Στις 16 Φεβρουαρίου 1907 γεννιέται στο Ναύπλιο, ο Άγγελος Τερζάκης, μία από τις κορυφαίες μορφές των ελληνικών γραμμάτων, λογοτέχνης της γενιάς του ‘30, θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και συνεργάτης του «Βήματος» επί δεκαετίες.
Στην επιφυλλίδα του «ΒΗΜΑΤΟΣ» της 31ης Μαρτίου 1974 – στήλη στην οποία έγραφε κι ο ίδιος – ο Άγγελος Τερζάκης μοιράζεται με τον Κώστα Πάρλα, τις σκέψεις του για τον σύγχρονο κόσμο, την λογοτεχνία, το θέατρο και τη δημοσιογραφία.
Αφορμή για τη συνομιλία αυτή στάθηκε η πρόσφατη, τότε, επίσημη ανακοίνωση της εισόδου του δοκιμιογράφου στους κόλπους της Ακαδημίας Αθηνών, εξέλιξη για την οποία, μάλιστα, ανέφερε:
»Δε μ’ ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή η προσωπική μου σταδιοδρομία. Με ενδιαφέρει πως η Ακαδημία, με την ψήφο της, διατρανώνει την πίστη της στο πνεύμα της συνέχειας, κι’ ανοίγει την πόρτα της στην αδιάπτωτη, στην πάντοτε μαχόμενη Ελληνική Λογοτεχνία.
»Δούλεψα πάντοτε σκληρά και δεν ζήτησα ποτέ ανταμοιβή για τον μόχθο μου. Όταν κάνω τον εσωτερικό έλεγχο της ζωής μου, ένα μόνο βρίσκω στοιχείο συγκινητικό: Αυτή την αφοσίωση, την ολοκληρωτική, την αφειδώλευτη, του ταγμένου. Δεν πρόκειται σε καμμία περίσταση να αλλάξω συμπεριφορά ούτε “κατά κεραίαν”.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 31.3.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
»Τ’ όνειρο μου, είναι να πεθάνω με την πέννα στο χέρι. Η φιλοδοξία μου παραμένει η παλιά: Να σταθώ ως το τέλος όχι υπηρέτης του εαυτού μου, αλλά της αποστολής που μου έλαχε η τιμή να υπηρετώ.
»Θέλετε να την πείτε χίμαιρα; Πείτε την όπως σας αρέσει. Κανένα ρεαλιστικό αντίκρυσμα δε θα με αποσπάσει από το όνειρο μου το επίμονο να παραστέκομαι τον Άνθρωπο και τον λαό μας.
Αυτοκριτική
»Ποτέ δεν ικανοποιεί τον ιδανικό πόθο του ένας καλλιτέχνης. Μόνον όταν είναι πολύ νέος και δεν έχει επίγνωση των αναλογιών, των αποστάσεων, των μεγεθών, μόνο τότε μπορεί να οραματίζεται τον εαυτό του θριαμβευτή ικανοποιημένον. Έπειτα έρχεται η αποκάλυψη της αλήθειας, η προσαρμογή στα μέτρα του πραγματικού ή κάπως μελαγχολική – για τους γνήσιους κι’ όχι τους πεφυσιωμένους – αποδοχή του δεδομένου.
»Νομίζω πως ο αυθεντικός καλλιτέχνης δεν αξιώνει ν’ ανήκει στους μεγάλους, μήτε καταδέχεται να το παριστάνει. Του φτάνει ο κλήρος να είναι γνήσιος. Αν η αγωνία τον εγκαταλείψει θα πει πως ενσαρκώνει μια ηθική απώλεια. Η φιλοδοξία μου περιορίζεται στο να μην είμαι απώλεια.
»Οι περισσότεροι τονίζουν πως δεν μας χρειάζονται εμάς τους πρεσβυτέρους, μας θεωρούν καταπατητές των δικαιωμάτων τους. Αυτό στον επαγγελματικό τομέα. Στον άλλο, τον πλατύτερο, κι’ αθόρυβο, ίσως να σημαίνει κάτι ή παρουσία μας, ίσως να εκπληρώνουμε μια αποστολή, να έχουμε βοηθήσει να εμπεδωθεί η πίστη σε κάποιες ηθικές αξίες, μια κάποια επίγνωση του τι λέγεται ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 17.5.1998, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
Η λογοτεχνία σε παρακμή
»Βλέπω την λογοτεχνία στον καιρό μας ποιο ανίσχυρη πρακτικά από άλλοτε. Ο κόσμος σήμερα δεν ρεμβάζει, προβληματίζεται. Γι ‘ αυτό κι‘ εγώ καλλιεργώ περισσότερο το δοκίμιο, δηλαδή τον ευθύ λόγο, παρά τον αφηγηματικό.
