Την ώρα που άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες δεν διανοούνται καν ότι θα είχαν μια εκλογική νίκη όπως εκείνη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν – και μάλιστα με σχεδόν 50% των ψήφων – , ο εκλεγείς για τρίτη φορά πρωθυπουργός της Τουρκίας αξίζει θαυμασμό τους, αλλά και την προσοχή τους, όπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα «Guardian».

«Όταν το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Προόδου (ΑΚΡ) κέρδισε την εξουσία για πρώτη φορά το 2002, έλαβε 10,7 εκατομμύρια ψήφους και το 34% του συνολικού ποσοστού. Την Κυριακή με μια προσέλευση της τάξης του 87%, που θα έκανε άλλες χώρες να κοκκινίσουν από ντροπή, ο Ερντογάν διπλασίασε τον αριθμό των ψήφων στους 21,4 εκατομμύρια, ενώ συγκέντρωσε ένα ποσοστό 49,9%., σε μια αξιοσημείωτη νίκη», αναφέρει.

Όπως τονίζει η βρετανική εφημερίδα, ο Ερντογάν κυβερνά στην τουρκική πολιτική σκηνή πάνω από όλα χάρη στον παράγοντα της οικονομίας. «Η Τουρκία συνεχίζει να εμφανίζει έναν ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 9%, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της διπλασιάστηκε από το 2002, ενώ οι εξαγωγές της τριπλασιάστηκαν. Ιδίως όμως, το ΑΚΡ άλλαξε τελείως το τοπίο των ευκαιριών για βελτίωση της ζωής στις επαρχιακές περιοχές. Την ώρα που άλλοι ευρωπαίοι πολιτικοί πασχίζουν να αποφύγουν το φταίξιμο για την οικονομική κατρακύλα της χώρας τους, ο Ερντογάν διεκδικεί τα εύσημα για την οικονομική επιτυχία της δικής του και ως αποτέλεσμα προελαύνει πολιτικά.», επισημαίνει ο Guardian.

Παρόλη την επιτυχία του, το ΑΚΡ δεν κατάφερε να λάβει τα δύο τρίτα της πλειοψηφίας και έτσι να έχει τη δυνατότητα να περάσει μια τροποποίηση του Συντάγματος που θα επιτρέψει στον Ερντογάν να δημιουργήσει ένα σύστημα ενισχυμένης προεδρίας με εκείνον πρώτο πρόεδρο. Σύμφωνα με την ανάλυση του Guardian, αυτός ο περιορισμός έχει σημασία, «και όχι λόγω των αυτοκρατορικών τρόπων του Ερντογάν, που περιλαμβάνουν τη φυλάκιση δημοσιογράφων και την τιμωρία οργανισμών του Τύπου όταν τον κριτικάρουν».

«Υπάρχουν πολλά να θαυμάσει κανείς τόσο εντός όσο εκτός των συνόρων στη νέα Τουρκία. Όμως και οι ειρηνικές επαναστάσεις μπορούν να αποτύχουν λόγω υπερβολικών φιλοδοξιών και είναι ζωτικής σημασίας να μπορέσει η τουρκική κοινωνία να βάλει κάποια όρια στις εκπληκτικές φιλοδοξίες του τούρκου πρωθυπουργού.», καταλήγει.