Γκρίζες ζώνες στη νέα συμφωνία με Αλβανία

Προσαρμογές στη Συμφωνία για τις Θαλάσσιες Ζώνες του 2009, οι οποίες θα ικανοποιούν ορισμένες από τις αλβανικές απαιτήσεις, φαίνεται ότι προσανατολίζεται να αποδεχθεί η Αθήνα στο πλαίσιο του διαλόγου που ξεκίνησε τον περασμένο Νοέμβριο στην Κρήτη μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά και Ντίτμιρ Μπουσάτι.

Προσαρμογές στη Συμφωνία για τις Θαλάσσιες Ζώνες του 2009, οι οποίες θα ικανοποιούν ορισμένες από τις αλβανικές απαιτήσεις, φαίνεται ότι προσανατολίζεται να αποδεχθεί η Αθήνα στο πλαίσιο του διαλόγου που ξεκίνησε τον περασμένο Νοέμβριο στην Κρήτη μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά και Ντίτμιρ Μπουσάτι. Το σημείο αυτό, σε συνδυασμό με την άρση της εμπολέμου καταστάσεως, βρίσκεται, σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, στον πυρήνα της συμφωνίας-πακέτου που προωθούν οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Αλβανίας με ορίζοντα την άνοιξη.

Οι συζητήσεις για τις θαλάσσιες ζώνες καλύπτονται από πέπλο άκρας μυστικότητας, αλλά από τις πληροφορίες που μέχρι στιγμής έχουν συλλεχθεί φαίνεται ότι κινούνται σε δύο γραμμές. Η πρώτη γραμμή είναι ότι η Αθήνα συμφώνησε να δεχθεί αναθεώρηση της Συμφωνίας του 2009 και να προβεί σε νέες διαπραγματεύσεις, με σκοπό να αλλάξει η οριοθέτηση που είχε συμφωνηθεί. Το σκεπτικό πίσω από αυτή την κίνηση της Αθήνας είναι ότι τα Τίρανα είχαν μάλλον αδικηθεί από την προηγούμενη συμφωνία. Η δεύτερη γραμμή είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών υδάτων της στα 12 ναυτικά μίλια. Κινητήριος δύναμη πίσω από την επαναδιαπραγμάτευση είναι ότι μια «νέα» συμφωνία είναι καλύτερη από μια ανενεργή συμφωνία. Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής ενδείξεις, μέρος των οποίων είδε το φως της δημοσιότητας σε αλβανικά μέσα ενημέρωσης αλλά επιβεβαιώνονται από ελληνικές πηγές, η Αθήνα σκέφτεται «να αποζημιώσει» τα Τίρανα με μια θαλάσσια έκταση (πέριξ της Κέρκυρας). Αυτό θα μπορούσε να γίνει με μια μετατόπιση της γραμμής οριοθέτησης και ενδεχομένως με την επιλογή διαφορετικών γραμμών βάσης από την αλβανική πλευρά. Ωστόσο, τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ώσπου να δημοσιοποιηθούν χάρτες και συντεταγμένες.

Πρέπει να επισημανθεί ότι η Συμφωνία του 2009 παρέχει ήδη τη δυνατότητα για την Αθήνα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ., χωρίς να την παραβιάζει. Το δικαίωμα της επέκτασης είχε ενσωματωθεί στη Συμφωνία από τη στιγμή που οι δύο χώρες είχαν διαφορετική αιγιαλίτιδα ζώνη κατά τις συνομιλίες: 6 ν.μ. η Ελλάδα και 12 ν.μ. η Αλβανία. Αντίθετα, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η πιθανή αποδοχή από την Αθήνα ορισμένων αλβανικών επιχειρημάτων που μοιάζουν επικίνδυνα με αντίστοιχα τουρκικά, αναφορικά με την επήρεια των νησιών, ίσως εκληφθούν ως αρνητικό προηγούμενο από τρίτα μέρη, όπως η Αγκυρα.
Ο λόγος είναι ότι αν η σύγκλιση Αθήνας – Τιράνων βασιστεί στην αποδοχή της αλβανικής άποψης ότι τα Διαπόντια Νησιά (βορειοδυτικά της Κέρκυρας) χάνουν σε επήρεια σε σχέση με τη Συμφωνία του 2009, τότε αποδυναμώνεται πολιτικά η ελληνική θέση αρχής σε ό,τι αφορά το Καστελλόριζο (ότι δηλαδή το νησιωτικό σύμπλεγμα έχει πλήρεις θαλάσσιες ζώνες). Ακόμα και η επέκταση των χωρικών υδάτων μόνο έναντι της Αλβανίας θα ενίσχυε την πάγια θέση της Τουρκίας περί «ειδικών περιστάσεων» στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, τροφοδοτώντας τα τουρκικά επιχειρήματα σε μια μάλλον ευαίσθητη στιγμή. Κρίσιμο σημείο είναι αν η επέκταση στα 12 ν.μ. θα περιοριστεί έναντι της Αλβανίας ή θα αφορά όλο το Ιόνιο Πέλαγος, άρα και έναντι της Ιταλίας. Αν περιοριστεί προς Αλβανία, το επιχείρημα περί «ειδικών περιστάσεων» ενισχύεται. Αν συμπεριληφθεί η περιοχή προς Ιταλία, αυτό ίσως δημιουργήσει πρόβλημα με τη Ρώμη σε πιθανή επικαιροποίηση της ελληνοϊταλικής συμφωνίας οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας του 1977.