»Βλέπετε: Η ίδια πάντοτε αξίωση να υπηρετώ. Μόνον έτσι πιστεύω σε μιαν αποστολή. Αποστολή δεν είναι να διαφημίζεις τον εαυτό σου.
»Ο παραλογισμός και το φαινόμενο της βίας έχουν τις εξηγήσεις τους, δεν είναι αυθαίρετα. Χρωστάμε να τα μελετήσουμε προσεκτικά σε βάθος, όχι να τ‘ αποδοκιμάσουμε με τον φανατισμό του αδιεξόδου συντηρητισμού.
Το «Παράλογο» του θεάτρου
»Χαιρέτησα στο πρωτοφανέρωμά του το Παράλογο ως θέμα του θεάτρου. Έγραψε ιστορία, αυτό το πιστεύω ακράδαντα. Έπειτα έγινε πληκτική απομίμηση, φρικτή ρουτίνα. Από εκεί και πέρα, βλέπω άμορφες και ασυνάρτητες απόπειρες για το, πάση θυσία, καινούργιο.
»Το δράμα το αντικατέστησε διεθνώς η πανηγυριώτικη θαυματοποιία, ο άκοπος χλευασμός, οι ακροβασίες που δεν έχουν καν την αξία του επικίνδυνου.
»Το θέατρο, πολλές φορές μου φαίνεται σαν παράγκα που αυτοπυρπολήθηκε, επειδή δεν έβρισκε πια άλλο θέμα να προσφέρει στο κοινό. Φοβάμαι ένα ξημέρωμα μέσα σε στάχτες.
Η δημοσιογραφία
»Λογαριάζω ιδιαίτερα την θητεία μου στην δημοσιογραφία. Δεν την είδα ποτέ σαν παραχώρηση. Μόνο στην Ελλάδα υπάρχει αυτή η κάθετη τομή ανάμεσα σε λογοτεχνία και δημοσιογραφία.
»Αλλού, πρόκειται για δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Ανατάλ Φρανς κι’ ο Μωριάκ έχουν αφιερώσει πολλές από τις καλλίτερες, τις ζωντανότερες σελίδες τους στην εφημερίδα.
»Το εφήμερο δεν το δίνει το θέμα, το δίνει ο χειρισμός.
Η κρίση της ανθρωπιάς
»Είναι η στιγμή να διασωθεί ο άνθρωπος μέσα στις πατρίδες. Λέμε συχνά κοσμοπολιτισμό την πράξη του εξωμότη. Παντού η ανθρωπιά αντιμετωπίζει σήμερα μια οξύτατη κρίση, δεν λύνει όμως καμμιά κρίση ο κυνικός μηδενισμός, όπως δεν τις λύνει και το αναμάσημα αναχρονιστικών συνθημάτων.
»Ποτέ όσο μέσα σ’ αυτή την βακχεία δεν αναφάνηκε η ανάγκη αγνών ανθρώπων. Οι αγνοί άνθρωποι, όσο περισσότερο αστοχούν ή διακωμωδούνται σήμερα, τόσο και περισσότερο γίνονται αναγκαίοι.
»Αν χαθούν οι νικημένοι, θα χαθεί ο κόσμος. Θα γίνει παρανάλωμα της ανοσίας ευτέλειας, που εμείς εδώ τη λέμε “εξυπνάδα”. Όπως χάνεται μια χώρα, όταν διαθέτει πολλούς σωτήρες, έτσι χαντακώνεται κι‘ όταν παράγει υπερβολικά πολλούς έξυπνους. Αυτοί, τα εμπορεύονται όλα, με αποτέλεσμα την διάλυση του καταστήματος.
»Ο κόσμος σήμερα παίζει ένα έσχατο, μοιραίο, ίσως παιχνίδι. Η εποχή που έπαψε να πιστεύει στον Άλλο Κόσμο, πάει να διαλύσει κι‘ αυτόν που τον βρίσκει μοναδικόν…».
Ο Άγγελος Τερζάκης απεβίωσε στις 3 Αυγούστου 1979, σε ηλικία 72 ετών, στην Αθήνα.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 4.8.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
Την επόμενη μέρα «ΤΟ ΒΗΜΑ» ανακοινώνει την είδηση, παραθέτοντας τους σημαντικότερους σταθμούς της ζωής του:
«Γεννήθηκε το 1907 και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για να ασκήσει την δικηγορία μόνο για δύο χρόνια (1928 – 30) και να αφοσιωθεί στη συνέχεια στην συγγραφή, δημοσιεύοντας τα πρώτα του μυθιστορήματα. (Είχαν προηγηθεί δύο συλλογές διηγημάτων “Ο ξεχασμένος” το ‘25 σε ηλικία μόλις 18 ετών, και “Η φθινοπωρινή συμφωνία” το ‘29).
