Όταν ο «Άλλος» γίνεται ήρωας

Μια διάσωση, τα ελληνικά ΜΜΕ και το ρήγμα στα στερεότυπα για τους Αλβανούς

Όταν ο «Άλλος» γίνεται ήρωας

Σε κάθε κοινωνία, οι ιστορίες που αφηγούμαστε για τον «Άλλο» λειτουργούν σαν καθρέφτης των δικών μας ανασφαλειών: χτίζουν ταυτότητες, οριοθετούν σύνορα, ορίζουν ποιος αξίζει εμπιστοσύνης και ποιος μοιάζει απειλή, γι’ αυτό κι ένα απρόσμενο συμβάν μπορεί να ραγίσει στερεότυπα που έμοιαζαν ακλόνητα.

Στην Ελλάδα, επί τρεις δεκαετίες, το κυρίαρχο αφήγημα για τον Αλβανό μετανάστη ήταν άρρηκτα δεμένο με την έννοια της εγκληματικότητας: τα δελτία «μικρών αγγελιών» των ’90s γέμιζαν με πρωτοσέλιδα για «ξένες συμμορίες», οι τηλεοπτικές κάμερες ανέδεικνυαν κάθε πράξη βίας ως απόδειξη «πολιτισμικής ασυμβατότητας» και τα μέσα ‒«εργοστάσια κατηγοριοποίησης»‒ παρήγαν έναν κώδικα κινδύνου που ταύτιζε την αλβανική ταυτότητα με απειλή.

Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που ο Στάνλεϊ Κόεν περιέγραψε ως moral panic: ένας κοινωνικός συναγερμός που νομιμοποιεί αυστηρούς ελέγχους, σκληρές πολιτικές, στιγματισμό και διακρίσεις· οι Αλβανοί λειτούργησαν ως «folk devils» της μετα-1991 Ελλάδας. Δεν πρόκειται για πρωτοφανές φαινόμενο: στα μέσα της δεκαετίας του 1920 οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής αποκαλούνταν «τουρκόσποροι» και κατηγορούνταν ότι έφερναν ασθένειες και εγκληματικότητα, προτού σε λίγα χρόνια θεωρηθούν αυτονόητο κομμάτι του «εθνικού κορμού».

Όταν, λοιπόν, ένας Αλβανός βούτηξε σε ποτάμι και έσωσε δύο παιδιά από βέβαιο πνιγμό ‒και τα κεντρικά δελτία στάθηκαν στον «ήρωα Αλβανό»‒ δεν επρόκειτο απλώς για συγκινητική είδηση αλλά για στιγμιαία αντιστροφή ενός παγιωμένου πλαισίου: ο «επικίνδυνος ξένος» μεταμορφώθηκε σε σωτήρα των παιδιών της πλειονότητας. Το πλαίσιο (framing) μετατοπίστηκε από τον «Αλβανό δράστη» στον «Αλβανό σωτήρα», επενδύοντας σε ισχυρά συναισθήματα προστασίας ανηλίκων και επιτρέποντας μια δραματοποίηση συμφιλίωσης, όπου ο παλιός εχθρός δικαιούται κοινωνική αποδοχή.

Μια θετική εξαίρεση αποκτά δυσανάλογη δημοσιότητα ακριβώς επειδή αντιστρέφει την προσδοκία, φωτίζοντας ταυτόχρονα το εύθραυστο της προκατάληψης: ένα και μόνο περιστατικό αρκεί για να ραγίσει, έστω προσωρινά, ένα μονολιθικό στερεότυπο.

Ωστόσο, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μια μεμονωμένη ηρωοποίηση δεν αρκεί· αν δεν ακολουθήσει συστηματική αλλαγή πλαισίων, από την εγκληματοκεντρική κάλυψη σε ρεπορτάζ της καθημερινότητας, η «ρωγμή» κλείνει και το παλιό μοτίβο επιστρέφει στην επόμενη κρίση. Σε περιόδους πληθωρισμού, ανεργίας ή οικονομικής ανασφάλειας, η κοινωνική ανάγκη ενός συμβολικού αποδιοπομπαίου τράγου ευνοεί την επαναφορά στερεοτύπων, καθώς μεταθέτει τη δυσαρέσκεια για δομικά προβλήματα στον μετανάστη.

Παρ’ όλα αυτά, η ίδια ιστορία έχει οικουμενική αξία: θυμίζει τον Μαμαντού Γκασάμα στο Παρίσι (2018), τον νεαρό από το Μάλι που σκαρφάλωσε σε μπαλκόνια για να σώσει ένα παιδί και μετατράπηκε σε «Spiderman» των γαλλικών μέσων, υποχρεώνοντας μια δημόσια σφαίρα συχνά εστιασμένη στη «délinquance immigrée» να αναγνωρίσει την πράξη αλληλεγγύης. Τέτοιες «στιγμές» λειτουργούν ως καταλύτες: ακυρώνουν τη γενίκευση «όλοι οι Αλβανοί είναι…» και δείχνουν την πολυπλοκότητα της ταυτότητας χωρίς να αγιοποιούν τον ξένο, αλλά αναγνωρίζοντάς τον ως πλήρη άνθρωπο.

Για να έχει διάρκεια το ρήγμα στα στερεότυπα, τα ελληνικά ΜΜΕ χρειάζονται συνέπεια στην κάλυψη θετικών –αλλά όχι εξωτικών– ιστοριών, τα σχολεία και οι σχολές δημοσιογραφίας πρέπει να εκπαιδεύουν σε πολυφωνία και κριτική ανάγνωση πλαισίων, ενώ η τοπική αυτοδιοίκηση και οι φορείς της κοινωνίας πολιτών μπορούν να χτίζουν γέφυρες συνεργασίας, από μικτές ομάδες διάσωσης μέχρι πολιτιστικά φεστιβάλ.

Η διάσωση των δύο παιδιών ίσως ξεχαστεί ως είδηση· η δυναμική της, όμως, υπενθυμίζει ότι τα όρια ανάμεσα σε «εμάς» και «εκείνους» είναι εύθραυστα, έτοιμα να μετακινηθούν όταν το απαιτήσει η ανθρώπινη ανάγκη: κάθε πράξη αλληλεγγύης λειτουργεί ως αντί-αφήγημα στη ρητορική φόβου και, αν αξιοποιηθεί, ανοίγει δρόμο για μια κοινωνία όπου οι ετικέτες της καταγωγής δεν προηγούνται της ανθρώπινης αξίας. Ή, όπως υπενθυμίζει η Toni Morrison, «οι ορισμοί ανήκουν σ’ αυτούς που ορίζουν, όχι σ’ αυτούς που ορίζονται» – και κάθε τέτοια διάσωση μάς καλεί να διεκδικήσουμε ξανά τον ορισμό.

Η κυρία Βέρα Τίκα είναι επιστημονική συνεργάτρια του Κέντρου Πολιτικών Ερευνών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εμπειρογνώμονας ακροδεξιάς ριζοσπαστικοποίησης.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version