Οι αλβανικές αμφισβητήσεις έχουν εκφραστεί με σειρά ρηματικών διακοινώσεων, ιδιαίτερα από το 2015 και μετά, με αφορμή τη δημοσιοποίηση από την ελληνική πλευρά του χάρτη με τα οικόπεδα προς έρευνα και εξερεύνηση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο. Ο αλβανικός σκοπός ήταν σαφής: να αποδεχθεί η Ελλάδα την ακυρότητα της Συμφωνίας του 2009. Η αρχική επιδίωξη ήταν, μέσω της προσέγγισης διεθνών νομικών γραφείων, να προσφύγουν σε διεθνή δικαιοδοτικά όργανα (όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης – ΔΔΧ). Οταν η σχετική πληροφορία διέρρευσε στην Αθήνα μέσω συγκεκριμένου προσώπου, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών προχώρησε, τον Ιανουάριο του 2015, σε επικαιροποίηση της Δήλωσης επιφυλάξεων προς τα Ηνωμένα Εθνη σε σχέση με τη δικαιοδοσία του ΔΔΧ.

Η Συμφωνία του 2009 και οι αλβανικές αντιρρήσεις

Η «Συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και των άλλων θαλασσίων ζωνών», που υπεγράφη στις 27 Απριλίου 2009, είναι μια συμφωνία χάραξης ενός «θαλάσσιου ορίου πολλαπλών χρήσεων». Αυτό είναι το μυστικό της, το γεγονός δηλαδή ότι οριοθετεί όχι μόνο υφιστάμενες αλλά και μελλοντικές ζώνες δικαιοδοσίας.

Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας έκρινε αντισυνταγματική τη Συμφωνία αυτή στις 8 Δεκεμβρίου 2009. Το Δικαστήριο επικαλέστηκε τέσσερις βασικούς λόγους: α) την έλλειψη πληρεξουσιότητας με το αιτιολογικό ότι ο τότε πρωθυπουργός Σαλί Μπερίσα είχε εντολή για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και όχι των άλλων θαλασσίων ζωνών, β) τις ελλείψεις και ασάφειες σε θέματα όπως π.χ. οι γραμμές βάσης, κάτι όμως που μάλλον ισχύει για την αλβανική πλευρά και είχε απασχολήσει ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, γ) τη μη εφαρμογή βασικών αρχών του Διεθνούς Δικαίου, όπως αυτή της ευθιδικίας (που συνιστά και πάγια τουρκική θέση) και δ) την αναγνώριση πλήρους επήρειας στα ελληνικά νησιά στην υπό οριοθέτηση περιοχή, δηλαδή στα Διαπόντια Νησιά (Οθωνοί, Ερεικούσσα, Μαθράκι), που θα έπρεπε να λάβουν μειωμένη επήρεια λόγω «ειδικών περιστάσεων» (άλλο ένα επιχείρημα που μοιάζει να προέρχεται από το τουρκικό «νομικό οπλοστάσιο»).

Της δικαστικής αποφάσεως είχαν προηγηθεί σφοδρές αντιδράσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος και του τότε υποψήφιου πρωθυπουργού Ράμα. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, ο κ. Ράμα, τότε δήμαρχος Τιράνων, είχε ενημερωθεί από έλληνες ανώτερους αξιωματούχους περί της Συμφωνίας και δεν είχε αρχικά εκφράσει αντιρρήσεις.
Οι διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία του 2009 ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 2007 και ολοκληρώθηκαν έπειτα από τέσσερις συναντήσεις. Το «θαλάσσιο όριο πολλαπλών χρήσεων», συνολικού μήκους 64,4 ναυτικών μιλίων, που επελέγη είχε ως βασικό σκοπό να ξεπεραστεί η διαφορά στα χωρικά ύδατα των δύο πλευρών. Με τη μέθοδο αυτή, η ελληνική πλευρά είχε το απόλυτο μονομερές δικαίωμα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη όποτε το έκρινε σκόπιμο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η Ελλάδα θα κέρδιζε με την επέκταση στα 12 ν.μ., περίπου 306 τετραγωνικά χιλιόμετρα, όσα θα κερδίσει και σήμερα εφόσον επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες που φέρουν την κυβέρνηση να προχωρά στην κίνηση αυτή.

Οι δύο πλευρές συμφώνησαν να ακολουθηθεί στον υπολογισμό της μέσης γραμμής η φυσική ακτογραμμή. Παράλληλα, έκλεισαν εκατέρωθεν όλοι οι «νόμιμοι κόλποι», συμπεριλαμβανομένου του κόλπου της Κέρκυρας, όχι όμως και του Κόλπου των Αγίων Σαράντα που δεν πληροί τα προβλεπόμενα κριτήρια της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.