Κορωνοϊός : Πώς το «σύνδρομο» της απάθειας γίνεται σύμμαχος της πανδημίας

Οταν τα κρούσματα μετριούνται σε εκατομμύρια η απάθειά μας μεγαλώνει και οδηγεί σε αποστασιοποίηση. Δεν φταίμε εμείς! Είμαστε έτσι σχεδιασμένοι από την εξέλιξη, λένε οι ειδικοί και προτείνουν λύσεις για να ξανασυνδεθούμε με τον συμπονετικό εαυτό μας

«Οι θάνατοι εξαιτίας του νέου κορωνοϊού σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο», «Περισσότερα από 38 εκατομμύρια είναι τα κρούσματα COVID-19 παγκοσμίως», «Τετρακόσια οκτώ κρούσματα COVID-19 και έξι θάνατοι κατεγράφησαν μόνο το τελευταίο 24ωρο στη χώρα μας ενώ διασωληνωμένοι νοσηλεύονται 89 ασθενείς (σ.σ.: στοιχεία του ΕΟΔΥ για την περασμένη Τρίτη 13 Οκτωβρίου)».

Τους τελευταίους εννέα και πλέον μήνες η νέα ζωή μας, η κορωνο-ζωή μας, βομβαρδίζεται καθημερινά (μεταξύ άλλων) από αριθμούς, αριθμούς πίσω από τους οποίους κρύβονται άνθρωποι και ζωές. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η στάση ενός διόλου ευκαταφρόνητου μέρους του πληθυσμού μαρτυρεί ότι προφανώς δεν συγκινείται από τα τρομακτικά νούμερα, με αποτέλεσμα μέσα από αμελείς συμπεριφορές να τα θρέφει.

Γιατί συμβαίνει άραγε αυτό; Το γεγονός ότι καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες συνάνθρωποί μας διαγιγνώσκονται με τον εν δυνάμει άκρως επικίνδυνο ιό και χιλιάδες χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας του σε ολόκληρο τον κόσμο, μας κάνει τελικώς να συμπάσχουμε, να συναισθανόμαστε τον πόνο των άλλων ή να αντιμετωπίζουμε τα όσα ακούμε και βλέπουμε ως απλή «αριθμητική»; Τα δυσθεώρητα νούμερα της πανδημίας που στην πραγματικότητα έχουν «σάρκα και οστά», μήπως μένουν απλώς νούμερα στο μυαλό και στην ψυχή μας; Είμαστε «κακοί» άνθρωποι ή έτσι είμαστε φτιαγμένοι;

Εγκριτοι ειδικοί της ψυχικής υγείας που έχουν ασχοληθεί με τα «μαθηματικά» των μαζικών καταστροφών και της αντίδρασης του πληθυσμού απέναντί τους δίνουν στο BHMA-Science άκρως ενδιαφέρουσες εξηγήσεις που μας αφορούν (κυριολεκτικώς) όλους. Διότι πίσω από τους απρόσωπους αριθμούς υπάρχουν πρόσωπα που κάποια στιγμή στη ρευστή συγκυρία που βιώνουμε μπορούν να πάρουν τη μορφή τη δική μας ή των αγαπημένων μας ή ακόμη και τη μορφή αγνώστων που όμως είναι και εκείνοι οι αγαπημένοι κάποιων. Ας μην το ξεχνάμε αυτό…

Οι επιστήμονες λένε ότι μπορούμε να γίνουμε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος απέναντι στην πρωτόγνωρη συλλογική απειλή που αιωρείται επάνω από τα κεφάλια μας βλέποντας τα πρόσωπα πίσω από τους αριθμούς

Τραγωδία και στατιστική

«Ενας θάνατος είναι τραγωδία, ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι στατιστική». Μπορεί μια τέτοια δήλωση να φαίνεται σκληρή, ωστόσο έτσι λειτουργεί ο άνθρωπος και αυτό είναι θέμα βιολογίας, αναφέρει ο καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ορεγκον, ειδικός στη συμπεριφορική επιστήμη, στην αντίληψη και στη διαχείριση του κινδύνου, Πολ Σλόβιτς και εξηγεί ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν είναι καλωδιωμένος ώστε να «βγάζει νόημα» από τους μεγάλους αριθμούς. «Η ενσυναίσθηση που έχουμε για τον πόνο και την απώλεια των άλλων κατακρημνίζεται όσο ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται». Σε αυτό προστίθεται το γεγονός ότι ο πληθυσμός προσπαθεί να «χωνέψει» τον ατελείωτο καθημερινό κατάλογο κρουσμάτων και θανάτων του νέου κορωνοϊού τη στιγμή που «κολυμπά» σε μια… θάλασσα άλλων πηγών άγχους όπως η οικονομική και εργασιακή ανασφάλεια, οι τεράστιες αλλαγές στον τρόπο που κοινωνικοποιούμαστε, που εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας, ακόμη και στον τρόπο που ψωνίζουμε στο σουπερμάρκετ ή περπατάμε στον δρόμο και κάνουμε βόλτα σε μια πλατεία.

