Το Βερολίνο θέλει συνθηκολόγηση, οι παρεμβάσεις του κερδίζουν έδαφος

«Ενας δημοσιογράφος ρωτάει την Ανγκελα Μέρκελ: "Ξέρετε πότε θα τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις των δανειστών με την Αθήνα;". "Δεν ξέρω" απαντά εκείνη. "Ρωτήστε τον Φρανσουά Ολάντ". "Ούτε κι αυτός ξέρει"».

Το Βερολίνο θέλει συνθηκολόγηση, οι παρεμβάσεις του κερδίζουν έδαφος
«Ενας δημοσιογράφος ρωτάει την Ανγκελα Μέρκελ: “Ξέρετε πότε θα τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις των δανειστών με την Αθήνα;”. “Δεν ξέρω” απαντά εκείνη. “Ρωτήστε τον Φρανσουά Ολάντ”. “Ούτε κι αυτός ξέρει”».
Το ανέκδοτο αυτό που κυκλοφορεί τελευταία στο Βερολίνο θέλει να δείξει την αμηχανία στην οποία βρίσκονται ακόμη και εκείνοι οι πολιτικοί που θα έπρεπε να ξέρουν τα πάντα. Κι όμως, η εικόνα που δίνουν είναι εκείνη της πλήρους άγνοιας. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από τη συνάντηση της γερμανίδας καγκελαρίου και του γάλλου προέδρου με τον Αλέξη Τσίπρα στη Ρίγα. Οι δύο πρώτοι δήλωναν μεν ότι ο χρόνος πιέζει και ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να λήξουν, ταυτόχρονα όμως κάθε άλλο παρά σίγουροι έδειχναν πως αυτό θα συμβεί πραγματικά.

«Οι ως τώρα συνομιλίες έδειξαν ότι οι δύο πλευρές έχουν ασύμβατες θέσεις»
λέει κυβερνητική πηγή. Απόδειξη, προσθέτει, ότι επαναδιαπραγματεύονται συχνά θέματα που είχαν κατ’ αρχάς διεκπεραιώσει, όπως τον ΦΠΑ. «Με τον ρυθμό που έχουν θα χρειαστούν ίσως μήνες για να βρουν τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή» προσθέτει.
Γι’ αυτό και στη γερμανική κυβέρνηση ωριμάζει τελευταία η άποψη ότι η μόνη εναπομείνασα λύση είναι η πολιτική. Οχι εκτός θεσμών, ήτοι σε συνόδους κορυφής, σε «τριμερείς» ή «επταμερείς» συναντήσεις, αλλά εντός αυτών –μέσω «πυροσβεστικών» παρεμβάσεων του γαλλογερμανικού διευθυντηρίου.
Αυτόν τον «δυϊσμό» τον εξέφρασε σαφώς η κυρία Μέρκελ στη Ρίγα λέγοντας ότι «η Γαλλία και η Γερμανία είναι διατεθειμένες, όποτε χρειάζεται, να προσφέρουν συνδρομή στην ελληνική κυβέρνηση, όμως η συμφωνία πρέπει να καταρτιστεί με τους τρεις θεσμούς».
Η πολιτική λύση δεν θα συνίσταται όμως, όπως ελπίζει η Αθήνα, σε ουσιαστικές παραχωρήσεις αλλά στην πλήρη επιβολή της καγκελαρίου σε όλα τα επίμαχα πεδία. «Η Μέρκελ δεν είναι λιγότερο σκληρή από τον Σόιμπλε» λέει η πηγή. «Η μόνη διαφορά μεταξύ τους είναι ότι εκείνος δεν θέλει να αποτρέψει με κάθε μέσο την ελληνική χρεοκοπία, ενώ εκείνη επιμένει απόλυτα στην παραμονή της Ελλάδας, με τους δικούς της πάντοτε όρους».
Τυχόν πολιτική λύση θα συνοδεύεται λοιπόν αναγκαστικά από όρους που θα θέτουν υπό αίρεση την προγραμματική βάση της κυβέρνησης Τσίπρα. «Διαφορετικά δεν γίνεται» λέει η πηγή. «Αν οι παραχωρήσεις είναι πέραν του δέοντος μεγάλες, θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου: θα θέλουν και οι άλλες υπερχρεωμένες χώρες παρόμοια μεταχείριση. Το γερμανικό μοντέλο δημοσιονομικής σταθερότητας θα αχρηστευόταν έτσι. Και αυτό θα ήταν ένας άλλος τρόπος διάλυσης της ευρωζώνης».
Η Κοινοβουλευτική Ομάδα των Χριστιανοδημοκρατών, προσθέτει, υποστηρίζει την καγκελάριο μόνο στον βαθμό που αυτή ακολουθεί σκληρή πολιτική απέναντι την Αθήνα. Η γραμμή αυτή, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας σε ευρωπαϊκά θέματα Μίχαελ Στίπγκεν, έχει σαφή σειρά προτεραιοτήτων: πρώτα η αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος και ύστερα συνομιλίες για ένα τρίτο πρόγραμμα –πάντοτε στη βάση σαφών όρων.
Η κοινή πεποίθηση στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα είναι ότι μόνο ένα «θαύμα» θα μπορούσε πλέον να οδηγήσει σε έγκαιρη συμφωνία. Και δεδομένου ότι η κυρία Μέρκελ δεν είναι θαυματοποιός, το θαύμα, όπως λέει η πηγή, θα μπορούσε να είναι μόνο «πραγματιστικό», προσαρμοσμένο δηλαδή στη δική της νηφάλια πραγματικότητα. Αυτό προϋποθέτει όμως πάλι τη μερική τουλάχιστον συνθηκολόγηση του κ. Τσίπρα. Διαφορετικά η κατάσταση θα εκτραπεί μοιραία –παρ’ όλο που κανένας δεν το θέλει –προς την κατεύθυνση του Grexit.

