Ο στρατηγικός ανταγωνισμός αποτελεί δομικό στοιχείο της σχέσης των ΗΠΑ με τη Ρωσία και είναι πιο σημαντικός από την «οικειότητα» μεταξύ των προέδρων Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντίμιρ Πούτιν, επισημαίνει στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο ουκρανός αναλυτής Σεργκέι Κονοπλιόφ, ο οποίος έχει διανύσει μια μακρά διαδρομή από τον σοβιετικό στρατό μέχρι το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και τις δυτικές δεξαμενές σκέψης.
Ο δρ Κονοπλιόφ παραμένει εξαιρετικά συγκρατημένος απέναντι στις προοπτικές ειρήνευσης στην Ουκρανία ενώ εκτιμά ότι η Κίνα εξελίσσεται σε πάτρωνα της Ρωσίας.
Υπάρχει αληθινά «φιλική σχέση» μεταξύ του Τραμπ και του Πούτιν;
«Ημουν επί 15 χρόνια αξιωματικός του σοβιετικού στρατού όπου το καθημερινό μήνυμα ήταν “οι ΗΠΑ είναι ο εχθρός μας”. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ η ρητορική υποχώρησε, όμως ουδέποτε εξαφανίστηκε. Αργότερα, κατά τις δύο δεκαετίες μου στο Χάρβαρντ, όπου διηύθυνα ένα πρόγραμμα για ρώσους και αμερικανούς στρατηγούς, είδα ότι η δυσπιστία μεταξύ των δύο χωρών παρέμενε βαθιά ριζωμένη. Σήμερα, οι αμερικανορωσικές σχέσεις είναι ένας συνδυασμός δημόσιας διπλωματίας και δομικής αντιπαλότητας. Η περιστασιακή αναθέρμανση – όπως στη Σύνοδο του Ελσίνκι το 2018, όπου ο πρόεδρος Τραμπ υπερασπίστηκε δημόσια τη Ρωσία απέναντι στις κατηγορίες για επέμβαση στις αμερικανικές εκλογές – μπορεί να δώσει την εντύπωση μιας οικειότητας μεταξύ του Τραμπ και του Πούτιν.
Στην πραγματικότητα, αυτές οι κινήσεις συνοδεύονται από τακτικούς υπολογισμούς. Κάθε πλευρά πιστεύει ότι ο διάλογος μπορεί να αποφέρει πλεονεκτήματα για την ίδια, χωρίς να εμπιστεύεται την άλλη. Πίσω από τις τελετουργικές χειρονομίες και τις αποδόσεις τιμών, οι υπηρεσίες πληροφοριών συγκρούονται, οι κυρώσεις διατηρούνται ενώ εξελίσσονται συγκρούσεις διά αντιπροσώπων. Οι διπλωματικές αβρότητες δεν μπορούν να κρύψουν μια σχέση που έχει χτιστεί πάνω στον στρατηγικό ανταγωνισμό. Για να κατανοήσουμε την αντιπαλότητα, μπορούμε να ανατρέξουμε στην ανάλυση του Τζορτζ Φ. Κέναν στο περίφημο Μακροσκελές Τηλεγράφημά του (Long Telegram) το 1946. Ο αμερικανός διπλωμάτης (σ.σ.: από τους πρωτεργάτες της πολιτικής “ανάσχεσης”) εξηγούσε ότι η στάση των Σοβιετικών ήταν περισσότερο αποτέλεσμα ανασφάλειας παρά ιδεολογίας – μια διάγνωση που ισχύει και σήμερα σε μεγάλο βαθμό παρά τις αλλαγές πολιτικών συστημάτων και ηγετών».
Ποια είναι τα σημεία αιχμής στη γεωπολιτική αρένα;
«Η Ουκρανία παραμένει το πιο σημαντικό, όμως και αλλού υπάρχει αυξημένος κίνδυνος. Στην Αρκτική, το λιώσιμο των πάγων ανοίγει νέες οδούς για τη ναυσιπλοΐα ενώ εντείνεται ο ανταγωνισμός για τους φυσικούς πόρους. Η Ρωσία έχει στρατιωτικοποιήσει την περιοχή, έχει μεγαλώσει τον στόλο των πυρηνοκίνητων παγοθραυστικών της. Καθώς το ΝΑΤΟ απαντά ενισχύοντας την παρουσία του, ελλοχεύει ο κίνδυνος για κάποιον λάθος υπολογισμό. Στον Ειρηνικό, η στρατιωτική συνεργασία της Ρωσίας με την Κίνα (κοινά ναυτικά γυμνάσια και αεροπορικές περιπολίες) φανερώνει τη θέληση για αμφισβήτηση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, παρότι οι δυνατότητες της Ρωσίας στην περιοχή παραμένουν περιορισμένες.
