Επόμενος εχθρός του Ερντογάν η Δύση

Ερντογάν κατά πάντων. Αφού ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φρόντισε να μην αφήσει την απόπειρα πραξικοπήματος να πάει χαμένη,

Ερντογάν κατά πάντων. Αφού ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φρόντισε να μην αφήσει την απόπειρα πραξικοπήματος να πάει χαμένη, προχωρώντας σε πολιτικές εκκαθαρίσεις στον στρατό, στο δικαστικό σύστημα, στην εκπαίδευση, στον δημόσιο τομέα και στην ενημέρωση, με δεκάδες χιλιάδες συλλήψεις «αντιφρονούντων», τώρα στρέφεται κατά της Δύσης. Πνέει τα μένεα κατά των Ηνωμένων Πολιτειών απαιτώντας την έκδοση του εξόριστου κληρικού Φετουλάχ Γκιουλέν, φοβερίζει την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) με υπαναχώρηση στην εφαρμογή της προσφυγικής συμφωνίας, αποκαλεί τους ευρωπαίους ηγέτες «ανειλικρινείς» και κλείνει το μάτι στη Ρωσία, απειλώντας να τινάξει στον αέρα τη στρατηγική της Δύσης στη Συρία.
Παρότι θα χρειαστούν μήνες για να γίνει ξεκάθαρο τι ακριβώς σημαίνουν οι διώξεις κατά πραγματικών και φανταστικών αντιπάλων του Ερντογάν για την κατάσταση των ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, το βέβαιο είναι ότι οι ήδη τεταμένες σχέσεις της Αγκυρας με τη Δύση γνώρισαν περαιτέρω επιδείνωση. Οι συζητήσεις για επαναφορά της θανατικής ποινής στην Τουρκία προκάλεσαν την αντίδραση των ευρωπαίων ηγετών, οι οποίοι έκαναν λόγο για «ταφόπλακα» στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ωστόσο, γνωρίζοντας ότι σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία για την τρομοκρατία και το Προσφυγικό η Δύση χρειάζεται περισσότερο την Τουρκία παρά η Τουρκία τη Δύση, ο Ερντογάν αγνοεί επιδεικτικά τις έξωθεν επικρίσεις και παρεμβάσεις για τους χειρισμούς του στον απόηχο της απόπειρας πραξικοπήματος. Απολαμβάνοντας μια ισχυρή λαϊκή εντολή, την οποία είδε να παίρνει μορφή το βράδυ του πραξικοπήματος, ο Ερντογάν δεν θα μπορούσε να ενδιαφέρεται λιγότερο για τις «χλιαρές» αντιδράσεις των δυτικών εταίρων του.
«Η ΕΕ δεν είναι ολόκληρος ο κόσμος»


Σε συνέντευξή του στο Al Jazeera λίγο προτού κηρύξει την Τουρκία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τρεις μήνες δήλωσε: «Η ΕΕ δεν είναι ολόκληρος ο κόσμος». Και πρόσθεσε:

«Οι ΗΠΑ έχουν θανατική ποινή, η Ρωσία έχει, η Κίνα έχει».
Υπεραμύνθηκε της πολιτικής των εκκαθαρίσεων, λέγοντας στον γάλλο υπουργό Εξωτερικών Ζαν-Μαρκ Ερό «να κοιτάξει τη δουλειά του» και υπενθυμίζοντας ότι «επί 53 χρόνια χτυπάμε την πόρτα (σ.σ.: της ΕΕ) τη στιγμή που άλλοι γίνονται μέλη».

