Είμαστε και πάλι μπροστά σε ένα μακρύ κύκλο διαπραγματεύσεων με την τρόικα.
Τούτη τη φορά αντικείμενο της διαπραγμάτευσης είναι η εκτέλεση του τρέχοντος προγράμματος, δηλαδή το πλήθος των 600 τόσων δράσεων και ρυθμίσεων, που έχουν χαρακτηρισθεί ως προαπαιτούμενες για την επόμενη κρίσιμη επαναρύθμιση του χρέους.
Η κυβέρνηση είναι φανερό ότι αδυνατεί να εκπληρώσει σε ένα μήνα ,μέχρι την επόμενη αξιολόγηση του Σεπτεμβρίου, όλες αυτές τις υποχρεώσεις.
Και για τούτο επιδιώκει αλλαγές ώστε το πρόγραμμα να γίνει ρεαλιστικό,εφαρμόσιμο και βεβαίως να μην αποτελέσει εμπόδιο στη διαπραγμάτευση του χρέους.
Ουσιαστικά ζητείται από την τρόικα να επιλέξει τα μεγάλα και κρίσιμα των προαπαιτούμενων και να αφήσει τις λεπτομέρειες στη διακριτική ευχέρεια της ελληνικής κυβέρνησης.
Κατά μία εκδοχή αυτό ήταν και το βασικό αίτημα που μετέφερε ο πρωθυπουργός κ.Αντ.Σαμαράς στον Ζαν Κλωντ Γιούνκερ κατά τις συναντήσεις που είχε μαζί του.
Η κυβέρνηση με τον τρόπο αυτό θέλει να ”καθαρίσει” το δρόμο προς τη ρύθμιση του χρέους και βεβαίως να περιορίσει το ρόλο και την ασφυκτική πίεση της τρόικας στις ελληνικές υποθέσεις.
Εκμεταλλεύεται τις καλύτερες συνθήκες που προκύπτουν από τις αναβαθμίσεις των διεθνών οίκων αξιολόγησης, το ευνοϊκότερο κλίμα που επικρατεί διεθνώς για την Ελλάδα, αλλά και τις πολλές αμφισβητήσεις που έχουν εγερθεί για το ρόλο της τρόικας, τα λάθη της και τις προβληματικές επιλογές της ως προς το βάρος και τις επιπτώσεις των μέτρων στο σώμα της ελληνικής οικονομίας.
Αυτές είναι πλέον διαπιστωμένες απ’ όλους και αν οι εταίροι θέλουν πραγματικά να βοηθήσουν θα μπορούσαν να αποδεχθούν ένα πιο ρεαλιστικό ελληνικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα εν όψει των διαπραγματεύσεων για το χρέος και να ελευθερώσουν τη χώρα και την οικονομία της από αυτό το τόσο ασφυκτικό και δεσμευτικό πλαίσιο, που πλέον εμποδίζει, περιορίζει και δεν βοηθάει την ανάπτυξη και την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Το κρίσιμο για τη χώρα αυτή τη στιγμή είναι να επιτύχει μια καλύτερη ρύθμιση για το χρέος και ταυτόχρονα να ανακτήσει ελευθερία επιλογών, να ξανακερδίσει οικονομική ανεξαρτησία και να αναλάβει η ίδια τη χάραξη και εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής. Έχει συγκεντρωθεί άλλωστε εντός της χώρας αρκετή εμπειρία και γνώση γύρω από το ελληνικό πρόβλημα.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν αυτή την συνδυασμένη επιδίωξη είναι ρεαλιστική ή πρόκειται για μια από τις συνήθεις ελληνικές ασκήσεις θάρρους εν όψει κρίσιμων διαπραγματεύσεων με εταίρους και δανειστές;
Το ρίσκο είναι αλήθεια μεγάλο και οι προηγούμενες εμπειρίες από αντίστοιχες προσπάθειες δεν είναι οι καλύτερες.
Ωστόσο είναι κοινώς παραδεκτό πια ότι Πολιτική σε συνθήκες εξάρτησης και μακράς αιχμαλωσίας δεν μπορεί να ασκηθεί.
Απ’ αυτή την άποψη αξίζει η προσπάθεια ”απελευθέρωσης”…
