Ωρα μηδέν στην κόλαση του Μαδούρο

Κόλαση επί της γης για εκατομμύρια Βενεζουελάνους έχει γίνει ο πάλαι ποτέ σοσιαλιστικός παράδεισος του Τσάβες: φτώχεια, πείνα, ανεργία, βία και καταπίεση τους έχουν οδηγήσει σε μια μαζική, άνευ προηγουμένου μετανάστευση, κυρίως προς τη γειτονική Κολομβία, καθώς η συνεχιζόμενη οικονομική και πολιτική κρίση μετατρέπεται σιγά-σιγά σε ανθρωπιστική καταστροφή.

Κόλαση επί της γης για εκατομμύρια Βενεζουελάνους έχει γίνει ο πάλαι ποτέ σοσιαλιστικός παράδεισος του Τσάβες: φτώχεια, πείνα, ανεργία, βία και καταπίεση τους έχουν οδηγήσει σε μια μαζική, άνευ προηγουμένου μετανάστευση, κυρίως προς τη γειτονική Κολομβία, καθώς η συνεχιζόμενη οικονομική και πολιτική κρίση μετατρέπεται σιγά-σιγά σε ανθρωπιστική καταστροφή.
Σκηνές που θυμίζουν έξοδο αμάχων από εμπόλεμη ζώνη και προσφυγιά εκτυλίσσονται κάθε μέρα στα σύνορα. Εκατοντάδες χιλιάδες Βενεζουελάνοι (συνολικά δύο εκατομμύρια από το 2016) εγκαταλείπουν τη χώρα τους με λίγα υπάρχοντα σε βαλίτσες και καταφεύγουν όπως-όπως στην Κολομβία, στη Βραζιλία και αλλού, καθώς η κρίση στη Βενεζουέλα συμπιέζει τα εισοδήματα καταδικάζοντας όλο και περισσότερους στην ανέχεια. Πολλοί περνούν τα σύνορα σε αναζήτηση μιας προσωρινής δουλειάς και άλλοι για την αγορά βασικών αγαθών, που παρά τα όσα διατυμπανίζει η προπαγάνδα του προέδρου Νικολάς Μαδούρο, έχουν εξαντληθεί από καιρό στην αγορά της χώρας τους.
Τόσο έντονη είναι η πίεση στα σύνορα, που η Κολομβία στέλνει στρατό και απειλεί με απελάσεις, ενώ ο ΟΗΕ απηύθυνε πρωτοφανή έκκληση να μην αντιμετωπίζονται σαν οικονομικοί μετανάστες αλλά σαν πρόσφυγες οι Βενεζουελάνοι, γιατί η ζωή τους απειλείται από λιμοκτονία στην πατρίδα τους.
Η κρίση επιδεινώθηκε από την πτώση των τιμών του πετρελαίου, το οποίο αποτελεί περίπου το 95% των εξαγωγικών εσόδων της Βενεζουέλας, χρήματα που χρηματοδότησαν κάποτε αθρόα τα κοινωνικά προγράμματα της σοσιαλιστικής κυβέρνησης. Με άδεια τώρα τα ταμεία και ένα δημόσιο χρέος βουνό, ο αυταρχικός Μαδούρο είναι αναγκασμένος να κάνει περικοπές χάνοντας στήριξη ακόμη και σε παραδοσιακά προπύργια του τσαβισμού. Ελλείψεις σε είδη πρώτης ανάγκης, υπερπληθωρισμός που καλπάζει ανεξέλεγκτα και μια αντιπολίτευση που τον κατηγορεί για εγκληματική διαχείριση της οικονομίας και κατάλυση της δημοκρατίας έχουν στήσει ένα εκρηκτικό σκηνικό.
Στη Βενεζουέλα, μία από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του κόσμου, ο λαός δεν μπορεί να βρει ούτε τρόφιμα ούτε φάρμακα, και η βία κάνει θραύση. Σύμφωνα με τη μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο Βίας, μόνο πέρυσι έγιναν 28.479 δολοφονίες, ενώ συχνοί είναι οι βανδαλισμοί, οι ληστείες και οι επιθέσεις από ένοπλες συμμορίες (ακόμη και σε νοσοκομεία).
Παράλληλα κορυφώνεται και το πολιτικό δράμα, έπειτα από μήνες διαδηλώσεων, διαμαρτυριών και συγκρούσεων με τις δυνάμεις ασφαλείας, στις οποίες έχουν χάσει τη ζωή τους δεκάδες άνθρωποι από τον Απρίλιο του 2017. Τώρα, οι ηγέτες της αντιπολίτευσης λένε πως έφτασε η «ώρα μηδέν», καθώς ο Μαδούρο προκήρυξε πρόωρες προεδρικές εκλογές για τις 20 Μαΐου «στα συντρίμμια της χώρας, της οικονομίας και της Δημοκρατίας».
Πρώην οδηγός λεωφορείου και συνδικαλιστής, ο 55χρονος πρόεδρος ήταν σύμμαχος και υπουργός Εξωτερικών του μακαρίτη ηγέτη της πετρελαιοκίνητης Σοσιαλιστικής Επανάστασης Ούγκο Τσάβες. Τον διαδέχθηκε, κέρδισε με μικρή διαφορά τις εκλογές του 2013, και έκτοτε έχει κάνει τα πάντα για να εδραιωθεί στην εξουσία. Οταν έχασε τις βουλευτικές από την αντιπολίτευση, απλώς κατήργησε τη βουλή και έστησε μια νέα Συντακτική Συνέλευση για να ξαναγράψει το Σύνταγμα στα μέτρα του.

