Η εταιρεία ηλεκτρονικών παιχνιδιών GameStop όδευε προς πτώχευση και οι μεγάλοι χρηματιστηριακοί παίκτες είχαν πολλάκις δανειστεί μετοχές της ώστε, όταν η αξία της θα έφτανε να είναι μηδενική, να τις πουλήσουν και να βγάλουν κέρδος. Μέθοδος γνωστή και ως σορτάρισμα. Για τους μεγαλοεπενδυτές της Wall Street είναι μια καθ’ όλα νόμιμη και συνήθης πρακτική. Πλην όμως όχι τόσο… ηθική. Μέχρι που ο 34χρονος μικροεπενδυτής από τη Μασαχουσέτη Κιθ Γκιλ κατάφερε το ακατόρθωτο. Μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας Reddit κάλεσε μικροεπενδυτές να αγοράσουν τη μετοχή της GameStop, ενώ άνοιξε και κανάλι στο YouΤube με το ψευδώνυμο «Roaring Kitty» διαφημίζοντας τη μετοχή αυτή. Ηθελε απλώς, όπως λέει, «να δείξει την επενδυτική του φιλοσοφία». Το αποτέλεσμα ωστόσο ήταν ένα ξέφρενο και παράξενο ράλι από ορδές μικροεπενδυτών που έσπευδαν να αγοράσουν τη μετοχή, γεγονός που ούτε ο ίδιος δεν περίμενε, όπως παραδέχεται στη «Wall Street Journal». Η συνεννόηση Συγκεκριμένα, η ψηφιακή παρέα αντάλλασσε απόψεις και μέσω μιας ψηφιακής χρηματιστηριακής πλατφόρμας ονόματι Robinhood – όπου οι μικροεπενδυτές μπορούν να διεκπεραιώνουν χρηματιστηριακές συναλλαγές χωρίς να πληρώνουν προμήθεια – έγινε η συνεννόηση για τη μαζική αγορά των μετοχών της GameStop. Επρόκειτο ξεκάθαρα για μια επίθεση μικρών ψαριών έναντι των καρχαριών της Wall Street. Από τις αρχές του Ιανουαρίου, που η μετοχή της GameStop κυμαινόταν κάτω από τα 18 δολάρια, οι μικροεπενδυτές κατάφεραν μέσα σε δύο εβδομάδες να την εκτοξεύσουν στα 400 δολάρια! «Αυτή η ιστορία με ξεπερνάει» αναφέρει ο Γκιλ, ενώ δεν πιστεύει πόσο μεγάλη ανταπόκριση είχε το κάλεσμά του. Αργά το απόγευμα της Πέμπτης ο Γκιλ κατέθεσε στην αμερικανική Γερουσία με την κατηγορία χειραγώγησης της αγοράς. Υποστήριξε ότι ποτέ δεν παρείχε επενδυτικές συμβουλές έναντι αμοιβής και πως δεν χρησιμοποίησε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ζητώντας από τους επενδυτές να αγοράσουν ή να πουλήσουν προς δικό του όφελος. Εψαχνε θησαυρούς Ωστόσο, σύμφωνα με αγωγή που κατατέθηκε εναντίον του σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Μασαχουσέτης, ο Γκιλ παρουσίασε ψευδώς τον εαυτό του ως ερασιτέχνη, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για επαγγελματία, πιστοποιημένο αναλυτή επενδύσεων με άδεια χρηματιστηριακής μεσιτείας: «Προκειμένου να παρακινήσει ερασιτέχνες επενδυτές, ο Γκιλ εμφανίστηκε ως Ρομπέν των Δασών και χαρακτήρισε τους επαγγελματίες επενδυτές ως κακούς». «Του άρεσαν πάντα τα χρήματα και μάζευε από τον δρόμο σκρατς (ξυστά λαχεία) που πολλοί πετούσαν πιστεύοντας λανθασμένα ότι έχουν χάσει» λέει στη «Wall Street Journal» η μητέρα του Ελέιν Γκιλ. Από τότε μάλλον έψαχνε στους… άνθρακες θησαυρούς. Οι φαν του στο κοινωνικό δίκτυο Reddit αναφέρουν ότι θα μείνει στην ιστορία των στοιχημάτων της Wall Street ως ο μεγαλύτερος μύθος. Πώς μυήθηκε Στο γυμνάσιο ο Γκιλ ήταν δρομέας μεγάλων αποστάσεων και κέρδιζε διακρίσεις σε εθνικό επίπεδο με την ομάδα του Stonehill College, απ’ όπου αποφοίτησε το 2009 με πτυχίο λογιστικής, ώσπου ένας τραυματισμός στον αχίλλειο τένοντα έβαλε τέλος στην αθλητική του