Οι ειδήσεις, όσο φρικτές και αν είναι, με εξαίρεση τα Τέμπη, περνούν και χάνονται στις οθόνες μας, και εμείς, η κοινή γνώμη, δεν αντιδρούμε πραγματικά σχεδόν σε τίποτα. Ανεβαίνουν οι τιμές στα ράφια, βολευόμαστε με το «καλάθι του νοικοκυριού». Πεθαίνουν κάθε μέρα νέοι άνθρωποι στους δρόμους, παρακολουθούμε σαν να πρόκειται για φυσικό φαινόμενο τον «τραγικό απολογισμό των τροχαίων». Αναστενάζουν τα φτωχότερα στρώματα, καθησυχάζονται με ένα επίδομα 250 ευρώ «μόνιμου χαρακτήρα». Αδυνατούν να βρουν σπίτι τα νέα ζευγάρια, με την επιδότηση ενός ενοικίου, ευχαριστημένα να είναι, από το ολότελα…
Επειδή ελάχιστα θέματα μας κινητοποιούν, είχαν τέτοια κοινωνική και πολιτική επίδραση οι διαδηλώσεις για τα Τέμπη. Πραγματικά μας αιφνιδίασαν όλους, ακόμα και όσους συμμετείχαν σε αυτές ειδικά την πρώτη Κυριακή. Για τον ίδιο λόγο η Ζωή Κωνσταντοπούλου παράγει τόσο θόρυβο και καταλαμβάνει περισσότερο χώρο από αυτόν που της αντιστοιχεί. Αρκεί απλώς να είναι καλός αγωγός της αγανάκτησης του κόσμου, όπως ήταν παλαιότερα η Χρυσή Αυγή και μετά ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο πολιτικά διαφορετικά και αν ήταν αυτά τα κόμματα. Ωστόσο, γιατί είναι αρκετό σε τόσο πολύ κόσμο το ελάχιστο; Είναι η απάθεια συνέπεια της οικονομικής κρίσης, της πανδημικής, της ταυτοτικής, της ιδεολογικής; Μπορεί μέσα σε πολυκρίσεις να επιβιώσει η δημοκρατία και η συμμετοχή των πολιτών να βγει από το πληκτρολόγιο στην πραγματική ζωή, να αναζητήσει ανθρώπους που να την εκφράζουν πραγματικά, να απελευθερωθεί από τους «αναντικατάστατους» και τους «ισόβιους»;
Αν δεν συμβεί αυτό, ως μόνη διέξοδος θα φαντάζει ένα κόμμα, όποιο αναδεικνύει η συγκυρία, που θα φωνάζει πιο δυνατά από τα άλλα, που θα καταπατά τους κανόνες πιο αποτελεσματικά από τα άλλα, που θα εγκαθιστά όλο και περισσότερη βία, μίσος και διχασμό την καρδιά του συστήματος, στο όνομα του αντισυστημισμού των αγανακτισμένων. Σταγόνα σταγόνα το δηλητήριο γίνεται ανεπαίσθητο. Ακόμα περισσότερο όταν πέφτει και από τις δύο πλευρές.
Γιατί και τα συστημικά κόμματα συμπεριφέρονται στους πολίτες σαν να είναι επαίτες. Η κυβέρνηση μοιράζει επιδόματα που αντί να λύσουν προβλήματα δημιουργούν νέα, με την πονηρία ότι τα πάσης φύσεως χαρτζιλίκια κάποιες ψήφους θα φέρουν τελικά στις κάλπες. Τα άλλα κόμματα την κατηγορούν ότι δίνει προεκλογικά ψίχουλα με πελατειακή λογική, ότι δεν τολμάει να πολεμήσει το βαθύ κράτος και ότι υποκρίνεται πως κάνει μεταρρυθμίσεις.
Ωστόσο και εκείνα αποδέχονται τις παροχές και τα επιδόματα για να μην πάνε κόντρα στον κόσμο. Και έτσι ο κόσμος δεν συνειδητοποιεί ότι τα λεφτά που τώρα υπάρχουν, προερχόμενα κυρίως από την Ευρώπη, κάποτε θα τελειώσουν και ίσως τότε κάποια κυβέρνηση αναγκαστεί να κάνει περικοπές. Μέσα από τον εθισμό, τη συνήθεια και την επανάληψη το σύστημα υπονομεύει την αξιοπιστία του, αλλά και όσοι πολίτες βολεύονται τώρα με τα επιδόματα θα αποτελέσουν με μεγάλη ευκολία την επόμενη γενιά των αγανακτισμένων, αν αυτά χαθούν. Μπορεί να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος; Θα μπορέσει το πολιτικό σύστημα, που είναι ο μεγάλος ασθενής, να μεταρρυθμίσει τον εαυτό του, πραγματικά, όχι επικοινωνιακά;
Σε αντίθεση με τις πραγματικές ασθένειες που απαιτούν την παρέμβαση γιατρού στη θεραπεία, στην πολιτική υπάρχει αυτοΐαση. Τα ιστορικά παραδείγματα δεν είναι πολλά, αλλά είναι χαρακτηριστικά και προϋποθέτουν έναν διορατικό ηγέτη και μια πρόθυμη κοινωνία, όχι έναν κυρίαρχο ηγεμόνα με απρόθυμους υπηκόους. Οι ασυμμετρίες δεν βοηθούν.