Διώξεις και μποϊκοτάζ

Ο κύριος συνασπισμός της αντιπολίτευσης, η Δημοκρατική Ενότητα, ανακοίνωσε ότι θα μποϊκοτάρει τις εκλογές του Μαΐου και αρνήθηκε να κατεβάσει υποψηφίους απέναντι στον «δικτάτορα» Μαδούρο. Ούτως ή άλλως, εκείνος έχει φροντίσει να βγάλει από τη μέση κάθε υπολογίσιμο και δημοφιλή αντίπαλο: ο Λεοπόλδο Λόπες έχει τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό, κατηγορούμενος για υποκίνηση βίας στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Το καθεστώς έχει απαγορεύσει στον Ενρίκε Καπρίλες να κατέχει δημόσιο αξίωμα, και άλλοι ηγέτες της αντιπολίτευσης έχουν εγκαταλείψει τη χώρα από τον φόβο της σύλληψης.
Μόνο ένας έσπασε το μποϊκοτάζ και έθεσε υποψηφιότητα, ο 56χρονος Χένρι Φάλκον, πρώην στρατιωτικός που αποχώρησε από τους τσαβιστές το 2010 για να προσχωρήσει στην αντιπολίτευση. Εμφανιζόμενος τώρα ως «κεντροαριστερός», ελπίζει να επωφεληθεί από τη διαδεδομένη δυσαρέσκεια για τον Μαδούρο και το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα στη διάρκεια του πέμπτου χρόνου μιας ύφεσης που έχει βυθίσει εκατομμύρια ανθρώπους στη φτώχεια και στην πείνα. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ρίζες του στον τσαβισμό ίσως κλέψει από τον Μαδούρο κάποιους κυβερνητικούς υποστηρικτές, παρ’ όλο που πολλοί τον θεωρούν προδότη επειδή μεταπήδησε στην αντιπολίτευση πριν από οκτώ χρόνια.
Αλλά και πολλοί οπαδοί της αντιπολίτευσης τον λένε «πουλημένο», καταγγέλλοντας ότι ο Μαδούρο θα εκμεταλλευθεί την υποψηφιότητά του για να δώσει νομιμότητα στις ψευδο-εκλογές. Πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει, πάντως, ότι ο Φάλκον θα είχε πραγματικές πιθανότητες να νικήσει τον Μαδούρο, με 45,8% έναντι 32,2% –αν οι εκλογές ήταν ελεύθερες και δίκαιες, κάτι που θεωρείται απίθανο.