Ο καθηγητής Σλόβιτς περιγράφει ότι τη δεκαετία του 1950 ο αμερικανός ψυχίατρος Ρόμπερτ Τζέι Λίφτον μελέτησε επιζήσαντες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας και ανακάλυψε ότι κατάφεραν να σταθούν όρθιοι ύστερα από αυτή την τραγική τραυματική εμπειρία χάρη σε μια αντίδραση που ο ίδιος «βάφτισε» «ψυχικό μούδιασμα». Ψυχολόγοι «πάτησαν» τα επόμενα χρόνια επάνω στη δουλειά του δρος Λίφτον και απέδειξαν ότι το «ψυχικό μούδιασμα» εμπλέκεται σε πολλές άλλες «δύσκολες» καταστάσεις, όπως το Προσφυγικό, οι μαζικές εξαφανίσεις ειδών και η κλιματική αλλαγή. «Παλεύουμε μέσα μας να συνεχίσουμε να νοιαζόμαστε όταν οι αριθμοί γίνονται μεγάλοι. Πρόκειται για τη φονική «αριθμητική» της συμπόνιας» σημειώνει ο δρ Σλόβιτς.

Συμπόνια που ξεθωριάζει

Τι δείχνει λοιπόν αυτή η «αριθμητική της συμπόνιας»; Πόσο πρέπει να αυξηθούν οι μακάβριοι αριθμοί για να αρχίσουμε να αδιαφορούμε; Οπως επισημαίνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Ορεγκον, μια μόνο μικρή αύξηση είναι αρκετή. «Ας πάρουμε το παράδειγμα του μικρού σύρου πρόσφυγα Αϊλάν Κουρντί, η εικόνα του άψυχου κορμιού το οποίο έκανε τον γύρο του κόσμου όταν ξεβράστηκε στις ακτές της Αλικαρνασσού. Το νεκρό παιδάκι που βρέθηκε ξαπλωμένο μπρούμυτα επάνω στην άμμο έλκυσε την προσοχή και το ενδιαφέρον ολόκληρου του πλανήτη, έγινε σύμβολο το οποίο οδήγησε ακόμη και σε αλλαγή των πολιτικών σχετικά με τους πρόσφυγες σε διαφορετικές χώρες του κόσμου. Την επόμενη ημέρα του θανάτου του Αϊλάν όμως άλλα 14 παιδιά από τη Συρία πνίγηκαν στο Αιγαίο. Νοιάστηκε κανείς; Ελαβε αυτό το γεγονός τις ίδιες διαστάσεις; Οχι».

Μάλιστα, μελέτη του δρος Σλόβιτς και των συνεργατών του που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «PLoS ONE» έδειξε ότι τα 14 άτομα του προηγούμενου παραδείγματος είναι πολλά – η συμπόνια μας «ξεθωριάζει» ακόμη και με πολύ μικρότερους αριθμούς. «Η μελέτη μας έδειξε ότι το ξεθώριασμα της συμπόνιας μπορεί να συμβεί ακόμη και όταν ένα γεγονός που αφορά ένα και μόνο άτομο επεκτείνεται στα δύο άτομα. Στο πλαίσιό της ζητήσαμε από τους συμμετέχοντες, τόσο σε υποθετικές όσο και σε πραγματικές καταστάσεις, να κάνουν δωρεές είτε σε ένα παιδί που είχε ανάγκη είτε σε δύο παιδιά που είχαν ανάγκη και να δηλώσουν πώς ένιωθαν για την προσφορά τους αυτή. Να σημειώσουμε ότι οι συμμετέχοντες είχαν πλήρη εικόνα των παιδιών – είδαν φωτογραφία τους, έμαθαν το όνομα, την ηλικία και την ιστορία τους, δεν επρόκειτο λοιπόν για μια απρόσωπη δωρεά για εκείνους. Ανακαλύψαμε ότι τα θετικά συναισθήματα της προσφοράς στον συνάνθρωπο υποχωρούσαν σημαντικά όταν ο αριθμός των παιδιών αυξανόταν έστω από ένα σε δύο, γεγονός που αντικατοπτριζόταν και στο ποσό της δωρεάς».