«Η Τουρκία τώρα προσπαθεί να βελτιώσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία και ορισμένους πρώην μεσανατολικούς εταίρους, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος. Αν η ΕΕ ασκήσει μεγαλύτερες πιέσεις στην Αγκυρα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η Τουρκία μπορεί να επαναπροσανατολίσει ένα μέρος του εμπορίου της προς εκείνες τις χώρες που δεν ενδιαφέρονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή για τη δημοκρατία στο εσωτερικό της. Οι δυτικές διαμαρτυρίες κατά της αυταρχικής διακυβέρνησης στην Τουρκία μπορεί να της δώσουν κίνητρο να αναπτύξει στενότερους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς με τη Ρωσία, τη Μέση Ανατολή και την Ασία. Και αυτό ακριβώς είναι που θέλουν να αποφύγουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ»
εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ο Ναντέρ Χαμπίμπι, καθηγητής Οικονομικών της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο Μπράνταϊς στις ΗΠΑ.
Σε συνέντευξή του στο γερμανικό τηλεοπτικό δίκτυο ARD, η οποία έσπασε ρεκόρ τηλεθέασης την περασμένη εβδομάδα, ο Ερντογάν χαρακτήρισε τους ευρωπαίους ηγέτες «ανειλικρινείς» στο θέμα του Προσφυγικού, υποστηρίζοντας ότι προς το παρόν η Τουρκία έχει λάβει μόνο 1-2 εκατομμύρια από τα 3 δισ. που της είχαν υποσχεθεί στο πλαίσιο της προσφυγικής συμφωνίας. «Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν είναι ειλικρινείς» δήλωσε. Κατηγόρησε επίσης το Βερολίνο για υποστήριξη προς το PKK και είπε ότι πολλοί τρομοκράτες ζουν σε Γερμανία, Βέλγιο, Γαλλία και Ολλανδία παρά τις προειδοποιήσεις των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών για αυτούς. Από τα «πυρά» της τουρκικής κυβέρνησης δεν γλίτωσαν ούτε οι ΗΠΑ. Ο τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ έφθασε στο σημείο να απειλήσει με «σοβαρό πόλεμο» οποιαδήποτε χώρα δεν συνεργάζεται στο θέμα της έκδοσης του Γκιουλέν, ο οποίος θεωρείται από την τουρκική ηγεσία ο «εγκέφαλος» πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος. Οι χωρίς προηγούμενο δηλώσεις προκάλεσαν την αντίδραση του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι. «Οι δημόσιοι υπαινιγμοί ή ισχυρισμοί για οποιονδήποτε ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στην απόπειρα πραξικοπήματος είναι εντελώς αβάσιμοι και επικίνδυνοι για τις διμερείς σχέσεις μας» είπε.

