Απογοητευμένη και αποκλεισμένη από κάθε σύστημα κοινωνικής προστασίας αισθάνεται η 38χρονη Σταυρούλα, μητέρα δύο κοριτσιών, 11 και 17 ετών, που παλεύει να τα βγάλει μόνη της πέρα. Δυναμική και αποφασιστική όπως είναι, δεν δίστασε ούτε στιγμή, από την αρχή ακόμα της κρίσης, να ζητήσει βοήθεια από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς, κυρίως για να καλύψει τις ιατρικές ανάγκες της μιας κόρης της που πάσχει από διαβήτη. Στις αρχές Ιανουαρίου οι εργαζόμενες στις κοινωνικές υπηρεσίες του Δήμου Νέας Σμύρνης, όπου μένει, την ενημέρωσαν για το πρόγραμμα «Κοινωνική Κατοικία» της μη κυβερνητικής οργάνωσης Praksis.
«Εκανα τα χαρτιά για ανανέωση της συμμετοχής στο Κοινωνικό Παντοπωλείο και με αφορμή την απόρριψή μου από το πρόγραμμα της κάρτας σίτισης, λόγω του επιδόματος που λαμβάνω για την ασθένεια του παιδιού μου, συνολικά 4.400 ευρώ ετησίως, έψαχνα κάπου να απευθυνθώ» λέει η μητέρα μιλώντας στο «Βήμα». Με το πρώτο τηλεφώνημα το ενδιαφέρον ήταν άμεσο. Αφού κατέθεσε τα απαραίτητα δικαιολογητικά, εντάχθηκε στο Πρόγραμμα, που από το 2012 έχει στηρίξει 4.500 οικογένειες Ελλήνων με ανήλικα παιδιά, το εισόδημα των οποίων έχει αποδεδειγμένα πληγεί δραματικά μέσα στην κρίση.
Το κοινωνικό κράτος ήταν το πρώτο που κατέρρευσε στα χρόνια της κρίσης. Πολλοί συνάνθρωποί μας έμειναν να αγωνίζονται, χωρίς δίχτυ προστασίας, για τα αυτονόητα, όπως η τροφή, το φως, η θέρμανση, το ζεστό νερό, η υγεία. Φορείς, σύλλογοι και οργανώσεις έσπευσαν, με όσες δυνάμεις διαθέτουν, να καλύψουν τα κενά. Σήμερα, όμως, ύστερα από έξι χρόνια συνεχούς ύφεσης, οι ανάγκες δεν είναι πια μεμονωμένες. Εχουν γιγαντωθεί και λειτουργούν αθροιστικά για πολλά νοικοκυριά.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ για το 2015, πάνω από ένα στα τρία νοικοκυριά (36,3%) δηλώνουν ότι διαβιούν με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα στην κατώτερη εισοδηματική κλίμακα. Συγχρόνως για το 15,2% τα εισοδήματα δεν επαρκούν για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες. Περίπου τα 2/3 των νοικοκυριών (64,1%) αναγκάζονται να κάνουν περικοπές για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία προς το ζην, ενώ πάνω από τα μισά (56,5%) αδυνατούν να καλύψουν επαρκώς τις διατροφικές τους ανάγκες, αλλά και να εξασφαλίσουν ικανοποιητικό επίπεδο θέρμανσης.
Την ενεργειακή φτώχεια ανέδειξε εξάλλου και η πρόσφατη έρευνα πεδίου του Συνηγόρου του Πολίτη, όπου το 29,2% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δεν καλύπτονται επαρκώς οι ανάγκες σε θέρμανση/ψύξη, μαγείρεμα, ζεστό νερό και ηλεκτρισμό. Την ίδια στιγμή το 17% δήλωσε ότι διακόπηκε η ηλεκτροδότηση ή υδροδότηση της οικίας του λόγω ανεξόφλητων λογαριασμών, με το 45,5% να αναφέρει ότι η διακοπή αυτή πραγματοποιήθηκε τουλάχιστον μία-δύο φορές.
