Καλλιόπη Ασαργιωτάκη: «Με εκπλήσσει η ζωγραφική μου»

Το κόκκινο είναι αντίσταση στο μαύρο για τη ζωγράφο Καλλιόπη Ασαριωτάκη

Το κόκκινο είναι αντίσταση στο μαύρο για τη ζωγράφο Καλλιόπη Ασαργιωτάκη σε αυτήν την ενδέκατη ατομική έκθεσή της με σχεδόν μονοχρωματικά έργα μεγάλων διαστάσεων που παρουσιάζει υπό τον τίτλο «Desert Rose» στην Γκαλερί Σκουφά. Ολα, τα χρώματα, τα σχέδια, τα αρώματα –ναι, πιστεύει ότι τα έργα της μυρίζουν -, δείχνουν να πάλλονται μέσα στη γυναικεία λεπτότητα, απαλότητα, διαφάνεια και ευθραυστότητα, ενώ στο βάθος της ψυχής τους κινείται με εξαιρετική δύναμη πάνω στον λεπτεπίλεπτο, σχεδόν μεταξένιο καμβά, μια στιβαρή, δραματική, τέχνη με συναίσθημα, σχέδιο και νόημα. Γενναιόδωρη ζωγραφική, που, όπως τονίζει η ίδια η δημιουργός, «δεν σταματά να με εκπλήσσει». Κάθε κύκλος δουλειάς κρατά μία πενταετία και μετά όλα μεταμορφώνονται, μένοντας στο βάθος τους ίδια.
Κι αυτή η έκθεση τώρα δεν μοιάζει με καμία από τις προηγούμενες, είναι μοναδική.
Ηρθε η καλή «Ωρα» για να συμβεί –όπως για τους περισσότερους ζωγράφους αυτής της φοβερής γενιάς του ’80 –στα τέλη του 1989 η εντυπωσιακή εκκίνηση της νέας ζωγράφου με τη δυναμική και πολύ ιδιαίτερη ζωγραφική. Ο δάσκαλός της στην ΑΣΚΤ Γιώργος Μαυροΐδης, μέσα από τα μεγάλα, σχεδιασμένα με παστέλ, εξπρεσιονιστικά πορτρέτα της, διέβλεψε και έγραψε στον κατάλογο της έκθεσης: «Η ζωγράφος αυτή πασκίζει τόσο έντονα, βαθιά και επίμονα με το ανθρώπινο πρόσωπο, ώστε ένας που θα ‘χει κοιτάξει το έργο της επίμονα και βαθιά είναι αδύνατο να μην έχει νιώσει πως κάτι σημαντικό συμβαίνει εδώ». Από εκείνη την έκθεση μέχρι την τωρινή η Καλλιόπη Ασαριωτάκη πασχίζει με το ανθρώπινο πρόσωπο και το σώμα, με ένα επίπονο και επίμονο σχέδιο, εκπληκτικά λεπτοδουλεμένο σαν κέντημα, και ψάχνοντας τις τεχνικές της ζωγραφικής που τελικά, όπως λέει, «σου ανοίγουν δρόμους». Για να συμπληρώσει ότι «αν δεν το ψάξεις, μένεις πάντα στα ίδια. Τα παιχνίδια χρειάζονται για να ανανεώσουμε τη ζωγραφική μας».
Εν αρχή ην η φιγούρα, ο άνθρωπος, αυτό που άρεσε στη ζωγράφο. Και μετά το σχέδιό τους. Στη σχολή καλών τεχνών του Παρισιού όπου μαθήτευσε, ο σέρβος δάσκαλος Βλαντίμιρ Βελίκοβιτς συνήθιζε να λέει για εκείνη και τη Μαρία Παπαφίλη: «Αυτές είναι Ελληνίδες, γι’ αυτό σχεδιάζουν έτσι καλά». Με τα ερωτικά έργα της, το 1999, ταξίδεψε στην «Ερωτοπία» κι εκεί άρχισε ένας μεγάλος έρωτας με τα λεπτεπίλεπτα χειροποίητα χαρτιά, τα μεταμορφωμένα σε έργα με το παντοδύναμο υγρό στοιχείο της ακουαρέλας και της σινικής μελάνης. «Είναι πολύ σημαντική στιγμή για μένα αυτή» λέει. «Αισθάνεσαι μεγαλύτερη τρυφερότητα, θέλεις να πιάσεις το χαρτί στα χέρια σου και να το μυρίσεις, καθώς έχει ενσωματωθεί σε αυτό κάποιο μυριστικό, ένα τσάι ας πούμε. Τα διάφορα μελάνια ευωδιάζουν. Ισως ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα την ύλη καλύτερα. Μέχρι τότε διάλεγα την επιφάνεια που θα ζωγράφιζα, αλλά μετά τη δημιουργούσα εγώ. Ηταν μια πολύ πιο προσωπική προσέγγιση. Το έργο ξεκινούσε από το χαρτί κιόλας. Και έχει μείνει μέχρι σήμερα αυτή η αγάπη. Δεν ζωγραφίζω οπουδήποτε». Στο εργαστήριό της υπάρχει μια μεγάλη συλλογή χαρτιών από όλον τον κόσμο που μάζεψε από τα ταξίδια της.
Οι στιγμές της δημιουργίας έχουν μια μεγαλοσύνη. «Νομίζεις ότι θα τα κάνεις για πάντα» λέει, «αλλά τελειώνει αυτή η στιγμή και μετά δεν μπορείς να τα επαναλάβεις. Είναι απίστευτο. Οταν κλείσει ο κύκλος, δεν μπορείς να τον ξανακάνεις. Φυσικά θα συνεχίσεις να δουλεύεις, αλλά αυτό που θα φτιάξεις θα είναι κάτι άλλο. Δεν θα έχει την αίσθηση των προηγούμενων στιγμών. Πάει, αυτές έσβησαν, ξεθύμαναν». Μια καινούργια γραφή τις σκεπάζει, όπως το «Εγκοιλον» με τους λεπτούς ραπιτογράφους κάτω από τους θόλους των μυκηναϊκών τάφων:

