Μου κάνει εντύπωση ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, στη γραμμή περίπου του Βουλγαράκη, συνδέει τη νομιμότητα όχι πλέον με την ηθική αλλά τη λογική.

Αυτό δήλωσε ικανοποιημένος το Σάββατο σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή.

Το ζήτημα όμως είναι κατά πόσο εγγράφεται μια μορφή νομιμότητας (π.χ. της λαοπρόβλητης κυβέρνησής μας) στη λογική του κατεξοχήν φιλάνθρωπου δυτικού ρασιοναλισμού;

Πώς δηλαδή, προτού εννοήσουμε αυτό που διατάζει ο νόμος, έχουμε συνείδηση ότι ο νόμος υπάρχει; Πράγμα που προφανώς σημαίνει ότι ο «νομοθέτης» του νόμου δεν είναι ο ανθρώπινος Λόγος (η λογική χονδρικά), αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος. Και πρέπει να καταλάβουμε – και να το παραδεχτούμε – ότι ο τρόπος με τον οποίο η νομιμότητα συνδέεται με τη λογική προέρχεται «έξω» από τον νόμο. Δηλαδή από τη συγκροτητική βία του νόμου, ώστε ως «εξουσία» να ορίζουμε τη «νομιμοποιημένη βία», σύμφωνα τουλάχιστον με τον Max Weber.

Να λοιπόν γιατί εάν η νομιμότητα επιθυμεί να αναγνωρίσει και να προωθήσει το συμφέρον της ανθρωπότητας στο πρόσωπο και του τελευταίου μετανάστη, η νόμιμη κυβέρνηση του κυρίου Πεταλωτή θα όφειλε το νόμο να τον καταλάβει όχι ως «γεγονός για τη λογική», αλλά ως «γεγονός για τον άνθρωπο».

Το θέμα κατά τη γνώμη μου συνίσταται στο ποιος νόμος είναι ικανός να αποφαίνεται υπέρ ή κατά της ανθρώπινης ζωής, ακόμη και όταν – όπως στην περίπτωση των απεργών – η ζωή αυτοβούλως επιλέγει μέσω της απεργίας πείνας τον θάνατο. Και αν οποιοσδήποτε κυβερνητικός εκπρόσωπος ή υπουργός Εσωτερικών αντιτείνει ότι πρόκειται περί αυτοκτονίας, τότε ο μελλοθάνατος απεργός θα μπορούσε να υποστηρίξει πως η απόφασή του υπαγορεύεται από μια «καθολική νομοθεσία» μέσω της έννοιας της ελευθερίας και όχι της λογικής (λογιστικής), ικανότητας που το βασικό της επιχείρημα είναι: «δεν σηκώνει άλλους μετανάστες ο τόπος».

Αυτό λοιπόν το χάσμα (ελευθερίας – λογικής) εκτρέπει τη νομιμότητα από τη λογική, δίνοντάς μας το δικαίωμα να υποστηρίξουμε ότι δεν πρέπει να ταυτίζουμε τον πρακτικό Λόγο με την ελευθερία.

Εδώ οι επικείμενοι θάνατοι συνανθρώπων μας οφείλουν να οδηγήσουν τους κυβερνώντες στο να υπαγάγουν (καλώς και όχι κακώς) το μερικό στο γενικό. Δηλαδή τη νομιμότητα στην εν κινδύνω ανθρώπινη ζωή και όχι στη λογική.

Ο Βαγγέλης Βενιζέλος το επισήμανε, προτρέποντας τους συναδέλφους του να αποφύγουν πειράματα «ευθανασίας», πράγμα που δεν συνηθίζεται πλέον ούτε και στα αδέσποτα σκυλιά.

Οπότε στη θεμιτή απορία των ημερών: «Μα, τι επιτέλους είναι δίκαιο;», η απάντηση δεν μπορεί να είναι: δίκαιο είναι το λογικό. Δίκαιο είναι η ζωή.

Δηλαδή η εμμένεια της ζωής. Μια απόλυτη αδιαπραγμάτευτη εμμένεια στον εαυτό της, ευλογημένη όσο ένα νεογέννητο και επικίνδυνη όσο μία βόμβα.

Εκπλήσσομαι όμως και με τη στάση όσων κατακεραυνώνουν ως «ανήθικη» κάθε κριτική στο Μνημόνιο και τους ανελεύθερους περιορισμούς που επιβάλλει. Αγνοούν ασφαλώς πως δεν πραγματώνει την ελευθερία η τρέχουσα κατάσταση στην Ελλάδα αλλά ότι αντίθετα η ελευθερία ενεργοποιείται μέσα στην κατάσταση. Αντιλαμβάνονται οι ανιστόρητοι τις προκείμενες της κριτικής φιλοσοφίας του Διαφωτισμού υπό το πρίσμα του ευτελέστερου πραγματισμού και της πλέον εθελόδουλης εργαλειακότητας. Αλλά η Ιστορία αποτελεί αυτήν την ενεργοποίηση. Και η Ιστορία θα δείξει.