Στην εποχή του ποστάρω άρα υπάρχω δεν υπάρχει πιθανότατα άνθρωπος που δε θέλει να δείχνει καλά. Ίσως μάλιστα ποτέ η εικόνα του τρόπου που φαίνεται ή προβάλλεται κανείς δεν υπήρξε πιο αντικρουόμενη ή έστω πιο απομακρυσμένη από τον τρόπο που στ’ αλήθεια είναι. Γι’ αυτό μάλλον και ο τίτλος «Θέλω να είμαι καλά» (εκδ. Αρμός) που επέλεξε η Λένα Καραμαλή για το βιβλίο της ακούγεται όχι μόνο οικείος ή απ’ την (καθημερινή) ζωή βγαλμένος αλλά έρχεται σαν σοκ, στο οποίο όλοι ασμένως θα υποβάλαμε τον εαυτό μας.
Για την ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέα η επιθυμία του να είναι κανείς καλά είναι μόνο το πρώτο βήμα. Το να μάθει να είναι καλά είναι το δεύτερο και μάλλον το πιο ουσιαστικό. Αυτή τη γνώση της αποφάσισε να συμπυκνώσει μέσα στις 300 και πλέον σελίδες του βιβλίου της, με σκοπό όχι να μοιράσει θέσφατα αυτοβοήθειας και μεθόδους-τυφλοσούρτη, αλλά να πάρει τον αναγνώστη από το χέρι και να του μάθει πως να γεμίζει ο ίδιος το ποτήρι της αισιοδοξίας του. Με τα μικρά, τα καθημερινά κι εκείνα που πολύ συχνά προσπερνάμε ως ασήμαντα και αμελητέα.

© Ανδρέας Σιμόπουλος
Tο βιβλίο σας έχει έναν πολύ άμεσο αλλά και αρκετά επιτακτικό τίτλο. Γιατί τον επιλέξατε;
Διάλεξα αυτόν τον τίτλο γιατί είναι μια φράση που την χρησιμοποιούμε όλοι καθημερινά και την λέμε σαν ευχή «Να είσαι καλά». Εκφράζει την απλότητα αλλά και την αλήθεια μιας ανάγκης που μας συνδέει όλους.
Η επιθυμία να είμαστε καλά είναι μια βαθιά, θεμελιώδης και καλοπροαίρετη ανάγκη που όλοι μοιραζόμαστε. Όλοι θέλουμε να είμαστε καλά, στην ψυχή και στο σώμα, να έχουμε ευεξία, και το αξίζουμε, γιατί όταν είμαστε καλά, έχουμε ισορροπία, μπορούμε να ανταπεξέλθουμε σε κάθε πρόκληση, να δημιουργήσουμε, να προσφέρουμε αλλά και να χαρούμε την ζωή.
Ο τίτλος «Θέλω να είμαι καλά» είναι άμεσος, έχει πρόθεση, ευχή και υπόσχεση, είναι υπενθύμιση και ταυτόχρονα προτροπή. Είναι επιτακτικός γιατί αντανακλά τη δύναμη αυτής της επιθυμίας. Το «Θέλω να είμαι καλά» δεν είναι κάτι μακρινό ή άπιαστο, δεν είναι μια πολυτέλεια αλλά προϋπόθεση, είναι ένας στόχος που μας θυμίζει ότι μπορούμε όλοι να τον διεκδικήσουμε καθημερινά.
Τι σας ώθησε καταρχάς να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Το γράψιμο αυτού του βιβλίου ήταν για μένα ένα ταξίδι γνώσης και συνειδητοποίησης, ίσως το ομορφότερο που έχω κάνει μέχρι τώρα. Η δυνατότητα να μοιραστώ καινούργιες επιστημονικές έρευνες, μαζί με σκέψεις και ιδέες, για την καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας του οργανισμού μας, αλλά και την σύνδεση που έχει ο νους με το σώμα για τη δυνατότητα μιας καλύτερης ζωής, άρχισε να ξεχειλίζει μέσα μου και να αναζητά τον τρόπο να επικοινωνηθεί και με τους ανθρώπους γύρω μου. Ο σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να μας προσφέρει ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης.
Διαπιστώνετε από την εμπειρία σας ότι θέλουμε, αλλά δεν μπορούμε ή δε γνωρίζουμε τους τρόπους για να είμαστε καλά;
Οι άνθρωποι θέλουν να είναι καλά, αλλά δεν ξέρουν πώς, γιατί δεν μπορούν να διαχειριστούν τους φόβους και τις αγωνίες τους. Η ακαδημαϊκή μόρφωση που παίρνουμε από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια δεν μας διδάσκει τα πιο βασικά: Δεν μαθαίνουμε τίποτα για τα «ανθρώπινα»: πώς να βρούμε ισορροπία, πώς να διαχειριζόμαστε τον φόβο, τον πόνο, τον θυμό, όλα εκείνα τα αρνητικά συναισθήματα που μας αρρωσταίνουν ψυχικά και σωματικά.
