Στην καρδιά των Κυκλάδων, η Κύθνος ξεδιπλώνει μια ιστορία που δεν γράφτηκε μόνο σε βιβλία, αλλά αποτυπώθηκε στη γη, στη θάλασσα και στον χρόνο. Το όνομά της το πήρε, σύμφωνα με τη μυθολογία, από τον Κύθνο, γιο του θεού Απόλλωνα και αρχηγό των Δρυόπων, που έφθασαν στο νησί από την Εύβοια τον 14ο αιώνα π.Χ. Στα νεότερα χρόνια ήταν γνωστή και ως «Θερμιά», από τις περίφημες ιαματικές πηγές στον οικισμό των Λουτρών, που μέχρι σήμερα συνεχίζουν να προσελκύουν επισκέπτες.
Παρότι λιγότερο προβεβλημένη από άλλα κυκλαδίτικα νησιά, η Κύθνος δεν φημίζεται μόνο για τις ιαματικές πηγές της, τα πέτρινα σοκάκια και την κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική της, αλλά κατέχει έναν ρόλο καθοριστικό στην κατανόηση της πολιτισμικής ιστορίας του Αιγαίου.
Από τα ίχνη ζωής στον μεσολιθικό οικισμό του Μαρουλά, που χάνονται στην προϊστορία, μέχρι τα ιερά της Δήμητρας και του Απόλλωνα στην αρχαία πόλη του Βρυοκάστρου, το νησί αποκαλύπτει ένα παρελθόν που παραμένει ζωντανό. Κάθε μονοπάτι και κάθε ακτή συνδέεται με την ανθρώπινη παρουσία που πέρασε, ρίζωσε και άφησε πίσω της αποδείξεις πολιτισμού. Οι πρόσφατες ανασκαφές και τα εντυπωσιακά ευρήματα που εκτίθενται πλέον στο νεοσύστατο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας αποδεικνύουν πως το νησί αποτελεί έναν ανεξερεύνητο, αλλά πολύτιμο χάρτη για τους λάτρεις της ιστορίας.
Ο πανάρχαιος οικισμός του Μαρουλά
Η πρώτη μαρτυρία ανθρώπινης παρουσίας στην Κύθνο ανάγεται στη μεσολιθική περίοδο (9000-8000 π.Χ.) και εντοπίζεται στον υπαίθριο οικισμό του Μαρουλά, κοντά στα Λουτρά. Πρόκειται για τον αρχαιότερο οργανωμένο προϊστορικό οικισμό των Κυκλάδων και τον μοναδικό του είδους του στον ελλαδικό χώρο. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν κυκλικές λιθόκτιστες κατασκευές που φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν ως κατοικίες, καθώς και ταφές, ανθρώπινους σκελετούς και εργαλεία από πυριτόλιθο, χαλαζία και οψιανό.
Η θέση του Μαρουλά υποδηλώνει πως η Κύθνος ήδη από τότε συμμετείχε σε ένα πρώιμο δίκτυο επαφών και ανταλλαγών στο Αιγαίο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η περιοχή Σκουριές, στη βορειοανατολική ακτή του νησιού, όπου εντοπίζεται θέση της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ (3η χιλιετία π.Χ.). Οι ανασκαφές (1984-1985) έφεραν στο φως εργαστήρια επεξεργασίας χαλκού που χρονολογούνται την ίδια περίοδο. Τα ευρήματα αυτά μαρτυρούν δραστηριότητες μεταλλουργίας, φανερώνοντας τον ρόλο που διαδραμάτισε το νησί στην πρώιμη τεχνολογική ανάπτυξη του Αιγαίου.
Η κορύφωση της πολιτισμικής ακμής της Κύθνου αποτυπώνεται στην αρχαία πόλη του Βρυοκάστρου, στη βορειοδυτική ακτή του νησιού, που ταυτίζεται με την «Κύθνον» των αρχαίων πηγών. Η οχυρωμένη αυτή πόλη 285 στρεμμάτων μαζί με τη νησίδα Βρυοκαστράκι, που κατά την αρχαιότητα (όπως έδειξαν οι υποβρύχιες έρευνες) συνδεόταν με την ακτή, κατοικήθηκε από τον 10ο π.Χ. αιώνα έως και τον 7ο μ.Χ. αιώνα.