Νιχάτ Μπουλέντ Γκιουλτεκίν, καθηγητής ΣΤΙΣ ΗΠΑ, πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας
«Πολλοί ξένοι επενδυτές θα περιμένουν την εξομάλυνση της πολιτικής κατάστασης»
«Η Τουρκία απολαμβάνει τους καρπούς της ανοιχτής της οικονομίας και, παρά τις πολιτικές εξελίξεις, δύσκολα θα απομακρυνόταν από αυτήν»
είπε στο «Βήμα» ο Νιχάτ Μπουλέντ Γκιουλτεκίν, καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας και πρώην σύμβουλος των τούρκων πρωθυπουργών Τουργκούτ Οζάλ και Μεσούτ Γιλμάζ.
Θα επηρεαστεί η οικονομία της Τουρκίας από την πολιτική αναταραχή και αβεβαιότητα;
«Η τουρκική οικονομία αντιμετώπισε ένα εντελώς αναπάντεχο και απίθανο πολιτικό σοκ πριν από περίπου δύο εβδομάδες. Οπως με τα περισσότερα αναπάντεχα σοκ, θα υπάρξουν κάποιες αρνητικές επιπτώσεις. Η τουρκική οικονομία και ειδικά ο τουριστικός τομέας ήδη πριν από το πραξικόπημα είχε πληγεί από μια σειρά βομβιστικών επιθέσεων του Ισλαμικού Κράτους. Τον Ιούνιο ο τουρισμός μειώθηκε κατά 40%, αρνητικό ιστορικό ρεκόρ. Αναμένω επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας το 2016, αν και είναι δύσκολο να προβλέψουμε το μέγεθος αυτή τη στιγμή. Θα εξαρτηθεί από το πώς η τουρκική ηγεσία θα απαντήσει στα πρόσφατα γεγονότα. Το άστοχο πραξικόπημα επιδείνωσε την πολιτική αβεβαιότητα. Η Τουρκία ήδη βίωνε τις συνέπειες από τις περιπέτειες της κυβέρνησης του AKP στη Συρία. Τώρα υπάρχουν επιπρόσθετα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα και προκλήσεις στην προσπάθεια επίτευξης της πολιτικής σταθερότητας. Στους ξένους επενδυτές δεν αρέσουν αυτές οι αβεβαιότητες.
Είμαι βέβαιος ότι πολλοί ξένοι επενδυτές θα περιμένουν την εξομάλυνση της πολιτικής κατάστασης στην Τουρκία, παρότι τα θεμέλια της τουρκικής οικονομίας είναι γερά. Η ειρωνεία της απόπειρας πραξικοπήματος είναι ότι ήταν πολύ ξαφνική. Δεν υπήρχε η έντονη πολιτική αναταραχή, όπως στα τέλη της δεκαετίας του 1970 εν μέσω Ψυχρού Πολέμου, όταν αριστερές και δεξιές οργανώσεις τρομοκρατούσαν τη χώρα. Η τουρκική οικονομία εξαρτάται από το ξένο κεφάλαιο. Ο ρυθμός αποταμίευσης σε σύγκριση με τις ασιατικές τίγρεις είναι χαμηλός και επομένως η ανάγκη διατήρησης των φιλόδοξων στόχων οικονομικής ανάπτυξης απαιτεί συνεχές ξένο κεφάλαιο. Αν υπάρξει επιβράδυνση στις ροές κεφαλαίων, θα επηρεαστεί η οικονομική ανάπτυξη.
Εχουν περάσει σχεδόν δύο εβδομάδες από την απόπειρα πραξικοπήματος. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν υπήρξε τραπεζικός πανικός ή φυγή κεφαλαίων. Θα έλεγα ότι το αρχικό σοκ από την απόπειρα απορροφήθηκε και η ζωή μοιάζει να επιστρέφει στην κανονικότητα, παρά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που ανακοινώθηκε. Είδαμε το κυβερνών κόμμα και τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης να κάνουν διάλογο και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε γρηγορότερη επίλυση των προβλημάτων, αν και δεν είναι βέβαιο. Μια άλλη πρόκληση που αντιμετωπίζει τώρα η Τουρκία είναι η ενέργεια και ο χρόνος που σπαταλά η κυβέρνηση στα πολιτικά γεγονότα και όχι στην οικονομία. Χρειάζεται χρόνος για την αποκατάσταση της οικονομικής εμπιστοσύνης. Χώρες όπως η Ελλάδα και η Τουρκία πρέπει να δώσουν μεγαλύτερη σημασία στην οικονομική ανάπτυξη και λιγότερη στους εσωτερικούς πολιτικούς υπολογισμούς».
Θα μπορέσει η Τουρκία να διατηρήσει το εξωστρεφές οικονομικό της μοντέλο όταν πολιτικά η κυβέρνηση δείχνει να γίνεται πιο αυταρχική;
«Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο Ερντογάν μπορεί να χρησιμοποιήσει το πραξικόπημα ως δικαιολογία για μια πιο αυταρχική διακυβέρνηση. Προς το παρόν παρατηρούμε μια μεγαλύτερη αλληλεπίδραση μεταξύ του AKP και της αντιπολίτευσης. Υπάρχει πιθανότητα η κυβέρνηση του AKP να μάθει το μάθημά της από το παρελθόν σχετικά με τους κινδύνους ενός πολωμένου πολιτικού σκηνικού. Θα περιμένουμε και θα δούμε τι κατεύθυνση θα πάρει η κυβέρνηση. Ελπίζουμε ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα αρθεί γρήγορα και ότι θα χρησιμοποιηθεί για να επανέλθει η σταθερότητα και όχι για να παραβιαστούν βασικά δημοκρατικά δικαιώματα των τούρκων πολιτών.
Η τουρκική οικονομία είναι μία από τις πιο ανοιχτές και φιλελεύθερες οικονομίες στον κόσμο. Δύσκολα η τουρκική ηγεσία θα άλλαζε πορεία από το προσανατολισμένο στις εξαγωγές οικονομικό μοντέλο που υιοθετήθηκε στις αρχές της δεκαετίας τους 1980. Επιπλέον, όπως είπα, η Τουρκία βασίζεται στο ξένο κεφάλαιο περισσότερο από πολλές αναδυόμενες οικονομίες και επομένως είναι δύσκολο να εγκαταλείψει το υπάρχον οικονομικό της μοντέλο. Δυστυχώς η δημοκρατία δεν αποτελεί προϋπόθεση από μόνη της για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Αν ήταν το μοναδικό κριτήριο, χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία δεν θα αντιμετώπιζαν αυτά τα προβλήματα. Η Τουρκία απολαμβάνει τους καρπούς μιας ανοιχτής οικονομίας και αυτό δεν θα το αφήσει».

Τζον Μ. Οουεν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια στις ΗΠΑ
«Παρουσιάζει τα κλασικά σημάδια αυταρχικής παράνοιας»

