Τι μπορεί να κλωθογυρίζει στο μυαλό ενός ποιητή για μέρες ολόκληρες; «Σκέφτομαι έντονα αυτές τις μέρες τις κολοκύθες, τα άνθη τους, την προοπτική να υπάρχουν μέσα σε ένα ερωτικό ποίημα» μου απαντά ο Γιαν Βάγκνερ πολύ σοβαρά. Και τέτοιου είδους σκέψεις εναλλάσσονται καθημερινά με τις άλλες, τις αναπόφευκτες, αυτές που συνδέονται με τις αποπνικτικές ειδήσεις και τις αγωνίες των ταραγμένων καιρών μας. «Πλην, όμως, νομίζω ότι η ποίηση είναι το πιο ισχυρό αντίδοτο και, για εμένα τουλάχιστον, σταθερή πηγή χαράς και ενθουσιασμού» δηλώνει ο ίδιος στο «Βήμα» λίγο προτού εμφανιστεί στο 11ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Αθηνών (29/9-2/10).
Γεννημένος στο Αμβούργο το 1971, πολυβραβευμένος ποιητής, δοκιμιογράφος και μεταφραστής, ο Βάγκνερ έχει δει στίχους του να αποδίδονται σε σαράντα γλώσσες. Στα ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του Το σπουργίτι του Γκέρικε και άλλα ποιήματα (μτφρ. Κώστας Κουτσουρέλης, εκδόσεις Κίχλη, 2018) και με βάση αυτό, αρκούντως αντιπροσωπευτικό του έργου του, συζητήσαμε.

«Μαγεία δευτέρου βαθμού»
«Η επιθυμία να γράψεις ποίηση προέρχεται συχνότατα (και στην περίπτωσή μου σίγουρα) από την ανάγνωση ποίησης. Και από μια θεμελιώδη απορία, πώς το κάνουν, πώς οι ποιητές, τους οποίους θαυμάζουμε, καταφέρνουν να δημιουργήσουν αυτή τη μαγεία δευτέρου βαθμού, θα έλεγα, που είναι το ίδιο το ποίημα. Οι γονείς μου είχαν μια τεράστια βιβλιοθήκη και από νωρίς με παρακινούσαν να την πλησιάζω, να διαβάζω. Η μητέρα μου, δασκάλα γαλλικών, μου είχε δανείσει κάποτε Ρεμπό και Μποντλέρ στο πρωτότυπο. Δεν της επέστρεψα ποτέ τα βιβλία! Αργότερα, ένας φωτεινός δάσκαλός μου, της αγγλικής γλώσσας, με μύησε στον Σαίξπηρ, στον Μπλέικ, στον Νταν. Και κάπως έτσι, δίπλα στους γερμανόφωνους ποιητές, στον Τρακλ, στον Χάιμ, στον Ρίλκε, βρέθηκαν οι αγγλόφωνοι που άρχισαν να με γοητεύουν όλο και περισσότερο, ο Ντίλαν Τόμας, ο Κιτς, ο Στίβενς και πολλοί άλλοι» λέει ο Βάγκνερ.
Και όταν σχολιάζω τη διαπεραστική παρατηρητικότητά του, η οποία θάλλει μέσω της φαντασίας, συνεχίζει.
«Η μεταφορά φωλιάζει στην καρδιά ενός ποιήματος, αναφέρομαι σε εκείνο το είδος της εικόνας που σε κάνει να πεις “ναι, πόσο περίεργο που δεν το είχα σκεφτεί μόνος μου πρωτύτερα”, εκείνη την εικόνα που φαντάζει η πιο φυσική έκφραση και, παράλληλα, σε ξαφνιάζει και σε ρίχνει σε μια κατάσταση νέας, πλατιάς συνειδητότητας. Η μουσική που ενυπάρχει στη γλώσσα, μελωδική ή φάλτσα, είναι πάντοτε εκεί επίσης, και μου αρέσει να εναλλάσσω διαφορετικές φόρμες, παραδοσιακές (όπως η σεστίνα, η βιλανέλα, ακόμα και το σονέτο), πιο σύγχρονες αλλά και επινοημένες φόρμες (που προκύπτουν μία φορά μόνο, για ένα ποίημα μόνο). Η ρίμα, ας πούμε, ως συνθετική διαδικασία είναι ενδιαφέρουσα για εμένα, πολύ ιντριγκαδόρικη» τονίζει ο Βάγκνερ και, πράγματι, πρόκειται για λογοτέχνη που διαβλέπει κάτι παντού (τότε ακριβώς αναφέρω το γλυκύτατο ποίημά του «Τα κοάλα» και, κάπως, αστειευόμαστε).
Για εμένα, το ποίημα είναι ένας όμορφος τρόπος να υποδυθείς έναν ρόλο, να γλιστρήσεις προσωρινά σε άγνωστες και ανοίκειες συνθήκες ύπαρξης, να γίνεις ζώο, πέτρα, χιλιοφορεμένο, λιωμένο αθλητικό παπούτσι.
«Τίποτα δεν είναι τόσο μικρό»
Η φύση, τα ζώα, οι άνθρωποι, ο ίδιος ο κόσμος συναπαρτίζουν μια ακατάλυτη και απρόβλεπτη έμπνευση. «Κανένα πλάσμα ή πράγμα δεν είναι τόσο μικρό που να μη χωράει στην ποίηση και πρέπει να τα αφήνουμε να γίνονται κομμάτια της. Σε εμάς εναπόκειται να ανακαλύψουμε τον πλούτο μέσα στο φαινομενικά ασήμαντο. Τίποτα δεν είναι ασήμαντο όταν γράφεις ποίηση. Και είναι περίπλοκο ξανά και ξανά να διαπιστώνεις πώς όλα τα ερωτήματα για την αγάπη και την απώλεια, για την ομορφιά και το σκότος, μπορούν αίφνης, από τη μία στιγμή στην άλλη, να εκδηλωθούν και να διατρανώσουν την παρουσία τους, λόγου χάριν, σε ένα φακελάκι τσαγιού ή σε μια αλογόμυγα. Κι όμως, υπάρχουν όλα, είναι εκεί».
