εγγυηθεί και την ποιότητα, καλό θα ήταν να μην κάνετε αγορές από πλανόδιους πωλητές όπου δεν έχετε καμία εγγύηση, εκτός και αν είστε γνώστης της ποιότητας του δερμάτινου και μπορείτε να την ελέγξετε.
Τα φθηνότερα δερμάτινα είναι εκείνα των χωρών της Απω Ανατολής, δεν είναι όμως από τα καλύτερα δέρματα ούτε θεωρείται ότι έχουν καλό σχεδιασμό. Αμέσως μετά είναι τα ελληνικά δερμάτινα ρούχα, τα οποία θεωρούνται πολύ καλής ποιότητας και είναι κατά κανόνα φθηνότερα από τα ευρωπαϊκά.
Για την αγορά ενός ημίπαλτου γυναικείου το οποίο είναι κατασκευασμένο από νάπα ή από καστόρι θα πρέπει να ξοδέψετε, αν πρόκειται για ελληνικής κατασκευής, περίπου 200.000 δρχ. Για την αγορά αντίστοιχου ανδρικού ενδύματος η τιμή είναι από 150.000 δρχ. ως 180.000 δρχ. Για ένα σακάκι γυναικείο ή ανδρικό θα πρέπει να ξοδέψετε περίπου 80.000-120.000 δρχ. Αν θέλετε το δερμάτινο που θα αγοράσετε να έχει κάποια γούνινα αξεσουάρ, τότε η τιμή ανάλογα με το είδος της γούνας μπορεί να ανεβεί περίπου κατά 50.000 με 60.000 δρχ.
Πώς συντηρούνται
Ακολουθώντας κάποιους απλούς κανόνες καθαρισμού μπορεί κανείς να διατηρήσει τα δερμάτινα ρούχα σε καλή κατάσταση και να επιμηκύνει τη διάρκεια ζωής τους. «Τα δερμάτινα», λέει ο κ. Αθ. Πλατανιάς, ιδιοκτήτης των καθαριστηρίων δερματίνων ενδυμάτων Alpha Cleaners, «θα πρέπει να καθαρίζονται στο τέλος κάθε σεζόν και να μη φυλάσσονται βρώμικα. Αν λεκιάσει ένα δερμάτινο ρούχο, μην προσπαθήσετε να το καθαρίσετε μόνοι σας με κάποιο τρόπο που πιθανόν έχετε ακούσει ότι είναι κατάλληλος· απευθυνθείτε σε κάποιο καθαριστήριο δερματίνων ειδών το οποίο σας εγγυάται σωστό καθαρισμό».
Σύμφωνα με τον ίδιο, για να προστατεύσετε το δερμάτινό σας πρέπει να το βουρτσίζετε συχνά με μια μαλακή βούρτσα, αν πρόκειται για σουέντ, που βοηθά στην απομάκρυνση της βρωμιάς και χτενίζει το πέλος του. Αν πρόκειται για λείο δέρμα μπορείτε να το περνάτε συχνά με ένα νωπό πανί.
Αν το δερμάτινό σας βραχεί, αφήστε το να στεγνώσει μόνο του και μην το εκθέτετε ποτέ σε φωτιά· φυλάτε πάντα το ρούχο σε δροσερό και αεριζόμενο μέρος. Αν έχετε κάποιο δερμάτινο σύνολο, ποτέ μην πηγαίνετε ένα κομμάτι αλλά ολόκληρο το σύνολο για καθάρισμα.
Με τη χρήση και το πέρασμα του χρόνου τα δερμάτινα ενδύματα λόγω της έκθεσής τους στον ήλιο, στη βροχή και σε τεχνητό φως ξεθωριάζουν, αποκτούν διχρωμίες ή φθείρονται. Σε αυτή την περίπτωση δεν είναι ανάγκη να πετάξετε το ρούχο ή να το φυλάξετε στην ντουλάπα δίχως να το χρησιμοποιείτε. Η αλλαγή χρώματος έχει ποσοστά επιτυχίας που κυμαίνονται από 70% ως 100%. «Αυτό εξαρτάται», λέει ο κ. Πλατανιάς, «τόσο από την ποιότητα του δέρματος και την απορροφητικότητά του όσο και από την εμπειρία, τις γνώσεις και τον εξοπλισμό του καθαριστηρίου».
Το κόστος του καθαρισμού διαμορφώνεται περίπου στις 10.000 δρχ. για ένα δερμάτινο μπουφάν, αντρικό ή γυναικείο. Το κόστος της βαφής είναι σχεδόν διπλάσιο όσον αφορά τουλάχιστον τη νάπα ενώ είναι πιο ακριβό για το ναμπούκ και τα καστόρινα.
Το καθάρισμα μιας φούστας ή ενός παντελονιού κοστίζει από 8.000 δρχ. ως 11.000 δρχ. ανάλογα με την ποιότητα του δέρματος, ενώ για ένα σακάκι ή μια ζακέτα τα καθαριστήρια χρεώνουν περίπου 15.000 δρχ. Τα πολύ ακριβά ρούχα καθαρίζονται ή βάφονται κατόπιν συμφωνίας με τον πελάτη για τον καθορισμό της τιμής.