Ούτε φάρμακα στα νοσοκομεία
Από το 2010, που η οικοδομή «πέθανε», όπως λέει στο «Βήμα» η 38χρονη Σταυρούλα, ηλεκτρονικός το επάγγελμα, έμεινε άνεργη ακόμα και 18 συνεχείς μήνες, με αποτέλεσμα να πρέπει να απευθυνθεί στην Πρόνοια για τις εξετάσεις και τα φάρμακα της κόρης της. «Φάρμακα στα νοσοκομεία δυστυχώς δεν υπάρχουν, δεν μπορούσαν να με καλύψουν, έτρεξα σε συλλόγους, τελικά βρέθηκαν μέσω του Κοινωνικού Φαρμακείου. Εκτός από την εύρεση εργασίας, τώρα που είμαι σε παραγωγική ηλικία και μπορώ και να μετεκπαιδευθώ ακόμη, προτεραιότητά μου είναι η υγειονομική περίθαλψη των παιδιών μου» επισημαίνει. Η στήριξη από τους παππούδες, με τις πετσοκομμένες συντάξεις, είναι ελάχιστη.
Με την ένταξή της στην Κοινωνική Κατοικία κατατέθηκαν άμεσα χρήματα για κάλυψη χρεών σε νερό και ρεύμα (οικονομική στήριξη μόνο για τρεις-έξι μήνες), καθώς και κουπόνια για το σουπερμάρκετ. Επίσης έχει στη διάθεσή της εργασιακό, νομικό και χρημοτοοικονομικό σύμβουλο, καθώς και κοινωνική λειτουργό. «Η αμεσότητα και το ενδιαφέρον είναι εξαιρετικά σημαντικά. Οταν κάποιος δεν έχει να φάει δεν χρειάζεται μια κάρτα σίτισης ύστερα από πέντε μήνες. Πρέπει να φάει τώρα. Το κράτος λόγω γραφειοκρατίας δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες μας» λέει με φανερή απογοήτευση, επισημαίνοντας πως, αν και εργάζεται από 15 ετών πληρώνοντας εισφορές και φόρους, τώρα η Πολιτεία την έχει αφήσει απροστάτευτη.
Οπως αποκλείστηκε από το επίδομα ανεργίας, αν και είχε 14 συνεχείς μήνες εργασίας, δεν είχε όμως 80 ημέρες εργασίας κατ’ έτος τα δύο προηγούμενα χρόνια. «Με παίρνει κάποια βράδια από κάτω επειδή δεν μπορώ να προσφέρω στις κόρες μου αυτά που και εγώ είχα ως παιδί, ξένες γλώσσες, φροντιστήρια, δραστηριότητες που έκαναν όταν δούλευα. Ή όταν τους λέω να κλείσουν τον θερμοσίφωνα διότι χρωστάμε 1.009 ευρώ στη ΔΕΗ» λέει χωρίς να χάνει το χαμόγελό της. «Στις καλές εποχές έλειπα πολλές ώρες και απλώς πλήρωνα δραστηριότητες. Τώρα είμαστε ομάδα. Η μεγάλη διαβάζει και φροντίζει τη μικρή και εκείνη με τη σειρά της την προστατεύει ως προς το πρόβλημα υγείας της».
Ευτυχώς οι καθηγητές στο σχολείο βοηθούν με διακριτικότητα τα παιδιά, ακόμα και με επιπλέον δουλειά στα διαλείμματα ή μετά το ωράριό τους, ειδικά στην περίπτωση της μεγάλης που εφέτος, στηριζόμενη αποκλειστικά στις δικές της δυνάμεις, θα δώσει πανελλαδικές. Ονειρό της να γίνει παιδαγωγός, γνωρίζοντας φυσικά ότι στις επιλογές της είναι μόνο οι σπουδές στην Αθήνα.
«Ακόμη ντρέπομαι…»
Στην αίθουσα αναμονής του Κέντρου Αλληλεγγύης Αθήνας του SolidarityNow η Αννα-Μαρία, από την Πολωνία, μητέρα τριών παιδιών, περιμένοντας να συναντήσει την ψυχολόγο, μοιράζεται με «Το Βήμα» την αρχική της συστολή. «Στην αρχή ντρεπόμουν -και ακόμη ντρέπομαι –που έρχομαι εδώ, αλλά με οδήγησε η ανάγκη. Μόλις μπεις εδώ βλέπεις ότι κανένας δεν έρχεται για να διασκεδάσει. Ολοι είμαστε στην ίδια σχεδόν κατάσταση, άλλοι σε λίγο καλύτερη και άλλοι σε χειρότερη. Ελπίζω μόνο να μη χειροτερέψει».