Ψευδοανα-ποτελεσματικότητα

Εκτός από το «ψυχικό μούδιασμα», υπάρχει, κατά τον καθηγητή, και ένα άλλο ψυχολογικό φαινόμενο που λαμβάνει χώρα όταν οι «αριθμοί της συμπόνιας» αυξάνονται: πρόκειται για την «ψευδοαναποτελεσματικότητα» (pseudoinefficacy). «Η ανθρώπινη αυτή τάση αποδείχθηκε σε μια άλλη μελέτη μας που αφορούσε τη φιλανθρωπία και η οποία δημοσιεύθηκε στο «Frontiers in Psychology». Είδαμε ότι οι άνθρωποι δείχνουν πρόθεση να δώσουν χρήματα σε ένα άτομο που έχει ανάγκη, ωστόσο αν ακούσουν ότι και ένα δεύτερο άτομο έχει ανάγκη για χρήματα αλλά δεν μπορεί να βοηθηθεί, τότε η πρόθεσή τους να προσφέρουν στο πρώτο άτομο υποχωρεί. Οταν λοιπόν εμφανίζεται στο προσκήνιο και δεύτερο άτομο, το να βοηθήσουν έστω και το πρώτο δεν προκαλεί πλέον τόση ικανοποίηση. Επίσης όταν η ανάγκη για βοήθεια περιγράφηκε στους συμμετέχοντες ως μέρος μιας ευρείας προσπάθειας ανακούφισης ανθρώπων που υποφέρουν, οι πιθανοί δωρητές φάνηκε να χάνουν το κίνητρό τους, ένιωσαν αναποτελεσματικοί θεωρώντας ότι η βοήθεια που θα ήταν σε θέση να προσφέρουν θα αποτελούσε απλώς μια σταγόνα στον ωκεανό».

Φαίνεται λοιπόν ότι είμαστε ψυχολογικώς «καλωδιωμένοι» ώστε να νοιαζόμαστε για ένα μόνο άτομο τη φορά – και μπορεί να μη νοιαστούμε τελικώς ούτε για αυτό το ένα άτομο αν αισθανθούμε ότι υπάρχουν και άλλοι τους οποίους δεν μπορούμε να βοηθήσουμε. Η ψυχολογική όμως αυτή καλωδίωση ξεκινά από την καλωδίωση του εγκεφάλου μας, όπως έδειξε άλλη μελέτη του καθηγητή Σλόβιτς, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Scientific Reports». Οπως εξηγεί ο καθηγητής, «η ικανότητα ενσυναίσθησης που μας επιτρέπει να υιοθετούμε την οπτική των άλλων είναι ζωτικής σημασίας ώστε να νιώσουμε ότι επιθυμούμε να τους βοηθήσουμε. Ωστόσο αυτή η ικανότητα του «να μπούμε στα παπούτσια» του άλλου φαίνεται να είναι περιορισμένη στον ανθρώπινο εγκέφαλο, όπως φάνηκε από μελέτη που διεξαγάγαμε με χρήση λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (functional MRI). Σύμφωνα με τα ευρήματα, το βασικό δίκτυο της ενσυναίσθησης το οποίο περιλαμβάνει τον έσω προμετωπιαίο φλοιό (mPFC) ήταν περισσότερο ενεργό όταν λάμβαναν χώρα γεγονότα που αφορούσαν ένα μόνο άτομο παρά όταν τα γεγονότα αφορούσαν πολλά άτομα, ανεξαρτήτως του αν τα γεγονότα αυτά ήταν συναισθηματικώς ουδέτερα ή αρνητικά. Συγκεκριμένα, ο έσω προμετωπιαίος φλοιός έδειχνε πολύ μεγαλύτερη και εκτεταμένη ενεργοποίηση όταν το συμβάν είχε να κάνει μόνο με ένα άτομο. Πιθανώς ο έσω προμετωπιαίος φλοιός αποτελεί τον νευρικό δείκτη που εξηγεί το γιατί νιώθουμε αδιάφοροι απέναντι στον πόνο μεγάλου αριθμού ανθρώπων, όπως συμβαίνει σε ανθρωπιστικές κρίσεις και κρίσεις δημόσιας υγείας σαν αυτή της COVID-19 την οποία αντιμετωπίζουμε τώρα». Ο εγκέφαλός μας, κατά τον δρα Σλόβιτς, εξελίχθηκε έτσι ώστε να μπορεί να αντεπεξέρχεται στις καθημερινές δυσκολίες. Πριν από χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι δεν γνώριζαν καν τους σεισμούς, τους λιμούς και τους καταποντισμούς που ενέσκηπταν επάνω σε άλλους ανθρώπους οι οποίοι ζούσαν πολύ μακριά τους. Ετσι ο ανθρώπινος εγκέφαλος έμαθε να επικεντρώνεται στο πώς ο καθένας μας θα προστατεύσει τον εαυτό του, την οικογένειά του, τη μικρή κοινότητά του.