Συχνά μπλεκόμαστε σε μοτίβα, φόβους, πεποιθήσεις και περιορισμούς που μας εμποδίζουν. Το να θέλεις να είσαι καλά είναι το πρώτο βήμα. Το να μάθεις πώς να το πετύχεις είναι το επόμενο. Η καλή φροντίδα του εαυτού είναι μια τέχνη που όλοι μπορούμε να μάθουμε. Όμως θα πρέπει να μάθουμε τον τρόπο, και τη δεξιότητα να βρίσκουμε τη γαλήνη.
«Νομίζουμε πως η αψεγάδιαστη τελειότητα είναι γοητευτική, όμως η γοητεία μας είναι η ανθρώπινη πλευρά μας, η ευάλωτη».
Αλήθεια, πώς θα ορίζατε εσείς το «καλά» και πώς έχετε δει ότι το ορίζουν, το φαντάζονται ή το επιθυμούν οι θεραπευόμενοί σας;
Το «καλά» μπορεί να είναι διαφορετικό για τον καθένα, με βάση τις ανάγκες του και τον τρόπο που βλέπει τη ζωή. Συνήθως οι άνθρωποι λένε θα είμαι καλά « Αν ή όταν θα γίνει αυτό ή το άλλο». Το σημαντικό όμως είναι ότι ο ορισμός του «Καλά» δεν έχει να κάνει τόσο με τις εξωτερικές συνθήκες, αλλά με το τι σκεφτόμαστε για όλα αυτά που συμβαίνουν. Έχει να κάνει με τη γενικότερη στάση μας απέναντι στη ζωή.
Είναι μια εσωτερική κατάσταση, μια κατάσταση που συμβαίνει στον νου μας, είναι ένας συνδυασμός του να μπορώ να νιώθω καλά και να μπορώ να λειτουργώ καλά. Είμαι καλά όταν νιώθω ασφάλεια και μπορώ να διαχειρίζομαι τα συναισθήματά μου και το στρες, όταν μπορώ να έχω καλή σχέση με τον εαυτό μου και τους σημαντικούς άλλους. Όταν είμαι σε γενικές γραμμές ικανοποιημένος με αυτά που έχω. Όταν έχω ενέργεια και μπορώ να είμαι δημιουργικός.
Όταν μπορώ να αντιληφθώ και την ομορφιά της ζωής και να χαρώ. Όταν έχω την αντοχή και το κουράγιο, όταν προκύπτουν τα δύσκολα, να ανταποκριθώ στην κρίση, όταν ακόμα και αν λυγίσω, μπορώ γρήγορα να ξανασηκωθώ.

© Ανδρέας Σιμόπουλος
Ποια είναι τα ζητήματα που απασχολούν περισσότερο τους συνανθρώπους μας σήμερα; Τι φέρνουν οι θεραπευόμενοι συχνότερα στο ντιβάνι του θεραπευτή τους;
Στο θεραπευτικό δωμάτιο φτάνουν κραυγές και ψίθυροι ανθρώπων που έχουν να επουλώσουν τραύματα, που δυσκολεύονται να λειτουργήσουν στην καθημερινότητα τους γιατί μπορεί να έχουν σωματικά συμπτώματα, κρίσεις πανικού, κατάθλιψη ή και άλλα προβλήματα.
Πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να εκφράσουν τις ανάγκες τους, να βρουν την σύνδεση με τον εαυτό τους αλλά και με τους άλλους, ώστε να επικοινωνήσουν αληθινά. Άλλοι δυσκολεύονται να αγαπήσουν τον εαυτό τους και να τον δουν με συμπόνια. Παλεύουν με το άγχος, τις απαιτήσεις της δουλειάς και τις δυσκολίες στις σχέσεις, ψάχνοντας να βρουν το νόημα.
Τι θα θέλατε να έχει μάθει, να έχει καταλάβει ή να έχει νιώσει ένας αναγνώστης όταν φτάσει στην τελευταία σελίδα του βιβλίου σας;
Δεν υπάρχει ικανοποίηση μακράς διαρκείας ούτε μαγικές συνταγές. Αλλά κάθε μέρα μπορούμε να κάνουμε μια συνειδητή προσπάθεια κάνοντας ένα βήμα προς μια πιό θετική κατεύθυνση και στάση ζωής. Κάποιοι βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, ενώ άλλοι βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο, και αυτοί θα πρέπει ίσως να κάνουν μεγαλύτερη προσπάθεια. Ο σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να μάθουμε να γεμίζουμε μόνοι μας το ποτήρι μας.
«Το αντίθετο αλλά και το αντίδοτο στον φόβο είναι η αγάπη. Όσο περισσότερο χώρο καταλαμβάνει η αγάπη στην ζωή μας τόσο λιγότερο χώρο βρίσκει διαθέσιμο ο φόβος για να φωλιάσει».