Στο Διάστημα, η αβεβαιότητα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Οι δοκιμές ρωσικών όπλων κατά δορυφόρων θα μπορούσαν να μετατρέψουν το Διάστημα σε πεδίο κρίσης. Αρκεί να χτυπηθεί ένας δορυφόρος για να προκληθεί ένας χείμαρρος από συντρίμμια που θα μπορούσαν να πλήξουν δεκάδες άλλους. Ο ανταγωνισμός κλιμακώνεται επίσης στον Παγκόσμιο Νότο, ειδικότερα στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, όπου η Ρωσία εφαρμόζει υβριδικές τακτικές: μισθοφόροι, κυβερνοεπιθέσεις, εργαλειοποίηση της ενέργειας και εκστρατείες πολιτικής επιρροής. Αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν ξεπερνούν το κατώφλι του πολέμου αλλά διαμορφώνουν την εικόνα της παγκόσμιας αστάθειας».
Δοκιμάζουν οι ΗΠΑ και η Ρωσία νέα όπλα στην Ουκρανία; Είναι αυτός ο πρώτος «πόλεμος των ρομπότ»;
«Η Ουκρανία έχει γίνει το πιο τεχνολογικά προηγμένο πεδίο μάχης στην Ιστορία. Ο πόλεμος διεξάγεται όχι μόνο με Πυροβολικό αλλά και με drones, με παρακολούθηση από συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και ηλεκτρονικά μέσα. Χιλιάδες φθηνά drones κάνουν αναγνωρίσεις, κατευθύνουν το Πυροβολικό και πλήττουν θωρακισμένα οχήματα. Η τεχνητή νοημοσύνη βοηθά στην επεξεργασία στοιχείων και στον εντοπισμό στόχων. Και οι δύο πλευρές διαρκώς δοκιμάζουν και βελτιώνουν νέα συστήματα. Η Ρωσία πειραματίζεται με βόμβες ολίσθησης και drones-καμικάζι. Η Ουκρανία και οι δυτικοί εταίροι της εξελίσσουν τα σμήνη από drones, τις αντι-drones τεχνολογίες και την αξιολόγηση πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο. Είναι ο πρώτος μεγάλος πόλεμος όπου το λογισμικό και η αυτονομία συχνά ξεπερνούν την παραδοσιακή δύναμη πυρός. Μέσα στη Ρωσία, ο πόλεμος έχει επαναπροσδιορίσει τη στρατιωτική σκέψη (δίνοντας έμφαση στον αυτοσχεδιασμό, στα drones και στις εκστρατείες παραπληροφόρησης) ενώ ο πολιτικός έλεγχος έχει ενταθεί σε βαθμό σχεδόν απόλυτης συμμόρφωσης».
Θα μπορούσε ο ανταγωνισμός να οδηγήσει στη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων;
«Το ζήτημα είναι κάτω από ποιες συνθήκες θα εξέταζε η Ρωσία τη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων. Το δόγμα της προβλέπει ξεκάθαρα τη χρήση μη στρατηγικών πυρηνικών όπλων “για αποκλιμάκωση” σε περίπτωση που χάνει έναν πόλεμο. Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η Μόσχα θα μπει σε αυτόν τον πειρασμό εάν θεωρήσει ότι αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή (στρατιωτική ήττα ή σοβαρή εσωτερική αναταραχή). Ο κόσμος βρίσκεται σήμερα πιο κοντά σε μια πυρηνική κλιμάκωση από όσο στις αρχές της δεκαετίας του 1980».
Υπάρχει κανείς που τολμά να πει «όχι» στον Πούτιν;
«Μέσα στη Ρωσία σχεδόν κανένας δεν μπορεί να αντιταχθεί στον Πούτιν. Εκτός Ρωσίας μόνο η Κίνα έχει σημαντική επιρροή, περισσότερο λόγω οικονομικής εξάρτησης παρά ιδεολογικής ευθυγράμμισης».
Είναι η Κίνα σύμμαχος της Ρωσίας;
«Είναι μια εταιρική σχέση, παρά μια συμμαχία. Τα συμφέροντά τους συγκλίνουν σε τακτικό επίπεδο – και οι δύο αντιτίθενται στην αμερικανική κυριαρχία – αλλά αποκλίνουν στρατηγικά. Η Κίνα θέλει σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη ενώ η Ρωσία επωφελείται από την αστάθεια. Η Κίνα προμηθεύεται φθηνή ενέργεια και ενισχύει το γεωπολιτικό της αποτύπωμα ενώ η Ρωσία εξασφαλίζει την οικονομική της επιβίωση. Η ασυμμετρία μεγαλώνει και η Κίνα εξελίσσεται σε έναν πάτρωνα που κοιτάζει το δικό του συμφέρον».