Υπαρκτό αλλά αόρατο όφελος

Με βάση όλα αυτά, εξηγείται, σύμφωνα με τον ειδικό, το γιατί αρκετά άτομα δεν δείχνουν διατεθειμένα να τηρήσουν μέτρα όπως η χρήση μάσκας και η κοινωνική αποστασιοποίηση. «Είναι δύσκολο να συμμορφώνεται κάποιος σε τέτοια μέτρα για μεγάλο διάστημα καθώς βιώνει το άμεσο κόστος των απαγορεύσεων χωρίς όμως να βλέπει ένα άμεσο ή ακόμη και μελλοντικό όφελος». Για να το θέσουμε απλά, ο εγκέφαλος ορισμένων ανθρώπων συνήθισε στο να ακούει ή να βλέπει καθημερινά τους αριθμούς κρουσμάτων και θανάτων από COVID-19 να αυξάνονται σε σημείο που οι αριθμοί αυτοί δεν «γράφουν» πλέον συναισθηματικά μέσα του, με δεδομένο μάλιστα ότι του ζητείται συνεχώς να κάνει θυσίες χωρίς να νιώθει ότι υπάρχει αποτέλεσμα.

Υπάρχει και η παράμετρος της άρνησης ειδικά απέναντι σε έναν «αόρατο» εχθρό ο οποίος δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να επεξεργαστούν τον κίνδυνο… χωρίς πρόσωπο, σημειώνει από την πλευρά του ο Μάρντι Χόροβιτς, καθηγητής Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο, ο οποίος είναι ειδικός στη διαχείριση του τραύματος και του πένθους. Τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης περιορίζουν, ακόμη και αν κάποιος γνώριζε ένα θύμα του νέου κορωνοϊού, τη δυνατότητα να παρευρεθεί στην κηδεία του ώστε να συνδεθεί περισσότερο με την απώλεια. Επιπλέον, παρότι ο αριθμός των νεκρών συνεχώς αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, λίγοι άνθρωποι έχουν βιώσει την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου τους εξαιτίας της COVID-19, με αποτέλεσμα να μην μπορούν εύκολα να ταυτιστούν με τον τεράστιο κίνδυνο που μπορεί να συνεπάγεται ο νέος κορωνοϊός.

Και μέσα σε όλα αυτά, η αβεβαιότητα σχετικά με τον κορωνο-χειμώνα που έρχεται, το εμβόλιο που δεν έρχεται ακόμη και τις θεραπείες που υπάρχουν αλλά δεν είναι πλήρως αποτελεσματικές, προκαλούν ζοφερές σκέψεις, συχνή ανθρώπινη απόκριση στις οποίες είναι η άρνηση ή απλώς το να τις βάζει ο καθένας «κάτω από το χαλάκι» τονίζει ο καθηγητής Χόροβιτς. «Μια τέτοια στάση ηρεμεί το άτομο».

Πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από το εξελικτικό πεπρωμένο μας

Εχουμε άραγε περιθώριο αντίδρασης, έχουμε επιλογή ώστε να μπορούμε να κατανοούμε τόσο δυσάρεστα νέα, να τα επεξεργαζόμαστε και τελικώς να προχωρούμε σε θετικές πράξεις προς όφελος όχι μόνο δικό μας αλλά και του συνόλου (το οποίο, για να μην ξεχνιόμαστε, αποτελείται από μεγάλους αριθμούς που δεν είναι οι… αγαπημένοι του εγκεφάλου μας); «Οταν βλέπουμε τεράστιους αριθμούς θανάτων νιώθουμε φοβισμένοι και λυπημένοι προτού αποδιώξουμε την αρνητική σκέψη. Το σημαντικό είναι όμως να αντέξουμε τον πόνο και να πάμε ένα βήμα πέρα από αυτόν, σκεπτόμενοι λογικά τι μπορούμε να κάνουμε από τη μεριά μας ώστε να τον σταματήσουμε» παρατηρεί ο καθηγητής Χόροβιτς και προσθέτει ότι είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα της οργής, της απόγνωσης, του φόβου προτού τα υπερπηδήσουμε. «Οταν ζούμε καταστάσεις στα άκρα είναι σημαντικό να βρίσκουμε τη μέση οδό. Μόνο έτσι οι άνθρωποι νιώθουν καλύτερα και συσπειρώνονται γύρω από συλλογικούς στόχους».