Οπως εκείνη, περισσότεροι από 30.000 άνθρωποι έχουν ανέβει, μέσα στον έναν χρόνο λειτουργίας, στον δεύτερο όροφο του Κόμβου Αλληλοβοήθειας Πολιτών του Δήμου Αθηναίων στον Σταθμό Λαρίσης. Εκεί, υπό τον συντονισμό του SolidarityNow, ενώνουν τις δυνάμεις τους η κοινωνική οργάνωση υποστήριξης Arsis, η ΜΚΟ Praksis, το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η Ενωση «Μαζί για το Παιδί» και η Υπηρεσία Ασύλου.
Επειτα από 14 χρόνια στη χώρα μας για την άνεργη μητέρα το 2013 ήταν η χειρότερη χρονιά της ζωής της καθώς έκλεισε το μαγαζί με παραδοσιακά πολωνικά προϊόντα που διατηρούσε με τον σύζυγό της. «Ο πρώτος χρόνος ήταν μαύρο χάλι. Χειρότερα δεν έχω περάσει στη ζωή μου, αν και στην Πολωνία είχα ζήσει τη χούντα του 1983. Παιδί τότε βέβαια. Σήμερα ο κόσμος πεινάει» αναφέρει, επισημαίνοντας με παράπονο ότι, αν και καθολική, όταν απευθύνθηκε στην εκκλησία της για φαγητό, βρήκε την πόρτα κλειστή, πράγμα που δεν συνέβη στην ορθόδοξη. «Δεν τους βάζω όλους στο ίδιο καζάνι, αλλά με πονάει που δεν με βοήθησε ο δικός μου ο άνθρωπος αλλά ο ξένος».
Τότε κάποιες φίλες την ενημέρωσαν για τις υπηρεσίες του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (ΚΥΑΔΑ) στον Κόμβο Αλληλοβοήθειας Πολιτών, όπου έφτασε για να ζητήσει τρόφιμα και ρούχα για τα παιδιά της, τα οποία μεγαλώνοντας έχουν συνεχώς νέες ανάγκες. «Χρωστάμε σε όσους φοράνε παπούτσια. Τα έξοδα είναι πάρα πολλά. Χρωστάμε ρεύμα, νερό, έχουμε κάνει ρύθμιση για τα δάνεια και τώρα θα ρωτήσουμε τους δικηγόρους τι άλλο μπορούμε να κάνουμε» παραδέχεται.
Υστερα από διάφορες μικροδουλειές, εδώ και περίπου έναν μήνα, η Αννα-Μαρία είναι άνεργη. «Δεν έχει περάσει πολύς καιρός αλλά, ας μη γελιόμαστε, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Βέβαια τώρα που περιμένω να χτυπήσει το τηλέφωνο σκέφτομαι μήπως μπορώ να βοηθήσω και εγώ εδώ σε κάποια πράγματα. Επειδή μιλάω πολωνικά και ρωσικά, ίσως να μπορώ να βοηθήσω τα παιδιά στην επικοινωνία τους με συμπατριώτες μου».
«Οσο κάθομαι στο σπίτι σκέφτομαι όλα όσα με απασχολούν. Καλύτερα δεν θα είναι να βγαίνω έξω και να έχω μια επαφή με τον κόσμο;» αναρωτιέται. «Είναι πολύ σημαντικό, ειδικά για μια γυναίκα, που θα προσέξει λίγο τον εαυτό της για να βγει έξω» λέει με ένα τεράστιο χαμόγελο στα χείλη. «Τι άλλο μου έχει μείνει; Αυτό τουλάχιστον είναι δωρεάν».
