Το προϊόν σου πρέπει να… αγαπιέται

ΠΩΣ ΕΧΑΣΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΒΓΑΖΩ ΤΩΡΑ ΛΕΦΤΑ Το προϊόν σου πρέπει να... αγαπιέται Απαντά ο κ. Νεοπτόλεμος Βοσινάκης Ο κ. Νεοπτόλεμος Βοσινάκης γεννήθηκε το 1946 στην Πάτρα. Σπούδασε στο Κολλέγιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη London School of Economics. Αρχικά ασχολήθηκε με την παραγωγή φρυγανιών, έναν κλάδο που σήμερα έχει περάσει στον όμιλο Φιλίππου. Από το 1996 μπαίνει στον κλάδο της αρτοποιίας

Το προϊόν σου πρέπει να… αγαπιέται




Ο κ. Νεοπτόλεμος Βοσινάκης γεννήθηκε το 1946 στην Πάτρα. Σπούδασε στο Κολλέγιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη London School of Economics. Αρχικά ασχολήθηκε με την παραγωγή φρυγανιών, έναν κλάδο που σήμερα έχει περάσει στον όμιλο Φιλίππου. Από το 1996 μπαίνει στον κλάδο της αρτοποιίας ειδικών προδιαγραφών. Διαθέτει δύο μονάδες, μία στην Πάτρα και μία στην Αθήνα, ενώ ετοιμάζει και μία τρίτη στη Θεσσαλονίκη. Είναι παντρεμένος και η γυναίκα του ασχολείται με τη συντήρηση έργων τέχνης.



ΟΙ ΗΠΕΙΡΩΤΕΣ είναι ταυτισμένοι με την αρτοποιητική τέχνη εδώ και αιώνες. Αν και το επίθετο του κ. Νεοπτόλεμου Βοσινάκη παραπέμπει στην Κρήτη, οι γονείς του ήσαν εξ Ηπείρου. Ετσι, δεν είναι περίεργο που ενώ ο ίδιος θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα στη London School of Econo-mics, σήμερα είναι επικεφαλής μιας αρτοποιητικής μονάδας με ευρύτατες προοπτικές.


Από την Ηπειρο, ο πατέρας του Νίκος πηγαινοερχόταν στην Κωνσταντινούπολη για τις δουλειές του. Η Καταστροφή του 1922 τον βρήκε εκεί και τον έφερε άρον άρον στην Πάτρα όπου και δημιουργήθηκε, κυριολεκτικά από το μηδέν, όπως όλοι οι πρόσφυγες. Για τα δεδομένα της εποχής έφτιαξε ένα μεγάλο φούρνο, με ζαχαροπλαστείο, κάτι σαν τον «Φλόκα» της πρωτεύουσας. Με τη λεβεντιά που διέκρινε αυτούς τους ανθρώπους που ξαναγεννιούνταν συνεχώς από την τέφρα, ο πατέρας Βοσινάκης ήθελε ο γιος του να κάνει καλές σπουδές. Τον έστειλε στο Κολλέγιο Αθηνών και από εκεί στο Λονδίνο. Εμεινε 10 χρόνια στο Λονδίνο ο κ. Νεοπτόλεμος Βοσινάκης διευρύνοντας συνεχώς τον κύκλο των οικονομικών του σπουδών. «Καθώς στην Ελλάδα είχε κηρυχθεί δικτατορία, δεν είχα καμία διάθεση να επιστρέψω» λέει.


Τα πρώτα του χρήματα τα κέρδισε στην Αγγλία. Με σύσταση καθηγητή του μετείχε σε ομάδα που εργαζόταν για το υπουργείο Οικονομικών της χώρας κάνοντας έρευνα για την ανάπτυξη της αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο πατέρας του όμως δεν αισθανόταν καλά που ο μοναχογιός του είχε ξεφύγει και άρχιζε σταδιοδρομία στην ξενιτιά. Καθώς είχε και στρατιωτικές υποχρεώσεις, αναγκαστικά γύρισε πίσω, αλλά είπε στον πατέρα του πως αν ήταν να μείνει θα έκανε κάτι τελείως δικό του. Ούτως ή άλλως από τη δουλειά του πατέρα του απλή αίσθηση είχε μόνον.