»Με τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα, τους “Δεσμώτες” (1932) και την παρακμή των σκληρών (1933) κερδίζει μία αρχική αναγνώριση, για να δώσει στην συνέχεια το κορυφαίο τουριστικό έργο την “Μενεξεδένια Πολιτεία” (1937). Τον ίδιο εκείνο χρόνο αρχίζει να ασχολείται στο Εθνικό Θέατρο, το οποίο λίγους μήνες νωρίτερα είχε ανεβάσει και το πρώτο του θεατρικό έργο τον “Αυτοκράτορα Μιχαήλ”.
Το Εθνικό Θέατρο
»Στο Εθνικό Θέατρο, αρχίζει την σταδιοδρομία του σαν Γραμματεύς, για να γίνει αργότερα διευθυντής δραματολογίου, καλλιτεχνικός διευθυντής και υπηρεσιακός γενικός διευθυντής (1943 – 44) για να διατηρήσει μετά μόνο την θέση του διευθυντή δραματολογίου.
»Παράλληλα, όμως, συνεχίζει να γράφει μυθιστορήματα και θεατρικά έργα, που παρουσιάζονται το ένα μετά το άλλο, στα διάφορα θέατρα. Έτσι, μπορεί κανείς να σημειώσει τα ακόλουθα: “Γαμήλιο Εμβατήριο” (Θίασος Κοτοπούλη, 1937), “Ο σταυρός και το σπαθί” (Εθνικό, 1939), “Είλωτες” (Άρμα Θέσπιδος, 1939), “O εξουσιαστής” (θίασος Κατερίνας, 1942), “Το μεγάλο παιχνίδι”(Εθνικό, 1944), “Αγνή” (θίασος Γληνού – Παρασκευά – Κατσέλη, 1949), “Θεοφανώ” (Εθνικό, 1956), “Νύχτα στη Μεσόγειο” (Εθνικό, 1958), “Τα λύτρα της Ευτυχίας” (θίασος Κατερίνας, 1959), “Η κυρία με τα άσπρα γάντια” (ΚΘΒΕ, 1962), “Θωμάς ο δίψυχος” (θίασος Χορν, 1962), “Ο πρόγονος” (θίασος Ριάλδη, 1970), κλπ.
»Με την ασχολία του με το θέατρο, δε σταματάει η – πρωταρχική – σχέση του με τον πεζό λόγο. Και ανάμεσα στα μυθιστορήματα, που δημοσίευσε ήτανε συλλογή διηγημάτων του “Του έρωτα και του θανάτου” (1943), η νουβέλλα “Η στοργή” (1944), τα αφηγήματα “Απρίλης” (1946) και τα μυθιστορήματα “Ταξίδι με τον Έσπερο” (1946), “Δίχως Θεό” (1951), “Μυστική ζωή” (1957). Και φυσικά, την περίφημη “Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ” (1945), ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα και δημοφιλή μυθιστορήματα του ελλαδικού χώρου, που τόσο με το θέμα της – μεσαιωνική Ελλάδα – όσο και με τον τρόπο γραφής άνοιξε νέους ορίζοντες στο μεταπολεμικό πεζό λόγο.
Στροφή στη δοκιμιογραφία
»Η συγγραφική προσφορά του Τερζάκη, όμως, δεν σταμάτησε σ’ αυτά τα δύο είδη. Επεκτάθηκε στην θεατρική κριτική, το δοκίμιο, κλπ, για ν’ αναμιχθεί και ουσιαστικότερα με την δημοσιογραφία, γράφοντας κύρια επιφυλλίδες, και υπήρξε για δεκάδες χρόνια συνεργάτης του “Βήματος”, ενώ διατέλεσε και διευθυντής του μοναδικού για την σοβαρότητα του περιοδικού “Εποχές”, πριν από την δικτατορία.
»Την τελευταία δεκαετία, η προσφορά του Άγγελου Τερζάκη στα γράμματα, περιορίστηκε βασικά στο χώρο του δοκιμίου. Έτσι, με τον τόμο “Το μυστήριο του Ιάγου” κερδίζει το 1969 το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας (το 1939 είχε κερδίσει και το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος και το 1957 το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος.)
»Και από το ’70 ως τα ’75 κυκλοφορεί η τριλογία του “Αφιέρωμα στην Tραγική Mούσα” – “Απόγονοι του Κάιν” – “Ποντοπόροι”, ενώ πλήθος βιβλίων του μεταφράζονται σε διάφορες ξένες γλώσσες και αρκετά θεατρικά έργα παίζονται στο εξωτερικό…».