Μέριμνα και φροντίδα
«Η οικογένειά μου μού γύρισε την πλάτη…»
Μια ζεστή, ανθρώπινη αγκαλιά βρήκε στο Κέντρο Αλληλεγγύης του SolidarityNow και η κυρία Βασιλική Ανδριοπούλου, τη στιγμή μάλιστα που η οικογένειά της γύρισε την πλάτη σε εκείνη και στον επτάχρονο γιο της. Εδώ και λίγο καιρό οι δυο τους μένουν σε ξενώνα κακοποιημένων γυναικών και εκείνη προσπαθεί να ανακτήσει την πίστη στον εαυτό της. Σε αυτή την προσπάθεια, πριν από τέσσερις μήνες, επισκέφθηκε τη δομή για υποστήριξη στην αναζήτηση εργασίας και εν συνεχεία για να βρει ρούχα για εκείνη και τον γιο της. «Ο τρόπος συμπεριφοράς και προσέγγισης και το ενδιαφέρον που έχουν για όλους εμάς είναι κάτι το μοναδικό που κανείς δεν συναντά σε μια δημόσια υπηρεσία. Αυτό χρειαζόμαστε. Μια καλή και σωστή κουβέντα την κατάλληλη στιγμή» αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα». Ανεργη σχεδόν από την αρχή της κρίσης έπειτα από δέκα χρόνια δουλειάς στον δημόσιο τομέα ως συμβασιούχος, προτεραιότητά της ήταν να βρει δουλειά, όποια κι αν ήταν αυτή.
«Η οικογένειά μου μού γύρισε την πλάτη…»
Μια ζεστή, ανθρώπινη αγκαλιά βρήκε στο Κέντρο Αλληλεγγύης του SolidarityNow και η κυρία Βασιλική Ανδριοπούλου, τη στιγμή μάλιστα που η οικογένειά της γύρισε την πλάτη σε εκείνη και στον επτάχρονο γιο της. Εδώ και λίγο καιρό οι δυο τους μένουν σε ξενώνα κακοποιημένων γυναικών και εκείνη προσπαθεί να ανακτήσει την πίστη στον εαυτό της. Σε αυτή την προσπάθεια, πριν από τέσσερις μήνες, επισκέφθηκε τη δομή για υποστήριξη στην αναζήτηση εργασίας και εν συνεχεία για να βρει ρούχα για εκείνη και τον γιο της. «Ο τρόπος συμπεριφοράς και προσέγγισης και το ενδιαφέρον που έχουν για όλους εμάς είναι κάτι το μοναδικό που κανείς δεν συναντά σε μια δημόσια υπηρεσία. Αυτό χρειαζόμαστε. Μια καλή και σωστή κουβέντα την κατάλληλη στιγμή» αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα». Ανεργη σχεδόν από την αρχή της κρίσης έπειτα από δέκα χρόνια δουλειάς στον δημόσιο τομέα ως συμβασιούχος, προτεραιότητά της ήταν να βρει δουλειά, όποια κι αν ήταν αυτή.
«Φτιάξαμε το βιογραφικό μου, κάναμε συνεδρίες, εστιάσαμε σε συγκεκριμένες ειδικότητες καθώς είχα προϋπηρεσία προτού μείνω άνεργη. Οταν πήγα στον εργοδότη, ήμουν άρτια προετοιμασμένη» περιγράφει. Από τις αρχές Νοεμβρίου η τύχη τής χαμογέλασε. Βρήκε δουλειά σε συνεργείο καθαρισμού, με χαμηλό μισθό βέβαια, έκανε όμως το πρώτο βήμα. Οπως λέει και στον γιο της όταν ρωτάει για την κατάσταση: «Στο χέρι μας είναι όλα. Αρκεί να βρεθεί κάποιος να σε στηρίξει, τότε έρχεται στην επιφάνεια μια δύναμη που δεν φανταζόσουν».
Οταν ξεκίνησε να δουλεύει απογευματινές ώρες, οι άνθρωποι του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού ήταν και πάλι δίπλα της παίρνοντας τον μικρό από το σχολείο και φροντίζοντάς τον μέχρι εκείνη να επιστρέψει. Γεμάτη ευγνωμοσύνη για τους ανθρώπους που αισθάνεται πια οικογένειά της τονίζει ότι «δεν δουλεύουν απλά, δίνουν ένα κομμάτι από τον εαυτό τους». Σήμερα, που εργάζεται τα πρωινά, έχει περισσότερο χρόνο με τον γιο της, τον οποίο περνούν μαζί στον χώρο του Δικτύου, όπου συμμετέχει σε πολλές δραστηριότητες, ενώ διαβάζει και βιβλία από τη δανειστική βιβλιοθήκη.
«Τα Χριστούγεννα παρακολουθήσαμε δωρεάν την παράσταση “Ο Ιάσονας και το χρυσόμαλλο δέρας”. Για εμένα αυτό είναι πολύ σημαντικό για τη μόρφωσή του. Αυτό που ήθελα να του προσφέρω εγώ το προσφέρει το Κέντρο επειδή εγώ αδυνατώ. Δεν ήθελα όμως να αισθάνεται μειονεκτικά. Εχει αλλάξει η ζωή του παιδιού, έχει πάρει άλλη ρότα και αυτό ήθελα» εξομολογείται στο «Βήμα».