Οι συστηματικές ανασκαφικές έρευνες αποκάλυψαν δημόσια και λατρευτικά οικοδομήματα, καθώς και επιτύμβια ανάγλυφα, επιγραφές, αττική κεραμική, θραύσματα πίθων και λαβές εμπορικών αμφορέων. Με βάση την επιφανειακή κεραμική, η εγκατάλειψη της πόλης τοποθετείται στον 6ο ή 7ο μ.Χ. αιώνα, όταν οι κάτοικοι μετακινήθηκαν στον οχυρωμένο οικισμό του κάστρου της Ωριάς.
Το ιερό της Δήμητρας και τα μυστικά του
Στην κορυφή της ακρόπολης δεσπόζει το ιερό της Δήμητρας το οποίο ήταν σε χρήση για περίπου επτά αιώνες, από τα τέλη του 8ου π.Χ. έως τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Διακρίνονται τα κατάλοιπα τουλάχιστον τεσσάρων κτιρίων και πιθανότατα ενός βωμού.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως πλήθος ευρημάτων (πήλινα ειδώλια γυναικών και παιδιών, φωτιστικά σκεύη κ.ά.), τα οποία, όπως και οι επιγραφές που βρέθηκαν στο ιερό της Δήμητρας στην Ελευσίνα, οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι το ιερό της Κύθνου ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της Δήμητρας.
Στο βορειότερο άκρο του ίδιου πλατώματος εντοπίστηκε ακόμη ένα ιερό, με ευρήματα που χρονολογούνται από τους αρχαϊκούς έως και τους ελληνιστικούς χρόνους. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν δύο βωμούς και έναν δίδυμο ναό, πιθανώς χτισμένο τον 7ο αιώνα π.Χ., του οποίου το άδυτο βρέθηκε ανέπαφο, με τα αναθήματα (ανάμεσά τους και πολύτιμα κοσμήματα και αντικείμενα μικροτεχνίας) στη θέση τους.
Παρότι η ταυτότητα των θεοτήτων δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί, ενδείξεις παραπέμπουν σε λατρεία του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Σε χαμηλότερο επίπεδο, στο μακρόστενο μεσαίο πλάτωμα, βρέθηκε ναός αφιερωμένος στον Ασκληπιό. Στην περιοχή αυτή επιβεβαιώνεται επίσης η λατρεία της Αφροδίτης λόγω του επιφανειακού εντοπισμού τμήματος κολοσσιαίου αγάλματος.
Την ακμή της πόλης συμπληρώνει το οργανωμένο λιμάνι στον όρμο Μανδράκι, όπου από το 2005 πραγματοποιούνται υποβρύχιες έρευνες. Ηρθαν στο φως οι υποδομές του αρχαίου λιμανιού της πόλης, με παράκτια οχυρωματικά έργα, θεμέλια λιμενικών εγκαταστάσεων, ένας κυματοθραύστης μήκους άνω των 100 μέτρων καθώς και εντυπωσιακά μαρμάρινα γλυπτά της ρωμαϊκής περιόδου, όπως ένας κορμός θωρακοφόρου και τρεις ερμαϊκές στήλες.
Τα τελευταία δύο χρόνια τα ευρήματα των ανασκαφών της Κύθνου εκτίθενται για πρώτη φορά στο κοινό στο νέο Αρχαιολογικό Μουσείο, που στεγάζεται στο παλιό μονοτάξιο δημοτικό σχολείο της Μεσαριάς, ένα ιστορικό κτίριο σε σχέδια του νομομηχανικού Δημήτρη Καλλία, το οποίο αναστηλώθηκε και μεταμορφώθηκε σε σύγχρονο μουσειακό χώρο με θέα στο κυκλαδικό τοπίο.
Στις προθήκες του παρουσιάζονται αντικείμενα από όλες τις περιόδους: λίθινα εργαλεία και ανθρώπινα κατάλοιπα από τον Μαρουλά, λαμπρά κοσμήματα από το ιερό του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος, αλλά και μία μαρμάρινη ερμαϊκή στήλη που ανελκύστηκε από το αρχαίο λιμάνι.
Επίσης, έξι μεγάλες οθόνες ταξιδεύουν τους επισκέπτες στους ίδιους τους χώρους από όπου προέρχονται τα μουσειακά εκθέματα. Το μουσείο ζωντανεύει την ιστορία του νησιού και την παραδίδει, επιτέλους, στους ίδιους τους κατοίκους και επισκέπτες του.