«Ο υποψήφιος της πείνας» και οι κούτες CLAP

Μια κούτα με ρύζι, μακαρόνια και γάλα στο τραπέζι της πεινασμένης οικογένειας θα μπορούσε να είναι το κλειδί για να κερδίσει ο Μαδούρο τις εκλογές του Μαΐου.

«Υποψήφιο της πείνας» τον λέει η αντιπολίτευση, και πράγματι, για εκατομμύρια υποσιτισμένους Βενεζουελάνους η μηνιαία αποστολή ενός κουτιού με βασικά είδη διατροφής από την κυβέρνηση εξασφαλίζει την επιβίωση στην κάποτε ευημερούσα χώρα του ΟΠΕΚ.

Ο διάδοχος του Τσάβες εισήγαγε τις αποκαλούμενες «κούτες CLAP» (από τα αρχικά της κρατικής κοινωνικής μέριμνας) το 2016, εξαγοράζοντας λαϊκή στήριξη και ψήφους με επιδόματα σε τρόφιμα και μετρητά. Αν και εκείνος λέει ότι οι CLAP είναι το «πιο ισχυρό όπλο» για την αντίσταση στον «οικονομικό πόλεμο» που του κάνει η Ουάσιγκτον, η οποία τον χαρακτηρίζει δικτάτορα και έχει επιβάλει κυρώσεις.

Η ζωή στις φτωχογειτονιές περιστρέφεται γύρω από τις κούτες. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, έξι εκατομμύρια νοικοκυριά λαμβάνουν το επίδομα κάθε μήνα (αν και φτάνει για να φάει 10 μέρες μια τετραμελής οικογένεια). Σφραγισμένες με τα πρόσωπα του Μαδούρο και του Τσάβες, οι κούτες CLAP περιέχουν συνήθως ρύζι, ζυμαρικά, όσπρια, λάδι, γάλα σε σκόνη, τόνο σε κονσέρβα, και άλλα βασικά προϊόντα που είναι πια δυσεύρετα και πανάκριβα, σε μια χώρα όπου ο ελάχιστος μηνιαίος μισθός είναι μικρότερος από $2 και ο πληθωρισμός καλπάζει άνω του 2.000% ετησίως.

Για την αντιπολίτευση, οι CLAP έχουν γίνει το μαύρο σύμβολο της εξαθλίωσης, μια κυνική εξαγορά της ψήφου του πεινασμένου λαού. Για τη Σοσιαλιστική κυβέρνηση, που δεν κρύβει το πολιτικό τους κίνητρο, οι κούτες με τα τρόφιμα είναι «ένα όργανο της επανάστασης». Μερικές φορές, όμως, η τακτική γίνεται μπούμερανγκ, όπως όταν ο Μαδούρο υποσχέθηκε δωρεάν χοιρινό κρέας που δεν έφτασε εγκαίρως τα Χριστούγεννα, προκαλώντας μεγάλες διαδηλώσεις στους δρόμους.

Γιατί η πείνα θερίζει. Σχεδόν τα δύο τρίτα του πληθυσμού (30 εκατ.) της Βενεζουέλας που συμμετείχαν σε πανεπιστημιακή μελέτη τον Φεβρουάριο, δήλωσαν ότι έχουν χάσει κατά μέσο όρο 11 κιλά σωματικού βάρους από πέρυσι. Το 87% ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Στην ίδια μελέτη διαπιστώθηκε ότι επτά στους 10 Βενεζουελάνους έχουν λάβει κούτες CLAP, χωρίς τις οποίες λένε ότι θα λιμοκτονούσαν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.