Η υποστήριξη
«Μου είπαν ότι εδώ θα βρω βοήθεια»
Ακόμη και σήμερα πολλοί συνάνθρωποί μας δεν ξέρουν πού να απευθυνθούν για υποστήριξη. Για παράδειγμα, το 27,8% των ερωτηθέντων στην έρευνα του Συνηγόρου δεν ήταν ενήμερο σχετικά με τα εκπτωτικά τιμολόγια της ΔΕΗ που προβλέπονται για ευάλωτες ομάδες. Αξιοσημείωτο είναι ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων (63,4%) δήλωσε ότι, αν είχε τη δυνατότητα online κατάθεσης αιτήματος στις δημόσιες υπηρεσίες παροχής βοήθειας, θα την αξιοποιούσε. Από το 21,3% που είχαν απευθυνθεί σε κάποιον χώρο κοινωνικής παροχής το 25,53% ήταν σε συσσίτια της Εκκλησίας, 19,15% σε Κοινωνικά Παντοπωλεία και 14,9% σε Κοινωνικά Ιατρεία και Φαρμακεία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 16.339 αναφορές το 2014 και από τις 11.502 το 2015 προκύπτει πως τουλάχιστον το ήμισυ των πολιτών που προσέφυγαν στον Συνήγορο του Πολίτη αγνοούν την ύπαρξη ευνοϊκών ρυθμίσεων που τους αφορούν ή ακόμη και τους φορείς στους οποίους πρέπει να απευθυνθούν προκειμένου να ωφεληθούνα από τις σχετικές παροχές.
Από τις 70.800 υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί στο Κέντρο Αλληλεγγύης Αθήνας (αντίστοιχο υπάρχει και στη Θεσσαλονίκη) μεγάλη ζήτηση έχουν ακόμη η νομική στήριξη και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αυτές τις δύο υπηρεσίες χρειάστηκε η Τούρια, από το Μαρόκο, η οποία έχει «χτίσει» τη ζωή της στην Ελλάδα από το 1998. Απέκτησε εδώ και τον γιο της, που σήμερα είναι 7 ετών. Οταν έμεινε χωρίς ένσημα το 2011, έχασε τον κόσμο από τα πόδια της.
«Είχα ακούσει για το έργο της Praksis, ωστόσο δεν είχα καμία επαφή. Τα χαρτιά μου ήταν σε εκκρεμότητα, όμως δικηγόρο δεν μπορούσα να πληρώσω. Αντιμετώπιζα μεγάλο πρόβλημα. Τότε κάποιοι δικοί μου άνθρωποι μου είπαν ότι εδώ θα βρω βοήθεια» περιγράφει μιλώντας στο «Βήμα». Υστερα από τέσσερα χρόνια απέκτησε πάλι άδεια παραμονής εκείνη και το παιδί της μέσα σε πέντε μήνες χάρη στις υπηρεσίες του δικηγόρου.
«Πριν από την κρίση ήμασταν μια χαρά. Τα τελευταία χρόνια γυρνούσα τριγύρω σαν ζαλισμένη κάνοντας δουλειές περιστασιακά, δύο-τρία μεροκάματα την εβδομάδα. Ούτε ασφάλεια έχουμε» αναφέρει η ανύπαντρη μητέρα. Οταν χρειάστηκαν ακτινογραφίες και φάρμακα, πέρασε και πάλι την πόρτα του Κέντρου επειδή ήξερε πια ότι όλα γίνονται με διακριτικότητα.
Επόμενο σκαλί είναι η κατάθεση της φορολογικής της δήλωσης, αξιοποιώντας τις υπηρεσίες του λογιστή, με στόχο όταν θα είναι ενήμερη φορολογικά να απευθυνθεί στους αρμόδιους φορείς, όπως το ΚΥΑΔΑ, για βοήθεια σε τρόφιμα και ρουχισμό. «Αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου. Είναι σημαντικό να ακούνε τα προβλήματά μου. Δεν έχω κανένα παράπονο τώρα, όλα μπαίνουν σε μια σειρά» επισημαίνει.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
