«Τρεις αδελφές»: Η ανέφικτη Μόσχα

Για το έργο του Αντόν Τσέχοφ και την παράσταση που σκηνοθετεί η Μαρία Μαγκανάρη στο Εθνικό Θέατρο

«Τρεις αδελφές»: Η ανέφικτη Μόσχα

Το θέατρο που έχει τη δύναμη μέσα σε μια στιγμή – ανεπαίσθητη, απρόβλεπτη, αμείλικτη – να εξαφανίσει την απόσταση ανάμεσα στην απλή αναστάτωση και στη σεισμική δόνηση είναι ακριβώς το θέατρο του Αντόν Τσέχοφ. Τα κείμενα του απαράμιλλου ρώσου δραματουργού μιλούν, εξακολουθούν να μιλούν, για το μέσα μας, για ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει εκεί μέσα. Ο ίδιος υποστήριζε ότι «το να διεισδύουμε στη ζωή» συνιστά ένα μάλλον σπάνιο «χάρισμα» που, εξυπακούεται, δεν γίνεται να κατέχει η πλειονότητα των ανθρώπων. Εχει αποδειχτεί πως, ιδίως αυτός, ένας γιατρός των σωμάτων και των ψυχών, ο οποίος εγκατέλειψε πρόωρα τον κόσμο, γνώριζε πολύ καλά τι έλεγε.

Το θέατρο του Τσέχοφ είναι βασανιστικά ανεξάντλητο και, από μια άποψη, δεν εγείρει καν ζήτημα ερμηνείας, με τη στενή έννοια. Εγείρει, ωστόσο, ένα ζήτημα θερμοκρασίας του λόγου αλλά και της σιωπής που τον πλαισιώνει, ένα ζήτημα που παραμένει κομβικό στα αναρίθμητα ανεβάσματα των (πολλών αριστουργηματικών) έργων του, ένα ζήτημα πέραν του δράματος, πέραν της κωμωδίας, πέραν της συγκεκριμένης συζήτησης.

Κάθε σκηνοθέτης, κάθε σκηνοθέτρια, οφείλει να θερμομετρήσει την πυκνότητα και την αντιφατικότητα του τσεχοφικού σύμπαντος, όσων αρθρώνονται εν τέλει και όσων δεν αρθρώνονται ποτέ, αν θέλει να το διαπεράσει. Αυτά είναι γνωστά, βεβαίως, αλλά είναι καλό να τα θυμόμαστε.

Η Μαρία Μαγκανάρη, στην Πλαγία Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, συνεχίζει τη δημιουργική της ενασχόληση με τον Τσέχοφ, αυτή τη φορά με τις «Τρεις αδελφές» (μετά τον, κατά γενική ομολογία, εξαιρετικό «Θείο Βάνια» το 2019). Ο δραματουργικός καμβάς στις ελεγειακές «Τρεις αδελφές» (1900-1901), το προτελευταίο έργο του Τσέχοφ, είναι σαφέστατα πιο σύνθετος και απαιτητικός. Μεταφερόμαστε σε μια επαρχιακή κωμόπολη της Ρωσίας, στο σπίτι της οικογένειας Πρόζοροφ, όπου κατοικούν οι θυγατέρες ενός συγχωρεμένου ανώτερου αξιωματικού του στρατού, η μεγαλύτερη Ολγα (Αμαλία Καβάλη), η μεσαία Μάσα (Μαρία Σκουλά) και η μικρότερη Ιρίνα (Νάνσυ Σιδέρη), μαζί με τον αδελφό τους Αντρέι (Αινείας Τσαμάτης).

Τι συμβαίνει εκεί; Συσσωρεύεται, θα έλεγε κανείς, η τετριμμένη καθημερινότητα. Η ζωή, το άφταστο μεγαλείο της, η λανθάνουσα φρίκη της. Η πραγματικότητα γίνεται χρόνος και ο χρόνος γίνεται κάτι που, στα ανθρώπινα μυαλά, στις ανθρώπινες καρδιές, χρειάζεται οπωσδήποτε να εξηγηθεί, με κάθε τρόπο, πάση θυσία (καθώς, εν τω μεταξύ, άτομα διαφορετικά δεν σταματούν να κινούνται στον ίδιο χώρο, στήνοντας το ατέρμονο, γλυκόπικρο γαϊτανάκι των ονείρων και των απωλειών).

Υπάρχει πάντως μια ύστατη ελπίδα, η επιστροφή των τριών αδελφών στη Μόσχα, σε μια Μόσχα που, επί της ουσίας, δεν υπάρχει, σε μια Μόσχα ανέφικτη, σε μια Μόσχα που έχει ήδη χαθεί. «Εγώ νομίζω πως ο άνθρωπος πρέπει να πιστεύει σε κάτι, ή τουλάχιστον να αναζητάει μια πίστη, γιατί αλλιώς η ζωή είναι τόσο άδεια […]. Ή ξέρεις για ποιο λόγο ζεις ή όλα είναι χωρίς νόημα, σκέτη φλυαρία» αντηχεί, και θα αντηχεί πάντα, η φωνή της Μάσας.

Με επίκεντρο μια τεράστια (και πολύσημη) κυκλική πλατφόρμα, σαν τραπέζι, σαν ρολόι, σαν σχηματική και αφαιρετική επανάληψη, με έναν λειτουργικό θίασο (ετερόκλητες υποκριτικές μονάδες οι οποίες, ωστόσο, συντονίζονται στη συντεταγμένη σκηνοθετική ροή), και πλέριες τις αφοπλιστικές συγκινήσεις που φωλιάζουν στο κείμενο, περιμένοντας να μας κατακλύσουν και να μας συντρίψουν, η Μαρία Μαγκανάρη παραδίδει, παρά τις όποιες αμηχανίες που αυξάνονται στο δεύτερο μέρος, μια παράσταση άρτια, λεπτεπίλεπτη, αξιοπρόσεκτη. Ο Κουλίγκιν του Θανάση Δήμου, ο Σολιόνι του Δημήτρη Δρόσου και ο Τσεμπουτίκιν του Ανδρέα Νάτσιου αγγίζουν τσεχοφικές ποιότητες.

Περισσότερες πληροφορίες για τους συντελεστές, τους ηθοποιούς, τις ημέρες και τις ώρες των παραστάσεων μπορείτε να δείτε εδώ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version