Πολλοί θεωρούν ότι ζούμε – ελέω των κοινωνικών δικτύων – σε μια περίοδο ψευδεπίγραφης χαράς. Θεωρείτε ότι το – για να το θέσω λαϊκά – να έχει κάποιος τις μαύρες του ή να μην είναι καλά και να το δηλώνει έχει ενοχοποιηθεί πια;
Ο άνθρωπος πάντα είχε την τάση να συγκρίνει τη ζωή του με τη ζωή των άλλων, στις μέρες μας όμως, με τις δυνατότητες που μας δίνουν τα κοινωνικά δίκτυα αυτή η τάση πλησιάζει την υπερβολή. Ειδικότερα οι νέοι με τη χρήση των social media κρυφοκοιτάζουν τις ζωές των άλλων, βλέπουν μια ωραιοποιημένη βιτρίνα μέσα από «χαρούμενα» στιγμιότυπα μέσα από φίλτρα και από ρετουσαρισμένες φωτογραφίες και νομίζουν πως οι άλλοι ζουν πιο συναρπαστική ζωή από αυτούς. Με αποτέλεσμα πολλοί να αισθάνονται ότι δεν έχουν χώρο να εκφράσουν την δική τους θλίψη ή την αδυναμία τους.
Όλοι είμαστε ευάλωτοι και έχουμε ατέλειες, το θέμα είναι πόσο αντέχουμε την συναισθηματική μας έκθεση. Να αισθανόμαστε αρκετά ασφαλείς ώστε να μπορούμε να σηκώσουμε το χέρι για να πούμε «έκανα λάθος», «τα έκανα θάλασσα», «δεν ξέρω τι να κάνω», «φοβάμαι», «δεν το καταλαβαίνω» η «χρειάζομαι βοήθεια». Όταν έχουμε την τόλμη να βγάλουμε τη μάσκα, αφήνουμε να φανεί ο αυθεντικός μας εαυτός, κι αυτό είναι τελικά απελευθέρωση γιατί μας δίνει αυτοπεποίθηση.
Όταν αρχίσουμε να ανοιγόμαστε και να εκφραζόμαστε, να δείχνουμε τις ευαισθησίες μας ή τον πόνο μας, με έκπληξη βλέπουμε ότι αντέχουμε και ότι δεν είμαστε οι μόνοι. Καταλαβαίνουμε πόσα κοινά έχουμε με τους γύρω μας, ότι όλοι λίγο πολύ έχουμε παρόμοια προβλήματα. Όμως το πιο σημαντικό που καταλαβαίνουμε είναι ότι τα κομμάτια που κρύβουμε, επειδή ντρεπόμαστε, αυτά για τα οποία είμαστε ανασφαλείς, είναι τελικά τα καλύτερα μας κομμάτια γιατί είναι ο πραγματικός μας εαυτός. Νομίζουμε πως η αψεγάδιαστη τελειότητα είναι γοητευτική, όμως η γοητεία μας είναι η ανθρώπινη πλευρά μας, η ευάλωτη. Και είναι ακαταμάχητη γιατί είναι αυθεντική.
«Το να θέλεις να είσαι καλά είναι το πρώτο βήμα. Το να μάθεις πώς να το πετύχεις είναι το επόμενο».
Εσάς τι σας ώθησε καταρχάς να ασχοληθείτε και να εστιάσετε στην ψυχοθεραπεία;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου προσπαθούσα να κατανοήσω την ανθρώπινη συμπεριφορά, γι’ αυτό σπούδασα ψυχολογία και κοινωνιολογία. Είχα την τύχη να έχω εκπαιδευτή και αναλυτή τον Ματθαίο Γιωσαφάτ, μια εξαιρετική προσωπικότητα στον χώρο της ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας. Αλλά «γηράσκω αεί διδασκόμενη» παρακολουθώντας τις έρευνες της επιστήμης σχετικά με την ψυχοθεραπεία. Έχω την πεποίθηση ότι η ανθρώπινη αλλαγή είναι εφικτή και η δυνατότητα να βλέπεις τους ανθρώπους να ανακαλύπτουν τη δύναμή τους και να αλλάζουν τη σχέση τους με τον εαυτό τους και με τους άλλους μου δίνει μεγάλη χαρά.

© Ανδρέας Σιμόπουλος
Ποιο είναι το μάθημα ζωής που έχετε πάρει ως ψυχοθεραπεύτρια;
Ότι το βασικό πρόβλημα που έχουμε οι άνθρωποι να διαχειριστούμε είναι οι φόβοι μας. Το αντίθετο αλλά και το αντίδοτο στον φόβο είναι η αγάπη. Όσο περισσότερο χώρο καταλαμβάνει η αγάπη στην ζωή μας τόσο λιγότερο χώρο βρίσκει διαθέσιμο ο φόβος για να φωλιάσει.
Οι ηλικιωμένοι ή οι άνθρωποι που είναι άρρωστοι προς το τέλος της ζωής τους, αυτό που λένε αν τους ρωτήσεις τι θα ήθελαν να είχαν κάνει στη ζωή τους με διαφορετικό τρόπο, είναι ότι θα ήθελαν να ανησυχούν λιγότερο και να μην είχαν ξοδέψει τόσο πολύ από τον χρόνο τους για πράγματα που ήταν λιγότερο σημαντικά, αλλά αντίθετα να περνούσαν περισσότερο από τον χρόνο τους με αυτούς που αγαπούν.
Info: Το βιβλίο της Λένας Καραμαλή «Θέλω να είμαι καλά» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός