H ευρωπαϊκή διεύρυνση και η προοπτική της μελλοντικής υιοθέτησης του κοινού νομίσματος (ευρώ) από τις περισσότερες (αν όχι όλες τις) υπό ένταξη 10 νέες χώρες έχουν οδηγήσει τους τελευταίους μήνες, όπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, σε μεγάλες κούρσες τιμών στις χρηματιστηριακές και ομολογιακές αγορές των χωρών αυτών. «Στις θετικές αυτές εξελίξεις συνέβαλαν τα υψηλά επίπεδα ρευστότητας στις διεθνείς αγορές, λόγω των ιστορικών χαμηλών επιπέδων επιτοκίων σε ΗΠΑ, ευρωζώνη και Ιαπωνία, που ώθησαν τους επενδυτές σε τοποθετήσεις με σχετικά υψηλά επίπεδα υποσχόμενων αποδόσεων. H προσέλκυση διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων από τις αγορές των υπό ένταξη χωρών υποστηρίχθηκε επιπλέον και από το γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές ακολούθησαν σταθεροποιητικές οικονομικές πολιτικές και προώθησαν σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές κατά τη διαδικασία ικανοποίησης των απαιτούμενων κριτηρίων για την ένταξή τους στην EE» σημειώνει ο κ. Πλ. Μονοκρούσος, επικεφαλής οικονομικής ανάλυσης της EFG Eurobank.
* Βουλγαρία και Ρουμανία
Εκτός από τις αγορές των δέκα υπό ένταξη χωρών, υποστηρίζει ο ίδιος, οι αγορές των δύο υποψήφιων χωρών Βουλγαρίας και Ρουμανίας, αλλά και αυτή της Τουρκίας, έχουν τους τελευταίους μήνες «γευθεί του καρπούς» της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας που σηματοδοτεί η πορεία ένταξης στην EE. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι διαφορές απόδοσης των ευρωομολόγων (eurobonds) Βουλγαρίας και Τουρκίας έναντι των γερμανικών ομολόγων αντίστοιχης διάρκειας μειώθηκαν κατά τουλάχιστον 50 μονάδες βάσης και 200 μονάδες βάσης, αντίστοιχα, το προηγούμενο έτος, ενώ η τουρκική λίρα ισχυροποιήθηκε σημαντικά σε πραγματικούς όρους.
«Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης των υπό ένταξη χωρών στην Ευρωπαϊκή Ενωση να αποτελεί πλέον ζήτημα περίπου δύο εβδομάδων, η προοπτική ένταξης των νομισμάτων των υπό ένταξη χωρών στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ERM ΙΙ) αποτελεί μείζον θέμα. Οι αγορές ήδη τοποθετούνται σχετικά με την πιθανή ημερομηνία ένταξης καθεμιάς από αυτές τις χώρες στον μηχανισμό, καθώς και με την πιθανή κεντρική ισοτιμία του νομίσματός τους ως προς το ευρώ. Μερικές από τις μικρότερες υπό ένταξη χώρες, όπως Εσθονία, Μάλτα, Λιθουανία και Κύπρος, αναμένεται να ζητήσουν είσοδο των νομισμάτων τους στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών αμέσως μετά την ένταξή τους στην EE την 1η Μαΐου 2004. H κεντρική ισοτιμία με την οποία καθεμιά από τις προαναφερθείσες χώρες θα εισέλθει στο ERM ΙΙ δεν θα απέχει πολύ από την ισοτιμία πριν από την ένταξη. Παρ’ όλα αυτά, τα νομίσματα των μεγαλυτέρων υπό ένταξη χώρων (Πολωνία, Ουγγαρία και Τσεχία) αναμένεται να εισέλθουν στον μηχανισμό μετά το 2004 και αφού πρώτα οι χώρες αυτές επιτύχουν ικανοποιητικά επίπεδα δημοσιονομικής και μακροοικονομικής σταθερότητας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην περίπτωση της Πολωνίας η ισοτιμία ευρώ/ζλότι βρίσκεται στα επίπεδα του 4,72, ενώ αναμένεται σημαντική υποτίμηση του πολωνικού νομίσματος (ενδεχομένως προς τα επίπεδα του 4,30 ανά ευρώ) πριν από την ένταξή του στο ERM ΙΙ» σημειώνει ο κ. Μονοκρούσος.
* Τα κριτήρια του Μάαστριχτ
H ένταξη στην EE των νέων χωρών δεν συνεπάγεται αυτόματα και είσοδό τους στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (δηλαδή υιοθέτηση του κοινού νομίσματος) ή υιοθέτηση της συμφωνίας του Schengen. Κάθε χώρα-μέλος της EE που επιθυμεί να υιοθετήσει το κοινό νόμισμα πρέπει πρώτα να ικανοποιήσει σειρά ποσοτικών κριτηρίων που είναι ευρέως γνωστά και ως κριτήρια του Maastricht. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Credit Suisse First Boston, από τις μεγάλες χώρες της διεύρυνσης η Τσεχία αναμένεται να γίνει πλήρες μέλος της ευρωζώνης την περίοδο 2009-20010, ενώ η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Σλοβακία το 2009. Παράλληλα οι εκτιμήσεις της UBS αναφέρουν ότι η Πολωνία και η Τσεχία θα ενταχθούν στην ευρωζώνη το 2010-2011, η Ουγγαρία το 2009-2010, η Σλοβακία το 2009, η Μάλτα και η Κύπρος το 2008 και οι Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία και Σλοβενία το 2007. Από τις μεγάλες χρηματιστηριακές αγορές της διεύρυνσης, στην παρούσα συγκυρία, η UBS συστήνει «αυξημένη θέση» στην αγορά της Τσεχίας, «ουδέτερη θέση» στην αγορά της Ουγγαρίας και «μειωμένη θέση» στην αγορά της Πολωνίας. Αναφορικά με τα νομίσματα, η Credit Suisse First Boston «βλέπει» για το επόμενο 12μηνο την ισοτιμία της τσεχικής κορόνας με το ευρώ στο 32,5, του ουγγαρέζικου φιορινιού στο 265 και του πολωνικού ζλότι στο 4,70.
