«Αργή και βασανιστική» αν δεν επιταχυνθεί η βελτίωση του οικονομικού κλίματος και της εμπιστοσύνης το επόμενο διάστημα θα είναι, σύμφωνα με τις τράπεζες, η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) που ενεργοποιήθηκαν μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος στα τέλη του περασμένου Ιουνίου. Οπως εκτιμά κορυφαία τραπεζική πηγή, με τους χαμηλούς ρυθμούς που κινείται η διαδικασία της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και την αύξηση του πολιτικού ρίσκου λόγω της ισχνής πλέον κυβερνητικής πλειοψηφίας, η επαναφορά σε καθεστώς… ευρωζώνης ως προς τις χρηματοπιστωτικές ελευθερίες θα καθυστερήσει, παρά την επιτυχή ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την ατμόσφαιρα φοροεπιδρομής που καλλιεργείται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με την εξαγγελία μέτρων όπως το περιουσιολόγιο και οι ταχείες κατασχέσεις «μαύρου χρήματος», επιτείνει την αβεβαιότητα και εμποδίζει την επιστροφή καταθέσεων στο σύστημα. Με αυτά τα δεδομένα, η εξάλειψη κάθε απαγόρευσης τοποθετείται το νωρίτερο στα μέσα του ερχόμενου καλοκαιριού. Οπως επισημαίνει στην ενδιάμεση έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, για τη σταδιακή κατάργηση των περιορισμών απαιτούνται η διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών και ένα συντεταγμένο σχέδιο. Οπως εξηγεί, «κάθε βήμα θα πρέπει να γίνεται κατόπιν προσεκτικής μελέτης με στόχο να μην πληγεί η ρευστότητα των τραπεζών, πράγμα που θα ανάγκαζε τις Αρχές να αναστείλουν τυχόν μέτρα χαλάρωσης».
Συνεπώς, προσθέτει ο κεντρικός τραπεζίτης, σημαντικές αποφάσεις θα ήταν δυνατόν να ληφθούν μόνο αφού τεκμηριωθεί ότι «επικρατούν συνθήκες μακροοικονομικής, δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και αφού έχει επιστρέψει η εμπιστοσύνη των καταθετών και των επενδυτών στο τραπεζικό σύστημα και γενικότερα στην κατοχή ελληνικών επενδυτικών στοιχείων».
Ο κρίσιμος σταθμός
Και αυτό δεν μπορεί να συμβεί προτού κλείσει το πρώτο review από το κουαρτέτο των δανειστών, κάτι που δεν πρόκειται να γίνει με τα σημερινά δεδομένα ως το τέλος Φεβρουαρίου. Ακόμη λοιπόν και στο καλύτερο σενάριο, το πρώτο κύμα άρσης των όποιων μέτρων επιλεγούν αναμένεται προς το τέλος του πρώτου τριμήνου της νέας χρονιάς. Θα ακολουθήσει μια περίοδος παρακολούθησης και ανάλυσης των επιπτώσεων στις τράπεζες και στην εμπιστοσύνη νοικοκυριών και επιχειρήσεων πριν από το επόμενο βήμα.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, κάθε νέο μέτρο δεν θα πρέπει να υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των εναπομεινάντων περιορισμών. Για τον λόγο αυτόν η νομισματική αρχή παρακολουθεί σε τακτική βάση τις συνθήκες ρευστότητας, ενώ εξετάζει και σενάρια στη βάση σχεδιαζόμενων μέτρων ώστε να αποφεύγονται πισωγυρίσματα και να μη δημιουργείται ανάγκη αυξημένης προσφυγής των τραπεζών στον Εκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA).
Τα πρώτα μέτρα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να εξεταστούν σχετίζονται με τη μεταφορά περαιτέρω αρμοδιοτήτων στις υποεπιτροπές των τραπεζών και τη λελογισμένη αύξηση των εγκριτικών ορίων, αν διαπιστωθεί ότι η ζήτηση για εγκρίσεις ρευστότητας ξεπερνά επανειλημμένως το ισχύον πλαφόν. Ενδεχομένως στο πρώτο κύμα αλλαγών να δοθεί η δυνατότητα πραγματοποίησης διαφόρων μορφών επένδυσης με τη χρήση τραπεζικών καταθέσεων.
Επίσης, όταν οι συνθήκες ρευστότητας και εμπιστοσύνης το επιτρέψουν, θα πρέπει να αρθούν σταδιακά περιορισμοί που σχετίζονται με το άνοιγμα νέων λογαριασμών και πρόωρης λήξης προθεσμιακών καταθέσεων, εξέλιξη που θα συμβάλει θετικά στην εμπιστοσύνη των αποταμιευτών. Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θέλουν να αρθεί κάθε περιορισμός για το «φρέσκο» χρήμα που εισρέει στο σύστημα ως κίνητρο για την επιστροφή των αποθησαυρισμένων χαρτονομισμάτων. Τελευταίο αναμένεται να καταργηθεί το όριο στις αναλήψεις μετρητών, που διαμορφώνεται σε 420 ευρώ εβδομαδιαίως.
Τα ευρώ στο στρώμα
Εκτιμάται ότι το μεγαλύτερο μέρος των εκροών ύψους 42 δισ. ευρώ που σημειώθηκαν από τον περασμένο Νοέμβριο ως το τέλος Ιουνίου αναλήφθηκε υπό τη μορφή μετρητών. Ενδεικτικό της ζήτησης για ρευστό είναι το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ελλάδος την υπό εξέταση περίοδο χορήγησε στις τράπεζες τραπεζογραμμάτια ύψους 18 δισ. ευρώ για να καλύψουν τις ανάγκες των πελατών τους. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, καταθέσεις 5,6 δισ. ευρώ εστάλησαν με εμβάσματα σε τράπεζες στο εξωτερικό, ενώ οι εκροές κεφαλαίων για διασυνοριακές επενδύσεις χαρτοφυλακίου ανήλθαν σε 7,2 δισ. ευρώ.