καριέρα. Αποφάσισε να μετακομίσει από τη Μασαχουσέτη στο Νιου Χάμσαϊρ για λίγο καιρό, όπου ο θείος του τον συνέστησε σε έναν οικογενειακό φίλο επενδυτή που τον μύησε στον κόσμο των χρηματιστηριακών. Από το 2010 ως το 2014 εργαζόταν σε μια startup εταιρεία ως υπάλληλος σε πρόγραμμα λογισμικού που βοηθούσε τους επενδυτές να αναλύουν τις μετοχές και μέχρι πρόσφατα ως υπάλληλος μάρκετινγκ της ασφαλιστικής εταιρείας Massachusetts Mutual Life Insurance Co. Ο Γκιλ άρχισε να επενδύει στην GameStop τον Ιούνιο του 2019, όταν η μετοχή της άξιζε μόλις 5 δολάρια και ο πέμπτος κατά σειρά διευθύνων σύμβουλός της είχε δει την πόρτα της εξόδου από την εταιρεία. Πόλεμος Αυστραλίας – Facebook για την αναδημοσίευση άρθρων από τα MME Πόλεμο με την Αυστραλία άνοιξε το Facebook και όλη η υφήλιος παρακολουθεί με ενδιαφέρον ποιος θα κερδίσει: η χώρα που ζητεί από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες να πληρώνουν για την αναδημοσίευση άρθρων από τα αυστραλέζικα μέσα ενημέρωσης, μέσω των οποίων οι Big Tech έχουν διαφημιστικά κέρδη, ή το Facebook που έκανε επίδειξη δύναμης κόβοντας τις ειδήσεις από την πλατφόρμα του, αλλά ρισκάροντας αντίποινα από τους χρήστες; Η Αυστραλία πέρασε νομοθεσία που υποχρεώνει τις ιντερνετικές εταιρείες να πληρώνουν τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς όταν χρησιμοποιούν περιεχόμενο από αυτούς. Η Google συμμορφώθηκε και ύστερα από έντονες διαπραγματεύσεις ήρθε σε συμφωνία με ειδησεογραφικά μέσα για να πληρώνει για τη χρήση των άρθρων και των ρεπορτάζ τους – το ποσό παραμένει άγνωστο. Επιθετική αντίδραση Το Facebook επέλεξε την πιο επιθετική αντίδραση, μπλοκάροντας όλα τα μέσα ενημέρωσης από την πλατφόρμα του στην Αυστραλία προκειμένου να μην πληρώσει ούτε δολάριο για τη χρήση του περιεχομένου τους. Από την Πέμπτη κανένας χρήστης του Facebook στη χώρα δεν μπορεί να ανεβάσει, ούτε να δει άρθρα εφημερίδας ή τηλεοπτικά ρεπορτάζ, ακόμη και αν προέρχονται από μη αυστραλιανό μέσο, αλλά και οι χρήστες του Facebook παγκοσμίως δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης. Στη φούρια του το Facebook μπλόκαρε και σελίδες της κυβέρνησης ή φιλανθρωπικών οργανώσεων, αλλά τις ξεμπλόκαρε 12 ώρες αργότερα, όταν του εξηγήθηκε ότι για την ανάρτηση περιεχομένου από αυτές δεν θα χρειάζεται να πληρώσει. Πολλοί παρατήρησαν ότι οι κυβερνητικές σελίδες που έσπευσε να μπλοκάρει ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ στην Αυστραλία ανήκουν ακριβώς σε αυτές τις αξιόπιστες πηγές που υποτίθεται ότι προμοτάρει το Facebook για να αντιμετωπίσει τα fake news που κάνουν θραύση στην πλατφόρμα του. Οι επιθετικές ενέργειες του Facebook ενίσχυσαν παγκοσμίως την άποψη ότι έχει φτάσει ο καιρός να μπει ένα φρένο στους τεχνολογικούς γίγαντες, οι οποίοι έχουν αποκτήσει τεράστια δύναμη. «Το αιφνιδιαστικό εθνικό μπλακ άουτ στις έγκυρες πηγές ειδήσεων φανερώνει πόσο κούφιοι ήταν οι προηγούμενοι ισχυρισμοί του Facebook ότι δεν μπορούσε να αποκλείσει τον λόγο μίσους και τις σελίδες που διαδίδουν επικίνδυνη παραπληροφόρηση, καθώς και την αποτυχία του να ανταποκριθεί σε καταγγελίες για κατάχρηση» παρατήρησε δηκτικά ο βρετανικός «Guardian».