Για να επιτευχθεί αυτή η συσπείρωση, για να νικήσουμε την… κόπωση στη συμπόνια, πρέπει να προσπαθήσουμε να σκεφτούμε το κάθε θύμα της πανδημίας ως άτομο με πρόσωπο, όνομα, οικογένεια, σύμφωνα με τον καθηγητή Σλόβιτς. «Οπως κάποιος ανέφερε κάποτε, οι στατιστικές είναι ανθρώπινα όντα όταν τα δάκρυα έχουν στεγνώσει». Για τον λόγο αυτόν, συμπληρώνει ο καθηγητής, τόσο οι ειδήμονες που επικοινωνούν τα νέα της πανδημίας όσο και οι δημοσιογράφοι οι οποίοι αποτελούν τις «γέφυρες» στην πληροφόρηση του κοινού σχετικά με τον νέο κορωνοϊό, είναι καλύτερο να προσωποποιούν τις ιστορίες από το να παραθέτουν απλώς στεγνούς (και στυγνούς) αριθμούς, ώστε να υπάρχει ταύτιση του κοινού με την κάθε πολύτιμη ζωή που κινδυνεύει ή χάνεται εξαιτίας του SARS-CoV-2. Με τον τρόπο αυτόν τελικά η προσωπική σύνδεση που θα επιτευχθεί είναι πολύ πιο πιθανό να οδηγήσει και σε θετικές αλλαγές προς το συλλογικό καλό. Αν για παράδειγμα σε μια αντιπαράθεση σχετικά με τη χρήση μάσκας (άκρως επίκαιρη όλο αυτό το διάστημα) αναφερθεί αντί για άλλο επιχείρημα ότι «άκουσα πως πέθανε ο αδελφός της Μαρίας (υποθετικό το όνομα) από κορωνοϊό. Εχουν πεθάνει άλλοι 460 άνθρωποι στη χώρα μας από τον ιό και πάνω από ένα εκατομμύριο σε ολόκληρο τον κόσμο. Μήπως για να προστατεύσουμε τους γύρω μας και τον εαυτό μας θα ήταν καλό να φοράμε μάσκα;», ίσως να έχουμε πιο άμεσο αποτέλεσμα με υιοθέτηση θετικής συμπεριφοράς.

Το μονοπάτι προς τη συλλογικότητα

Μόνο έτσι θα μείνουμε «συνδεδεμένοι», υπογραμμίζει ο δρ Χόροβιτς, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να «ισορροπήσουμε τη συμπόνια μας με τις συνεχείς πιέσεις, τις καθημερινές αποτυχίες που βιώνει ο καθένας και τη σύγκρουση μεταξύ των αναγκών της οικογένειάς του και των αναγκών της κοινωνίας της οποίας αποτελεί μέρος. Το να μείνουμε συνδεδεμένοι μπορεί να “επαναφορτίσει τις μπαταρίες της συμπόνιας” αλλά απαιτεί συχνά πολιτικά και πνευματικά συστήματα υποστήριξης που θα αυξάνουν τη λογική αντιμετώπιση των καταστάσεων και θα φέρνουν στο προσκήνιο τις συλλογικές αξίες». Αυτά τα συστήματα υποστήριξης δεν πρέπει να είναι όμως καταγγελτικά, τονίζει. «Το να κατηγορούμε και να ντροπιάζουμε εκείνους που δεν κάνουν τα σωστά βήματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όπως το να μη φορούν μάσκες ή το να συνωστίζονται σε πλατείες, κάνει τα πράγματα χειρότερα και όχι καλύτερα. Αντιθέτως το σωστό, αν και πιο αργό μονοπάτι, προς τη συλλογικότητα στον κοινό στόχο είναι το να μοιραζόμαστε τη θετική στάση όσων συμμορφώνονται με αυτά που πρέπει να γίνουν».

Τελικώς, όπως μαρτυρούν τα άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία, δεν είμαστε γενικώς «κακοί άνθρωποι» αλλά συχνά ενδότεροι μηχανισμοί μάς οδηγούν στο να δρούμε με τρόπους που αντιτίθενται στις αξίες μας. Μπορούμε όμως, όπως καταλήγει ο δρ Σλόβιτς, να γίνουμε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος απέναντι στην πρωτόγνωρη συλλογική απειλή που αιωρείται επάνω από τα κεφάλια μας βλέποντας τα πρόσωπα πίσω από τους αριθμούς. Διότι όλοι μπορούμε να έχουμε (και να δείξουμε) το κοινωνικό πρόσωπό μας…

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.