«Το Σχέδιο Β’ για μια τέτοια περίπτωση υπάρχει στα συρτάρια»
λέει η πηγή. Με την εκπόνησή του είναι επιφορτισμένοι πολιτικοί της δεύτερης γραμμής, όπως ο υφυπουργός Οικονομικών Τόμας Στέφεν. Προς το παρόν γίνονται μόνο «προειδοποιητικοί» υπαινιγμοί για αυτό, όπως δείχνουν τις τελευταίες εβδομάδες οι δηλώσεις του κ. Σόιμπλε. «Θα είναι κατ’ αρχάς μια μη συμβατική λύση που θα περιλαμβάνει ένα παράλληλο προς το ευρώ νόμισμα και έλεγχο στη διακίνηση κεφαλαίων» προσθέτει. Τις λεπτομέρειές του τις γνωρίζουν μόνο οι πολιτικοί της πρώτης σειράς –Μέρκελ, Ολάντ, Σόιμπλε. Αλλά ούτε και εδώ πάλι ξέρουν πότε ακριβώς θα μπορούσε να συμβεί.

Ράινχολτ Λοπάτκα, Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Αυστριακού Λαϊκού Κόμματος
«Μπορεί να συμβεί Grexit, αν δεν βελτιωθεί ο τρόπος διαπραγμάτευσης»

Η Αυστρία είναι ιστορικά ο «μικρός αδελφός» της Γερμανίας. Σε πολλά θέματα ακολουθεί παρόμοια γραμμή, αν και συνήθως σε πιο ήπια μορφή. Αυτό ισχύει, όπως φαίνεται από την παρακάτω συνέντευξη του Ράινχολτ Λοπάτκα, προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του συντηρητικού Αυστριακού Λαϊκού Κόμματος (ÖVP).
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και δανειστών δεν πάνε καθόλου καλά. Εχετε κάποια εξήγηση;
«Οσο η ελληνική πλευρά επιμένει να περιγράφει απλώς τα θέματα χωρίς να παρουσιάζει το περιεχόμενο, είναι επόμενο να υπάρχει στασιμότητα στις διαπραγματεύσεις. Και αυτή δεν μπορεί να ξεπεραστεί με πολιτικές λύσεις».
Ποια είναι η βασική θέση της Βιέννης στο ελληνικό ζήτημα;
«Η Αθήνα πρέπει να τηρήσει απαρέγκλιτα τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου στο Eurogroup. Αυτό σημαίνει αξιολόγηση και κλείσιμο του δεύτερου προγράμματος. Ολα τα άλλα έρχονται μετά».
Η ελληνική κυβέρνηση αποδέχθηκε ενδιάμεσα το κλείσιμο του τρέχοντος προγράμματος, προτείνει όμως μια λύση-πακέτο, που θα συμπεριλαμβάνει και μια συμφωνία για τη μετά εποχή…
«Δύσκολο να γίνουν και τα δύο ταυτόχρονα. Επαναλαμβάνω: πρώτα το κλείσιμο του δεύτερου προγράμματος και ύστερα η συζήτηση για ενδεχόμενο τρίτο».
Ο αυστριακός υπουργός Οικονομικών Χανς Γεργκ Σέλινγκ δεν αποκλείει το Grexit, με τη μορφή ενός «ατυχήματος». Τι λέτε εσείς;
«Το ίδιο. Κανένας από εμάς δεν το θέλει, αλλά αν δεν βελτιωθεί ο τρόπος διαπραγμάτευσης θα μπορούσε να συμβεί».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version