Μια πρόσφατη ομιλία μου περί μακροοικονομικών δανείζεται τον τίτλο της από τη διάσημη φράση του ηθοποιού Ρόμπιν Γουίλιαμς: «Περί ασχήμιας: Μην τα βάζετε με «άσχημους» ανθρώπους –δεν έχουν τίποτα να χάσουν».
Αυτό θεωρώ ότι αποτελεί και την ουσία της προεδρικής προεκλογικής περιόδου στις ΗΠΑ. Η άσχημη αλήθεια σε σχέση με τη συγκεκριμένη αναμέτρηση έχει να κάνει με την ευρύτερη πραγματικότητα, αφού όποιος και αν εκλεγεί πρόεδρος θα καταγραφεί στην Ιστορία ως ο «μη πρόεδρος»: ο πρόεδρος που μας έκανε να έχουμε ανάγκη, να δούμε και να απαιτήσουμε κάτι διαφορετικό.
Το ζήτημα δεν είναι ο ίδιος ο Τραμπ ή οι λίγο ή πολύ βλακώδεις θέσεις του –ο Τραμπ απλώς εκφράζει την ανάγκη για αλλαγή. Αποτελεί πράγματι τον αντικαθεστωτικό υποψήφιο, αλλά όχι και το όραμά μας για το μέλλον. Τελικά, ο Τραμπ ίσως και να νικήσει παρά το γεγονός ότι (και σίγουρα όχι επειδή) είναι… ο Τραμπ. Αυτό, ωστόσο, δεν δικαιολογεί τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης που δεν βάζουν στο στόχαστρο την Κλίντον. Εάν εκλεγεί, θα αποτελέσει τη λιγότερο δημοφιλή πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ, και αμφιβάλλω αν οποιαδήποτε από τις πολιτικές της θα πετύχει κάτι θετικό για τη χώρα.
Ο κόσμος δεν χρειάζεται άλλον έναν γύρο πολιτικών τύπου Μπαράκ Ομπάμα, που αν και δημιούργησε περισσότερες θέσεις εργασίας, στην πραγματικότητα το μέσο εισόδημα του Αμερικανού μειώθηκε. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι δημιούργησε μεν περισσότερες θέσεις εργασίας, ωστόσο αυτές ήταν μικρότερης αξίας, ενώ η ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της θητείας του ήταν μικρότερη από οποιαδήποτε άλλη διακυβέρνηση, με ρεκόρ αύξησης του χρέους.
Τονίζω ότι είμαι 100% αγνωστικιστής σε ό,τι αφορά την πολιτική. Στην πραγματικότητα, πιστεύω μάλιστα ότι οι επικείμενες εκλογές δεν έχουν καμία σημασία! Οχι, δεν πρόκειται για καινούργιο φαινόμενο. Οχι, η Κλίντον δεν είναι η απάντηση… Αυτό που ισχύει, όμως, είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια επανατοποθέτηση και επαναδιαπραγμάτευση του κοινωνικού συμβολαίου από τις νέες γενιές.
Την τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν τη δεκαετία του ’60, όταν τα τέκνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου διεκδίκησαν το δικαίωμα στην ειρήνη, στον έρωτα και στα ναρκωτικά. Σήμερα ενηλικιώνεται η γενιά του Τείχους του Βερολίνου, και αυτή τη φορά στο επίκεντρο τίθεται η αντιπαγκοσμιοποίηση και η αντίθεση στο κατεστημένο –και, φυσικά, τα ναρκωτικά.
Το πραγματικό εκλογικό ζήτημα στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη, είναι πώς θα διαχειριστούμε τη διάλυση του κοινωνικού συμβολαίου. Η κοινωνία έχει οδηγηθεί τόσο μακριά από τη φυσική ισορροπία της σε ό,τι αφορά τις αγορές, την κοινωνική ομοιογένεια, την ισότητα και την παραγωγικότητα, που η επιστροφή στην «κανονικότητα» θα έχει κόστος, τόσο πολιτικό όσο και σε όρους ανάπτυξης και προοπτικών.
Οι προσεχείς αμερικανικές εκλογές δεν θα έχουν νικητές, μόνο ηττημένους –αλλά μην απελπίζεστε. Οι ΗΠΑ και η παγκόσμια οικονομία θα επανέλθουν, και μάλιστα δριμύτερες, αλλά το πολιτικό σκηνικό έχει επιτέλους συντονιστεί με τη δυσχερή οικονομική πραγματικότητα που δημιούργησαν οι κεντρικοί τραπεζίτες. Με αυτό θέλω να πω ότι τα συνεπακόλουθα χαμηλά επίπεδα που σημειώνονται στην πολιτική, τα οικονομικά, τα επιτόκια και τον πληθωρισμό, και τα υψηλά επίπεδα σε ό,τι αφορά την αποτίμηση των χρηματοοικονομικών προϊόντων και την ανισότητα, φθάνουν στο τέλος τους. Αυτοί που τελικά δεν έχουν τίποτα να χάσουν είναι οι ψηφοφόροι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