Ο κ. Edward Teather, οικονομολόγος της UBS, εκτιμούσε ότι θα απαιτηθεί περίπου μία δεκαετία ολοκλήρωσης της ενταξιακής διαδικασίας, σημειώνοντας ότι ο αντίκτυπος από την είσοδο των 10 νέων χωρών θα είναι σχετικά μικρός στο σύνολο της Ενωσης, αλλά μπορεί να είναι θετικότερος για χώρες που έχουν μεγαλύτερη έκθεση σε διάφορες οικονομίες, όπως η Γερμανία και η Αυστρία.
Συνολικά το ΑΕΠ των 10 νέων χωρών κυμαίνεται γύρω στα 450 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί μόλις στο 5% του ΑΕΠ της EE των 15 χωρών-μελών. Δεδομένου ότι το ΑΕΠ της EE-15 εκτιμάται στα 9.169 δισ. ευρώ, το συνολικό ΑΕΠ της EE-25 διαμορφώνεται γύρω στα 9.620 δισ. ευρώ έναντι 11.084 δισ. ευρώ της οικονομίας των ΗΠΑ. Οι χώρες της διεύρυνσης διαθέτουν κατά κεφαλήν ΑΕΠ που κυμαίνεται μεταξύ του 35% και του 77% του μέσου όρου της EE των «15». Σύμφωνα με στοιχεία της Credit Suisse First Boston, το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ των χωρών της διεύρυνσης εκτιμάται στα 10.700 ευρώ έναντι 23.210 ευρώ που είναι το αντίστοιχο της EE των 15 χωρών-μελών.
* H ακτινογραφία της νέας EE
Αν πάρουμε ως βάση (=100) το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ των 15 χωρών της EE στην EE των 25 χωρών, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας κυμαίνεται στο 71% έναντι 35% της Λετονίας και 189% του Λουξεμβούργου που βρίσκονται στα δύο άκρα. Ο σχετικός πίνακας της Credit Suisse First Boston ακτινογραφεί αναλυτικά τη διευρυμένη EE.
Η κυρία Christel Aranda-Hassel, οικονομολόγος της Credit Suisse First Boston, εκτιμούσε ότι πιθανόν ο μακροοικονομικός αντίκτυπος της διεύρυνσης να είναι τελικά θετικός, αλλά σχετικά πολύ μικρός για την περιοχή συνολικά. H προσθήκη 75 εκατομμυρίων νέων καταναλωτών είναι θετικό γεγονός για την οικονομία, θα υπάρξουν όμως νικητές και ηττημένοι. Το συνολικό κόστος της διεύρυνσης της EE μεταξύ 1990 και 2006 κυμαίνεται γύρω στα 69,5 δισ. ευρώ, που αντιπροσωπεύει (για τα 17 έτη) το 1% του συνολικού ΑΕΠ και το 0,05% των δαπανών σε ετήσια βάση. Για την περίοδο 2004-2006 υπολογίζεται ότι κεφάλαια ύψους 25 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν προς τις χώρες της διεύρυνσης, κεφάλαια που αντιπροσωπεύουν το 2% του ΑΕΠ των νέων χωρών, αλλά μόλις το 0,1% του ΑΕΠ της EE σε ετήσια βάση. Ο πληθυσμός των δέκα χωρών της διεύρυνσης διαφέρει εντυπωσιακά, καθώς της Πολωνίας (38,2 εκατομμύρια) πλησιάζει σε μέγεθος τον πληθυσμό της Ισπανίας, ενώ Τσεχία και Ουγγαρία έχουν παραπλήσιους αριθμητικά πληθυσμούς με την Πορτογαλία, το Βέλγιο και την Ελλάδα και οι υπόλοιπες χώρες έχουν πληθυσμούς ίσους ή και χαμηλότερους από τον πληθυσμό της Φινλανδίας (5,2 εκατ.) Στο σύνολο ο πληθυσμός των χωρών διεύρυνσης αποτελεί το 20% αυτού της EE-15, αλλά αναφορικά με τη δημογραφική δομή της EE-25 δεν σημειώνονται σημαντικές διαφοροποιήσεις. Ετσι στην EE-25 το ποσοστό του πληθυσμού μεταξύ 15 και 64 ετών διαμορφώνεται στο 67,2% έναντι 66,8% στην EE-15 και 66,2% στις ΗΠΑ. Σε γενικές γραμμές, η πέμπτη κατά σειρά διεύρυνση στην 50χρονη ιστορία της Ευρωπαϊκής Ενωσης την 1η Μαΐου αναμένεται να ενισχύσει τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης των δέκα υπό ένταξη χωρών κατά 1,4 έως 2,7 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως ως το 2009. Λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους της οικονομίας των δέκα νέων μελών, η επίπτωση της διεύρυνσης στον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της EE θα είναι πολύ μικρότερη (προσδιορίζεται σε 0,5 – 0,7 ποσοστιαίες μονάδες ως το 2009).
