Για «υποχρεωτική πρόσληψη» ξένων τεχνοκρατών που θα συνδράμουν στη συλλογή φορολογικών εσόδων, την καταπολέμηση της διαφθοράς και τις ιδιωτικοποιήσεις πιέζει, σύμφωνα με τους Financial Times, η γερμανική πλευρά την Αθήνα σε αντάλλαγμα της διετούς επιμήκυνσης.

Τα μέτρα «θα ξεπερνούν τον μέχρι τώρα διεθνή έλεγχο» στην εκτέλεση του ελληνικού προϋπολογισμού, αναφέρει η εφημερίδα.

Οι προτάσεις φέρεται να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και ρήτρα για οριζόντια μέτρα εάν δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι -ανάλογη της «ρήτρας απόκλισης» για την οποία είχε κάνει λόγο ο Γ.Στουρνάρας.

Οι Financial Times επικαλούνται γνώση αντιγράφου του σχετικού σχεδίου. Σύμφωνα επίσης με αξιωματούχους που επικαλούνται στην ΕΕ, οι προτάσεις βρίσκουν στήριξη στη Γαλλία και την κομισιόν ως «σκληρές αλλά ρεαλιστικές», αν και το ΔΝΤ φέρεται να είναι επιφυλακτικό.

Επιμήκυνση

Τα προσχέδια των μνημονίων κατανόησης (MoU) μεταξύ Αθήνας-Τρόικας, τα οποία έχουν στην κατοχή τους οι Financial Times, επιβεβαιώνουν την πληροφορία περί επιμήκυνσης κατά δύο έτη του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής- παρά το γεγονός ότι, όπως επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα, δεν πρόκειται για το τελικό κείμενο συμφωνίας, το οποίο μένει να υπογραφεί μεταξύ Ελλάδας- Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Σύμφωνα πάντα με το προσχέδιο της αναθεωρημένης συμφωνίας, οι ετήσιες περικοπές δεν θα κυμαίνονται στο 3%, όπως προβλεπόταν αρχικώς, αλλά στο 1,5% του ΑΕΠ και αυτό εξαιτίας της μεγαλύτερης του αναμενόμενου ύφεσης στην οποία έχει βυθιστεί η ελληνική οικονομία. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε ένα από τα προσχέδια των μνημονίων, εκτάσεως 40 σελίδων, «η μεγαλύτερη του αναμενομένου ύφεση απαιτεί αναθεώρηση του ρυθμού δημοσιονομικής προσαρμογής και επιμήκυνση της εφαρμοργής των δημοσιονομικών μέτρων». Στο προσχέδιο ωστόσο δεν υπάρχει καμία αναφορά σε συγκεκριμένους στόχους όσον αφορά τον προϋπολογισμό.

Αποκρατικοποιήσεις

Σημαντικά μειωμένες εξάλλου εμφανίζονται οι προβλέψεις για τα έσοδα από τις κρατικοποιήσεις. Σύμφωνα με άλλο προσχέδιο συμφωνίας που έχουν στην κατοχή τους οι FT, ο στόχος της εξασφάλισης εσόδων ύψους 19 δισ. ευρώ από τις αποκρατικοποιήσεις ως τα τέλη του 2015 ο οποίος είχε τεθεί στη Νέα Δανειακή Σύμβαση του περασμένου Φεβρουαρίου, μειώνεται τώρα στα 8,5 δισ. ευρώ ως τα τέλη του 2015 και στα 11,1 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2016.

Πώς θα καλυφθεί η «τρύπα» της επιμήκυνσης

Μετά την υπογραφή των νέων συμφωνιών στην Αθήνα, η συζήτηση, όπως επισημαίνει η βρετανική εφημερίδα, μεταφέρεται στις Βρυξέλλες όπου αναμένεται να «δοθεί μάχη» όσον αφορά το ζήτημα της εξεύρεσης των επιπλέον πόρων που απαιτούνται για την επιμήκυνηση του ελληνικού προγράμματος. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά στη βρετανική εφημερίδα αξιωματούχος που συμμετέχει στις συνομιλίες «η συζήτηση για τη χρηματοδότηση έχει μόλις αρχίσει».

Παρά το γεγονός ότι στις Βρυξέλλες έχει εξεταστεί σοβαρά η επαναγορά ελληνικών ομολόγων σε μειωμένες τιμές, κάποιοι πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη πρόταση αποτελεί απλώς «παρωνυχίδα» όσον αφορά τα επίπεδα μείωσης του ελληνικού χρέους. Μερίδα αξιωματούχων, τάσσεται υπέρ της μείωσης των επιτοκίων δανεισμού του ελληνικού δημοσίου- άποψη που υποστηρίζει, όπως αναφέρει σήμερα «ΤΟ ΒΗΜΑonline» και ο ο επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF)κ. Τσαρλς Νταλάρα.

Δεσμευμένος Λογαριασμός

Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων φαίνεται ότι εντάσονται εξάλλου και οι συζητήσεις για τον διαβόητο λογαριασμό όπου θα κατατίθενται τα πλεονάσματα του ελληνικού δημοσίου και ο οποίος θα τελεί υπό διεθνή έλεγχο για την αποπληρωμή των χρεών της Αθήνας. Η συγκεκριμένη πρόταση περιλαμβάνεται στην ολοσέλιδη ενότητα υπό τον τίτλο «αυξημένη διακυβέρνηση και μηχανισμοί ελέγχου» του ενός εκ των προσχεδίων που έχουν στην κατοχή τους οι FT.

«Στο Βερολίνο τέτοιου είδους μέτρα θεωρούνται θεμελιώδη όχι μόνο για τον καθησυχασμό του γερμανικού κοινοβουλίου, αλλά και ιδιωτών επενδυτών που θα εκδηλώσουν ενδεχομένως ενδιαφέρον για την αγορά τίτλων από τις αποκρατικοποιήσεις», γράφουν οι FT.

Οπως επισημαίνει ωστόσο σκωπτικά η βρετανική εφημερίδα «για κάποιους άλλους που συμμετέχουν στις συζητήσεις η συγκεκριμένη πρόταση έχει πολιτικά κίνητρα». Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ανώνυμος αξιωματούχος: «Ολα (σ.σ. οι συγκεκριμένες συζητήσεις) είναι θέμα πολιτικής. Δεν υπάρχει κανένας καλός οικονομικός λόγος που να δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Απλώς είναι κάτι που το Βερολίνο χρειάζεται από πολιτικής πλευράς».