Πήραμε μια πρόγευση από το μέλλον; Είναι πολύ πιθανό. Αν δεν καταφέρουμε να αποφύγουμε την χρεοκοπία τα χθεσινά επεισόδια στο Σύνταγμα μπορεί να αποτελούν την αυριανή καθημερινότητά μας. Γιατί αν αγανακτούμε σήμερα με το Μνημόνιο και τις περικοπές μπορούμε πολύ καλά να φανταστούμε τι θα γίνει αύριο αν οι ασθενείς δεν μπορούν να προμηθευτούν το φάρμακό τους, αν παγώσουν οι καταθέσεις ή αν προμηθευόμαστε τη βενζίνη με δελτίο. Υπερβολές; Μα αυτά και χειρότερα έγιναν στην Αργεντινή που μάλιστα είχε δικό της νόμισμα. Στην Ελλάδα θα πρέπει να πληρωνόμαστε με ομόλογα μέχρι να βρούμε δραχμές.

Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία βέβαια ότι η συντριπτική πλειονότητα των διαδηλωτών δεν ήθελαν τις συγκρούσεις. Ούτε η πρώτη φορά όμως είναι και ασφαλώς ούτε η τελευταία που «ακραία στοιχεία» εκμεταλλεύονται τις περιστάσεις. Πόσο μάλλον που κάποιοι -«αγανακτισμένοι» άραγε;- είχαν την φαεινή ιδέα να αποκλείσουν τη Βουλή δίνοντας στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας διαστάσεις εξέγερσης και άρνησης της πιο βασικής λειτουργίας της Δημοκρατίας μας. Ηθελημένα ή αθέλητα έριξαν λάδι στη φωτιά. Δεν θα έπρεπε να περιμένουν τίποτα το διαφορετικό.

Φυσικά δεν είναι αναπόφευκτο να χρεοκοπήσουμε. Ακόμα και σήμερα τα πράγματα μπορεί να αντιμετωπιστούν . Αρκεί να αποφασίσει η κυβέρνηση να κάνει τη δουλειά της, δηλαδή να κυβερνήσει. Αναγκαία η συναίνεση, ακόμα καλύτερη η συνεργασία και όλοι θα ευχόμασταν να είχαν ευδοκιμήσει οι προσπάθειες συνεννόησης. Προέχει όμως να κυβερνηθεί η χώρα. Να ψηφιστεί δηλαδή το «μεσοπρόθεσμο», να συμφωνηθεί η βοήθεια και να ξεκινήσουν αμέσως οι αλλαγές που χρειάζονται από μια νέα κυβέρνηση που να μπορεί να τις πραγματοποιήσει.

Απαραίτητη προϋπόθεση η αξιοποίηση των έμπειρων στελεχών του ΠΑΣΟΚ στα οποία θα πρέπει να δοθεί ουσιαστικός ρόλος. Χωρίς συλλογικές διαδικασίες και ισχυρό πολιτικό κέντρο καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να λειτουργήσει. Καλή η ανανέωση και οι δοκιμές σε καιρό πολέμου όμως οι πειραματισμοί είναι επικίνδυνοι. Οι φίλοι δεν αρκούν. Ιδίως όταν οι πρώτοι που θα πρέπει να πειστούν είναι οι βουλευτές του ΠαΣοΚ. Εξίσου σημαντικό, ωστόσο, είναι να μετάσχουν προσωπικότητες με ευρύτερη εμβέλεια τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Είναι το μόνο αντίδοτο στην πληγωμένη αξιοπιστία της κυβέρνησης. Χωρίς όλα αυτά, χωρίς άμεση κινητοποίηση, είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο να αποφύγουμε τον «ξαφνικό θάνατο».

Γιατί βέβαια την ώρα που εμείς ομφαλοσκοπούμε εντός και εκτός Βουλής, στην Ευρώπη το ζήτημα της βοήθειας στην Ελλάδα δεν έχει ακόμα λυθεί. Και μπορεί να μας ανακουφίζουν οι δηλώσεις ότι η πέμπτη δόση θα δοθεί, οι διαφωνίες όμως και οι αντιστάσεις από χίλιες δυο μεριές είναι τόσο μεγάλες που μόνο ήσυχοι δεν θα πρέπει να είμαστε. Δεν χρειάζονται πολλά για να οδηγηθούμε σε αδιέξοδο. Ιδίως αν εμείς οι ίδιοι υπονομεύουμε την αξιοπιστία μας. Κάποιοι βέβαια τα θεωρούν όλα αυτά κινδυνολογία. Δεν θέλουν να μας διώξουν από το ευρώ, επιμένουν. Όταν όμως υπάρχει μπροστά μας ο κίνδυνος μιας εθνικής ήττας τέτοιων διαστάσεων μπορούμε -μπορεί μια υπεύθυνη κυβέρνηση δηλαδή- να το ρισκάρει;

Με αυτή την έννοια ο όρος του κ. Σαμαρά για να συμφωνήσει σε μια κυβέρνηση συνεργασίας -να έχει σαν πρώτη αποστολή της την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου- ήταν εξ αρχής εξωπραγματικός. Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο περιθώριο και αυτό το γνωρίζουν όλοι. Και βέβαια εξίσου δύσκολο θα ήταν να βρεθεί «τρίτο πρόσωπο» για πρωθυπουργός. Η εμπειρία των προηγούμενων κυβερνήσεων συνεργασίας -με τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις για τα πιο απλά πράγματα, ακόμα και την τιμή του ψωμιού- δεν μπορεί να επαναληφθεί. Στις σημερινές συνθήκες θα ήταν συνταγή καταστροφής.

Μένει να καταλάβουμε γιατί μπήκε σε έναν τέτοιο διάλογο ο πρωθυπουργός. Έναν διάλογο που τον αφήνει πληγωμένο και με έντονη την αμφισβήτηση ακόμα και από το ίδιο του το κόμμα. Θα αντέξει; Δεν το γνωρίζουμε.

Ποιος μπορεί όμως να πάρει σήμερα το ρίσκο των εκλογών;