Με μια γερή μορφωτική υποδομή από το Κολλέγιο και το Λονδίνο, αλλά και με μιαν αίσθηση πειθαρχίας και σοβαρότητας, βοηθείται από τον πατέρα του να ανοίξει τα δικά του φτερά και δύο ισχυροί χαρακτήρες ­ πατέρας και γιος ­ αποφασίζουν να συμπλεύσουν παράλληλα. Ο κ. Νεοπτόλεμος Βοσινάκης αρχίζει στην Πάτρα την ιστορία της ομώνυμης φρυγανιάς. Αφωσιώθηκε ολόψυχα στο αντικείμενό του και η φρυγανιά του έγινε brand name, ευρύτατα γνωστό. Είχε όμως την ατυχία να χάσει τον πατέρα του και να μείνει στα χέρια του μια ολόκληρη επιχείρηση που αν και δεν τη γνώριζε αποφάσισε να την κρατήσει για λόγους καθαρά συναισθηματικούς.


«Αυτή η κίνηση» λέει «απεδείχθη ύστερα από δύο – τρία χρόνια ότι ήταν εσφαλμένη. Βρέθηκα με δυσάρεστες οικονομικές υποχρεώσεις που για να καλυφθούν και για να μη σπιλωθεί το όνομά μας έπρεπε να υπάρξουν αρκετά γενναίες διευθετήσεις. Ετσι πούλησα ένα κομμάτι από την παραγωγή φρυγανιάς στους φίλους μου Γιάννη και Κωνσταντίνο Μπουτάρη για να καλύψω υποχρεώσεις από την επιχείρηση του πατέρα μου. Κατάφερα να κλείσω τον κύκλο αξιοπρεπώς. Στη συνέχεια προβληματίστηκα αν θα ξαναγύριζα στον χώρο της φρυγανιάς αλλά διαπίστωσα ότι με τραβούσε περισσότερο η ιδέα να στήσω και πάλι από την αρχή κάτι το τελείως δικό μου. Λόγω της ευρωπαϊκής μας ταυτότητας το ψωμί θα απελευθερώνονταν από τις πάρα πολύ έντονες στρεβλώσεις που υπήρχαν ως τότε στην αγορά. Με κατέκτησε η ιδέα να ασχοληθώ με το ψωμί. Ούτως ή άλλως η φρυγανιά με το όνομά μου πέρασε στον όμιλο Φιλίππου».


Ηταν πρόκληση, υποστηρίζει. «Το ψωμί στην Ελλάδα είχε ξεφύγει από την παράδοση του τόπου και επιπλέον ήταν διατιμημένο και μονοπωλιακό είδος. Οι άδειες των αρτοποιών κυκλοφορούσαν σαν τις άδειες των ταξιτζήδων και ο καταναλωτής ήταν αιχμάλωτος του φούρνου της γειτονιάς. Δυστυχώς με όλη αυτή την κατάσταση τρώμε το χειρότερο ποιοτικά ψωμί σε όλη την Ευρώπη. Ηταν κρίμα ο άνθρωπος της πόλης να μην μπορεί να απολαύσει το καλό ψωμί που απολάμβαναν οι άνθρωποι στην ύπαιθρο. Η μονοπωλιακή κατάσταση απέτρεψε επαγγελματίες με γνώσεις να μπουν στον χώρο. Εχω σήμερα ένα γάλλο αρτοποιό που με καμάρι λέει ότι είναι αρτοποιός έβδομης γενιάς. Κάτι ανάλογο δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Η άγνοια της τεχνολογίας τού ψωμιού είναι μεγάλη. Και όμως η διαδικασία της αρτοποίησης είναι ενδιαφέρουσα. Αν ακολουθηθεί, έχει ως αποτέλεσμα ένα προϊόν γευστικότατο και υγιεινότατο».