Υστερα σταθήκαμε με τον Βάγκνερ στο αφηγηματικό στοιχείο των ποιημάτων του, καθώς και στην εξίσωση βιώματος και μυθοπλασίας στην ποίηση.
«Υφίσταται όντως το αφηγηματικό στοιχείο, ελπίζω πάντως να είναι ατελές ώστε οι αναγνώστες να συνεχίζουν και να γεμίζουν οποιοδήποτε κενό διακρίνουν – τα κενά σε ένα ποίημα τείνουν να είναι τόποι πληθωρικοί, έτσι δεν είναι; Υποψιάζομαι ότι πολλοί απαιτούν από το ποίημα να λέει την αλήθεια για τα αισθήματα ή τις σκέψεις του συγγραφέα του. Για εμένα όμως, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, το ποίημα είναι ένας όμορφος τρόπος να υποδυθείς έναν ρόλο, να γλιστρήσεις προσωρινά σε άγνωστες και ανοίκειες συνθήκες ύπαρξης, να γίνεις ζώο, πέτρα, χιλιοφορεμένο, λιωμένο αθλητικό παπούτσι. Οι χαρακτήρες στην ποίησή μου (αν θέλετε να τους πούμε έτσι) ακουμπούν γερά στη μυθοπλασία και, ως τέτοιοι, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι λιγότερο αληθινοί. Η φόρμα ενός ποιήματος, πιστεύω, είναι κομμάτι του περιεχομένου του. Η φόρμα είναι το ποίημα – και για αυτό οφείλουμε να μεταφράζουμε ένα ποίημα με τη μεγαλύτερη εφικτή ακρίβεια».
Απιστείς για να μείνεις πιστός
Ο Βάγκνερ συγκαταλέγεται, επιπλέον, στους σημαντικότερους μεταφραστές της αγγλοαμερικανικής ποίησης στον γερμανόφωνο χώρο.
«Η μετάφραση της ποίησης, για εμένα, είναι μια αναγκαιότητα, μια ουσιαστική και σχεδόν αβίαστη προέκταση της ποιητικής μου γραφής. Η πλέον προσηλωμένη ανάγνωση ενός ποιήματος είναι ακριβώς την ώρα που το μεταφράζεις. Μέσα από τη μετάφραση (στην περίπτωσή μου από τα αγγλικά πρωτίστως) μαθαίνεις πώς να εμπλουτίζεις τη δική σου παράδοση με τις αρετές άλλων λογοτεχνικών παραδόσεων.
Ο Μάικλ Χάμπεργκερ όρισε τη μετάφραση της ποίησης ως κάτι που μετατρέπει το απίθανο σε τέχνη του δυνατού. Η πιστότητα, όταν συμβαίνει αυτό, είναι δυνατή. Αν και το αξιολάτρευτο παράδοξο στον πυρήνα της ποιητικής μετάφρασης είναι, όπως εγώ το βλέπω τουλάχιστον, η περιστασιακή δυνατότητα να απιστεί κανείς με σκοπό να παραμένει πιστός – να απιστεί δηλαδή στο γράμμα ώστε να παραμένει πιστός στο πνεύμα, στην πρόθεση, στους κανόνες του πρωτοτύπου. Εν πάση περιπτώσει, αν το μεταφράζεις, πρέπει να γίνει ποίημα και στη δική σου μητρική γλώσσα. Η μετάφραση ενός ποιήματος πρέπει να είναι ποίημα επίσης, όχι κάποιο εγχειρίδιο με πρακτικές οδηγίες» υπογράμμισε ο Βάγκνερ.
Τι είδους είναι η σχέση ποίησης και κοινωνίας, ποίησης και πολιτικής;
«Ενα ποίημα, πιστεύω, αποτελεί τη μεγαλύτερη ελευθερία μέσα στον πλέον περιορισμένο χώρο. Τα πάντα είναι εφικτά με τη σκέψη, τη φαντασία, τη μουσική, μπορείς να ανατρέψεις ακόμα και τους κανόνες που εσύ ο ίδιος έφτιαξες – με τη συμπυκνωμένη αγριάδα της φαντασίας και του λεκτικού παιχνιδιού. Αν ένα ποίημα είναι πετυχημένο, τότε, ανεξαρτήτως του περιεχομένου του, μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε πολιτική πράξη καθαυτή ή, τουλάχιστον, μια κοινωνική δύναμη που κανείς δεν πρέπει να υποτιμά, διότι εξωθεί τους αναγνώστες να εγκολπωθούν όλες τις ελευθερίες που το ποίημα περιέχει και οι οποίες το αφήνουν να υπάρχει, να είναι αυτό που είναι».
Αποχαιρετιστήκαμε, αφού ο Γιαν Βάγκνερ μνημόνευσε τον «Υπερίωνα» του Χέλντερλιν, τον Κ. Π. Καβάφη, τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Ρίτσο και αξέχαστες σκηνές από ταξίδια του στην Ελλάδα.
INFO
Ο Γιαν Βάγκνερ συμμετέχει στην εναρκτήρια εκδήλωση του 11ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ποίησης Αθηνών, στο Μέγαρο Μουσικής, τη Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου στις 19.00, μαζί με άλλους ποιητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