«Αρχισα να βρίσκω τον εαυτό μου, να μαλακώνω, να γίνομαι πιο γλυκιά και να ξεχνάω τα τυπικά, σκληρά και αποτρόπαια που μου είχαν μάθει οι δάσκαλοί μου. Επρεπε να τα μάθω όμως, γιατί ειδικά εγώ θα ζωγράφιζα τώρα ναΐφ και δεν θα έφτανα ποτέ εκεί που έφτασα, να απελευθερώνομαι δηλαδή με τη φοβερή λεπτομέρεια. Οχι για να εντυπωσιάσω, ποτέ δεν με ένοιαζε αυτό. Ηταν δική μου, εσωτερική ανάγκη. Με ανακούφιζε να κάθομαι με τις ώρες και να χαράζω μια επιφάνεια. Το έκανα με τόση χαρά που μπορούσα να τελειώσω τρία μέτρα έργο μέσα σε δυο ημέρες. Ζωγράφιζα στο πάτωμα, έχεις έτσι μια ωραία επαφή με τα έργα».
Οι αρχαίοι θολωτοί τάφοι της Πύλου ήταν ο πρώτος χώρος που τη συγκίνησε τόσο βαθιά που συνδύασε την καμπύλη οροφή τους με την κοιλότητα της μητρότητας. Προέκυψαν τα «Εγκοιλα», έργα αφαιρετικά, που χάνεσαι στη λεπτομέρεια. Οταν τα πλησιάζεις, δεν καταλαβαίνεις τι είναι. Και μετά, οι οικογενειακές φωτογραφίες, που ήταν ήδη στη ζωή της, μπήκαν και στην τέχνη της. Και βάλθηκε να τις επιζωγραφίζει, δημιουργώντας το 2007 τα έργα της έκθεσης «Ηταν καλοκαίρι του ’92». Εκείνη και οι δύο κόρες της στην Πάτμο. Ηταν ένα συναισθηματικό υπόβαθρο της δουλειάς της. Δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει εικόνες που δεν είναι δεμένη μαζί τους, που δεν της λένε τίποτε. «Τις χρησιμοποιώ ως ντοκουμέντο» λέει. «Για να με ξεκουράζουν, για να συμπληρώνουν τη ζωγραφική μου. Η φωτογραφία με απελευθέρωσε ακόμα πιο πολύ. Εβαλε τον ρεαλισμό στα έργα μου, που δεν θα έκανε ποτέ η ζωγραφική μου».
Τη ζωγραφική της Καλλιόπης Ασαργγιωτάκη σφράγισε το Παρίσι, αλλά και το Κεντρί, το χωριό της Ιεράπετρας απ’ όπου κατάγεται. Θυμόταν όλα εκείνα τα υφαντά της γιαγιάς που έκανε στον αργαλειό και τα εργόχειρα της μαμάς με το βελονάκι. Κι αυτά διάνθισαν τα τωρινά έργα. Κυρίως η υπομονή των παλιών γυναικών. «Πώς αλλάζουν οι καιροί» λέει, «πώς περνάνε τα χρόνια και κατασταλάζεις και ωριμάζεις και βλέπεις ότι μπορεί η δύναμη να μην είναι τελικά στα χίλια χρώματα, αλλά στο ένα, στο κόκκινο που είναι και αίμα. Είναι και πένθος, ενώ φαίνεται ότι είναι χαρά. Ηθελα οι γυναίκες μου να γίνουν θεές, να δεσπόσουν στον χώρο επειδή έχουν κάτι να πουν. Χάρηκα που μεγάλωσαν αυτά τα κόκκινα σχέδια χωρίς να χάσουν τις ποιότητές τους. Με εκπλήσσει πάντα η ζωγραφική μου. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα έκανα αυτά τα έργα. Κι ο τίτλος είναι το μαύρο με το ροζ της εποχής μας. Εχεις ένα μαύρο και δεν μπορείς να το πολεμήσεις με μαύρο πάλι. Δεν είναι ευτυχισμένη ζωγραφική αυτή, απλώς θέλω λίγη ομορφιά. Μου έχει λείψει πάρα πολύ».

Που και πότε

Η έκθεση «Desert Rose», με την επιμέλεια της Ελισάβετ Πλέσσα, στην Γκαλερί Σκουφά (Σκουφά 4, πλατεία Κολωνακίου) θα διαρκέσει ως τις 18 Μαρτίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.