«Η Δύση έχει ελάχιστη επιρροή επάνω στην Τουρκία και δεν θα επιβάλει κυρώσεις στον Ερντογάν καθώς εκείνος στρέφεται προς τον αυταρχισμό»
είπε στο «Βήμα» ο Τζον Μ. Οουεν, καθηγητής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια στις ΗΠΑ και συγγραφέας του βιβλίου «Confronting Political Islam: Six Lessons from the West’s Past» («Αντιμετωπίζοντας το πολιτικό Ισλάμ: έξι μαθήματα από το παρελθόν της Δύσης», Princeton University Press, 2014).
Μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στον δρόμο της δημοκρατίας; Ποιες θα είναι οι συνέπειες της συγκέντρωσης εξουσιών στα χέρια του Ερντογάν για τη χώρα;
«Είναι πιθανόν ο Ερντογάν να θελήσει να επιστρέψει στη δημοκρατία, καθώς παραμένει δημοφιλής στην Τουρκία και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) μπορεί να νικήσει σε πραγματικά ελεύθερες εκλογές. Αλλά φοβάμαι ότι δείχνει τα κλασικά σημάδια αυταρχικής παράνοιας: βλέπει εχθρούς παντού και κάνει χρήση έκτακτων εξουσιών για να τους εξουδετερώσει. Και καθώς βρίσκεται σε αυτή την παράνοια, δημιουργεί περισσότερους εχθρούς. Η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ είχε ήδη παγώσει αλλά τώρα έχει καταστραφεί. Η Τουρκία τώρα είναι μια χώρα όπου δημόσιοι λειτουργοί, αξιωματικοί του στρατού, ακαδημαϊκοί και δάσκαλοι, δημοσιογράφοι και πολλές άλλες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες έχουν συλληφθεί ή βρίσκονται υπό τον συνεχή φόβο της σύλληψης. Η Τουρκία υπό τη διακυβέρνηση του AKP προσέφερε κάποτε ένα μοντέλο ισλαμικής δημοκρατίας για τη Μέση Ανατολή. Τώρα αυτό το μοντέλο έχει αυτοκαταστραφεί».
Γιατί οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν απάντησαν πιο αποφασιστικά κατά της αποδόμησης του κράτους δικαίου στην Τουρκία μετά την απόπειρα πραξικοπήματος; Μπορεί να δούμε μια στροφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, με επαναπροσέγγιση Τουρκίας – Ρωσίας;
«Ο Ερντογάν ασκεί μεγάλη επιρροή στις ΗΠΑ και στην ΕΕ. Παρότι η Τουρκία είχε απομονώσει τον εαυτό της από την παγκόσμια πολιτική τελευταία, πρόσφατα προέβη σε φιλικές κινήσεις προς τη Ρωσία και η Ρωσία ανταπέδωσε. Αν οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί δεν είναι καλοί προς τον Ερντογάν, εκείνος μπορεί να προσεγγίσει τη Ρωσία, και αυτό είναι σημαντικό για πολλούς λόγους. Για παράδειγμα, αν η Τουρκία συμφωνήσει με τη Ρωσία ότι ο Μπασάρ αλ Ασαντ πρέπει να παραμείνει στην εξουσία στη Συρία, αυτό θα περιέπλεκε ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες της Δύσης ενάντια τόσο στον Ασαντ όσο και στους εξτρεμιστές εχθρούς του. Οσον αφορά την ΕΕ και κυρίως τη Γερμανία, ο Ερντογάν έχει ακόμη μεγαλύτερη επιρροή σε αυτούς εξαιτίας της συμφωνίας για το Προσφυγικό. Η θέση της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ στο εσωτερικό της χώρας είναι δύσκολη, καθώς παρατηρείται αύξηση της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας αυτό το καλοκαίρι.
Αν ο Ερντογάν αθετήσει τη συμφωνία για το Προσφυγικό, η Μέρκελ και η κυβέρνησή της θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα. Επειδή ακριβώς η Δύση προσπαθεί να αποφύγει την επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία, δεν ασκεί πιέσεις στον Ερντογάν, καθώς εκείνος συνεχίζει τις διώξεις πραγματικών και πιθανών εχθρών του. Η Τουρκία μεταμορφώνεται σε έναν από εκείνους τους συμμάχους της Δύσης για τους οποίους η Δύση θα ευχόταν να είναι περισσότερο δημοκρατικός αλλά έχει ελάχιστη επιρροή επάνω του. Επομένως εκτιμώ ότι η Ουάσιγκτον, οι Βρυξέλλες και ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα «μουρμουρίσουν» κάτι σχετικά με την ανάγκη ο Ερντογάν να υπηρετήσει το κράτος δικαίου, αλλά δεν θα επιβάλουν κυρώσεις στον νατοϊκό σύμμαχό τους. Οι σχέσεις Ουάσιγκτον και Αγκυρας μάλλον θα επιδεινωθούν προτού βελτιωθούν, καθώς ο Ερντογάν επιθυμεί την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν από τις ΗΠΑ στην Τουρκία και ο πρόεδρος Ομπάμα δεν θα έκανε κάτι τέτοιο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.