Η κοινοτική απόφαση που απαγορεύει τα κλειστά επαγγέλματα και δίδει ελευθερία τιμών πώλησης συνέπεσε χρονικά με τους προβληματισμούς του κ. Βοσινάκη. Το μεράκι του μπορούσε να υλοποιηθεί. Από το 1996 μπαίνει στην αγορά ψωμιού δημιουργώντας δύο μονάδες, μία στην Πάτρα και μία στην Αθήνα, που λειτουργούν με τις προδιαγραφές βιομηχανίας αλλά και με τη φαντασία και τη δημιουργικότητα του παλιού καλού φούρνου. Η φιλοσοφία του είναι να διαδώσει γεύσεις αλλά και την κουλτούρα του ψωμιού που το χαρακτηρίζει από τα πιο ευλογημένα προϊόντα της χώρας μας μαζί με το λάδι και το κρασί.


«Δεν υπάρχει ακόμη παιδεία στον τόπο μας γύρω από το ψωμί» επισημαίνει ο κ. Βοσινάκης. «Είμαστε το μόνο κράτος στην Ευρώπη που δεν έχει επαγγελματική σχολή αρτοποιίας αλλά το παρήγορο είναι πως υπάρχει ένα κοινό νέων κυρίως ανθρώπων που ζητούν καλό και υγιεινό ψωμί. Αυτό το ενδιαφέρον των νέων κάνει τον έρωτά μου για το σωστό ψωμί να μεγαλώνει συνεχώς. Σαν αγορά το ψωμί είναι ένα πάρα πολύ σοβαρό αντικείμενο και έτσι αφοσιώθηκα ολοκληρωτικά στη συγκεκριμένη προσπάθεια».


Η εξέλιξη της επιχείρησής του είναι θεαματική. Παράγει ημερησίως, χωρίς βοηθητικές ουσίες, γύρω στους τέσσερις τόνους ψωμιού που είναι περί τους οκτώ τύπους γερμανικών ψωμιών, τέεσερις τύπους γαλλικού και μεσογειακού ψωμιού με γάλλο ειδικό και συγκεντρώνει συνταγές από την Ελλάδα για να φτιάξει το φθινόπωρο και ελληνικά παραδοσιακά ψωμιά.


Ο ίδιος και οι στενοί συνεργάτες του, περίπου 70 άτομα, παρακολουθούν πολύ στενά τις υψηλής εφαρμογής τεχνολογικές βελτιώσεις στην Ευρώπη και στην Αμερική και τις μεταφέρουν στα καθ’ ημάς αλλά με προσοχή, ώστε η βιομηχανία να μη λειτουργήσει εις βάρος του χειροποίητου.


Η επικοινωνιακή του πολιτική είναι με αργά και σταθερά βήματα στο βάθος του χρόνου, έτσι ώστε να δημιουργήσει κύρος στην έννοια ψωμί. Ηδη έχει δύο κοινοτικά πιστοποιητικά ποιότητας, αφού στόχος του είναι η ποιοτική αρτοποιία. «Θέλω να πιστεύω» εξηγεί «πως είμαστε ένας πολύ μεγάλος φούρνος που λειτουργεί με επιστημονική γνώση και κατάρτιση. Η ειδίκευση είναι πολύ σημαντικός παράγων επιτυχίας. Αλλά πιστεύω, επίσης, πως ένα προϊόν για να είναι επιτυχημένο πρέπει να προσεγγίσει το κοινό του όχι μόνον μαρκετίστικα ή διαφημιστικά αλλά και κοινωνικά. Να αποκτήσει ρίζες στην κοινωνία. Να μάθει το κοινό να το εκτιμά».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version