Τα υπόλοιπα, περί το 20% των απωλειών, εκτιμάται ότι δαπανήθηκαν για πληρωμή φορολογικών υποχρεώσεων και για καταναλωτικές ανάγκες. Η τάση αυτή αναμένουν οι τραπεζίτες ότι θα συνεχιστεί τουλάχιστον ως και το τέλος του χρόνου, εκτιμώντας ότι τα υπόλοιπα νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα υποχωρήσουν στα 118 δισ. ευρώ έναντι 121 δισ. ευρώ στο τέλος Οκτωβρίου, με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία.
Οπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η Alpha Bank, το τελευταίο εννεάμηνο καταγράφεται μια αυξανόμενη χρήση αποταμιευτικών πόρων από τα νοικοκυριά για τη διατήρηση του επιπέδου ζωής τους στα ίδια επίπεδα. Ενδεικτική της τάσης αυτής είναι και η πορεία των υπολοίπων στις προθεσμιακές καταθέσεις, τα οποία έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από τις αρχές του 2006 λόγω μεταφοράς κεφαλαίων σε λογαριασμούς πρώτης ζήτησης για κάλυψη διαφόρων υποχρεώσεων. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, ένα ποσοστό περί το 30% των λογαριασμών προθεσμίας που λήγουν κάθε μήνα δεν ανανεώνεται, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των νέων συμβάσεων δεν ξεπερνά τον έναν μήνα.
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤτΕ
Ηπιότερη της αναμενομένης η ύφεση
Χαμηλότερη των πρώτων εκτιμήσεων που διατυπώθηκαν μετά την επιβολή των capital controls θα είναι η ύφεση της ελληνικής οικονομίας εφέτος, σύμφωνα με την Εκθεση για τη Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος. Σύμφωνα με τον διοικητή της Γιάννη Στουρνάρα, οι επιπτώσεις στην οικονομία από τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, παρά το αρχικό σοκ της τραπεζικής αργίας, ήταν τελικά ηπιότερες. Σε αυτό συνέβαλαν η ταχεία χαλάρωση των πρώτων, πιο αυστηρών περιορισμών που είχαν επιβληθεί, η βελτίωση της διαχείρισης των ελέγχων από τις αρμόδιες διευθύνσεις των τραπεζών, αλλά και η ορθολογική συμπεριφορά των καταναλωτών.
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤτΕ
Ηπιότερη της αναμενομένης η ύφεση
Χαμηλότερη των πρώτων εκτιμήσεων που διατυπώθηκαν μετά την επιβολή των capital controls θα είναι η ύφεση της ελληνικής οικονομίας εφέτος, σύμφωνα με την Εκθεση για τη Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος. Σύμφωνα με τον διοικητή της Γιάννη Στουρνάρα, οι επιπτώσεις στην οικονομία από τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, παρά το αρχικό σοκ της τραπεζικής αργίας, ήταν τελικά ηπιότερες. Σε αυτό συνέβαλαν η ταχεία χαλάρωση των πρώτων, πιο αυστηρών περιορισμών που είχαν επιβληθεί, η βελτίωση της διαχείρισης των ελέγχων από τις αρμόδιες διευθύνσεις των τραπεζών, αλλά και η ορθολογική συμπεριφορά των καταναλωτών.
Με βάση τις εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας, όπως φαίνεται και από τα προσωρινά στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο του 2015, στη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου η δραστηριότητα θα σημειώσει κάμψη, οδηγώντας την οικονομία σε ύφεση. Επιβαρυντικά θα λειτουργήσουν οι επιπτώσεις των κεφαλαιακών περιορισμών στη χρηματοδότηση της οικονομίας αφενός, αλλά και της φορολογικής επιβάρυνσης των νοικοκυριών αφετέρου.
Η ύφεση πάντως, σύμφωνα με όλες τις υφιστάμενες ενδείξεις, αναμένεται κατά την Τράπεζα της Ελλάδος να είναι περιορισμένη στο σύνολο του έτους. Για το 2016 η νομισματική αρχή εκτιμά ότι ο ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ, τουλάχιστον το πρώτο εξάμηνο, θα παραμείνει σε αρνητικό έδαφος λόγω της υψηλής μεταφερόμενης επίδρασης (carry-over) από το 2015.
Οπως αναφέρεται στην έκθεση, η πορεία της οικονομικής δραστηριότητας το 2016 συνδέεται άρρηκτα με τον ρυθμό υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στη συμφωνία, αλλά και με τον βαθμό ευρύτερης αποδοχής τους. «Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας είναι, μετά την επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση των σημαντικών τραπεζών, η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων και τελικώς η άρση τους, η βελτίωση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης» τονίζει ο κ. Στουρνάρας.
Οπως εξηγεί, στον βαθμό που περιορίζεται η αβεβαιότητα, χαλαρώνουν περαιτέρω οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και κυρίως εφαρμόζονται με συνέπεια οι όροι της συμφωνίας, η ύφεση θα γίνεται ηπιότερη και θα αυξάνονται οι πιθανότητες ανάκαμψης το δεύτερο εξάμηνο του 2016.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
